Ο τακτικός πελάτης των μπουρδέλων. Κατά τη μεταφορική σημασία είναι ο πονηρός/πρόστυχος. Πολλές φορές χρησιμοποιείται μέσα στα πλαίσια της φιλικής συζήτησης με εύθυμη και όχι προσβλητική διάθεση.

Βλέπε και το έχω ξεμπουρδελιάνει.

  1. - Αυτός ο Χρίστος από τότε που ξέμεινε από γκόμενα όλο στις πουτάνες πηγαίνει...
    - Μπουρδελιάρης έχει καταντήσει ο καημένος... Δεν του κάνουμε κονέ με καμιά φίλη σου;
    - Τώρα σώθηκες...

  2. - Άκου τον γέρο πώς μιλάει στις γκόμενες!
    - Μπουρδελιάρης ο γεροκαυλέας...

  3. - Πω ρε φίλε, έχω τρελαθεί με το γκομενάκι στο απέναντι τραπέζι... Τι μπουτάκια είναι αυτά; Για φάγωμα...
    - Μπουρδελιάρη...!

Δες και κερχανατζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη που δουλεύει σε οίκο ανοχής, οπότε προσφέρει υπηρεσίες σε συγκριτικά χαμηλή τιμή και πχοιότητα. Συνήθως χρησιμοποιείται για να αντιδιασταλεί από αρχοντοπουτάνες και ακριβοπουτάνες. Ορισμένα μπουρδελοκόριτσα βεβαίως μπορεί να αναβαθμιστούν και να αλλάξουν κατηγορία προκαλώντας για αυτό τα σχετικά σκωπτικά σχόλια για το παρελθόν τους.

Από μπουρδελοσάιτ:

  1. Αλλωστε οσο πληρωνετε,τοσο νομιζετε ότι αυξανει η αξια της κοπελας, άλλο που αυτή μπορει να είναι πρωην μπουρδελοκοριτσο.

  2. Τα προγράμματα των στούντιο είναι ο επαρχιώτικος εξελληνισμός των χρεώσεων των city tours στα μπουρδέλα-μπουρδελοκόριτσα.

  3. Αμα πιασεις μπουρδελοκοριτσο ειδικα ρουμανα και σε καψουρευτη,συνεχεια σπιτι της φαι και γαμησι τυπε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που μπαινοβγαίνει στα μπουρδέλα χωρίς τελικά να πηδάει.

Όλη τη Φυλής και το Μεταξουργείο πήραμε τσάρκα και ακόμα να γαμήσει ο μπουρδελοξεπόρτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανήρ ο οποίος αρέσκεται κατά κόρον να αναζητεί ερωτικούς συντρόφους (όποιου γένους επιθυμεί) σε οίκους ανοχής (λαϊκιστί: μπουρδέλα).

Ετυμολογία: μπουρδέλο (=οίκος ανοχής) + τσάρκα (=ο περίπατος).

- Καλά, αυτός ο Γιάννης, πολύ μπουρδελότσαρκας μας βγήκε! Επειδή δεν μπορεί να σταυρώσει γκόμενα μας γυρνοβολάει όλη την ώρα στα μπουρδέλα!
- Ναι, τραβάτε με κι ας κλαίω...

Η Ινδή ηθοποιός Bhuwaneshwari συνελήφθη για μπουρδελότσακρας. (από Vrastaman, 03/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες συνομοταξίες νοικοκυροπουτανώνε:

1. (Ο Ηλίας Πετρόπουλος) άφησε πίσω του, εκτός από τα 80 του βιβλία, πολλά άρθρα σε περιοδικά και άφθονα χαρακτηριστικά, αιχμηρά επίθετα, με τα οποία του άρεσε να «στολίζει» πρόσωπα γνωστά, απ' την επικαιρότητα και την ιστορία: «ειδεχθής» λοιπόν η Μπουμπουλίνα, «νοικοκυροπουτάνα» η Μαντώ Μαυρογένους, «τράγος» ο Π.Πατρών Γερμανός και «πουστόμαγκας» ο Βελουχιώτης. Δεν άφησε απ'έξω όμως ούτε τους σύγχρονούς του, τον Ελύτη (αστοιχείωτος), τον Σαββόπουλο (τσογλάνι της ορθοδοξίας), τον Βέλτσο (καραγκιόζης), μέχρι και τον Κώστα Σημίτη (τιποτένιο ανθρωπάριο)…

2. Στη Νεοελληνική Αθυροστομία της Μ. Κουκουλέ το γυναικείο αιδοίο αποκαλείται οντάς (στο δίστιχο: «μες στσ’ Αγγέλας τον οντά / μαύρος ντούμπανος βροντά»), κλαπαρχίδω και ψωλοσακατεύτρα ονομάζεται η ερωτική γυναίκα. Βρίσκουμε ακόμα την κατάρα «να στραβοψωλιάσεις!», τους χαρακτηρισμούς σεμνής γυναίκας: «χριστιανομούνα, αγαθομούνα, νοικοκυρο-πουτάνα», τα παρωνύμια γυναικά: Μουνοκαίσαρας, μουνοβοσκός, τη φράση «έπεσε μουνοθύελλα»= ήρθε πλήθος γυναικών.

3. Ηταν ένα πολύ κλειστό κύκλωμα από αεροσυνοδούς, ψιλομοντέλες, ελληνίδες και ξένες, κανά δυό νοικοκυροπουτάνες είχε μια γαλλίδα, μια αυστριακιά, κανα δυό αγγλίδες..μία ιρλανδέζα, μία απίστευτη Μαροκινή και μια αμερικάνα ( η μόνη που έκανε και μασάζ κλπ. Φαινομενικά αν θυμάμαικαλά νοικιάζανε κότερα ή κάτι τουριστικό κάνανε.. επί της ουσίας ακονίζανε «κατάρτια» lol

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεσπάω τις καύλες μου σε μπουρδέλο.

- Άσε ρε φίλε, η δικιά μου ούτε να ακούσει δεν θέλει για πρωκτικό σεξ.
- Και πώς την βγάζεις;
- Πηγαίνω αλλού και ξεμπουρδελεύομαι.

!! (από malakia, 04/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και ξερόπουτσα. Πρόκειται για τη συνουσία -συνήθως σύντομη- που περιλαμβάνει μόνο πούτσα σε μουνί (άντε και σε κώλο, σπανιότερα), χωρίς προκαταρκτικά. Ούτε πίπες, ούτε γλειφομούνια, ούτε δαγκωνιές, ούτε τίποτα... Για τους βιτρινιάρηδες, το κλασικό γαμησάκι του μπουρδέλου.

Εγώ, φίλε, δεν γουστάρω ξερόπουτσες. Θέλω το γλειφομούνι μου, θέλω πρόστυχα λογάκια στ' αφτάκι κ.λπ. Κατάλαβες, μανάρι μου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μπάμπης μας πληροφορεί ότι η πουτάνα ετυμολογείται εκ του λατινικού putidus, τουτέστιν: σάπιος, ρυπαρός και δύσοσμος.

Πριν όμως οι Λατίνοι ανακαλύψουν τις μαράκες, στα μέρη μας η εταίρα Φρύνη προσέφερε δωρεάν φραπέ στο Διογένη επειδή θαύμαζε το μυαλό του, η δε ιερόδουλη Διοτίμα έδινε τον απόλυτο ορισμό του έρωτα στο κάθε άλλο παρά πλατωνικό Συμπόσιο.

Βρωμιάρες λοιπόν ή καθαρές, αγαπάμε πουτανίτσες και ξέρουμε και να τις στολίζουμε:

  1. αδερφή του ελέους
  2. αδήλωτη
  3. ακουσμένη
  4. ακριβοπουτάνα
  5. αλανιάρα
  6. αλητόμουνο
  7. αμαρτωλή
  8. αμαρτωλό
  9. ἀνασεισίφαλλος
  10. απ’ αυτές
  11. αρτίστα
  12. αρχιπουτάνα
  13. αρχιπουτανάρα
  14. αρχιπούτανος
  15. ατιμασμένη
  16. αὐλητρὶς
  17. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  18. βακέττα
  19. βιζιτού
  20. γεβεντισμένη
  21. γελασμένη
  22. γιαουρτομούνα
  23. γκαζοχωρίτισσα
  24. γκομενοφάση
  25. γκουφουέ
  26. γκοντώστρα
  27. γυναίκα της περιπατητικής σχολής
  28. γυναίκα του δρόμου
  29. γυναίκα του ημίκοσμου
  30. δηλωμένη
  31. δημόσια
  32. δημόσιο
  33. διαβολογητεύτρα
  34. δρομάς
  35. εκδιδόμενη
  36. ελευθεριάζουσα
  37. ελευθέρων ηθών
  38. επαγγελματίας
  39. επιλήψιμου διαγωγής
  40. έπιπλο
  41. e-πούτανος
  42. εργαζόμουνα
  43. έσκορτ
  44. εσκορτίδιο
  45. εταίρα
  46. ζιγκολέτ
  47. η Άντα που κάνει τα πάντα
  48. η Λόλα που τα κάνει όλα
  49. ημιπαρθένος
  50. Θαΐς
  51. ιερόδουλος
  52. ἱπποπόρνος
  53. καθαρή
  54. καλοπλυμένη
  55. καλντεριμιτζού
  56. καλντερίμω
  57. καλτάκα
  58. καμπαρετζού
  59. καρακαλτάκα
  60. καρακαχπές
  61. καραμουτζού
  62. καραμπιτσαριώ
  63. καραπουτάνα
  64. καραπουτανάρα
  65. καραπουταναριό
  66. καραπούτανος
  67. καραρουσπού
  68. καριόλα
  69. καριολάϊν
  70. καριολίνα
  71. καριολοτσιμπουκογλείφτρα
  72. κασαλβάς
  73. κασσωρίς
  74. καταπιοσπερμιόλα
  75. καχπές
  76. κικαρού
  77. κοινή
  78. κοκότα
  79. κομμώτρια
  80. κοντοπούτανος
  81. κορίτσι
  82. κορίτσι της χαράς
  83. κορίτσι για σπίτι
  84. κότα
  85. κουβεντιασμένη
  86. κουνίστρα
  87. κουρκουλετζού
  88. κουρτεζάνα
  89. κόφα
  90. κούρβα
  91. κουφάλα
  92. κρυφή
  93. κρυφοπουτάνα
  94. κρυφοπούτανος
  95. κυρία Καριολίδου
  96. κωλοκουνίστρα
  97. κωλοπετσωμένη
  98. Λαΐς
  99. Λάουρα
  100. λεγάμενη
  101. λεγόμενη
  102. λεωφόρος
  103. λικνιτζού
  104. λινάτσα
  105. λουλούδα
  106. Λυδία
  107. Μαγδαληνή
  108. μαντενούδα
  109. μαντετούτα
  110. μαντινούδα
  111. μαντιτούτα
  112. μαντονέτα
  113. μεγαλοκυρά
  114. μεσσαλίνα
  115. μετρέσα
  116. μιαμόρ
  117. μιξοπαρθένα
  118. μισοπαρθένα
  119. μισότριβη
  120. μοντέλο
  121. μορόζα
  122. μουνόσκυλο
  123. νανά
  124. νίτσα
  125. ντάνα
  126. ντροπιασμένη
  127. νυχτολουλούδα
  128. νυχτοπόρτισα
  129. ξεβγαλμένη
  130. ξεκωλιάρα
  131. ξέκωλο
  132. ξεκωλοπουτανόμουνο
  133. ξελόντζα
  134. ξεμπούρδελο
  135. ξεπατωμένη
  136. ξεσκισμένη
  137. ξετσίπωτη
  138. ξεψώλι
  139. όργανο ηδονής
  140. παλιογύναικο
  141. παλιοθήλυκο
  142. παλιοκόριτσο
  143. παλιοσκρόφα
  144. παλλακίδα
  145. παλλακίς
  146. πάνδημος
  147. παξιμάδα
  148. παξιμαδοκλέφτρα
  149. παπαδοξηλώτρα
  150. παξιμάδω
  151. παραστρατημένη
  152. παρδαλή
  153. πασιπόρνη
  154. παστρικιά
  155. πατσαβούρα
  156. πεταλούδα
  157. πεταλούδα της νύχτας
  158. πηδιόλα
  159. πινεζοπούτανο
  160. πλανεμένη
  161. πλύμα
  162. πολιτική
  163. πολιτικιά
  164. πομπεμένη
  165. πόπη
  166. πόρνη
  167. πόρνη πολυτελείας
  168. πορνίδιο
  169. ποττάνα
  170. πουλημένη
  171. πουσουέ
  172. πουτανάκι
  173. πουταναριό
  174. πουτανέλι
  175. πουτανίδιον
  176. πουτανικός
  177. πουτανίτσα
  178. πουτάννα
  179. πουτανοθήλυκο
  180. πουτανοθήλυκο του ανέμου
  181. πούτανος
  182. πουτανογκαβλιάρα
  183. πουτανόθρεμμα
  184. πουτολένη
  185. πουτσαρπάχτρα
  186. πουτσοπόρνη
  187. πουττάνα
  188. putz Frau
  189. πτωχελένη
  190. πωροπούτανο
  191. ρουσπού
  192. ρουφιάνα
  193. σιφιλιάρα
  194. σκεύος ηδονής
  195. σκρόφα
  196. σκύλα
  197. σκύλλη
  198. σοκακού
  199. σουρλουλού
  200. σουρτούκω
  201. σπιτικιά
  202. σπιτωμένη
  203. συνοδός
  204. τάνα
  205. την έχει καπατμά
  206. της αρέσουν τα ξινά
  207. του γλυκού νερού
  208. του δρόμου
  209. τουρίστρια
  210. τραμπαλέτα
  211. τροτέζα
  212. τρύπερ
  213. τσαπερδόνα
  214. τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα
  215. τσούλα
  216. τσουλάκι
  217. τσουλί
  218. φακλάνα
  219. φθηνή γυναίκα
  220. φραπεδιάρα
  221. Φρύνη
  222. φτηνή πουτάνα
  223. φτηνοπουτάνα
  224. χαζοπουτάνα
  225. χαμαιτύπη
  226. χαμούρα
  227. χανιώλα
  228. χαλκιδῖτις
  229. χαρχάλα
  230. χορεύτρια
  231. χορηγούμενη
  232. χωνί
  233. ψυχικάρα
  234. ψυχοπουτάνα
  235. ψωλαρπάχτρα
  236. ψωλομαζεύτρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αυτός που κοιτάει πολλές, αλλά δεν παίρνει τελικά καμία. Χρησιμοποιείται κυρίως για ειρωνεία.

  2. Με κυριολεκτική σημασία είναι αυτός που πηγαίνει με πουτάνες ή πάει σε μπουρδέλα και στριπτιτζάδικα.

  1. - Ωχ μαλάκα, κοίτα αυτή την γκόμενα ρε. - Άντε, όρμα!!! - Μπα... Βαριέμαι! - Α ρε πουτανιάρη...

  2. - Μαλάκα, ο Γιώργος πάει συνέχεια σε μπουρδέλα. - Α, τον πουτανιάρη!

Βλέπε και μπουρδελιάρης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ συχνό στο μπουρδελοϊδίωμα. Πρόκειται για τον μπουρδελιάρη που ερωτεύεται τάνα.

Μπορεί να καψουρευτεί μπουρδελοκόριτσο ή στουντιοκόριτσο δίκην αντίστροφης παρά φύσιν ασέλγειας. Μπορεί, όμως, επίσης να υποστεί πουτανοκαψούρα κανονικά και με το νόμο σε δύο τουλάστιχον περιφτώσεις: σε πουτό σε πάσης φύσεως τελειωμενάδικα, οπότε καθίσταται πουτόπιστος, που λένε και οι κουμπάροι μας. Ή ακριβοπληρώνοντας υπηρεσίες γκουφουέ και σούπερ-γκουφουέ με γκομενοφάση - έσκορτζ ή τουρίστριες.

Η πλειοψηφία της μπουρδελοκοινότητας είναι δριμέως επικριτική προς τον τοιούτο πουτανοκαψούρη. Θεωρείται ότι χαλάει την πιάτσα για τους συναγωνιστές και ότι χαλάει δραματικά και τις υπηρεσίες των κορασίδων, καθώς τις καλομαθαίνει, αυτές και τα γαμαζιά τους. Αλλά η πουτανοκαψούρα θεωρείται και καθ' εαυτήν ως ασύγγνωστη μουνοδουλίαση και σύμπτωμα του κλασικού του μαλάκα του Έλληνα. Σε εποχές μάλιστα κρίσης, τσουβαλιάζεται μεταξύ άλλων ως ένας ακόμη λόγος που φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.

Ωστόσο, απέναντι σε αυτό το κυρίαρχο μπουρδελοντίσκουρς υπάρχει και μια μειοψηφική φωνή που ισχυρίζεται ότι οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν ένα αναγκαίο κακό. Θεωρείται δηλαδή ότι το ιδανικό ενός ελβετόψυχου μπουρδελιάρη που θα συνουσιάζεται χωρίς καθόλου συναίσθημα εξασφαλίζοντας το απόλυτο value for money είναι μια ουτοπία ή και δυστοπία. Για να είναι ο Έλληνας ο ούμπερ γαμίκουλας, που όλοι ξέρουμε ότι είναι, - επιβεβαιώνεται άλλωστε και από στατιστικές μετρήσεις-, είναι μέσα στο παιχνίδι και λίγη πουτανοκαψούρα δίκην κωλάντεραλ ντάματζ.

Συνώνυμο: αγαπούλης (αποτελούν το ίδιο target group κορασίδων με gfe χαρακτηριστικά).

  1. Tο oτι ο ελληνας ειναι πουτανοκαψουρης η' γενικως πολυ τρυφερος με τις γυναικες,το θεωρω καλο και πολυ νορμαλ θα ελεγα. Πως ειναι δυνατον να εισαι καλος εραστης,αν δεν λατρευεις τις γυναικες.Οι λοιπες θεωριες ειναι για μικρα παιδια..σκληρος και ψυχρος και φοβερος εραστης ας μου επιτρεψετε να μην το πολυπιστευω. Αυτη ειναι η φυση του ελληνα,τρυφερου και θερμου,και νομιζω πως μ αυτα τα χαρακτηριστικα ολ αυτα τα χρονια θεωρηθηκε μακραν ο καλυτερος και πιο φημισμενος εραστης στον κοσμο.

  2. ποσο ανοητοι μπορει να ειστε εσεις οι σπονσορες των μαγαζιων αυτων; το να παει καποιος μια στο τοσο, σε κανα μπατσελορ ή για το χαβαλε, μπορω να το καταλαβω. Το να εισαι ομως τακτικος θαμωνας-πουτανοκαψουρης δεν μπορω να το διανοηθω. Να ξημεροβραδιαζεσαι σα λακαμας, να σου αδειαζουν την πορτοφολα αυτα τα κορακια, να σου πουλανε αγαπες και να νομιζεις οτι εισαι και ο σουπερ γαμικος. Να χαλας χρονο-χρημα για να τον παιξεις τουαλετα ή στην καλυτερη να στον παιξει φραπα καμια εναντι αδρας αμοιβης.

  3. επισης συστηνεται σε πασης φυσεως αγαπουληδες και πουτανοκαψουρηδες αφου κατεχει το μπλα μπλα και την πουτανια στο μεγιστο βαθμο.

  4. Υποψη δεν ειναι για πουτανοκαψουρηδες και αγαπουληδες αυτες οι κοπελες αλλα για σκληροπυρηνικους χομπίστες γαμιαδες.

  5. Αλλά επειδη η πουτανα δεν κοβει ποτε το γαμησι επεστρεψε στα μπουρδελα απο τις πιο σοφες κουβεντες.ευγε. αυτο να τα βλεπουνε οι διαφοροι πουτανοκαψουρηδες που ερωτευονται πουτανες και θελουν να το παιξουν καλοι Σαμαρειτες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified