Further tags

Τα διαβόητα πάρτι που διοργάνωνε ο αρχιπουτσίας και βιαγκροΨωλέας πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Η έκφραση πρωτοακούστηκε το 1910, σε μια φάρσα που έγινε από συγγραφείς -ανάμεσά τους κι η νεαρή τότε Βιρτζίνια Γουλφ- κι ακόμα στοιχειώνει το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό.
Το «μπούγκα-μπούγκα» πρωτοακούστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, σε μια από τις διασημότερες φάρσες όλων των εποχών

Τι είναι το «μπούγκα-μπούγκα»; Εντάξει, δεν διδάσκεται σε κάποια σχολή, αλλά είναι ένα είδος χορού που λάμβανε χώρα σε ντίσκο της βίλας των οργίων η οποία, τελικά, είχε πολλά facilities. Ο χορός γινόταν μετά τα δείπνα, αφού είναι γνωστή η ιστορία με τα νηστικά αρκούδια. Οι κοπέλες ήταν ημίγυμνες και ο Ιταλός πρωθυπουργός, όχι μόνο δεν τις προέτρεπε να ρίξουν κάτι επάνω τους για να μην τις πιάσουν τα λαιμά τους, αλλά τις θώπευε στα πιο ιδιαίτερα σημεία του σώματός τους. Πώς κάνουν οι νοικοκυρές για να δουν αν έχει ψηθεί το κρέας; Αυτό. Στη συνέχεια, ο «καβαλιέρε» διάλεγε με ποιες - «καλοψημένες» - κοπέλες ήθελε να περάσει την υπόλοιπη νύχτα, προσφέροντας, σε αντάλλαγμα, συγκεκριμένα χρηματικά ποσά, η λεγόμενη και «ταρίφα».
Πηγή εδώ

Κατ' επέκταση η φράση "κολλάει" σε παρεμφερείς, γαμάουα δραστηριότητες, αλλά και πρόσωπα που διακρίνονται για το γαμώ και δέρνω ταμπεραμέντο τους.

  1. Κρίμα πάντως που δεν πρόλαβε ο Μπερλουσκόνι ν' αγοράσει το ελληνικό νησί. Νάχουμε τα μπούγκα-μπούγκα μές στα πόδια μας. (εδώ)

  2. Μεγαλώνει η αγωνία γιά την συμφωνία! Πρώτα μπουγκα μπούγκα κ μετά θάνατος ή κατευθείαν θάνατος; (εδώ)

  3. Αθώος ο Στρος Καν για τα πάρτι, αναμένω ν ανακοινωθεί τηλεγράφημα "μπούγκα μπούγκα, αδερφέ" από τον Μπερλουσκόνι (εδώ)

  4. Ο άντρας, ο μόρτης, ο μάγκας, ο ασίκης, ο καραμπουζουκλής, η καυλοπαγίδα, ο μπούγκα-μπούγκα μίλησε, αφού πρώτα συνομίλησε με τον “Νέστωρα” της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη (εδώ)

  5. Τι λέει λοιπόν ο Σαμαράς στην γυναίκα του όταν εκείνη τον ρωτάει για τις δηλώσεις του μπούγκα-μπούγκα Μειμαράκη του στυλ «δεν θα κλείσει το κανάλι της Βουλής»; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα (ή κόρη) που κάνει (ή θεωρείται ότι κάνει) σεξ με πάρα πολλούς άντρες, οπότε εντέλει θεωρείται σεξιστικώς ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και δεν έχει κάποια άλλη σημαντική ανθρώπινη πχοιότητα. Προφάνουσλυ χρησιμεύει και ως γενική βρισιά. Στα αγγλικάνικα λέγεται cum bucket, sperm bucket ή spunk bucket και είναι πιο διαδεδομένο σαν έκφραση. Στα ελληνικά δίνει ελάχιστα χτυπήματα στον γούγλη, ίσως λοιπόν να μας έρχεται από τα αγγλικάνικα πιθανόν με την επίδραση της πορνογραφίας, όπου η αγγλική έκφραση είναι πολύ συχνή. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι αναγκαίο, καθώς η λέξη κουβάς είναι εξαιρετικά σλανγκενεργή, όπως δείχνουν τα πολλά λήμματά μας που την περιέχουν.

  1. Η μάνα σου είναι ΚΑΡΙΟΛΑ, ΝΥΜΦΟΜΑΝΗΣ, ΠΕΟΛΙΓΟΥΡΑ, ΑΡΧΙΔΟΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΡΑ, ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΟΥΒΑΣ και ΒΡΩΜΙΑΡΑ. (Από βρις-οφ κάπου στο Διαδίκτυο).
  2. Εχω δει παππου πανω απο 70 ετων στανταρ με τσαντα απο τη λαικη να διαλεγει ενα πετίτ teeny ξέκωλο στη Φυλής πριν κανα 2μηνο, τα συμπερασματα το ΠΩΣ (οκ με βιαγκρα ας πουμε) πήδηξε αυτο το λουλουδι που αποφασισε να γινει ΄΄δημοσια τουαλετα΄΄ ή σπερματοκουβας. (Από μπουρδελοσάη).
  3. ΚΟΥΚΛΑ!!!!!!!!!! Η Μις Νότια Γαλλία έχει δύο ελαττώματα: Τεράστιο στήθος και πολύ κοντή. Σχόλια: -Μούναρος!/ -Γυναίκα χωρίς βύζους, εκκλησία δίχως Tζίζους/ -Σπερματοκουβας απο τους λιγους, μεγαλη καβλάντα/ -Γυναικα χωρις tits baywatch διχως Mits. (Διάλογοι στο Φέισμπουκ).
  4. Γκουίνεθ Μοντενέγκρο: Έχω κοιμηθεί με πάνω από 10.000 άντρες. Σχόλιο: Με λίγα λόγια σπερματοκουβάς. (Από Φέισμπουκ).

Η Γκουίνεθ. Σπαλιάρα φάε τη σκόνη μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάλι με γριές τραβιέται ο Γιαννάκης. Όλοι τον φάγανε ότι σιγά σιγά γίνεται ζιγκολάκιας.

Ο μικρός σε ηλικία ζιγκολό. Ο άνθρωπος που κάνει τα πρώτα του βήματα στο να αποσπάει χρηματικά ποσά από μεγαλύτερες ηλικιακά γυναίκες ως αμοιβή για σεξουαλικές πράξεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

στειλιάρι, στυλιάρι

Το στειλιάρι είναι μια εξαιρετικά σλανγκενεργής λέξη από ό,τι φαίνεται από τους πολλούς ορισμούς που έχουμε που δίνουν και τη δόκιμη σημασία και πολλές ακόμη σλανγκικές.

Θα συμπληρώσω με μία σχετικοάσχετη σημασία που έχει στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων, όπου σημαίνει μια γυναίκα πολύ λεπτή και μάλλον ψηλή, η οποία βασικά είναι άβυζη, ενίοτε δε μένει όχι μόνο στην αβύζου, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία. Είναι δηλαδή ψηλόλιγνη, ευθυτενής, χωρίς καμπύλες, θυμίζοντας το ομώνυμο εργαλείο. Υπό Κ.Σ., το στειλιάρι θα έπρεπε να είναι μειωτικός χαρακτηρισμός, εφόσον αναφέρεται σε άβυζη και ενδεχομένουσλυ άκωλη γυναίκα, όμως υπάρχουν πλείστοι όσοι στειλιαρόκαυλοι, και υπάρχουν λόγοι για αυτό. Κατ' αρχήν το στειλιάρι έχει κορμί λαμπάδα, χωρίς κανένα μα κανένα γραμμάριο περιττού λίπους. Γενικότερα, βγάζει κάτι το εφηβικό και teen, κάτι σαν πετίτ, χωρίς να είναι πετίτ ένα πράμα, ή κάτι το ψηλόλιγνο ανατολικομπλοκέ και αθλητικό. Και, για να αναφερθούμε στις πιο σκοτεινές πλευρές της υπόθεσης, βγάζει και μια κακουχία και ταλαιπωρία, Κύριος οίδε από ποια δεινά συνδεόμενα με τις απάνθρωπες συνθήκες του σύγχρονου trafficking, μια κακουχία η οποία δεν αποθαρρύνει, αλλά μάλλον εξιτάρει τους λεβεντοτσολιάδες Ελληνάρες πελάτες. Και μάλλον η επιτυχία που έχουν τα στειλιάρια οφείλεται στο ότι βγάζουν σαδιστικά καφροσέξουαλ γούστα. Δεν το βρίσκω στον γούγλη ως γενικότερο γυναικότυπο, φιγουράρει όμως πρώτο πρώτο στο Λεξικό της Μπουρδελικής (αυτό το αναγκαίο update του Πετρόπουλου), οπότε δίνει πολλά αποτελέσματα σε αυτή τη συνάφεια.

Μικρή πίπα (που λέει κι ο Βικάριος): Το στειλιάρι δέον να συνδεθεί στο σλανγκοσύμπαν με τις λέξεις, οι οποίες δηλώνουν αφενός το πέος, αλλά αφεδύο και την γκόμενα που ερεθίζει το πέος. Παρόμοιες λέξεις είτε δηλώνουν κάτι το ίσιο και ευθυτενές, όπως η λαμπάδα, που ισχύουν είτε για το έγκαυλον πέος, είτε για το ψηλόλιγνο γυναικείο κορμί, είτε περισσότερο αξιολογικές εκφράσεις, όπως λ.χ. τα όπλο και εργαλείο που μετωνυμικώς χαρακτηρίζουν και τον μπαργαλάτσο και την γκόμενα που τον σέρνει, θυμίζοντας άλλωστε τη λακανιανή ρήση ότι ο άντρας έχει τον φαλλό, αλλά η γυναίκα είναι ο φαλλός, ή, όπως θα λέγαμε σλανγκικώς, η γυναίκα είναι το καυλί. Ωσεκτουτού, η γυναίκα στειλιάρι, είναι μια γυναίκα- εργαλείο που μετωνυμικώς κάνει και το δικό σου εργαλείο εργαλείο.

Και επειδή είμεθα σλανγκαρχίδηδες τουκανιστές, να σημειώσουμε ότι η σωστή ορθογραφία είναι στειλιάρι με έψιλον ιώτα, ετυμολογούμενο από: < μεσαιωνικό στειλιάριον, υποκοριστικό του αρχαίου στε(ι)λεός, παράλληλο του τύπου στε(ι)λεά (=ξύλινη λαβή εργαλείου, αξίνας) από αμάρτυρο ουδέτερο **στέλος*, οπότε εντάσσεται στην ευρύτερη οικογένεια του ρήματος στέλλω που συνδέεται και με το γερμανικό stellen και πολλά άλλα.

  1. Εμμανουελα το καυλωτικο μελαχρινο στυλιαρι με την ποντικοφατσα και το ανυπαρκτο στηθος, εχει τιμηθει με σουπερ εντυπωσεις.
  2. Μπαίνοντας μέσα βλέπω το στυλιάρι που ακουει στο όνομα χυστίνα.
  3. συγχρόνως μου έκανε τσιμπούκι, μέτριο θα έλεγα! Είχα καυλώσει πολύ όμως με το στυλιάρι και της είπα να ανέβει από πάνω... (Όλα από μπουρδελοσάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που γαμεί και χύνει, με την έμφαση στο χύνει, συστηματικά, καθ' έξη και κατ' εξακολούθηση. Βασικά είναι ένας γενικότατος τρόπος να χαρακτηριστεί ένας άντρας. Κυρίως πάντως χρησιμοποιείται στην κοινότητα των μπουρδελιάρηδων ως ο απόλυτα γενικός και ουδέτερος τρόπος να αλληλοχαρακτηρίζονται ή και αλληλοαπευθύνονται (πέρα από τα πιο συν-αδελφικά συναγωνιστής, σύντροφος). Και εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το χύστης δεν έχει ακριβώς όλες τις θετικές συνδηλώσεις και το καμάρι/ περηφάνια που έχουν χαρακτηρισμοί όπως λ.χ. τα μπήχτης, γαμιάς, γαμίκος, γαμίκουλας, χύστης είναι κυρίως, το λέει κι η λέξη, αυτός που χύνει, και τέρμα, ακόμη κι αν αυτό γίνεται στο πλαίσιο αγοραίου (και ουχί ζαγωραίου) έρωτα, ή απλής εκτόνωσης. Εν ολίγοις, είναι μια αρκετά ουδέτερη έκφραση, ακόμη κι αν έχει κατά καιρούς θετικές συνδηλώσεις.

  1. Σύντροφοι χύστες μήπως έχει κανείς πληροφορίες που θα μπορούσαν οι λάτρεις των ώριμων γυναικών να βρουν το αντικείμενο του πόθου τους;;; (Από το θρεντ πουρά σε μπουρδέλα σε σχετικό σάη).
  2. Μετά την αποχώρησή μας από την Τρούμπα κατευθυνθήκαμε προς πορνοντίσνεϊλαντ να γίνει κατάθεση από τους χύστες.
  3. χιστεσ μιν εχετε αυταπατεσ! οι πουτανεσ ειναι μονο για πιτσιλισμα! ειναι ατομα με απιρα ψιχολογικα προβλιματα, ατομα απαξιομενα, θλιβερα που το μονο που μπορουν να κανουν ειναι να κερδιζουν ευκολο χριμα!!!!! ολεσ αυτεσ οι μεταναστριεσ που δουλευουν σε τσαρδια ειναι μεταναστριεσ ω κατιγοριασ και ειναι ολεσ 100% προβλιματικεσ! κουβαλανε ενα καρο ψιχολογικα! καμια νορμαλ γινεκα δε θα ερχοταν στιν ελαδα να τιν πιτσιλαι ο καθε βρομιαρισ και απαξιομενοσ πακισ ι ο καθε ενασ χιστισ! (Ασιγματιστήσ ανωρθωγραφιστίς ατονιστης στο θρεντ "πώς καταλαβαίνετε αν σας γουστάρει μια πουτάνα" σε μπουρδελοσάη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκδοχή της κοινής πουτάνας.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου εκ του λάτιν putidus (σάπιο, ρυπαρό και δύσοσμο).

Βλ. και πουτί.

Τότε, και ενώ η Υβόννη εψιθύριζε: « Καλά να πάθης, πούτα... », η Έθελ, µη δυναµένη να αναµείνη ούτε ένα λεπτόν, έθεσε τήν δεξιάν της χείρα εις τό αιδοίον της και, στηριζοµένη µόνον µε τήν αριστεράν επί τού πάγκου, ήρχισε να τό τρίβη γρήγορα, εις τήν θέσιν που ευρίσκετο, ώστε να προκαλέση τουλάχιστον µόνη της, διά τού αυνανισµού, τόν οργασµόν.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ συχνό στο μπουρδελοϊδίωμα. Πρόκειται για τον μπουρδελιάρη που ερωτεύεται τάνα.

Μπορεί να καψουρευτεί μπουρδελοκόριτσο ή στουντιοκόριτσο δίκην αντίστροφης παρά φύσιν ασέλγειας. Μπορεί, όμως, επίσης να υποστεί πουτανοκαψούρα κανονικά και με το νόμο σε δύο τουλάστιχον περιφτώσεις: σε πουτό σε πάσης φύσεως τελειωμενάδικα, οπότε καθίσταται πουτόπιστος, που λένε και οι κουμπάροι μας. Ή ακριβοπληρώνοντας υπηρεσίες γκουφουέ και σούπερ-γκουφουέ με γκομενοφάση - έσκορτζ ή τουρίστριες.

Η πλειοψηφία της μπουρδελοκοινότητας είναι δριμέως επικριτική προς τον τοιούτο πουτανοκαψούρη. Θεωρείται ότι χαλάει την πιάτσα για τους συναγωνιστές και ότι χαλάει δραματικά και τις υπηρεσίες των κορασίδων, καθώς τις καλομαθαίνει, αυτές και τα γαμαζιά τους. Αλλά η πουτανοκαψούρα θεωρείται και καθ' εαυτήν ως ασύγγνωστη μουνοδουλίαση και σύμπτωμα του κλασικού του μαλάκα του Έλληνα. Σε εποχές μάλιστα κρίσης, τσουβαλιάζεται μεταξύ άλλων ως ένας ακόμη λόγος που φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.

Ωστόσο, απέναντι σε αυτό το κυρίαρχο μπουρδελοντίσκουρς υπάρχει και μια μειοψηφική φωνή που ισχυρίζεται ότι οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν ένα αναγκαίο κακό. Θεωρείται δηλαδή ότι το ιδανικό ενός ελβετόψυχου μπουρδελιάρη που θα συνουσιάζεται χωρίς καθόλου συναίσθημα εξασφαλίζοντας το απόλυτο value for money είναι μια ουτοπία ή και δυστοπία. Για να είναι ο Έλληνας ο ούμπερ γαμίκουλας, που όλοι ξέρουμε ότι είναι, - επιβεβαιώνεται άλλωστε και από στατιστικές μετρήσεις-, είναι μέσα στο παιχνίδι και λίγη πουτανοκαψούρα δίκην κωλάντεραλ ντάματζ.

Συνώνυμο: αγαπούλης (αποτελούν το ίδιο target group κορασίδων με gfe χαρακτηριστικά).

  1. Tο oτι ο ελληνας ειναι πουτανοκαψουρης η' γενικως πολυ τρυφερος με τις γυναικες,το θεωρω καλο και πολυ νορμαλ θα ελεγα. Πως ειναι δυνατον να εισαι καλος εραστης,αν δεν λατρευεις τις γυναικες.Οι λοιπες θεωριες ειναι για μικρα παιδια..σκληρος και ψυχρος και φοβερος εραστης ας μου επιτρεψετε να μην το πολυπιστευω. Αυτη ειναι η φυση του ελληνα,τρυφερου και θερμου,και νομιζω πως μ αυτα τα χαρακτηριστικα ολ αυτα τα χρονια θεωρηθηκε μακραν ο καλυτερος και πιο φημισμενος εραστης στον κοσμο.

  2. ποσο ανοητοι μπορει να ειστε εσεις οι σπονσορες των μαγαζιων αυτων; το να παει καποιος μια στο τοσο, σε κανα μπατσελορ ή για το χαβαλε, μπορω να το καταλαβω. Το να εισαι ομως τακτικος θαμωνας-πουτανοκαψουρης δεν μπορω να το διανοηθω. Να ξημεροβραδιαζεσαι σα λακαμας, να σου αδειαζουν την πορτοφολα αυτα τα κορακια, να σου πουλανε αγαπες και να νομιζεις οτι εισαι και ο σουπερ γαμικος. Να χαλας χρονο-χρημα για να τον παιξεις τουαλετα ή στην καλυτερη να στον παιξει φραπα καμια εναντι αδρας αμοιβης.

  3. επισης συστηνεται σε πασης φυσεως αγαπουληδες και πουτανοκαψουρηδες αφου κατεχει το μπλα μπλα και την πουτανια στο μεγιστο βαθμο.

  4. Υποψη δεν ειναι για πουτανοκαψουρηδες και αγαπουληδες αυτες οι κοπελες αλλα για σκληροπυρηνικους χομπίστες γαμιαδες.

  5. Αλλά επειδη η πουτανα δεν κοβει ποτε το γαμησι επεστρεψε στα μπουρδελα απο τις πιο σοφες κουβεντες.ευγε. αυτο να τα βλεπουνε οι διαφοροι πουτανοκαψουρηδες που ερωτευονται πουτανες και θελουν να το παιξουν καλοι Σαμαρειτες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη που δουλεύει σε στούντιο. Ο όρος χρησιμοποιείται στο μπουρδελοϊδίωμα κυρίως για να αντιδιαστείλει την πόρνη του στούντιο αφενός από την πόρνη που προσφέρει λιγότερες υπηρεσίες σε πιο χαμηλές τιμές, δηλαδή το μπουρδελοκόριτσο, ή την πόρνη που κάνει πιάτσα, και αφεδύο την πόρνη που προσφέρει περισσότερες υπηρεσίες σε πιο ακριβές τιμές, δηλαδή το κωλ-γκερλ ή την σιτιτουρατζού.

Το στουντιοκόριτσο βρίσκεται, λοιπόν, κάπου στη μέση στην μπουρδελο-ιεραρχία, οπότε επιδέχεται συγκρίσεις και προς τα πάνω και προς τα κάτω. Οπότε όταν ο όρος δεν είναι τελείως περιγραφικός, χρησιμοποιείται συγκριτικώς, λ.χ. για να περιγραφεί μια «αναβάθμιση» ενός μπουρδελοκόριτσου σε στουντιοκόριτσο ή ενός στουντιοκόριτσου σε κωλ-γκερλ ή έσκορτ ή και πορνοστάρ, ή για να δηλωθεί ότι καίτη (γαρμπή) στουντιοκόριτσο θύμιζε μάλλον μπουρδελοκόριτσο (δυσάρεστη έκπληξη) ή έσκορτ (ευχάριστη έκπληξη). Αυτά τα λίγα περί συγκριτικής μπουρδελολογίας (όλα για την επιστήμη)

  1. Συγκρίσεις προς τα κάτω

α. απο μαυρο το μαλλι εγινε πιο καστανοξανθο,κοντο και η ιδια απο φτηνη πουτανα εγινε πιο classy και στουντιοκοριτσο.
β. Πουτανα που θελει να ¨λεγεται¨ στουντιοκοριτσο φορεσε Διπλο Προφυλακτικο σε πελατη!!
Καποιος πρεπει να της πει οτι λογω της γαμημενης της τριβης οι πιθανοτητες να σπασουν τα προφυλακτικα ειναι πολυ μεγαλυτερες....
γ. Απο φατσα καυλοφατσα!Ανετα θα μπορουσε να ειναι στουντιοκοριτσο και βαλε.. Δυστυχως εδω σταματανε και τα καλα!

  1. Συγκρίσεις προς τα πάνω
    α. Από τα λιγα λόγια που ανταλλάξαμε στο σαλόνι, κατάλαβα ότι δεν είχα να κανω με ένα τυπικό στουντιοκοριτσο, αλλά με μια κοπέλα με χιούμορ, ερωτισμό και διάθεση να περάσει κ κείνη καλα όσο κ ο πελάτης. β. Ακομη δεν ειχα παρει χαμπαρι οτι ειμαι με στουντιοκοριτσο και οχι σίτι τουρ.
    γ. Να υποθεσουμε οτι ειναι πρων πουτανακι ;;;;;. Πρωην στουντιοκοριτσο! Τωρα αναβαθμιστηκε :P.

(Όλα τα παραδείγματα από διάφορα μπουρδελοσάιτ μέσω γούγλη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη που δουλεύει σε οίκο ανοχής, οπότε προσφέρει υπηρεσίες σε συγκριτικά χαμηλή τιμή και πχοιότητα. Συνήθως χρησιμοποιείται για να αντιδιασταλεί από αρχοντοπουτάνες και ακριβοπουτάνες. Ορισμένα μπουρδελοκόριτσα βεβαίως μπορεί να αναβαθμιστούν και να αλλάξουν κατηγορία προκαλώντας για αυτό τα σχετικά σκωπτικά σχόλια για το παρελθόν τους.

Από μπουρδελοσάιτ:

  1. Αλλωστε οσο πληρωνετε,τοσο νομιζετε ότι αυξανει η αξια της κοπελας, άλλο που αυτή μπορει να είναι πρωην μπουρδελοκοριτσο.

  2. Τα προγράμματα των στούντιο είναι ο επαρχιώτικος εξελληνισμός των χρεώσεων των city tours στα μπουρδέλα-μπουρδελοκόριτσα.

  3. Αμα πιασεις μπουρδελοκοριτσο ειδικα ρουμανα και σε καψουρευτη,συνεχεια σπιτι της φαι και γαμησι τυπε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακριβοπουτάνα - έσκορτ - συνοδός νέας κοπής που δεν μένει μονίμως σε μια πόλη, αλλά κάνει περιοδείες-τουρ ολίγων ημερών ή εβδομάδων, εξ ου και σλανγκιστί ονομάζεται τουρίστρια. Στην ακριβή τιμή συνήθως περιέχεται πληθώρα υπηρεσιών gfe και pse, ενώ μπορεί να είναι και ελάσσων σελεμπριτού, όπως συνταξιούχος πορνοστάρ ή μοντέλα.

Στο Δ.Π. υπό Galadriel.

Από σάιτ για ενήλικες:

  1. Όταν άνοιξε η πόρτα ψιλοαπογοητεύτηκα, η κοπέλα έχει ένα θέμα με τα δόντια της, ήταν άβαφη εντελώς και επίπεδο όχι για city-tour.

  2. Καλού κακού βάλτε την να κάνει ένα ντουζάκι πριν την έναρξη του αγώνα (στα αρνητικά και το κακής ποιότητας χοτέλι που κλείνουν σε αντίθεση με αυτό που περιμένεις απο ενα citytour , αλλα οκ το ξέρεις απο την αρχή οπότε είναι επιλογή σου να πάς. ).

  3. Τα προγράμματα των στούντιο είναι ο επαρχιώτικος εξελληνισμός των χρεώσεων των city tours στα μπουρδέλα-μπουρδελοκόριτσα.

(από Khan, 12/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified