Selected tags

Further tags

Χρησιμοποιείται όπως το τρίτο το μακρύτερο. Σημαίνει το ίδιο πράμα - κέρδος μηδέν, διάψευση προσδοκιών, ήττα, απογοήτευση. Βασικά, είναι το ίδιο πράμα, άμα το καλοσκεφτείς. Η διαφορά εδώ είναι ότι δεν μας τη φόρεσαν επί τόπου αλλά μας την τύλιξαν ωραία ωραία στο λαδόχαρτο να την πάρουμε πακέτο για το σπίτι νά 'χουμε να πορευόμαστε. Πίκρα διαρκείας, δηλαδή.

Το λαδόχαρτο, εικάζω, είναι σαν κι αυτό που τυλίγουν τα κοψίδια take away. Μην το πάμε κυριολεκτικά, να φέρουμε και την εικόνα στο μυαλό μας, διότι είναι μια αηδία.

Εκφέρεται συνήθως γρήγορα, με το μια πάντα μονοσύλλαβο και, σε μεγάλες πίκρες, απνευστί και με μπ- αντί για π- στην πούτσα: μιαμπουτσαστολαδόχαρτο.

Ως ηπιότερη εκδοχή απαντάται και το μια σκατούλα στο λαδόχαρτο. Κάτι πήραμε αλλά δε λέει.

  1. - Σου την εδωσε, ρε, την άδεια;
    - Μιαμπουτσαστολαδόχαρτο μου έδωσε ... άσε με στον πόνο μου ...

  2. - Καλά, πλάκα μας κάνουνε ... σαρανταδύο ευρώ μικτά βγαίνει η αύξηση; Δηλαδή, μια σκατούλα στο λαδόχαρτο πήραμε πάλι ...

[Σημειώνω ότι δεν είναι αυτό που φαίνεται, μην σας στοιχειώσω και τα όνειρα...] (από patsis, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπρός γενναίοι μου, ορμάτε εσείς μπροστά κι εγώ από πίσω, γιούργια στα παλιούρια ή γιούργια στον ταμπλά με τα κουλούρια που λέω κι εγώ, γενικώς πρόσω ολοταχώς χωρίς να κρατάμε καμία εφεδρεία ή πισινή.

Όπως λέει κι ο φίλτατος foobaras στο σχετικό λήμμα, βούρ σημαίνει «δρόμο για / κατευθείαν στο», αλλά εδώ μπαίνει και η γαστριμαργική διάσταση του θέματος, τουλάχιστον για τους θιασώτες του σχετικού εδέσματος.

  1. Πηγα στο μαγαζι τυχαια επειδη ειχα κενο απο τη δουλεια μου ενα απογευμα Τεταρτηs.Η κοπελα προs μεγαλη μου εκπληξη ηταν η Ελινα,γνωστη απο παλιεs καλεs μερεs.Ετσι το να περασω ηταν μονοδρομοs για μενα,επειδη η κοπελα ειναι απο τα "βαρια" χαρτια του χωρου.Το προγραμμα ειναι τυποποιημενο και εχει ολεs τιs στασειs...του μετρο.To βασικοτερο βεβαια ειναι οτι ολα γινονται επαγγελματικα,χωριs βιασινη και με σεβασμο στον πελατη και τα ευρω του.H μονη μου ενσταση [που θα διορθωθει προσεχωs οπωs με διαβεβαιωσε η υπηρεσια] ειναι η ελλειψη ντουζιεραs σε καθε δωματιο.Λοιπον συναγωνιστεs βουρ στον πατσα και δεν θα χασετε. ps: καθε Τεταρτη και Πεμπτη απογευμα οπωs μου ειπαν.
    [από το διαδίκτυο - bourdela.com]

  2. - Tι να κάνω ρε μαλάκα; Να πάω; Ή μήπως να περιμένω μπα κι έρθει εκείνη;
    - Τι να περιμένεις ρε μπάμια; Το τραμ; Ρε βουρ στον πατσά και μη μασάς! Θα σ' το φάει άλλος το γκομενάκι και θα μείνεις μπακούρι να τραβιέσαι από putzinstitut σε putzinstitut. Άντε, έμπαινε Γιούτσο!

(από acg, 09/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική φράση που χρησιμοποιείται αντί επιφωνήματος και επιστεγάζει μια πλήρως αποτυχημένη συνεννόηση.

Συνώνυμα:
- συνεννόηση μπουζούκι
- συνεννόηση μούσμουλο
- συνεννόηση γαμιόμαστε
- συνεννόηση πόμολο
- μα καλά ρε φίλε εδώ και 3 ώρες σου μιλάω και συ με γράφεις στ @@ σου και όταν νιώθεις φτύνεις την πιο άσχετη μαλακία του κόσμου, (μπινελίκια, μπινελίκια, μπινελίκια)

- ντρριιιιιν...
- Ναι;;
- Καλά, δεν είχαμε πει 7 η ώρα στο Σύνταγμα ρε;;;
- Τι λες μωρε, είμαι Στοκχόλμη εδώ και 4 μέρες, με χρεώνεις ρόμινγκ ηλίθιε.
- Για τομπούτσο φάσεις... συνεννόηση κλαρίνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντεμέκ Τούρκικο. Στην Ελλάδα λέγεται σε σπίτια με Κωνσταντινουπολίτικες και Μικρασιάτικες ρίζες.

yok = όχι, δεν
var = υπάρχει, έχει

Δεν υπάρχει. Τελεσίδικα. Δεν μας βρίσκεται τέτοιο πράμα. Μας τελείωσε προ πολλού. Τον κώλο σου από κάταής να χτυπάς δεν έχουμε, τέρμα.

Σχετικά λήμματα: πάπαλα, δεν έχει ψάρια στον πάγο

Το *γιοκ *σκέτο το χρησιμοποιούμε πιο συχνά αλλά δεν είναι τόσο ισχυρό.

Μια και τόφερε η κουβέντα, το Μάλτα γιοκ κακώς αποδίδεται στο ναύαρχο Πίρι Ρέις - το άτομο ήταν θαλασσοπόρος και χαρτογράφος σοβαρός. Και οι Τούρκοι ασφαλώς και ήξεραν πού πέφτει η Μάλτα - απλώς δεν μπόρεσαν ποτέ να την πάρουν και εκεί μάλλον πάει η φράση.

  1. - Ρε, δε πάει να λέει ο ξερόλας ο αδερφός σου ... εγώ λεφτά για καινούργια περίφραξη στη Βουρβουρού δεν δίνω ... και δεν δίνω διότι δεν έχω ... παράδες δεν υπάρχουνε ... γιοκ βαρ ... και άμα γουστάρει ...

  2. Αααχ, αγόρι μου ... τελειώσανε τα σκουμπριά τα παστά τα περσινά ... γιοκ βαρ ... δυστυχώς ... και τον είπα τον ανεπρόκοπο τον θειο σου να σου κρατήσει κάνα δυο που σ' αρέζουνε που θά 'ρθεις απ' το εξωτερικό αλλά τά 'φαγε με τα ρεμάλια τους φίλους του ... εμ, ογδόντα οκάδες τσίπουρο ήπιανε φέτος το χειμώνα, θέλανε και μεζέ ... να σε φτιάξω τσάκα τσάκα δυο αυγουλάκια με παστουρμά ... έτσι να ψυχοπιαστείς ...

(από poniroskylo, 07/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανοίγει τρύπα στον πάγο κι αρχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Ακούγεται φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Πάλι φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος αναρωτιέται ποιός νά 'ναι μες την ερημιά. Συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Η φωνή ξανά: «Σου είπα, δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος σταματάει να ψαρεύει και φωνάζει: «Κι εσύ πού το ξέρεις; Ποιος είσαι, δηλαδή;». Και η φωνή απαντάει: «Ο φύλακας του παγοδρομίου. Μαλάκα. Τόση ώρα δεν ακούς το μεγάφωνο;».

Το δεν έχει ψάρια στον πάγο είναι άλλο ένα παράδειγμα ατάκας που αυτονομήθηκε από το ανέκδοτό της. Λέγεται για να τονίσουμε στον συνομιλητή μας ότι δεν θα βρει ή δεν θα καταφέρει αυτό που θέλει και είναι μάταιο να συνεχίσει την προσπάθεια.

- Γιάννη μου, στο είπα και στο ξαναλέω... δεν έχει ψάρια στον πάγο... τριάρι στο Ναυαρίνο με τρακόσια ευρώ δεν υπάρχει... γιοκ βαρ, που λεν κι οι Τούρκοι.

(από poniroskylo, 07/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νταούλι (βλ. φωτο 1) είναι γνωστό ευμεγέθες κρουστό μουσικό όργανο. Η έκφραση αναφέρεται στα αρχίδια μας, τα οποία κάποιος έχει πρήξει και μοιάζουν με το συμπαθές προαναφερθέν μουσικό όργανο, τουλάχιστον από πλευράς μεγέθους, ενώ δεν υπάρχουν αναφορές για προσομοίωση και του σχήματος.

Συνώνυμη έκφραση: μας τά 'χεις κάνει τσουρέκια (βλ. φωτο 2), αν και το μέγεθος του τσουρεκιού υπολείπεται αυτού του νταουλιού. Θεωρητικώς λοιπόν πρώτα γίνονται σαν τσουρέκια και αν το πρήξιμο συνεχίσει γίνονται νταούλια.

Παρά την κρατούσα άποψη ότι η έκφραση είναι καθαρά μεταφορική διότι πρακτικά δεν απαντώνται αρχίδια σε μέγεθος τσουρεκιού ή νταουλιού, η ζοφερή πραγματικότητα είναι άλλη και είναι αυτή που γραφικά αποτυπώνεται στο λινκ που παρατίθεται, αν και δεν υπάρχει σαφής και επιστημονικά τεκμηριωμένη απόδειξη ότι η πάθηση οφείλεται στο ότι κάποιος μας τά 'χει ζαλίσει.

  1. Τι κορνάρεις ρε γαμημένε μισή ώρα; Μας τά 'χεις κάνει νταούλια πρωί πρωί μη σου γαμήσω τίποτα...

  2. ... Έλεγε, έλεγε, έλεγε ο καριόλης και σταματημό δεν είχε. Μας τά 'κανε νταούλια. Αφού σε μια φάση είπα να κόψω το δάχτυλο μου με κάτι για να ματώσει και να ζητήσω να βγω έξω και καλά. Δεν αντέχεται ο πούστης... Και είναι και η βιολογία γάμησέ το μάθημα, τα μόρια και τα ένζυμα και τα ένσημα... Άει σιχτίρι λέω γω...

(από acg, 06/05/08)(από acg, 06/05/08)

Βλ. και μας τα'χεις κάνει κρεμμυδασκέλες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν τα δίνω και όλα για όλα, δεν ποντάρω όλα μου τα φράγκα, δεν παίρνω και όρκο, δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά / ευαγγέλιο, δεν είμαι και 100% σίγουρος, δεν αφήνομαι εντελώς, δεν ξεβρακώνομαι, δεν βάζω και στοίχημα, δεν δίνομαι ψυχή τε και σώματι, νομίζω έγινε κατανοητό.

Η χαρτοπαικτική εκδοχή έχει τις ρίζες της στο ευγενές άθλημα του μπουρλότου, όπου η τελευταία μπάζα (η πίσω - πισινή) έχει 10 πόντους και οι παίκτες καταβάλλουν προσπάθεια να κρατηθούν γερά για να την πάρουν, δηλαδή «κρατάνε πισινή».

1
- Ο Λάκης μου είπε ότι θα βρει αυτός εισιτήρια για τους James και θα μου τα κάνει και δώρο. - Ναι καλά, κράτα και μία πισινή γιατί ο Λάκης είναι γνωστός παπάρας. Στη θέση σου θα πήγαινα να τα πάρω για νά 'μαι σίγουρη.

2
- Μου είπε ότι αν εκλεγεί θα με διορίσει στο δημόσιο, αλλά κρατάω και μία πισινή με την πρόταση που είχα από τη Θεσσαλονίκη, γιατί με δαύτους δεν μπορεί να είσαι ποτέ σίγουρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να δηλώσει σαστιμάρα, έκπληξη.

Μαλάκα, δεν σου λέω τίποτα. Σήμερα είδα παρδαλό Θεό. Έπεσα πάνω στον Καθηγητή την ώρα που την κοπανούσα, αλλά δεν είπε τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο σεξουαλικός ερεθισμός, το κάβλωμα, η διέγερση.

Ρε συ, κοίτα τη την μουνίτσα, δεν το περίμενα, μου έφτιαξε παπάρι.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για παραφθορά της έκφρασης : «Ρε μαλάκα να πούμε» που χρησιμοποιείται συχνά στην καθομιλουμένη του ρεμπετόβιου ή του βαρύμαγκα.

- Ρε Μήτσο, έχεις να μου δανείσεις πέντε τάλαρα ναμμ;
Μήτσος : - Άσε με ρεμάλ ναμμ, δε βλέπεις ότι είμαι στεγνός;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified