Παραλλαγή του γέροντα Παϊσίου. Ο γνωστός και μη εξαιρετέος από το φατσοβιβλίο, για τα κακώς κείμενα του χριστιανισμού και όχι μόνο, τον οποίο παραλίγο να τον κλείσουν και φυλάκα και να του βουλώσουν το στόμα, στη μητέρα της Δημοκρατίας στην οποία έχουμε εμείς όλοι την τύχη να ζούμε.

Από τότε συναντάμε διάφορες μορφές του όπως Γέρων Μαϊπρίσιους, Γέρων... Κολοκύθιους κλπ κλπ.

Τα 'μαθες ρε... Ο γέροντας Παστίτσιος έκλεισε τη σελίδα του στο φάψεμπουκ... γιατί πήγαινε κατευθείαν για τη μπουζού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη έννοια,από την αγγλική λέξη spammer και το σπαστικός. Περιγράφει αψεγάδιαστα το ενοχλητικό σκουπίδι του διαδικτύου, περσόνα που προκαλεί την έκρηξη των γεννητικών οργάνων άλλων χρηστών του internet και γίνεται συχνά πυκνά αντικείμενο χλευασμού για το λόγο αυτό.

Συνώνυμα: σπασαρχίδιο (δικτύου), και ντέφια

- Γεια, είμαι ο Στέφανος! Γράψου στο blog μου αν θέλεις, παίξε και το παιχνίδι μου!
- Τι είναι αυτός ο σπαμστικός ρε μαλάκα, σε λίγο θα ζητάει και πίπες...

βλ. και σπαμαρχίδας, Spamστικός, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σελφίς, σελφίδα

Είδος σύγχρονης νεράιδας με μορφολογικά χαρακτηριστικά πάπιας που γυρνοβολάει με όχι και τόσο αέρινο βηματισμό στα δάση και στις πόλεις με ένα σμαρτόφωνο ανά χείρας, ανεβάζοντας σέλφικες ποζεριές, σουργελιές και ντακφεϊσιές στα φατσομπούκια, στα ινσταγκράμια και στα σναπτσάτια εις άγραν likeιστικής αυτοεπιβεβαίωσης.

- Η ιδανική σελφίδα έχει δείκτη Ναρκισσισμού Ν ≥ 50, όπου Ν = σελφιές ανά ώρα.
(Πυγή: "Ἡ Τεράστια Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Σελφίδων ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ" εκδόσεις "Παγκόσμιος Μιναρόταυρος", τόμος ΙΙΙ, σ. 975)

Άθλιο λολοπαίγνιο < σέλφι & συλφίς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά, ο διαχειριστής βάσεων δεδομένων μιας εταιρείας που την έχει δει... μπέης στο είδος του. Διακρίνεται για το τουπέ του.

- (Υπάλληλος) Καλά ο Βασιλόπουλος, από τότε που έγινε db administrator, έχει γίνει αγνώριστος... Πραγματικός ντάτα μπέης!

Από το database --> ντάτα μπέης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού modify (=τροποποιώ). Σημαίνει τον Διαχειριστή ή Συντονιστή φόρουμ που τροποποιεί κατά κόρον ή χωρίς φαινομενικά
σοβαρό λόγο τα μηνύματα των χρηστών.

Κώστας: Και που λες, Μητσάρα, μπαίνω μετά δύο μέρες στο φλώρουμ να κόψω εντυπώσεις, κοιτάζω το τελευταίο ποστ μου, το λινκάκι άφαντο και στο κάτω κάτω της γραφής μου η υποσημείωσις: «edit: Δεν επιτρέπονται οι σύνδεσμοι που οδηγούν σε σελίδες με παράνομο υλικό».
Μου 'ρθε... να κατεβάσω καντήλια, λέμε!

Μήτσος: Δώσε τόπο στην οργή κολλητέ! Αφού τον ξέρεις τον ΧΨΖ τι Μοντίφηκας είναι. Την έχει δει Πάπας και νομίζει πως μπορεί να ελέγχει τους πάντες.

Αν δεν το βγάλω αυτό το λίνκι στο youporn, να μην με λένε Βονιφάτιο! (από Khan, 23/08/09)

Λογοπαίγνιο και με την λέξη Ποντίφηκας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε σε κάποιον που κατά τη γενική εκτίμηση ενός κοινωνικού συνόλου ανταποκρίνεται πως πληροί στο έπακρο τις προδιαγραφές του προτύπου βλακείας.

Όσο πιο ευρύ και αντιπροσωπευτικό είναι το σύνολο κι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι γνώμες αναφορικά με την επιλογή του πρότυπου βλάκα, τόσο πιο αξιόπιστο θα είναι τα αποτέλεσμα της επιλογής.

Αυτός θα είναι κάποιος, του οποίου το όνομα θα μπορούσε άνετα να εισαχθεί ως λήμμα σε λεξικό. Λήμμα που θα έχει την έννοια του πρότυπου βλάκα.

Αυτό δεν είναι μια θεωρητική υπόθεση. Έχει συμβεί σε διάφορα άλλα θέματα. Π.χ.: όταν θέλουμε να αποκαλέσουμε κάποιον πολύ χοντρό, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε τόφαλο, (εκ του Δημήτρη Τόφαλου).

Στην περίπτωση μας, αναφερόμαστε σε μια βλάκ άουτ περσόνα άνευ προηγουμένου. Κι όπως ένας χωριάτης θέλει δυο φορές χωριάτηγια να 'ρθει στα ίσα του, αντιστοίχως κι ένας βλάκας θα νικηθεί από έναν που είναι δυο φορές βλάκας. Άρα ψάχνουμε τον πρωταθλητή της λίστας των ηλιθίων. Τον πλέον ανίκητο βλάκα.

Αυτός ο πρότυπος βλάκας, ο εντελώς βλάκας δηλαδή, θα είναι κάποιος που είναι:
ο άνθρωπος εγκεφαλογράφημα ευθεία, ο πιο ζωντανός ζύθος, αυτός με το πιο ακατοίκητο ρετιρέ, το απόλυτο βλάκατρον, ο βλάκας με... πατέντα, ο βλάκας με... λοφίο και την... περικεφαλαία, ο άρχοντας των μαργαριταριών, ο πλανητάρχης της βλακείας (άρα ο Μπους θα μπορούσε να θεωρηθεί και διπλός πλανητάρχης).

Θα μπορούσε :

α) Το όνομα του πρότυπου βλάκα ή βλάκα αναφοράς (π.χ.: Μπους) να αποτελεί, μονάδα μέτρησης βλακείας. (π.χ.: 1 Βush).

β) Σε υποτιθέμενο όργανο μέτρησης βλακείας, η αποτιμώμενη τιμή της βλακείας κάποιου βλάκα, να αποτιμηθεί, συγκριτικά με την επίδοση του πρότυπου βλάκα (maximum τιμή του οργάνου, π.χ.: 1 Βush).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.

  1. Θα μπορούσαμε εμφατικά να αναφερθούμε σε κάποιον:

α) Πολύ κουτό, με φάτσα - έκφραση - διάνοια που φωνάζει από μίλια... μακρυά πως είναι το... κουτόχορτο, το... βλήτο. (βλ. παρ. 2).

β) Που δεν είναι κουτός, αλλά που ωστόσο έκανε τη... βλακεία. Τον αποκαλούμε έτσι, με στόχο να τον κοροϊδέψουμε, να τον ειρωνευτούμε, αλλά και να εκτονωθούμε (βλ. παρ. 3).

Κλείνοντας, αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον άψογο acg.

  1. - Ο Μπους είναι το απόλυτο βλακόμετρο.
  1. - Κοίτα τι κάνει ρε μαλάκα το βλακόμετρο; Βρέχει καταρρακτωδώς κι ο παπάρας ποτίζει τον κήπο.
    - Μια ζωή βλάκας αυτό το παιδί.
  1. - Μόλις φάγαμε, πήγε ο Νώντας κι έκανε βουτιά στη θάλασσα. Παραλίγο να φουντάρειο πούστης. Μιλάμε για το... βλακόμετρο. Τίποτα άλλο δε λέω.
    - Καλά δεν το πιστεύω. Αυτός είναι πανέξυπνος.
    - Τι να πω;... Λέει πως του την καύλωσε ξαφνικά να ρίξει βουτιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαλίστατος που αυτά που λέει προκαλούν λολ, ο λολαδερός. Από το ιδίωμα του Φέισμπουκ.

Από κοντά είναι τελικά ένα πολύ σοβαρό και μάλλον σιωπηλό παιδί, στο Φέισμπουκ όμως είναι λολίστατος!

Got a better definition? Add it!

Published

Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.

- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified