Further tags

Επίσης, το ολοθούριο (βλ. σχόλιο Αίαντος στον έτερο ορισμό και άρθρο Ν. Σαραντάκου εδώ). Πρόκειται για μαλάκιο που έχει εντυπωσιακή ομοιότητα με αγγούρι ή με ράμφος τουκάν και το οποίο χρησιμοποιείται από τους ψαράδες ως δόλωμα με εξαιρετική επιτυχία στους σαργούς και τις τσιπούρες. Όλα όσα θέλετε να μάθετε για τους ψωλιόγκους και ντρέπεστε να ρωτήσετε εδώ. Βλ. και ψωλιάγκος.

Βάλαμε για δόλωμα ψωλιόγκο μπας και πιάσουμε κανά σαργό.

(από Khan, 24/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οφ-ρόουντ πίστα, οριοθετημένη με πορτοκαλί (συνήθως) κορδέλα.

Η χαρά των αυτομοτοκροσάδωνε, των εντουράδωνε και των πάσης φύσεως λασπομηχανάδωνε.

1.
στην εκκίνηση αλλά και μέσα στην κορδελιασμένη, σε κάνουν να νιώθεις παγκόσμιος, γλίτσα-τσουλήθρα στην αρχή, λασπωμένο χορτάρι, μετά περάσματα από το ποτάμι...

2.
Στον χώρο του τερματισμού ήταν η EXTREME ειδική η οποία ήταν προαιρετική για τους αναβάτες. Η κορδελιασμένη διαδρομή της, ήταν η ίδια που χρησιμοποιήθηκε και στο enduro-δικείο στην οποία προστέθηκαν εμπόδια από κορμούς και λάστιχα.

3.
Οι 190 αναβάτες enduro αψήφησαν την ζέστη και «δοκίμασαν» την τύχη τους σε μια απολαυστική αλλά και απαιτητική διαδρομή 51 χιλιομέτρων που ήταν μικρογραφία αγώνα enduro, με περάσματα από ξεροπόταμους, σαθρά ανηφορικά, σκεπαστά κατηφορικά, βράχια, κορμούς και ρίζες, ενώ στο μέσο της διαδρομής υπήρχε κορδελιασμένη «ειδική διαδρομή».

4.
- κορδελιασμένη ή χωρίς ;
- κορδελιάρα κορδελιάρα :msn-wink:

Κορδελιάρα διαδρομή (από σφυρίζων, 21/02/14)Κορδελιασμένη Καλαμπάκα (από σφυρίζων, 21/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κοπέλα που κλείνει τα ραντεβού σε κάθε είδους γραφεία. Αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για κάποιον παράγοντα ή μεσάζοντα που «κλείνει» κάτι, μια συμφωνία, μία συνάντηση κ.τ.λ.

  1. - Βρήκε δουλειά η Άννα;
    - Της πρότεινε ένας ψυ να την πάρει για κλείστρα, αλλά με τόσα χρόνια σπουδές δεν της κάνει καρδιά.

  2. - Καλά οι καταδύσεις περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα που δίνει το ξενοδοχείο;
    - Όχι, αλλά μου δώσανε το τηλέφωνο της κλείστρας κι έχω κάνει τα κονέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο προαγωγός, ο νταβατζής ή ο δουλέμπορος, αυτός που εκμεταλλεύεται θύματα trafficking.

  2. Μεταφορικά, ο συνδικαλιστής που αντί να στοχεύει με τη δράση του στην προάσπιση των συμφερόντων των εργαζόμενων, τους χρησιμοποιεί για να αποκομίσει ατομικά οφέλη. Είναι έτσι σαν να λειτουργεί ως δουλέμπορος αφού εμπορεύεται τους εργαζομένους, καθώς και τις ελπίδες τους, τους οποίους έπρεπε κανονικά να εκπροσωπήσει.

  3. Αστειατόρικα, αυτός που πουλάει σώματα θέρμανσης, εκμεταλλευόμενος την απελπισία όσων δεν μπορούν να αγοράσουν πετρέλαιο θέρμανσης λόγω ακρίβειας.

Πάσα (Δ.Π.): Gatzman

1. Πελάτης, σωματέμπορος και εκδιδόμενη στην Ελλάδα μετά το 1990.

2.α) ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΒΓΑΙΝΕΣ ΤΟΣΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΡΕ «ΣΩΜΑΤΕΜΠΟΡΑ» ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΑΣ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ «ΠΑΡΑΤΥΠΙΕΣ» ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΠΟΥ ΔΕΧΤΗΚΕ Η ..ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΟΥ; ΑΪΝΤΕ …ΓΕΙΑ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ ΑΡΙΣΤΕΡΕ ΤΗΣ ΣΦΑΛΙΑΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΦΡΑΓΚΟΥ. ΟΥΣΤ…………..

β) Γνωρίζετε πως απαγορεύεται να απολυθεί μέλος , από το προεδρείο του σωματείου εργαζομένων; Μπορεί να απολυθούν εργαζόμενοι, είτε με εθελουσία και ''πακέτο'', είτε με τα ''νόμιμα'' κι άμα γουστάρει; η εταιρεία; Μα ο σωματέμπορας -συνδικαλιστής, παραμένει. Να ζαλίζει τους εργαζομένους, όχι για τα κεκτημένα τους ή τα δικαιώματά τους, μα για το κόμμα.

3. Τώρα με την οικονομική κρίση το μόνο επάγγελμα που αποδίδει χρήματα είναι ο σωματέμπορος. Κανείς δεν αγοράζει πια πετρέλαιο για το καλοριφέρ. Όλοι αγοράζουν σώματα ηλεκτρικά, ενεργειακά κλπ!!!

(από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Επαγγελματική αργκό των τραινάδων, συνήθως προφέρεται με μαγκίτικο τόνο ένεκα το επάγγελμα.

«Στη ρόδα» αποκαλείται το μάχιμο τροχαίο υλικό (αυτοκινητάμαξες, μηχανές έλξης, βαγόνια, φορτάμαξες κλπ) που βρίσκεται πάνω σε ράγες.

Σε αντίθεση δηλαδή με το υλικό που είναι προς συντήρηση, παροπλισμένο, ή που χορταριάζει εγκαταλελειμμένο σε μήκος των γραμμών του ΟΣΕ ή στους Λαχανόκηπους Νέας Ιωνίας.

Πρακτικά αν τα τρένα είναι συνέχεια στη «ρόδα» και δεν διερευνώνται λεπτομερώς οι όποιες ενδείξεις βλαβών στη διάγνωση, αυτές προκαλούν επόμενες. Συσσωρεύονται κια μετά το πράγμα καταλήγει σε γενικό blackout (μουλάρωμα). (εδώ)

Ceci n\'est pas στη ρόδα. (από σφυρίζων, 06/02/14)(από σφυρίζων, 06/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Η πτέρυγα της εντατικής ενός νοσκομείου όπου βρίσκονται οι ασθενείς που δεν έχουν πιθανότητες επιβίωσης, είναι σε κώμα ή έχουν μείνει «φυτά».

Προέρχεται (κυνικά) από το Ακρωτήριο Κανάβεραλ των ΗΠΑ, όπου γίνονταν κάποτε οι εκτοξεύσεις της NASA.

-Βάλαμε τον κ. Παπαρχιδόπουλο στο κανάβεραλ, είναι σε κώμα 1 μήνα τώρα και δεν πρόκειται να επανέλθει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Παναμαϊκή είναι η σημαία του Παναμά, ήτοι τη σηκώνω όταν είμαι έτοιμος να σαλπάρω.

Σλανγκ του ιατρικού επαγγέλματος, σημαίνει (κάπως κυνικά) ότι κάποιος ασθενής είναι σε πολύ κρίσιμη κατάσταση και δε θα τα καταφέρει να ζήσει.

-Τι έγινε με τη γιαγιά στο 506;
-Με δύο εγκεφαλικά και νεφρική ανεπάρκεια ρε; Αυτή έχει σηκώσει παναμαϊκή από καιρό.

(από σφυρίζων, 07/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συντάκτης / υπεύθυνος ύλης σε εφημερίδα, αυτός που «ζωγραφίζει τις σελίδες της εφημερίδας, στο πλαίσιο των εντολών και των κατευθύνσεων που αφορούν την ''οπτική'' γραμμή του εντύπου» (δες). Ο υλατζής πρέπει να συνεννοηθεί με τον αρχισυντάκτη και τους υπεύθυνους τμημάτων για το πώς θα μπουν και θα διαταχθούν τα άρθρα στις σελίδες. Στη συνέχεια επιμελείται τα άρθρα, τους βάζει τίτλους, υπότιτλους και υπέρτιτλους, γεγονός καθοριστικό για την αναγνωσιμότητα. Και φτιάχνει το κασέ, επιλέγοντας και φωτογραφίες και συντάσσοντας λεζάντες. Στην συνέχεια στέλνει το σύνολο στον φωτοστοιχειοθέτη ή σελιδοποιό (δες). Με λίγα λόγια φροντίζει το οπτικό αποτέλεσμα στις σελίδες, το οποίο, στην εποχή μας, που δεν θα κάτσει ο αναγνώστης να διαβάσει τα πάντα, αλλά θα πάρει περισσότερο μια γενική ιδέα για το περιεχόμενο της εφημερίδας, έχει πολύ μεγάλη σημασία.

Για τις διαφορετικές αξιολογήσεις του όρου υλατζής, μεταξύ λάτζας, εκμετάλλευσης, καλλιτεχνικού αισθητηρίου, απογοητευτικής αφάνειας και ασημίας, αλλά και ανακούφισης από την άλλη που δεν φέρεις το εμφανές στίγμα του δημοσιοκάφρου, ευθύνης και δυνατοτήτων προαγωγής, βλ. τα παραδείγματα.

Πάσα (Δ.Π.): Δεινόσαυρος.

1. Εκτός από όλα τα άλλα εξωτικά όντα που παρεπιδημούν στον χώρο, υπάρχουν ανάμεσά τους και οι “υλατζήδες”. Aυθαίρετα υποθέτω πως ένας “υλατζής” είναι για το MME στο οποίο τον έχουν μαντρωμένο , κάτι μεταξύ λοστρόμου, θερμαστή και θαλαμηπόλου. Απλά όταν αλλάζει ρόλους πλένεται και ίσως προλαβαίνει να αλλάζει και βρακί. Δεν ξέρω τι άλλο να υποθέσω. Κι από τη στιγμή που διάβασα πως “υπάρχει υλατζής που κάνει 32 σελίδες” [...] Τι να είναι λοιπόν ο “υλατζής” ; Αντικείμενο εκμετάλλευσης ή μηχανή του κιμά ; [...] Δεν μπορεί να βγάζεις μόνος σου 32 σελίδες έστω κι αν γράφεις σε μηνιάτικο έντυπο. Ακόμη κι αν σου φορτώσαν στην καμπούρα να γράφεις τα ζώδια, τη σελίδα με τα περιεχόμενα και να επιμελείσαι τη σελίδα με τα ροζ τηλέφωνα, τριανταδυό σελίδες δεν βγαίνουν. Σ’ αυτό το σκληρό άθλημα, στα 31 καίγ.. (πάλι…γαμώτο…). Αντικείμενο εκμετάλλευσης ; Σαν τη Σβετλάνα του ορόφου δηλαδή. Ίσως. Αλλά έχω μια σκοτεινή υποψία πως της συγκεκριμένης Σβετλάνας τα θέλει ο κώλος της αφού ήθελε να δηλώσει δημοσιογράφος (με η χωρίς ταυτότητα της ΕΣΗΕΑ ή της ΕΣΗΕΜΘ ή της Daily Mirror) και όχι βιζιτού. Μερικές φορές είναι προτιμότερο να ακολουθείς τη φύση σου. [...] Από τη στιγμή, όμως, που υπάρχουν παιδιά ή λιγότερο παιδιά που για 400, 500 και 600 ευρώ παρακαλούν για αναθέσεις έργου κατά παραγγελία και με το μέτρο, για να ρουφάνε μελάνι και να φτύνουν λέξεις, το ζήτημα είναι λιγότερο αστείο από ότι δείχνει η εντελώς χυδαία περιγραφή εργασίας τους. Άλλο αν στα credits του έντυπου, περήφανα φαντάζει κεντημένο το όνομα τους κάτω από τη μαρκίζα “ειδικοί συνεργάτες” ή – μεγαλεία ! - “συντακτική ομάδα”. Πάντα οι γυάλινες χάντρες και τα καθρεφτάκια είχαν πέραση στους αποσβολωμένους ιθαγενείς που πρωταντίκριζαν τα μεγάλα καράβια…

2. Υλατζής, απαντώ πονηρά όταν με ρωτούν με τι ασχολούμαι. Ακούγεται κάπως σαν λαντζέρης, το ξέρω, αλλά καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Η λέξη με βολεύει απίστευτα, καθώς ελάχιστοι τη συνδέουν με τον Τύπο κι έτσι γλιτώνω την κατακραυγή που προκαλεί το «λειτούργημα» στην κοινωνία.

3. Το αρχαιότερο επάγγελμα στην αρχαιότερη δημοκρατία. Μετά από την περισυλλογή των διακοπών και τα άδεια περίπτερα των Χριστουγέννων, τα σημερινά πρωτοσέλιδα είναι κάπως ανέμπνευστα. Φαίνεται πως η μικρή διακοπή έκοψε τον οίστρο σε ρεπόρτερ, υλατζήδες και διευθυντάδες. Ούτε μια €ντολή Σαμαρά δεν υπάρχει να καταλάβουμε πως Χριστός γεννάται σήμερον (έστω προχθές).

4. Πολλές φορές έχω σκεφτεί πόσο άσχημο ήταν, για τον ίδιο, που έγινε συντάκτης ύλης. Δεν εννοώ με αυτό ότι το να είσαι συντάκτης ύλης σε μία εφημερίδα είναι μία άσχημη δουλειά. Αντιθέτως, οι περισσότεροι υλατζήδες που έχω γνωρίσει είναι πολύ ποιοτικοί δημοσιογράφοι, ενώ έχουν και καλλιτεχνική φύση. Αυτό που είναι άσχημο, είναι ότι ξεκίνησε να γράφει στα διεθνή, με παρακαταθήκη πολύ δυνατό χειρόγραφο, με τη δική μου ματιά να διαβλέπει πολλές προοπτικές, μέχρι να αποφασίσει η διεύθυνση να τον γυρίσει στην ύλη.]

5. Κάποτε για να γίνει κανείς διευθυντής εφημερίδας, έπρεπε να είχε ικανότητες περίπου …πρωθυπουργού. Γιατί μόνο έτσι θα μπορούσε να αντισταθεί στις διάφορες πιέσεις. Σήμερα, πρώην υπάλληλοι κομματικών γραφείων διευθύνουν εφημερίδες. Πρώην «υλατζήδες» και γραφίστες παριστάνουν τους «διευθυντές» εφημερίδων. Επειδή αυτό που έχει σημασία είναι η εικόνα και όχι το κείμενο, όπως ακριβώς στην τηλεόραση. Αλλά η εφημερίδα δεν είναι τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πηχάκι που χρησιμοποιείται ως πρόχειρο μέτρο από τους καραβομαραγκούς. Μεταφέρει ουσιαστικά τη μέτρηση από ένα τμήμα του σκαριού στο άλλο και μετά πετιέται. Απαντάται στις αρχές του 15ου αιώνα σε Ιταλικά ναυπηγικά κείμενα ως morello.

Για να βρεις σωστά το βιάρισμα της κουπαστής καλό είναι να πάρεις μερικά μορέλλα πρώτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινότοπο, κλισεδιάρικο, γυναικουλίστικο, ψευτοχαρουμενίστικο, γλυκανάλατο, ποζεριάρικο, ξενικολάγνο, μουσικά κατώτερο από μια πορδή.

Ήταν μια γυναικοπαρέα πίσω μας και όση ώρα εμείς χτυπιόμασταν και χοροπηδούσαμε σαν τα κατσίκια, αυτές κάθονταν σαν ξυλάγγουρα και φύλαγαν το τραπέζι. Σε κάποια φάση βγάζουν όλες από ένα κινητό και αρχίζουν να φωτογραφίζουν η μία την άλλη με τα χαμόγελα ως τα αυτιά. Ένα λεπτό κράτησε αυτό και αμέσως μετά φύγανε. Την άλλη μέρα θα ανεβάσουν τις φωτογραφίες στο facebook για να δείξουν πόσο καλά πέρασαν... Μουζουρακομαραβεγικές καταστάσεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified