Selected tags

Further tags

Είναι το παιδοβούβαλο, ο παις δηλαδή που έχει ξεφύγει από τη χορεία του υπέρβαρου και βρίσκεται πλέον στην κατηγορία βαρέων βαρών ή σούμο.

Η εν λόγω κατάσταση αποτυπώθηκε και σε τηλεοπτικά σποτ, όπως το κλασσικό «τρέξε τρέξε χοντρούλη», για να επιστήσει την προσοχή των μανάδων να μη ταΐζουν υπερβολικά τα παιδιά τους.

Το ντουρντούβαλο υστερεί στον διανοητικό τομέα σε σχέση με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του σε τέτοια συχνότητα και βαθμό, που για τη λαϊκή συνείδηση ο όροι ντουρντούβαλο και πίκπα ταυτίζονται.

(από blog όπου προσεχώς συνταξιούχος αναπτύσσει τις απόψεις του για το πώς πρέπει να φαγωθεί το εφάπαξ):

Κάθε φορά που βλέπω μαντράχαλους με προβληματισμένο ύφος να αναρωτιούνται πότε επιτέλους θα τους γράψουν οι γονείς σπίτια, γίδια και χωράφια με πιάνει το κεφάλι μου από τα νεύρα. Το εκνευριστικό επιχείρημα «Να μου τα γράψει τώρα που είμαι νέος γιατί θέλω να κάνω κάτι δικό μου» μου ανακατεύει ακόμα περισσότερο το στομάχι. Συνήθως κάτι τέτοια τυπάκια πρέπει να τα αρπάξεις από το γιακά και να τους πεις «Μυαλό μαλάκα ποιος θα σου γράψει ;» Όμως δεν το κάνεις γιατί υποτίθεται ότι ζούμε σε κοινωνία ανθρώπων και πρέπει να ακούμε τις διαφορετικές απόψεις τον διπλανών μας και μπλά, μπλά, μπλά. Τέτοια τυπάκια το παίζουν καλοί γιοί/καλές κόρες, ανησυχώντας «δήθεν» πιο πολύ απ' ότι ανησυχείς εσύ για την υγεία σου. Φυσικά οι γονείς είναι υπεύθυνοι για το ντουρντούβαλο ετών τριάντα που έφτιαξαν , αλλά και το ντουρντούβαλο κάποια στιγμή πρέπει να κρατηθεί στα ποδαράκια του. Όσο για εμένα, σκέφτομαι ότι αν είμαι καλά στην υγεία μου, το εφάπαξ θα το φάω στο Τόκιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο του «καβλαντιστήρι γλυκό μωρό» και υποδηλώνει όμορφη γυναίκα που σε εμπνέει να κάνεις σχέση μαζί της και όχι απλά να την πηδήξεις.

— Φίλε άνετα της τον έριχνα.
— Διαφωνώ, είναι για παραπάνω. Είναι τελείως ΚΓΜ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ανθρώπους τελείως χύμα, σε φάση ταγάρι, ριγέ παντελόνι, τζίβες-ράστα κλπ. Δεν έχει αρνητική σημασία, απλά χαρακτηρίζει το στυλ. Προέρχεται από το αφημένος.

Και μου λέει, «κάτσε να σου γνωρίσω την τάδε». Και σκάει ρε φίλε ένα αφέψημα, με κόκκινο-μωβ μαλλί, χίπισσα τελείως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται ένας πολύ τριχωτός άνθρωπος, κάποιος που είναι καλυμμένος με τριχωτή φλοκάτη σε όλο το στήθος, κοιλιά, πλάτη, σβέρκο, πόδια, χέρια, αυτιά κ.λπ.

Υποτίθεται ότι αποτελεί τον χαμένο κρίκο στην εξέλιξη του πιθήκου ως τον άνθρωπο.

- Ρε γμτ, γιατί ο Βρασίδας δεν βγάζει το μπλουζάκι του στην πλαζ ακόμη και όταν έχει 48 βαθμούς Κελσίου;
- Γιατί βαρέθηκε να τον αποκαλούν χαμένο κρίκο.

βρέθηκε ο χαμένος κρίκος (από allivegp, 18/08/09)(από BuBis, 19/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται αυτός που έχει πολλές φακίδες (πιο επιστημονιζέ: εφηλίδες) στο πρόσωπο, ο φακιδομούρης. Το λήμμα απαντά στη Β. Ελλάδα και ίσως έχει ξενική προέλευση. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται (λιγότερο τεκμηριωμένα ωστόσο) ότι πρεκνιάρης δεν είναι ο φακιδομούρης, αλλά ο βλογιοκομμένος. Εμείς οφείλουμε να γνωρίζουμε και τις δυο εκδοχές, αλλά να συνταχθούμε με την επικρατέστερη.

Χωρίς πάστωμα η Βικτώρια Μπέκαμ δεν είναι παρά είναι μια κλασσική Αγγλίδα πρεκνιάρα.

Πίπη Φακιδομύτη (από allivegp, 17/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μακάβριο κούρεμα, συνήθως δολιχοκέφαλων που πάνε και κουρεύονται α λα κεκαρμένη κεφαλή, τάχα μου δυναμώνει η ρίζα έτσι.

- Παναιιϊα μου!! ο Σύλλας!! πώς εϊνες έτσι ρε παιδί; Τσακώθηκες με τον σκούληκα τον μπαρμπέρη;; Ρε σα τορπίλα έγινες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τόσο μα τόόόόόόσο άσχημη γκόμενα που σου έρχεται να λακίσεις, τόόόόσο λιγούρα σα να σου έφυγε η ψυχή.

Στο τηλέφωνο μου έλεγε: «Ε δεν είμαι και τόσο χοντρή, να φανταστείς φoράω παντελόνι».
Όταν την είδα, όντως φορούσε παντελόνι, ΑΛΛΑ από τη μέση και πάνω ήταν ένα τανκ (άρμα μάχης και του WWI).
Και σκέφτηκα: «Δε γαμώ έναν τσιμεντόλιθο αντί να τον κόψω...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπορτίφ περιγραφή ζευγαριού στο οποίο ο άντρας είναι κατά πολύ κοντύτερος της γυναίκας ή/και απλά κοντός σε απόλυτες τιμές. Σπάνιο φαινόμενο στις βόρειες χώρες, σύνηθες μεταξύ πολιτικών (π.χ. Σαρκοζί), ραμολί πλουσίων, ηθοποιών (π.χ. Τομ Κρουζ), ο κανόνας στους τζόκεϊ. Ξύπνησε την αστική διανόηση προκαλώντας έναν διάλογο ιδεών που περιλαμβάνει την αστική μυθολογία του Κανόνα Αντίχειρα - Δείκτη, το ρομαντικό επιχείρημα του ακριβού αρώματος που μπαίνει σε μικρό μπουκάλι, αλλά και τον Κανόνα του Δείκτη - Μέσου, ψηλά στο κεφάλι ως κέρατα, και το Γκουσγκούνειας αισθητικής αντεπιχείρημα ότι και τη μαλακία σε μικρά μπουκάλια τη βάζουν στα εργαστήρια.

Η Βούλα μέχρι τα 25 της πρώτευσε στο άλμα επί κοντώ στους στίβους και μετά στο άλμα επί κοντό, μια και ο Αντωνάκης της είναι 1,60...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακτινογραφία ή ακτινογραφίας ονομάζεται ο τυπάς, ή αν υπάρχουν βυζιά και ωοθήκες η τύπισσα, ο οποίος είναι τόσο αδύνατος που: κάθεσαι από πίσω του και ο ήλιος σε χτυπάει πιο δυνατά, έχει απαγορευτικό από τα 2 μποφόρ, τρώει μόνο στα γενέθλιά του που είναι 29 Φεβρουαρίου, το στομάχι του--(το ποιο;), αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι τις χαραμάδες, δεν έχει τη δυνατότητα να βγει φωτογραφία ανφάς, μετράει τα παϊδάκια του και ισχυρίζεται με στόμφο ότι έχει περισσότερα από εσάς και πολλά άλλα που αν συνεχίσουν θα καταντήσουν ρατσιστικά.

Το λήμμα προέρχεται από την ομοιότητα τύπων, ή αν υπάρχουν βυζιά (...), που ανταποκρίνονται στην παραπάνω γλαφυρή περιγραφή με τις γνωστές σε όλους πλάκες ακτινογραφίας. Όπου ακτινογραφία η ζωγραφιά που δείχνει άσπρα τα κόκαλα λόγω της πυκνότητας των -καθώς απορροφούν την ακτινοβολία, και το κρέας διάφανο και κάποιοι φωστήρες την χρησιμοποιούν για να δουν απευθείας τον ήλιο σε περίπτωση έκλειψης. Οπότε έχουμε 2 σε ένα με διπλή δουλειά: και ορισμός της σλανγκ ονομασίας της ακτινογραφίας, αλλά και ορισμός της κοινής της έννοιας. Και στο τσακ πριν μας βγάλουν από τα βαρέα και ανθυγιεινά.

- Πώς γίνεται ρε κάθε φορά που τον βλέπω τον Βασιλάκη τον ακτινογραφία να είναι και με άλλη γκόμενα;
- Ε δε βλέπεις με τι κυκλοφορεί; Συνέχεια με λυσσασμένα σκυλιά! Λιμπίζονται τα κόκαλα!
- Ναι! Και τα ταΐζει καλά, όχι τίποτα αποφάγια, αφού αυτός δεν τρώει τίποτα!
- Ναι, αλλά έχεις ακούσει τις φήμες για το τι χρησιμοποιεί σαν λουρί, ε;
- Καλά εντάξει, κοίτα να δεις, εγώ πάνω από όλα θέλω η γυναίκα να με εκφράζει. Τι να μου πουν τώρα εμένα τα μπουζουκομούνια. Αν δεν έχει ήθος το θηλυκό...

(από Khan, 13/08/09)(από Khan, 13/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified