Further tags

Στο τέλος της πρότασης δηλώνει υπερθετικό βαθμό.

- Η νέα διοίκηση έχει διαλύσει εντελώς την εταιρεία. Εντελώς όμως.

- Με έχει συνδέσει με Κάιρο. Κανονικά όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράσεις κατ' ευθείαν παρμένες από τα αγγλικά που μάς σερβίρουν οι της Αγγλοσαξονικής παιδείας μετέχοντες, με προεξέχοντα τον Αλέξη Παπαχελά.

Οι παπαχελληνικούρες κείτονται στην νεκρή ζώνη ανάμεσα σε αμερικλανιές τ. δώσε κώλο στον ρουφιάνο και στους φορ τεχ λουλζ μοντυπαϊθονισμούς τ. τα διαπραγματευτικά πατατάκια. Ορισμένες θα παραμείνουν δακτυλοδεικτούμενα μαργαριτάρια ενώ άλλες ήδη φοριούνται ad nauseam στην καθομιλουμένη.

Βλ. επίσης: αγγλιά.

Παρουσιάζουμε δειγματολογικά μερικές λέξεις-πίσω-από-τις-οποίες-κρύβεται-ο-Αλέξης και προσβλέπουμε και στην βοήθεια του κοινού.

Ασίστ: Khan (από το δουπού)

  • Αγαπητοί όλοι (dear all), εκνευριστική προσφώνηση σε email.
  • Βλέπω το σημείο σου (I see your point)
  • Δίνει όλα τα λάθος μηνύματα (gives all the wrong signals)Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει αγγίξει ένα γυμνό νεύρο (has touched a raw nerve), Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει γεμάτες τις ντουλάπες του με «σκελετούς» (his closet is full of skeletons), Μιχάλης Ιγνατίου, εδώ
  • Προσπαθώ να μπω στα «παπούτσια» τινός (try to be in one's shoes) εδώ
  • Είσαι πάνω σε κάτι (you are onto something)
  • Θα είμαι εκεί για σένα (I will be there for you)
  • Θα σε πάρω πίσω / πάρε με πίσω (I will call you back / call me back)
  • Πάρε τον χρόνο σου (take your time)
  • Στενή (εκλογική) αναμέτρηση (narrow count), Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Τρέχει για την αντιπροεδρία (running for Vice President) Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Σκέψου έξω από το κουτί (think outside the box)
  • Στο πίσω μέρος του μυαλού μου (in the back of my head)
  • Στο τέλος την ημέρας (at the end of the day)
  • Πήρατε ΤΟ λάθος αριθμό (you called the wrong number) αντί του ορθού «πήρατε λάθος αριθμό»
  • Φάε τη σκόνη μου (eat my dust)

(από xalikoutis, 09/03/14)When the going gets tough, the tough get going... (από σφυρίζων, 22/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι κακός στα βαφτίσια, και είναι αδύνατον να το βρει κάποιος έτσι στην αναζήτηση, οπότε το λήμμα είναι υπό συζήτηση. Πάμε στον ορισμό.

Αναφέρομαι στο ακόλουθο σχήμα λόγου, που δεν έχω παρατηρήσει σε άλλες γλώσσες:

  1. επιμερίζουμε ένα σύνολο σε δύο κατηγορίες, συνήθως (αλλά γιατί όχι και αλλιώς, δεν είμαι σίγουρος) μισά και μισά

  2. αποδίδουμε στο πρώτο κομμάτι μία ιδιότητα, και στο δεύτερο την ίδια ακριβώς απλά αλλάζοντας διατύπωση ή αποδίδοντάς την σε πιο ακραίο βαθμό.

Η ιδιότητα μπορεί κάλλιστα να είναι θετική, οπότε επιτείνεται στο θετικότερο, ή αρνητική, οπότε επιτείνεται στο αρνητικότερο, αλλά ποτέ δεν διορθώνεται προς τον μέσο όρο.

Χαλαρό αντίστοιχο του «ο ένας καλύτερος / χειρότερος από τον άλλο».

Σε αστειατορικό μοτίβο, χωρίζουμε το σύνολο σε δύο κατηγορίες, και επαναλαμβάνουμε δύο φορές τον ίδιο χαρακτηρισμό.

Ελπίζω τα παραδείγματα να είναι διαφωτιστικότερα.

1α.
- Πώς σου φάνηκαν τα δείγματα που σου έφερα;
- Τα μισά ήταν άχρηστα και τ' άλλα μισά για πέταμα.

1β. (εναλλακτικά)
- Πώς σου φάνηκαν τα δείγματα που σου έφερα;
- Τα μισά ήταν άχρηστα και τ' άλλα μισά δεν κάναν για τίποτα.

  1. - Μαλάκα! Τι γυναικοπαρέα είναι αυτή;! Οι μισές είναι μουνιά και οι άλλες μισές είναι μουνάρες.
    - Μάζευ' τα σάλια ρε χλέμπουρα.

  2. - Καλές οι κρέπες;
    - Η αλμυρή ήταν καμένη, και η γλυκιά ήταν κι αυτή καμένη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σαρκαστικά, οτι δήθεν το υποκείμενο άλλαξε και από λαϊκουριά του κερατά, έγινε ποιοτικός, γουστάρει την πχιόττα, την πχοιότητα.
Έγινε γνωστό από το Σταρόβιο άσμα (του 2011), "έχω πάθει ποιότητα".

Συνώνυμο: παθαίνω μόρφωση.

Χθες είχαμε Πασχαλίδη-Μαχαιρίτσα, κινδύνευσα με ύπνο. Ευτυχώς βγήκε και ο Σταρόβας και έπαθα ποιότηταεδώ
♪♫ Όσο περνάνε τα χρόνια
Αλλάζει ο τρόπος τελείως που σκέφτομαι
Ό,τι αγαπούσα παλιά βρίσκω πλέον αδιάφορο

Κάποτε μου άρεσε ο Κιάμος
Και τώρα ακούω Δρογώση και Φάμελλο
Και προσεγγίζω την τέχνη με υπευθυνότητα

Έχω μεταμορφωθεί
Με απωθεί η απλότητα
Έχω αποκτήσει οντότητα
Έχω πάθει ποιότητα

Έχω εντρυφήσει στην τέχνη
Δεν κυνηγάω πια κορίτσια φιλήδονα
Μελετάω με πάθος τα δικοτυλήδονα

Ακούω Τσακνή, Μαχαιρίτσα, Λαζόπουλο
Το πολεμάω από μέσα το σύστημα
Ανήκω πλέον στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς
♪♫

  1. Άσε μας ρε χρήστο δάντη που έπαθες ποιότητα κ πήγες και στου παπαδόπουλου.

  2. Οταν παθαίνω ποιότητα πόσο μόνη

  3. δε βλέπω κίνηση στα ιντεράξια μου! τί έγινε ρε? μπας κ πάθατε πχιότητα απόψε..? (εδώ)

  4. Από την Μποφίλιου στους Πυξ Λαξ και τούμπαλιν... Απόψε έπαθα πχιότητα! (εδώ)

  5. τελευταια εχουμε παθει πχιοτητα.. Βαλτε εναν τζιμ καρει να ξεστραβωθουμε!! (εδώ)

  6. Η φάση πρωί πρωί είναι "έπαθαπχιότητα" ~ PLATSA PLATSA PLOUTSA: http://youtu.be/8WAS9st_DAE via @youtube (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έπαθα μόρφωση, παραμορφώθηκα, οπότε ... "κουλτούρα να φύγουμε".

  1. Κι όλους τους ξέμπαρκους θα τρώει το σαράκι μα όσοι ταξίδεψαν ζηλεύουν την Ιθάκη. έπαθα κουλτούρα. (εδώ)

  2. Ναι ρε πούστη παθαίνω κουλτούρα που και που. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερωτεύομαι, αφού.

Συνώνυμα: Δαγκώνω την λαμαρίνα, είμαι καψουροκαμένος.
Πώς λέμε μου ζάλισες τον έρωτα; = Αντώνυμο

Σε αναλογία με το παθαίνω μόρφωση. Χάρις Αλεξίου - Θα Πάθεις Έρωτα
♪♫ Εσύ για μένα θα πάθεις έρωτα
κι εγώ για σένα θα κινδυνέψω.
Με τα βρεμένα και τ' ασιδέρωτα
της αλητείας θα βγαίνουμε έξω.
♪♫

  1. 'Να πάθω έρωτα αντί να παθαίνω ξενέρωτα' -expectations_2015 (εδώ)

  2. Παθαίνω έρωτα, καύλα, αναστάτωση βλέποντάς σε να μου χαμογελάς. Συνέχισε, μη σταματάς. (εδώ)

  3. Εγω επαθα ερωτα και εσυ επαθες σταρχιδιασου

  4. -Ωχ
    -Τι έπαθες;
    -Έρωτα
    μαζί σου!
    (δεν γαμάτε και θα γελάει με τις φίλες της για κανένα χρόνο)

  5. φημες λενε οτι αν χαμογελας σα χαζος πανω απ το κινητο στη 1 το βραδυ επαθες ερωτα και περαστικα σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός απ' το να *παθαίνεις το όνομα*, όπως λέει ο πρώτος ορισμός, μπορείς να πάθεις και το ... ρήμα!

Όταν με λέτε γκαύλα...Παθαίνω το ρήμα! (εδώ)

Ακριβώς αυτό! Το αξιοσημείωτο λοιπόν γεγονός είναι οτι το "παθαίνω", τα τελευταία χρόνια συντάσσεται και με ουσιαστικά που σημαίνουν ακριβώς το ίδιο με υπάρχοντα -ομόρριζα με τα ουσιαστικά-, ισχυρότατα (και όλα τα λεφτά) ρήματα. Δηλαδή, αντί για ερωτεύτηκα ή μορφώθηκα, κουλτουριάστηκα, εντυπωσιάστηκα, λες: έπαθα έρωτα, έπαθα μόρφωση, έπαθα κουλτούρα, έπαθα ποιότητα, εντύπωση, ευτυχία, θλίψη, ευεξία και άλλα τέτοια πολλά και κουλά.

Σημείωση (γιατί όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας): Συμβαίνει, για λόγους απλοποίησης ή γιατί δεν σού'ρχεται η λέξη να λες π.χ. έπαθα σοκ, έπαθα πανικό, αντί για σοκαρίστηκα ή πανικοβλήθηκα.

Το ρ. παθαίνω χρησιμοποιείται και με δύο ακόμη τρόπους:

  1. Κανονική σύνταξη με νορμάλ (!) ουσιαστικά, π.χ. παθαίνω εγκεφαλικό, αφυδάτωση, ιλαρά, αγκύλωση, ντεζαβού κ.ά., όπου, όταν υπάρχει αργκό αυτή χαρακτηρίζει μόνο το ουσιαστικό, γιατί το παθαίνω παίζει εδώ βοηθητικό, διακριτικό ρόλο (δεν 'παθαίνεις εντύπωση' μαζί του).

  2. Σύνταξη με ευφάνταστα, πειραγμένα ουσιαστικά όπως τα καρασλανγκισθέντα:
    παθαίνω μιλφόπλακα,
    σεντόνι,
    πλάκα,
    κάζο,
    ντουβρουτζά,
    κωλομπέρδεμα,
    λαλά,
    μπακακάο,
    κολούμπρα,
    κοκομπλόκο,
    τραμπάκουλο,
    μουνόπλακα,
    τη μούνα μου.
    Μπορούν να προστεθούν και τα παθαίνω ζημιά και παθαίνω τσιμπουκόφσκι. (Δες παράδειγμα 5).

Σλανγκασίστ: Galadriel, εδώ.

  1. Παθαίνω έρωτα, καύλα, αναστάτωση βλέποντάς σε να μου χαμογελάς. Συνέχισε, μη σταματάς. (εδώ)

  2. Πάθαμε ευτυχία για τρια δευτερόλεπτα στο κεντρο. τοσο χιονισε (εδώ)

  3. Είμαι στη φάση που χαίρομαι που έφυγα από το γραφείο στο 9ωρο αντί για 10- ή 11ωρο, μη μου μιλάτε για τις διακοπές σας, παθαίνω θλίψη. (εδώ)

  4. Έχετε μπερδέψει τον έρωτα με πάρτυ. Σε πάρτυ κάνουμε εντύπωση. Στον έρωτα παθαίνουμε εντύπωση (εδώ)

  5. Έπαθα τσιμπουκόφσκι. (εδώ)

  6. Έπαθα αξιοπρέπεια. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τριανταφυλλίδης δεν το αναφέρει.

Το σχήμα πολύ (άκλιτο, εμφανιζόμενο ως επίρρημα) ακολουθούμενο από ουσιαστικό σε ενικό αριθμό αντικαθιστά την κανονική σύνταξη πολλοί-πολλές-πολλά συν ουσιαστικό στον πληθυντικό, όταν θέλουμε να δείξουμε απαξία ή δυσαρέσκεια ακριβώς λόγω της μεγάλης ποσότητας των αντικειμένων που περιγράφει το ουσιαστικό.

Πέραν των δύο πρώτων παραδειγμάτων, υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις όπου η ομοηχία των πολύ και το πολλή δυσχεραίνουν την διάκριση και είναι καθαρά θέμα ερμηνείας, καθότι σε κάποιες περιπτώσεις το σχήμα πολλή συν ενικός θα μπορούσε να είναι δόκιμη, βλέπε το τρίτο παράδειγμα, όπου η τσιρίδα μπορεί να θεωρηθεί περιεκτικό ουσιαστικό.

Στα παραδείγματα έχω την εντύπωση ότι συνηθίζεται μια μικρή παύση στην εκφορά του λόγου πριν το αλλά.

  1. - Σου άρεσε η Βενετία;
    - Ναι δε λέω ωραία, αλλά πολύ εκκλησία ρε παιδάκι μου... και πολύ κανάλι.
    - Ανεργία τέζα, Νίκο Ευαγγελάτο.
    - Ναι, νίκο.

  2. - Σου άρεσε η Μύκονος;
    - Ναι δε λέω ωραία, αλλά πολύ τουρίστα ρε παιδάκι μου...

  3. - Σου αρέσει η όπερα;
    - Για πότε-πότε καλά είναι, αλλά πολλή τσιρίδα ρε συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το συντακτικό σχήμα με το οποίο, απαντώντας σε μια επιθυμία ή επιλογή κάποιου, επαναλαμβάνουμε το αντικείμενο της επιθυμίας (κατά προτίμηση διατυπωμένο μονολεκτικά) μία φορά σε ερώτηση και σπεύδουμε να απαντήσουμε, πάλι μονολεκτικά, χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη.

Το νόημα της έκφρασης συνολικά είναι κάτι σαν «... θέλεις; να σ' το δώσω εγώ / να σ' αφήσω να το πάρεις / να σ' αφήσω να το κάνεις, αν και νομίζω ότι καλύτερα θα ήταν να μην. όπως και να 'χει πάρ' το / καν' το και
1. ας πρόσεχες
2. θα σου δείξω εγώ να θες ...
3. όπως θες, στον κώλο μας μπαίνει;
4. όπως νομίζεις, στ' αρχίδια μου.
5. είσαι σίγουρος; ».

  1. τύπος ήδη κλασμένος απ' τα ξίδια σε φίλο του που ακόμα στέκει:
    - Πάμε σφηνάκι τεκίλα;
    - Σφηνάκι; Σφηνάκι.

  2. - Θα ψηφίσω Ποτάμι, το αποφάσισα.
    - Ποτάμι; Ποτάμι.

  3. - Λέω να την πάρω απ' το κινητό, για γκλάμορ.
    - Κινητό; Κινητό.

  4. - Βουνό ή θάλασσα;
    - Βουνό.
    - Βουνό; Βουνό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί να πω, "έχω εκφύλιση της ωχράς κηλίδας", ή "έχω την καρδιά μου", ή "έχω το στομάχι μου" (τα δυο τελευταία βέβαια είναι κι αυτά σλανγκ, αλλά νταξ), λέω έχω ωχρά κηλίδα, έχω καρδιά ή έχω στομάχι, λες και υπάρχει ανθρώπας με χωρίς.

έχω στομάχι

  1. -σκηνή πρώτη! Ωραία, προχωράμε ;)
    -τον ασθενη μου τον λενε Χρηστο κι εχει ωχρα κηλιδα (τοχει η βαβω κ τοχα προχειρο καταλαβαινεις) ΕΔΩ

  2. ΓΙΑΤΡΕ, «ΕΧΩ ΩΧΡΑ ΚΗΛΙΔΑhttp://www.nobile.gr/839/giatre-exw-wxra-khlida … (εδώ)

  3. νομιζω οτι εχω καρδια ΕΔΩ
  4. Μήπως έχω θυρεοειδή; Vita
  5. έχω χολή μπορεί να μου δίνει πόνο στη μέση στο στέρνο και στον ώμο; ΕΔΩ
  6. Πως απαλλάχθηκα από τη χολή μου! ΕΔΩ

Υπάρχει βέβαια και το

♪♫ Δεν έχω να σου δώσω παλάτια και λεφτά
Εσύ αν έχεις πλούτη εγώ έχω καρδιά... ♪♫

αλλά τώρα δεν μιλάμε γι αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified