Selected tags

Further tags

Φέρνω σε τραβέλι, δηλαδή μοιάζω με τραβέλι....
Το τραβέλι είναι μια wanna-be transexual, θλιβερή ύπαρξη που είναι άντρας και νιώθει γυναίκα.. Ντύνεται γυναικεία και βάφεται.. κάποια έχουν και βυζιά..Και φυσικά δεν έχουν προχωρήσει σε αλλαγή φύλλου. Κάνουν πιάτσα στη συγγρού..

-Ρε μαλάκα ωραίο σώμα έχει αυτή αλλά στη μάπα τραβελοφέρνει λιγάκι..
- Ε δε γαμιέται, καλή είναι για ένα πήδημα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εμφάνιση και η αύρα μου φέρνουν σε μπουτς.

Ακόμα πιο σλανγκ όταν εκφέρεται ως ουσιαστικό.

Πάσα: assthorn

Αδερφοφέρνω: - Θα δε γαμήσω, μωρή αντρουτσοφέρνω!

Μπουτσοφέρνω: - Στα δώδεκά μου, μωρή συκοφέρνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρετρό μπαμπαδίστικη προσβόλα για αραιή τριχοφυΐα, κυρίως του προσώπου.

Πέον να καταγραφεί και η παππουδίστικη εκδοχή «διαλελυμένο συλλαλητήριο» (με αύξη) που τείνει να εκλείψει.

(Διάλογος γερομπισμπίκη και γερομπινέ)

- Τι μουστάκι είναι αυτό, σαν διαλελυμένο συλλαλητήριο!
- Ασταδιάλα παλιοφούχταλο που θα πεις εσύ για το μουστάκι μου!
- Το φερετζέ σου θες να πεις μωρή σαψάλω!
- Μου αρέσει όταν μιλάς βρώμικα.
- Your place or mine, big boy;

Στο 2.10. (από Khan, 11/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φρυδάτη γυναίκα. Και δεν αναφέρομαι στην ποσοτικά φρυδάτη γυναίκα (γιατί τότε θα ήταν Καραμανλής ή Τερζής -και άλλες δασύτριχες φυσιογνωμίες), αλλά στην ποιοτικά φρυδάτη, με τα ηνωμένα φρύδια που σχηματίζουν ευθεία γραμμή.

Σε τέτοια περίπτωση μπορεί να της αποδοθεί ο χαρακτηρισμός Φρύδα Κάλο, που προκύπτει από την ομοιότητα με την γνωστή σμιχτοφρύδα καλλιτέχνιδα Φρίντα Κάλο, που καλλιεργούσε τα φρύδια της για να τα κάνει σετ με το μουστάκι, τις φαβορίτες και τις μασχαλότριχές της- όπως μαρτυρά το σχετικό μήδι.

Κάτω από βίντεο του Τούση στο youtube:
-+1 αν πιστεύετε οτι αυτός ο Ταλιμπάν θέλει αποτρίχωση στα φρύδια. Φρύδα Κάλο είναι ο τύπος...

Τρίχες... (από malakia, 12/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στριφνός, στριμμένος, ξενέρωτος, ακοινώνητος. Γρουσούζης, χολωμένος, καυστικός, λεμόνι, ξινίχλας. Αποπαίρνει, κριτικάρει, αγνοεί επιδεικτικά τους γύρω του, για να σκάσει χαμόγελο πρέπει να γυρίσει η γη τούμπα, γκρινιάζει, τη βλέπει σοβαροφάνεια και σνομπαρία. Ξινομούρης - ενίοτε κυκλοφορεί με τη μύτη σηκωμένη και έκφραση αηδίας στα μούτρα σαν να βρίσκεται διαρκώς πάνω σε υπόνομο.

Το γυναικείο μοντέλο είναι αλλιώς γνωστό ως ξινομούνα, στάνταρ ψωλοδιώχτης. Η ξινίλα κάποτε είναι ενδεικτική έλλειψης ξινών, ή ανάγκης ξινού για να στανιάρει το υποκείμενο, προφ όμως πρέπει να είναι πολύ γαμάτο μουνί για να ασχοληθεί κανείς γιατί παίζουν ψηλά οι πιθανότητες να σου βγει ξινό.

Η ξινομουνίαση σε άντρες δε συγχωρείται, ο ξινός άντρας παίζει να μείνει να τον παίζει - εδώ κάτι παληκάρια σαν τα κρύα τα νερά δεν βρίσκουν, θα βρει η ξινόπουστα τώρα, έλεος.

Ξινός άντρας; - δηλαδή μέχρι τώρα κανένα κορίτσι δεν μου έχει δείξει έστω και στο ελάχιστο ότι μπορεί να της αρέσω και γενικά πάντα με έκαναν πέρα ακόμα και για παρέα.το περίεργο είναι πως και τροπους έχω και πλάκα κάνω και γενικά δεν είμαι τοσο «ξινός».και έτσι όλα αυτά πάντα με οδηγούν στο συμπέρασμα πως αυτό το ότι μικροδείχνω ξενερώνει τελείως τα κορίτσια.

Ξινή γυναίκα; - Η Ιωάννα κυνηγούσε το χρήμα και περίμενε από εμένα τα πάντα. [...] Ο γάμος θα ήταν ένα τεράστιο λάθος, δεν θα μπορούσα να ζήσω με μια τόσο ξινή γυναίκα.

Ξινό παιδάκι; - Είναι 18 μηνών. Είναι πολύ κοινωνικό παιδί, χαρούμενο ατομάκι ρε παιδί μου. [...] Στην παιδική χαρά λοιπον έχω γνωριστεί με κοπέλες που έχουν παιδάκια στην ίδια ηλικία άντε και κανα μήνα μικρότερα. Ε.. γίνεται μάχη... Γίνεται άλλο παιδί! Στριμμένο άντερο!!! Απο μακριά τα βλέπει και αρχίζει τις ξινίλες!! [...] Εγώ λοιπόν σκέφτομαι τις εξής εκδοχές: 1. Εχω ξινό παιδι; Κληρονομιά απο τον παππού του ας πούμε...;;

Ξινή χοντρή και άσχημη; - Μπαίνει μέσα σε ένα κατάστημα μια γυναίκα χοντρή, άσχημη, κακιά, ξινή, κρατώντας από τα χέρια της τα 2 της παιδιά βρίζοντας και φωνάζοντας, από την είσοδο ως μέσα, ένας υπάλληλος του καταστήματος την πλησιάζει και της λέει:
-Καλήμερα σας τι χαριτωμένα παιδάκια έχετε, δίδυμα είναι;
Η αγενής και ξινή γυναίκα σταματάει να βρίζει και λέει θυμωμένα..
-Τι στο διάολο, δεν είναι δίδυμα, το ένα είναι 10 χρονών και το άλλο 7, πως σου ήρθε αυτό; Τυφλός είσαι ή χαζός;
και ο υπάλληλος απαντάει...
-Ούτε τυφλός, ούτε χαζός, απλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι κάποιος θα σε πήδαγε 2 φορές!!!

Χαρακτηριστική ξινόφατσα  (από allivegp, 17/01/12)(από GATZMAN, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορεσίβιος κτηνοτρόφος που φέρει γκλίτσα, καθώς και ο πρώην τοιούτος που έχει πλέον δίκην Μηλιώκα κατέβει στο αστικό κέντρο πλην αδυνατεί να κρύψει την βουκολική προέλευσή του. Το β' συστατικό προέρχεται από την αγγλική λέξη man (=άνδρας, άνθρωπος) που χρησιμοποιείται ειρωνικώς στην ελληνική αργκό συχνά για να δείξει ένα λαϊκό επάγγελμα ή κοινωνική καταγωγή, βλ. νταλίκερμαν, νταλίκαμαν. Ο γκλίτσμαν είναι, λοιπόν, ο αρχετυπικός βλαχοτσολιάς τσομπάνης της υπαίθρου δίκην μπαρμπα-Γιώργου, του Ρουμελιώτη ήρωα του Θεάτρου Σκιών, ή ο βλαχοκυριλέ απόγονός του.

Ωστόσο, καθώς the plot thickens, μερικές παρατηρήσεις ακόμη είναι απαραίτητες:

- Όπως παρατηρεί το Πονηρόσκυλο στο συνώνυμο λήμμα γκλιτς-μπόυ, glitz είναι στα αγγλικά η «κιτσάτη γκλαμουριά», η επιτηδευμένη προσπάθεια εντυπωσιασμού, η επιδεικτική εξτραβαγκάντσα. Η λέξη, που μαρτυρείται από τα 1971, μας δίνει και το ουσιαστικό glitziness και το επίθετο glitzy, και προέρχεται πιθανώς από το γερμανικό glitzen, μάλλον συγγενώς προς το γνωστό μας γκλjίτερ. Τυχαίο; Οπότε κατά σατανική σύμπτωση, αμφότερες και οι δύο ετυμολογίες, τόσο η κυρίως ετυμολογία από την γκλίτσα του τσοπάνη, που πορτοκαλικώς πως ετυμολογείται από το αρχαίο ελληνικό αγκύλος (δες), όσο και η αγγλογερμανική παπαρετυμολογία από το glitz κατατείνουν στην ίδια πραγματικότητα: στον μηλιώκειο ήρωα, που έχει αφήσει πίσω του «σβουνιές και χώματα» και «τρέχει στο σεργιάνι για κορίτσα» και για να (ε)πιδείξει όσο προλάβει την βλαχομπαρόκ κυριλογκλαμουράτη πολυτέλειά του.

- Glitsman είναι εξάλλου ένα υπαρκτό επώνυμο στην αλλοδαπή, όπως μπορεί να δει κανείς στον γούγλη, ενίοτε και ως von Glitsman.

- Το β' συστατικό -μαν, όμως, παραπέμπει και σε υπερήρωα τ. γαμάιντερμαν. Φανταζόμαστε έναν καραγκιοζικό μπαρμπα-Γιώργο να κάνει τ' αρχίδια του φτερά και με όπλο - σήμα κατατεθέν τη γκλίτσα να μετατρέπεται σε τιμωρό του κακού (βλ. παράδ. 6).

- Αν και ο όρος γκλίτσμαν έχει συνδεθεί μάλλον με το μέγιστο κοινωνικό κακό του νεοπλουτισμού, όσων άφησαν τα βουκωλικά πηδύλλια και πήδηξαν την υπόλοιπη χώρα ως λαμογιολιγουραίοι τα τελευταία χρόνια (παραδ. 4,5). Ενώ άλλοτε συνδέεται με τη νοοτροπία του κοπαδού του Κοπαδιστάν.

- Τέλος, είναι από ό,τι φαίνεται στον γούγλη προσφιλές όνομα για διαδικτυακές περσόνες σε φλώρουμ και φατσοβιβλίο.

  1. - Και αλλο ενα απο τα μερη μου,βουνισιος ειμαι
    - Δηλαδη γκλιτσμαν;
    - Ντιπ για Ντιπ κ τα τσαρουχια μεεεσα πατριδαααααααα (Εδώ)

  2. ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ....ΙΣ .......ΣΠΙΚΙΝΓΚ !!!!
    ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΣΥΜΦΩΡΟΥΜΗΤΕΣ.... ΕΓΩ ΛΟΙΠΟΝ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΑΓΡΑΜΑΤΟΣ ΤΣΟΜΠΑΝΟΣ !!!!!! ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΣΤΟ ΠΗΛΙΟ !!!!! ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΒΟΛΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΝΟΜΙΖΩ !!!! Η ΠΑΡΕΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΧΕΙ ΚΑΘΕ ΚΑΡΥΔΙΑΣ ΚΑΡΥΔΙ ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΤΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ !!!! ΟΣΟΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΣΚΙ ΞΕΣΚΙ ......!!!!!!!!! (Εδώ μιλάει μια διαδικτυακή περσόνα ονόματι Γκλίτσμαν).

  3. Δεν καταλαβαίνω ! .. υπάρχουν τόσοι : αρναρχοκομμουνιστοαρχαιοαθηναιοελβετολάτρες .. και δεν το είχα πάρει γραμμή ... ; ........... είναι δάκτυλος εθνικών αρχαιολατρών αθηναιοκολλημένων .... είναι συνομωσία άπλυτων αναρχοκοθμουνίων .. είναι σιωνιστική συνομωσία που θέλει να πλήξει τα «ιδανικά» του βλαχοτσολιά γκλιτσμαν ελληνάρα που γουστάρει πάντα έναν τσοπανάρχη πάνω από το κεφάλι του , για να τον βγάλει από την μιζέρια του ; (Εδώ).

  4. ΠΑΝΤΩΣ ΕΓΩ ΨΗΦΙΖΩ ΔΝΤ ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΒΛΕΠΩ ΚΑΤΙ ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ΛΑΜΟΓΙΑ ΝΑ ΤΡΕΧΟΥΝ ΣΑΝ ΤΑ ΠΟΝΤΙΚΙΑ...ΑΣΧΕΤΑ ΑΝ ΘΑ ΑΝΑΔΥΘΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΛΑ..ΓΙΑΤΙ ΠΑΝΤΑ ΕΤΣΙ ΓΙΝΕΤΕ... (Εδώ).

  5. Επειδη ομως οι γκλιτσμαν μπραδερς πεφωτισμενοι τραπεζιτες δεν θα τα παρατησουν ευκολα, να ετοιμαζεστε για χοντρα γλεντια προσεχως. (Εδώ).

  6. Ο ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ!!!!!! ΤΕΛΟΣ ΤΟ «ΜΑΣΤΟΡΑΣ» ΤΩΡΑ ΘΑ ΤΟΝ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ ΓΚΛΙΤΣΜΑΝ ΟΠΩΣ Ο ΜΠΑΤΜΑΝ ΚΑΙ Ο ΣΟΥΠΕΡΜΑΝ!!!!!!!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

New moon - νιου μουν: Έτσι ονομάζεται κάθε άντρας (συνήθως νεαρής ηλικίας), που μαγνητίζει τα βλέμματα των γυναικών με την εκθαμβωτική ομορφιά του.

Ένας άντρας για να θεωρηθεί νιού μουν πρέπει να τηρεί κάποιες προϋποθέσεις, όπως π.χ. να έχει τέλειο σώμα, καλοσχηματισμένους κοιλιακούς, να ντύνεται ωραία και να έχει δικό του προσωπικό στυλ. Επίσης, σπουδαίο ρόλο παίζει το να έχει ωραίο πισινό.

Το νιού μουν έρχεται πρώτο στην κατηγορία σέξι ανδρών. Συγκεκριμένα, υπάρχει το μουν (που είναι ο μέσος άνδρας), το νιού μουν και το φουλ μουν (που είναι το απόλυτο αρσενικό καθώς σπάνια συναντάται στη καθημερινή ζωή).

O χαρακτηρισμός των ανδρών ως νιού μουν είναι εμπνευσμένος από την ταινία Twilight και συγκεκριμένα από τον Jacob Black (Taylor Lautner) που θεωρήθηκε από την πρώτη στιγμή new νιού μούν-αρος από συγκεκριμένη ομάδα γυναικών.

- Χτες πέρασε ένα new moon από δίπλα μου.

- Είδα τον Κώστα μετά από πολύ καιρό και ομολογώ πως έχει γίνει new moon.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βυζί αποκαλείται κουτσαβακιστί και το σκάφος ή ηχείο του μπουζουκιού, λόγω διογκωμένης καμπυλωτής εμφάνισης.

Να σημειωθεί ότι κι άλλα μουσικά όργανα παραπέμπουν στον καυλιδερό γυναικείο αισθησιασμό (βλ. το βιολί του Man Ray, διάφορα πνευστά, κ.α.).

Από το δουπού: Πανκελής.

Σαν τον Σαμουήλ στο Κούγκι
μπαίνω μέσα στο μπουζούκι
με ταξίμια, με φυτίλια
με βυζαντινά καντήλια
Στο βυζί του αμπαρωμένος
θα πετάξω το καπάκι,
κάλλιο να 'μαι πεθαμένος
παρά Αμερικανάκι
(Τζιπάκος, Ρομπέν των Χαζών)

Περί μπουζουκίου (παρα)ετυμολογίαι και πορτοκαλισμοί :

- Πρόθεση: εν + επίθετο :… «βυζός» (διογκωμένος)... + ηχείο…
Όλα αυτά μας κάνουνε το εμβουζούχιον= εμπουζούκιον =μπουζούκι, στα λαϊκά. (Ε, όχι και να χαρίσουμε στους γείτονες τέτοιο οργανάκι!)
(Ρεμπέτικο Φόρουμ)

- Το «βυτίο» επίσης πιθανότατα συγγενεύει με τα ρήματα βύω και βυσνέω που πιθανότατα προέρχονται από την ίδια ρίζα που σημαίνει βουλώνω ταπώνω (πβ. Βύσμα, buzzi/βουτσί, δηλαδή ασκί, αλλά και βυζί, μπουζί με παρόμοια σχήμαι). Συνεπώς πιθανότατα η λέξη μπουζούκι, είναι αντιδάνειο.
(Λάουτα κι ετς)

Ωραία βυζιά (από Vrastaman, 23/01/12)Violon d\'Ingres του Man Ray (από Vrastaman, 23/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η γυναίκα που ανδροφέρνει, η πολύ νταρντάνα, ενώ συγχρόνως προσπαθεί να διατηρεί την θηλυκότητα της.

Η Κέλλυ Κελεκίδου.

%

Διαχωρίζουμε την θέση μας, μια χαρά κοπέλα η Κέλλυ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπρεπίζω την εξωτερική μου εμφάνιση, δηλαδή, αλλάζω στυλ ντυσίματος, κόβω μαλλιά, σκουλαρίκια, τατουάζ, ναρκωτικά, βρίσκω δουλίτσα, κυριλάτη γκόμενα κλπ, με απώτερο σκοπό τον συμβιβασμό μου με τις επιβολές των εκάστοτε κοινωνικών προτύπων και την ένταξή μου στην κοινωνία.

Μια πολύ συνηθισμένη, αλλά και υποτιμητική έκφραση (μπαμπαδισμός) που χρησιμοποιείται, συνήθως, από μεγαλύτερους σε ηλικία εκπροσώπους της μικροαστικής μιζέριας και λοιπούς δεξιόφρονες με τη μορφή παρότρυνσης. Αρκετά συχνά, συνοδεύεται από προστακτική, με αποτέλεσμα να προκαλεί τον εκνευρισμό και τις αντιδράσεις του συνομιλητή.

Εδώ σημειώνεται ότι ο όρος αφορά μόνο και μόνο την εξωτερική εμφάνιση, αγνοώντας εντελώς οτιδήποτε άλλο πέρα από αυτό, αφού, κατά τα μικροαστικά πρότυπα, αυτή έχει σημασία, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι «η πρώτη εντύπωση μετράει». Συνεπώς, μπορεί κάποιος να παραμείνει ρεμάλι και αφότου γίνει άνθρωπος.

Αυτή η έκφραση θα μπορούσε κάλλιστα να ενταχθεί στον κατάλογο με τις ατάκες ελληνικής μικροαστικής μιζέριας.

  1. Από τα 26 μαθήματα κατέβηκα στα 19 (και ελπίζω να πάω στα 17) και μένει ακόμα πρακτική και πτυχιακή... έχω μέλλον ακόμα! :cry:
    Αλλά τουλάχιστον στρώθηκα στο διάβασμα και γίνομαι άνθρωπος! (από εδώ)

  2. Σαν βγεις στον πηγαιμό για να γίνεις άνθρωπος σωστός, ένας από τους «αυτούς» δηλαδή, βαρετός και ανά πάσα στιγμή προβλέψιμος, θα περάσεις αναγκαστικά από τα τρία διαδοχικά στάδια της κοινωνικής χρυσαλίδας: πρώτα μαθητής - πιεσμένος, καταπιεσμένος, πεπεισμένος πως όλα θα πάνε καλά, αγχωμένος για μαλακίες και με μόνο ορίζοντα την επιτυχία σου στον εφιάλτη των πανελληνίων (από εδώ)

  3. Τότε του είπα ότι εγώ μπορώ να γίνω σαν εσένα, αλλά εσύ δεν μπορείς να γίνεις σαν εμένα. Με κοίταξε περιφρονητικά: «Δεν μπορείς να γίνεις άνθρωπος» του είπα (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified