Selected tags

Further tags

Το σκυλί στον Υπερθετικό, το καθαρόαιμο, το σκυλί του πολέμου. Δηλαδή η γκόμενα με σώμα τούμπανο αναγκαίως, και πρόσωπο ωραίο ενδεχομενικώς, όχι αναγκαίως, στο σύνολο δε άκρως αξιαγάμητη και κρεβατάμπλ. Με το ατάιστο προβάλλουμε πάνω της την σεξουαλική μας πείνα να της κόψουμε γαμήσι και πρόστιμο, αλλά και αυτή βγάζει μια ακραία πείνα για φιστίκι.

Πάσα: Jeanoir.

- Τι σου λέει το γκομενάκι στο FB, γιατρέ μου; Σκυλί;
- Σκυλί ατάιστο!

Got a better definition? Add it!

Published

Σε συμπλήρωση του υπάρχοντος ορισμού του Γκάτσμαν και του λήμματος σαλάμι του Χάνκοντα, έχω να σας πω ότι υπάρχει και η περίφημη στολή «κρεμμύδι» (στολή εδώ νοείται η τακτική ντυσίματος και όχι ο τύπος εμφάνισης).

Πρόκειται για το έξτρα βολικό και πρακτικό σύστημα του να φοράς πολλά και διάφορα ρούχα, το μέσα-μέσα απαραιτήτως ελαφρύ έως απειροελάχιστο, το αμέσως επόμενο λίγο πιο «ρούχο», το μεθεπόμενο κάτι παρόμοιο, το παραπάνω τ. ζακετάκι, πάνω απ' όλα αυτά κάτι πιο χοντρό, κατόπιν κασκόλ στον λαιμό, και στο τέλος την παλτουδιά ή το μπουφάν.

Αυτό το ντύσιμο είναι καθαρά γυναικείο και χειμωνιάτικο (αν και η λογική του σε βοηθάει και το καλοκαίρι, πχ στο νησί που δεν ξέρεις πότε θα σκάσεις και πότε θα βάλει αέρα και θα το δαγκώσεις, ή στο πλοίο με τον αφόρητο κλιματισμό, κλπ).

Σκοπός του ντυσίματος αυτού είναι το να μπορείς, ανά πάσα στιγμή, να προσθαφαιρείς τα ρούχα σου, ανάλογα με την θερμοκρασία στην οποία βρίσκεσαι. Επίσης είναι πολύ πρακτικό αν ξεκινάς πρωί-πρωί τη μέρα σου και κάνει πουτσόκρυο, όμως ξέρεις ότι κατά το μεσημεροαπόγευμα θα γίνεις μούσκεμα γιατί παίζει να έχει αλλάξει ο καιρός και να έχει σκάσει ήλιος, αλλά το βραδάκι που θα βγεις σερί πρέπει να φοράς και κάτι πιο δαντελέ. Τα ρούχα λοιπόν που θα στοιβάξεις πάνω σου δεν μπορεί παρά να είναι πολλά και ελαφρά, πρώτον για να μην γίνεις σαν το ανθρωπάκι της Μισελέν, δεύτερον για να μπορείς να χώνεις στην τσάντα σου όσα μπορείς από αυτά που δεν θα φορέσεις στην δεδομένη περίσταση.

Λέγεται «κρεμμύδι» λοιπόν, επειδή θυμίζει τα πολλά κομμάτια / στρώματα του βολβού αυτού. Θα μπορούσε να λέγεται και αγκινάρα, μπάμπουσκα, ρακοσυλλέκτης...

Όλη η ντουλάπα αδειασμένη πάνω στο κρεβάτι, γκόμενα σε απόγνωση, δεν ξέρει τι να φορέσει. Συμβουλή αδελφής:
- Γιατί δεν κάνεις το κλασικό, να ξεμπερδεύεις;
- ;;;
- Κρεμμύδι. Βάλε-βγάλε. Απλά πράματα.

Στο φίλμ Scarecrow (1973 A. Pacino-G. Hackman), ο τελευταίος, ως βετεράνος τρόφιμος φυλακών, ακολουθούσε την παλιά παράδοση των καταδίκων: Ντύνονταν σαν κρεμμύδι, για να εκτίθεται το σώμα του, το δυνατόν λιγότερο... (από HODJAS, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια λέξη που περιγράφει το ανδρικό γεννητικό όργανο. Συνήθως υπονοεί μικρο μεσαίο μέγεθος.

Συνώνυμα: ψωλή, τσουτσού, πέος, πούτσα, κλπ κλπ

- Τη κοντή τη τσούρα το μαλλί της φταίει.

Θανάσης Τσούρας (από Vrastaman, 28/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κακής ποιότητας σκόνες- συμπληρώματα διατροφής, που έχουν μεγαλύτερο ποσοστό υδατανθράκων και μικρότερο ποσοστό πρωτεΐνης από ό,τι αναγράφουν. Κατ' επέκταση, πάντως, λέγονται και όλες οι σκόνες.

Πάσα: Jeanoir.

  1. Μην την εμπιστεύεσαι αυτήν την μάρκα, πουλάει αλεύρια.

  2. Την Δευτέρα που πληρώνομαι από την δουλειά, θα πάω να αγοράσω κάτι αλεύρια για να τουμπανιάσω.

(από Vrastaman, 27/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ιδιόλεκτο του body-building, είναι συσσωρευμένο λίπος σε περιοχές όπως λ.χ. τα χέρια ή η κοιλιά το οποίο εμποδίζει την γράμμωση.

Πρβλ. και θόλωμα. Σημειωτέον ότι ενώ το θόλωμα προϋποθέτει ότι το εν λόγω μπιλντέρι είχε ήδη αποκτήσει γράμμωση, έστω στοιχειώδη, η οποία κατόπιν υποχώρησε, την έκφραση βρωμιά μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε και για κάποιον ο οποίος δεν είχε πετύχει σημαντική γράμμωση και δεν ξεπέρασε ποτέ το στάδιο του όγκου. Ασφαλώς, μπορεί να ειπωθεί και για το μπιλντέρι που υποχώρησε η γράμμωσή του ύστερα από κάποιες γουρουνιές.

Πηγή: Jeanoir.

  1. Τον βλέπεις αυτόν εκεί που κορδώνεται; Μαλάκας... Άμα δεις το χέρι του όλο βρωμιά είναι...

  2. Γάμησέ τα γιατρέ μου! Με τα γλυκά που κατέβασα τις τελευταίες μέρες γέμισα βρωμιά...

  3. Το λίπος μην το φοβάσαι... Το θες! Άμα δεν βάλεις βρωμιά πάνω σου, δουλειά δεν κάνεις!
    (Παρότρυνση παλαίουρα προς επίδοξο σφίχτερμαν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κοινές σηκωμάρες, καθώς το εν στύσει πέος δημιουργεί εξωτερική εμφάνιση στο εσώρουχο παρόμοια με εκείνη ενός αντίσκηνου.

Λέγεται επίσης τέντα και κατάρτι. Αγγλιστί, pitch a tent.

- Μου έγινε αντίσκηνο όταν την είδα μ' εκείνο το μίνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται σε πιπίνια λυκειακής ηλικίας, απαραιτήτως ενδεδυμένα με σταράκια ανεξαρτήτως χρώματος, που εντυπωσιάζουν με την γλουτιαία περιοχή τους και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να τις παρατηρεί από τη μέση και κάτω...

- Μαλάκα τσέκαρε ένα σταράκι που περνάει...
- Πωπω, σκέτο κωλ σταρ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γυαλιά, η τζαμαρία, επειδή θυμίζουν γυάλινη προθήκη.

Πάσα: Jeanoir.

- Ώπα γιατρέ μου, μην με ασπάζεσαι, γιατί θα τσουγκρίσουμε τις βιτρίνες μας.

Το παιδί με τις βιτρίνες, πέθανε πριν δύο μήνες  (από GATZMAN, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Κάποιος που ντύνεται πολύ βαριά με επάλληλες στρώσεις ρούχων και δίνει την εντύπωση φουσκωμένου σαλαμιού.

- Καλώς τον μπάρμπα-χειμώνα! Γιατί είσαι σαλάμι με τέτοια λιακάδα;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο σβέρκος (αυχένας) γηραιού ανθρώπου, όπου οι ρυτίδες της ηλικίας και του ήλιου θυμίζουν στρώσεις φύλλου μπακλαβά. Χρησιμοποιείται κυρίως ειρωνικά.

- Ήταν ένα πιπίνι χτες στο καφενείο κι όλο με έκοβε!
- Άντε ρε παλιόγερε που θες και πιπίνια! Με το μπακλαβά στο σβέρκο!

Βουρ στο Μπακλαβά! (από perkins, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified