Selected tags

Further tags

Μικρόσωμη γυναίκα, ηλικίας 16-26, με εμφάνιση περισσότερο σεξουαλική παρά αισθητικά όμορφη. Ο ορισμός παίρνει και εξτένσιον για τις πιο ψηλές κατά τα εννοιολογικά γούστα του ομιλητή (αλλά και το μπόι του).

Αν και μικρόστηθα τα σκαστράκια αναπληρώνουν τη χαμένη σεξουαλικότητα του μπούστου με πισινό υψηλού κέρβατουρ και λυγερή μέση. Υπάρχουν ένα-δύο μαξ ανά γυναικεία παρέα και συνήθως ακολουθούν τις γενικότερες δυνάμεις συνοχής σε ζεύγη, ειδικά όταν κατευθύνονται προς το wc. Ανθίζουν το καλοκαίρι οπότε και βρίσκουν την ευκαιρία να τονίσουν τις λεπτομέρειες στις οποίες επικεντρώνεται ο αντρικός πληθυσμός.

Συνήθως αποτελούν κόρες των κατά τα '80s μανουλιών και είναι φυσικές κοινωνοί ενός μεγαλειώδους legacy.

Φαρμακερό σκαστράκι η μελαχρινή στο μπαρ.

Σκάστρα (από GATZMAN, 31/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης για υπερμέγεθες πέος!!!

2 φίλες μεταξύ τους:
- Καλά... πες μου ότι εχτές πηδήχτηκες με το Νίκο!!!
- Ναιιιιιιιιι!!!... σου λέω έσπασε το κρεβάτι!!!
- Από εργαλείο τι λέει;
- Σου μιλάω για μεγάάάάάλη κουμούτσα!!!!!!!
- Πωωωωωωωωω.................

βλ. και γκουμούτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι κράζαμε παλιά στο σχολείο μου όσους είχαν την ατυχία να φορούν σιδεράκια. Ατυχείς, διότι προφανώς δεν το επέλεξαν οι ίδιοι, αλλά οι ορθοδοντικώς ευαίσθητοι γονέοι τους. Χρησιμοποιείτο εναλλακτικώς με το εξίσου σκληρό ''ατσάλι στα δόντια''. Ας μη μιλήσω τώρα για το τι τράβαγαν όσοι ήταν τόσο φτυσμένοι απ' το θεό ώστε να φοράνε εξωστοματικό...

Συνήθως αυτοί που φόραγαν σιδεράκια ή/και γυαλιά μυωπίας, ήταν κατά τύχη (;) και οι καλύτεροι μαθητές, οπότε η ζηλοφθονία και η απέχθεια εναντίον τους μεγάλωνε. Και το δούλεμα έπεφτε σύννεφο...

- Ρε φίλε είσαι να την κάνουμε την τελευταία ώρα; Ο Τάκης χτύπησε κάτι καινούρια παιχνιδάκια στο Nintendo κι είπε αν είναι να πάμε σπίτι του.
- Ναι ρε, μέσα, δυό λεπτά μόνο να πω κάτι που θέλω στη Λίτσα.
- Παιδιά... γίνεται να έρθω κι εγώ;
- Ποιός σου μίλησε εσένα ρε ατσάλι στα δόντια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να είναι κάποιος λαϊκός, όχι με την καλή έννοια, όπως ο «λαϊκός» του Χαλικού, αλλά με την κακή, δηλαδή μπασκλασαρία, χυδαιότητα, χαμηλής υποστάθμης.

Σύγκρινε: γκλαμουριά, η, κλασσικούρα.

Άσμα:

Πού είναι ο Βάγκνερ που είναι ο Πουτσίνι
κανένας πια δεν έχει μείνει
μονάχα εσύ μου μένεις μόνο
γλυκιά μου αγάπη στο δηλώνω
μόνο εσύ
solo tu

Κοίταξε του κόσμου
το τέλος πια χαράζει
και η νεολαία μόνο μαστουριάζει
κοίταξε αγάπη μου
ρίξε μια ματιά
όλα τα ισοπέδωσε η λαϊκουριά.

Που είναι ο Βάγκνερ
που είναι ο Πουτσίνι
μονάχα εσύ μου μένεις μόνο
γλυκιά μου αγάπη στο δηλώνω
μόνο εσύ
solo tu

Κοίταξε τι γίνεται μες' την κοινωνία
όλοι στροβιλίζονται στην ανωμαλία
κοίταξε αγάπη μου ρίξε μια ματιά
όλοι οι διαπλεκόμενοι
μεσ' στη λαμογιά

Θέλω νά \'χω δίπλα μου γυναίκα λαϊκιά! Ημισκούμπρια. (από Hank, 13/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για όποιον έχει κορμί σαν τον Απόλλωνα, λ.χ. αυτόν στην Ολυμπία, αλλά πιο πολύ ειρωνικά για όποιον έχει κορμί Σάτυρου.

Με άλλα λόγια, για όποιον έχει σμιλεμένο αλαβάστρινο πραξιτελικό σώμα ή μάλλον το ακριβώς αντίθετο. Όταν τον βλέπουμε, του λέμε: - Μα ποιος είσαι ρε μεγάλε; Ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης;

Στίχοι: Ημισκούμπρια
Μουσική: Ημισκούμπρια

Έφτασε ο Μάιος εμπρός βήμα ταχύ
κορμάρες να πετάξουμε γυμνές στην εξοχη
Να τώρα που κοιτάζομαι μπροστά εις τον καθράφτη
βλέπω κατι τραγικό, το ηθικό μου πέφτει
Κάπου τα χα δει θυμάμαι με σουσουάμι
ήτανε στο φούρνο τα πουλούσαν με το δράμι
Λαχταριστά ψωμάκια ζεστά και τραγανά
μα πάνω στην κορμάρα μου φαντάζαν τραγικά
Για να γλυτώσω φίλε απ' αυτόν τον πανικό
ξανά στο γυμναστήριο σε πρόγραμμα γοργό
Όταν μπήκα μέσα με ύφος Ηρακλή
και με το μαλλί του Βιντιάδη Μεγακλή
τα άτομα τα παίξαν, τ' άτομα ψαρώσαν
και αμέσως πιο πολλά βάρητα σηκώσαν
γιατι ήμουν ενας σφίχτης νιντζάτος τρομερός
Το γυμναστήριο είναι ένας χώρος ιερός
Η γυμνάστρια σαν ήρθε η σούπερ υπεργκόμενα
άκουσα απ' αυτήν τα εξής λεγόμενα
«Καλή σας μέρα κύριοι, ήρθατε να γραφτείτε
μα το κορμί σας για να δω θα πρέπει να γδυθείτε»
Και γδύθηκε ο παίδαρος να αναπτερωθεί
μα με το πρώτο λίκνισμα είχα ξελιγωθεί
Και εγώ με μια ένεση θα παίξω με τα χέρια
στήθος, πόδια, πλάτη, θα καταπιώ μαχαίρια
Γιατί είμαι ο Σβαρτζενέγκερ, γιατί είμαι ο Συλβέστρος
και τρώω τον τουιτισμό γιατί είμαι ένας μαέστρος
Σαν μπήκα μες την αίθουσα τα μπράτσα μου να σφίξω
μόλις κοίταξα καλά μου ήρθε ευθύς να βήξω
και πήρα καραμέλα, το φίλο του ψαρά
γιατί μπροστά μου είδα το φίλο Μιθριδά («Αν ει!»)
-«Τι κάνεις εδώ πέρα;» του είπα με τρομάρα
-«Ήρθα να γυμνάσω...»

Ρεφραιν:
Την Απολλώνια κορμάρα («Τι κορμάρα είναι αυτή»)
Την Απολλώνια κορμάρα («αχ θα πάω ν' αυτοκτονή»)
Την Απολλώνια κορμάρα («δεν έχει ουτε μπιμπίκια»)
Την Απολλώνια κορμάρα («διαθέτει και ποντίκια»)
Το ξέρω οτι είσαι σφίχτης, το ξέρω οτι είσαι strong
και τραβάς τα ζόρια άμα λάχει all night long

Κι εγώ είμαι ένας σφίχτης με τέλειο κορμί
τραβώ την τροχαλία με δύναμη και ορμή
Όλοι μες το gym τους μύες μου χαζεύουν
και από τη λύπη τους τσάρλεστον χορεύουν
γιατι είμαι ο καλύτερος και έχω και γραμμώσεις
Αγόρασα καμπριολέ πληρώνω και τις δόσεις
Κι έχω κάμποσες ξανθές που όλο για 'μένα κλαίνε
Χαϊδεύοντας το στήθος μου συνέχεια μου λένε
«Αγόρι μου, η κορμάρα σου με έκανε κουρέλι
Θα ανέβω στο τραπέζι να χορέψω τσιφτετέλι
Μανάρι μου, στολίδι, λεβέντη μου κι αλήτη,
άσε με να σου κόψω τις τρίχες απ'τη μύτη»
Τα κορίτσια με ποθούν και εγώ όλο τους τάζω
γιατί έχω προσόντα σαν το Σπύρο το Μπουρνάζο
Τραβωώ τα ζοριλίκια για πέντε-έξι ώρες
και όλοι οι τριγύρω κοιμούνται σε αιώρες
Ο τσλεκερε-Τσαν Τσουμ Τσίμπλερ μύγα είναι μπροστά μου
Σηκώνω και κιλά που δεν αντέχουν τα οστά μου
Κουτιά οι πρωτεϊνες που καταναλώνω
Το hell of a body το αναστηλώνω
Κι έτσι εδώ που βρίσκομαι και χτίζω το κορμί
μα όχι με μπετά, ωσάν το μπετατζή
θα γίνω υποψήφιος και φίλε μη γελάς
Εμένα θα εκλέξουνε για Μίστερ της Ελλάς
-«Αλήθεια Μιθριδάτη;»
-Ησύχασε, μωρό μου
Εσένα δε σ'αφήνω, μα έχω το σκοπό μου
γιατι είμαι ένα σώμα με μύωνες γεμάτο
Τις πόζες σαν αρχίσω θα πέσουν όλοι κάτω
Θα βγαίνω σε περιοδικά, θα σφίγγω ποντικάρες
να λιώνουν σα με βλέπουν όλες οι γυναικάρες
Θα γίνω Λου Φερίνιο με το μακρύ μαλλί
και ας μην έχω τίποτα μέσα στην κεφαλή
Τώρα που με άκουσες, τα ζοριλίκια βάρα
Θα κάνω σα γλυπτό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει τιγκάρει μέχρι αηδίας το δέρμα του με tattoo, σε φάση που μπορείς πλέον να τον ''διαβάσεις''. Κατέχει επαξίως τον τίτλο του κινητού επιγραφικού μνημείου.

Ως γνωστόν όμως, ο πανδαμάτωρ χρόνος που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, δεν χαρίζεται ούτε στα tattoo, τα οποία μετά από καμιά πενταετία (άντε οκταετία, βαριά δεκαετία) έχουν θολώσει και φαίνονται σαν απομεινάρια από κουράδια..

Έτσι, η αποκατάσταση του αρχικού σχεδίου καθίσταται έργο δυσχερές, που θα απασχολήσει την αρχαιολογική έρευνα...

Μάθετε κι αυτό: την περίοδο της παντοκρατορίας του χιτλερικού Γ' Ράιχ, όσοι είχαν μαρκάρει την πέτσα τους, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να εξολοθρευτούν και το κεκοσμημένο δέρμα τους να χρησιμεύσει ως επένδυση πορτοφολακίου γερμανού αξιωματικού.

(διάλογος σε τατουατζίδικο)

Ο τατουατζής: Παίδες πως πάμε, διαλέξαμε σχεδιάκι ή ακόμα;
Οι παίδες: Ναι φίλε μου, εγώ αυτό το τραϊμπαλάκι θα κάνω, το παιδί θα ρίξει μια ματιά ακόμη...
Ο τατουατζής: Τέλεια! Δώστε μου μόνο και μια ταυτοτητούλα και προχωράμε.
Οι παίδες: ... δεν έχω μαζί μου...
Ο τατουατζής: Φίλε μου χωρίς ταυτότητα δεν μπορώ να ξέρω αν είσαι δεκαοχτώ... Για κάτω των δεκαοχτώ μόνο με έγκριση των γονέων... Αλλιώς μπορεί να έρθεις αύριο και να δεις το μαγαζί τυλιγμένο με κορδέλα, με πιάνεις έτσι;
Οι παίδες: Δεν παίζει πρόβλημα σου λέω...
Ο τατουατζής: Φίλε μου γίνε δεκαοκτώ και μια μέρα κι έλα δω να σε κάνω εφημερίδα, να μη σε γνωρίσει η μάνα σου. Ως τότε δεν μπορώ να κάνω κάτι. Οι παίδες: Γιατί;;
Ο τατουατζής: Γιατί έτσι λέει ο νόμος. Άδικος ο νόμος; Μαζί σου. Αν θες να πάμε να διαδηλώσουμε μαζί στο Σύνταγμα να αλλάξει, μέσα. Μη μου ζητάς τίποτα άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα αμτβ. ενεργ., κυρίως απαντώμενο σε στιγμιαίους χρόνους και δη παρελθοντικούς. Αναφέρεται σε κοπέλα και σημαίνει αποκτώ, μάλλον αιφνιδιαστικώς, σέξυ γυναικεία χαρακτηριστικά, εξελίσσεται η εμφάνισή μου, από αδιάφορη ή έστω απλά γαμήσιμη, σε παστάκι ή και μουνάρα.

- Είδες την Μαίρη τώρα τελευταία;
- Όχι, γιατί;
- Πώς μούνεψε έτσι ρε παιδάκι μου. Καμία σχέση με το Λύκειο που την ξέραμε. Κουκλάρα σου λέω!
- Θα χώρισε με τον μαλάκα και πρόσεξε λίγο τον εαυτό της η κοπέλα...

I agree with Snape. (από Galadriel, 07/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως το λέει και ο συνδυασμός λέξεων κρεμαστάρια είναι τα β(υ)ζ(ι)ά που είναι τεράστια (μαστάρια), αλλά λόγω της βαρύτητας κρέμονται (χρειάζεται να γράψω κρέμα;).

Βρίσκονται κυρίως στα μιλφέιγ και στα τζιλφέιγ, αλλά δεν είναι απίθανο να δείτε και σε νεαρότερες ηλικίες.

Απαραίτητα επιπλέον χαρακτηριστικά είναι η καμπουρίτσα λόγω του βάρους που πρέπει να σηκωθεί, οι στηθόδεσμοι με γάντζους τόσο μεγάλους και ισχυρούς πίσω που φαίνονται από κάτω από τη μπλούζα, λιγούρια που περιφέρονται γύρω από την κρεμασταρού και δέκα λίτρα σάλιο στο έδαφος.

Από τα ακριβώς παραπάνω γίνεται φανερό ότι τα κρεμαστάρια δεν είναι απαραίτητα αντιαισθητικά, αν και τις περισσότερες φορές είναι, γιατί υπάρχει και η νοοτροπία του όσο περισσότερο βυζί τόσο το καλύτερο. Οπότε το ότι δεν είναι στητά δεν αποτελεί πρόβλημα γιατί το συγκριτικό (κατά Ρικάρντο) πλεονέκτημά τους είναι στο μέγεθος. Νταβάι.

(Δύο φίλοι συζητούν)

Φίλος Α: Την είδες την γκόμενα του Τάκη; Αστέρι φίλε (Β).
Φίλος Β: Σιγά μωρέ, τα είδες τα βυζιά της; Μέχρι το πάτωμα φτάνουν τα κρεμαστάρια της.
Φίλος Α: Όχι φίλε (Β), όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Φίλος Β: Με είπες αλεπού ή δεν κατάλαβες τη λέξη;

(από Βασίλης-7, 14/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλήρης έκφραση είναι «αυτή δε τη γαμάει ούτε φυλακισμένος» (με τις προβλεπόμενες επουσιώδεις παραλλαγές, όπως «δεν την παίρνει ούτε φυλακισμένος»). Πρόκειται πολύ απλά για το υπέρτατο μπάζο, αυτή που δε την παίρνει ούτε ο Χάρος.

Είναι μάλλον ότι πιο χοντρό μπορεί κανείς να πει για την εμφάνιση μιας γκόμενας, η Μητέρα πάσης προσβόλας. Αν της το πετάξεις στη μάπα, είναι σα να της έκοψες τα ποδάρια (και να περπατάει με τα γόνατα). Δέον λοιπόν όπως λέγεται αποκλειστικώς στα πλαίσια χαλαρής κουβεντούλας με φίλους.

Εναλλακτικά παίζει και η έκφραση «αυτή δε τη γαμούσα ούτε μετά απο δέκα χρόνια φυλακή» (ή δεκαπέντε ή είκοσι, όπως αγαπά κανείς). Δίδεται ως αποστομωτική απάντηση σε κλασικές αντρικές ερωτήσεις του τύπου «τη γαμούσες αυτή;», «της πάταγες ένα αυτηνής;», «της τον σφύριζες άμα λάχει ναούμε;» κ.ο.κ.

Και όλοι φανταζόμαστε μέσες άκρες τι πήξιμο και τι αγαμία πέφτει εντός των τειχών, σε φάση που οι φυλακόβιοι κάνουν αλλαξοκωλιές μεταξύ τους (βλ. και Midnight Express).

Σεταρισμένο το λημματάκι, don't you think;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γκόμενα.

- Τι έγινε ρε μαλάκα με την γκόμενα που γνώρισες από το internet;
- Άσε ρε συ, την έψησα να βγούμε και όταν την είδα δεν βλεπότανε... Μιλάμε έφαγα ένα παλτό!!! Πολύ μπάζο η γκόμενα. Γάμησέ τα!!!

Το τραγούδι του σαβουρογάμη (από Hank, 15/05/09)Το τραγούδι του σαβουρογάμη σουίνγκερ. (από Hank, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified