Πάω για ένα χέσιμο.
Βλ. και φαξάκι.
Με συγχωρείτε, μια στιγμή, πρέπει να στείλω ένα φαξ και θα επανέλθω δημήτριος.
Πάω για ένα χέσιμο.
Βλ. και φαξάκι.
Με συγχωρείτε, μια στιγμή, πρέπει να στείλω ένα φαξ και θα επανέλθω δημήτριος.
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Got a better definition? Add it!
Η ερασιτεχνική τσόντα με τον ένα εκ των δύο συνουσιαζόμενων να είναι διάσημος (σελεμπριτάς).
Το βασικό χαρακτηριστικό της παρισχιλτονιάς είναι ότι στην ουσία δεν είναι τσόντα. Ένα σάπιο βιντεάκι για κλάματα είναι, κατά το οποίο θα δούμε αποσπασματικά το βυζάκι και την μουνοδιχάλα της γκόμενας, ίσα ίσα για να σιγουρευτούμε ότι δεν είναι cyborg, και δεν έχει το μουνί της παλαιάς Barbie (τώρα της φόρεσαν κιλότα).
Οι παρισχιλτονιές διαρρέουν πολύ συχνά από τους ίδιους τους διάσημους που καμαρώνουμε στο εν λόγω βίντεο, προκειμένου να ανεβάσουν της μετοχές τους στο star system. Εμείς οι ηλίθιοι, αν και το γνωρίζουμε, κάνουμε άνω κάτω το internet για να τα βρούμε διατηρώντας φρούδες ελπίδες μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο της θέασης ότι θα δούμε κανένα ξεφτιλίκι. Αλλά αρχίδια...
Κλασσικές μαλακισμένες της φάσης είναι η Paris Hiton (που δίνει και το όνομα), η Gena lee Nolin, η Lidsay Lohan και σε μας εδώ η Στέλλα Μπεζαντάκου (η οποία μάλιστα όταν κυκλοφόρησε η παρισχιλτονιά της βγήκε σε εκπομπή κρατώντας το DVD μπροστά στην κάμερα και φώναζε: Αυτό πρέπει να καταστραφεί!)
Ευτυχώς η φάση πεθαίνει καθώς κάνει την εμφάνισή του ένα νέο είδος «πληρωμένης σκληρής τσόντας από διάσημους» με πρωτεργάτες την Montana Fishburn (κα. Καψοψάρι) και φυσικά την δικιά μας Τζούλια Αλεξανδράτου (κλαπ κλαπ κλαπ).
«...θα μπορούσε να »αφήσει να διαρρεύσει« ακόμα μια ερασιτεχνική Παρισχιλτονιά όπου θα έπρεπε να κάνουμε pause για να δούμε το 1 δευτερόλεπτο φάτσας και τα 0,88 δευτερόλεπτα θολού φευγαλέου αιδοίου. ΑΛΛΑ ΟΧΙ! Το Τζουλιάκι μας είπε »Είμαι ξεκωλιάρα! Αν είναι να κάνω ένα μοιραίο λάθος, θα το κάνω σωστά«! Έβαλε καινούργιες βυζάρες, έκανε λεύκανση μουνιού, συνεργείο, φώτα, κάμερες, μια Dom Perignon και πάμε να χύσει όλη η Ελλάδα!»
(Από το blog του Mikeius «Φάε ένα μαλάκα»)
Got a better definition? Add it!
Το πλαστικό κουτί, πυργοειδούς σχήματος, που στεγάζει βασικά εξαρτήματα ενός PC: CPU, κάρτα ήχου, κάρτα γραφικών κλπ. Οθόνη, πληκτρολόγιο και ποντίκι βρίσκονται φυσικά εκτός πύργου. Πύργος νοείται μόνο για desktop, στο δε laptop πάνε όλα πακέτο.
Όσο πιο πωρωμένος κομπιουτεράκιας είναι κανείς, τόσο μεγαλύτερο πύργο διαθέτει, τον οποίο και παραγεμίζει με διάφορα χάιτεκ καλούδια, π.χ. πολλαπλά drives, σκληροί, κάρτες κλπ. Αυτοί οι πύργοι είναι συνήθως home made.
Τεράστιους πύργους έχουν κατά κανόνα οι servers.
Ορισμένοι μοντερνουά πύργοι είναι από διαφανές πλαστικό ώστε να είναι τα σωθικά τους σε κοινή θέα. Άλλοι κομπιουτεράκηδες θεωρούν μπανάλ τον πύργο και απλά αραδιάζουν πάνω στο γραφείο τους τα διάφορα ψιψιψόνια, π.χ. CPU, που κανονικά θα κρύβονταν εντός του πύργου.
Oι φανατικοί λαπτοπάκηδες απεχθάνονται τους πύργους γιατί τους πιάνουν πολύτιμο χώρο.
Τι έμαθα, ψάχνεσαι να αγοράσεις υπολογιστή; Μην κάνεις καμιά μαλακία και πας να τον πάρεις έτοιμο και σου πιάσουν τον κώλο. Θα πας να τα αγοράσεις όλα ξεχωριστά και θα με φωνάξεις να σου στήσω τον πύργο.
Got a better definition? Add it!
Πριν κάμποσα χρόνια, το 1981 αν δεν απατώμαι, ο γνωστός από τότε δημοσιογράφος Τέρενς Κουίκ παρουσίαζε το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, από την μοναδική και κρατική τηλεόραση, απ' ευθείας τα αποτελέσματα των τότε βουλευτικών εκλογών.
Εκείνο το βράδυ, πάρα μα πάρα πολλές φορές, ανέφερε τη φράση «συνδεόμαστε με Κ.Α.Ι.Ρ.Ο.», τα οποία και ήταν τα αρχικά από ένα τηλεφωνικό πληροφορικό σύστημα της εποχής για μετάδοση δεδομένων, που μάλλον μόνο ο ίδιος το γνώριζε, μιας και που ποτέ ξανά δεν ξανακούστηκε, τουλάχιστον τόσο επανειλημμένα.
Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει τη μυστηριώδη ανατολίτικη ατμόσφαιρα που δημιουργούσε η λέξη, χρησιμοποιώντας την κατά κόρο και αποφεύγοντας να δώσει ιδιαίτερες τεχνικές λεπτομέρειες γι' αυτήν, όπως θα όφειλε λόγω της συνήχησής της με τη γνωστή και όμορφη εξωτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου, με την οποία όμως και δεν είχε απολύτως καμία σχέση.
Τόσο πολύ αναφέρθηκε εκείνο το βράδυ (γέμιζε το στόμα του Τέρενς, γελούσαν και τ' αυτιά του, όταν το' λεγε), έτσι ώστε να καταντήσει να γίνει σλόγκαν.
Τελικά σήμερα η φράση κατέληξε να σημαίνει επίδειξη αδιαφορίας, περιφρόνησης και κώφευσης στα λεγόμενα κάποιου.
Γενικώς η σύνδεση παραπέμπει σε τηλεφωνική τοιαύτη και μάλιστα, όταν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία ή παράκληση («μια στιγμή να σας συνδέσω”), απαρρέκκλιτα σημαίνει ότι το τηλέφωνο που σας συνέδεσαν 1) δεν θα απαντάει ποτέ, 2) θα είναι συνεχώς κατειλημμένο, 3) εάν απαντήσει θα σας πουν ότι ο υπάλληλος απουσιάζει, 4) θα σας ζητήσουν να καλέσετε εσείς ... αργότερα επειδή είναι απασχολημένοι, 5) θα σας απαντήσουν ότι δεν γνωρίζουν, 6) θα σας απαντήσουν ότι δεν είναι αρμόδιοι, 7) θα σας επιπλήξουν που τους χαλάσατε την ησυχία.
Ουδόλως απορίας άξιον λοιπόν είναι, πως κάθε έκφραση που περιέχει το ρήμα «συνδέω», κατέληξε να έχει αρνητική εννοιολογική σημασία.
- Καλά ... εγώ του μιλούσα κι αυτός με είχε συνδέσει με Κάιρο.
Got a better definition? Add it!
Όταν κάποια κομπλεξάρα γράφει άσχετα ή εριστικά σχόλια σε διαδικτυακούς τόπους με αποκλειστικό σκοπό την διατάραξη της συζήτησης και να σπάσιμο των όρχεων των παρευρισκομένων.
Εκ του γνωστού τέρατος τρολ. Ως ρήμα, ανάγεται στο μεσ. Γαλλικό troller, «περιπλανώμαι άσκοπα σε άγρα θηράματος». Η πρώτη δε καταγεγραμμένη σλανγκική χρήση του ρήματος (circa 1967) αφορά το ψωνιστήρι σε κύκλους ομοφυλοφίλων. Τυχαίο; δε νομίζω.
Εν προκειμένω, σ' ένα ιντερνετικό περιβάλλον, αν κάποιος έχει καταλήξει οτι κάποιος άλλος συνομιλητης είναι Τρολ, τότε πολύ απλά δεν ασχολείται καθόλου μαζί του, δεν του δίνει τροφή για να συνεχίσει να τρολιάζει και να γαμάει τα νεύρα των άλλων
(σοφό σχόλιο Ζανουάρ, εδώ)
Το να χρησιμοποιείς όμως 2 ή 3 ψευδώνυμα και με το 1 να το παίζεις κουλτουριάρα και λογοτεχνίζουσα και με το άλλο να τρολιάζεις ασύστολα, ούτε θεμιτό ούτε αποδεκτό είναι.
(εκεί)
- Έχει ταράξει το φόρουμ με φωτογραφίες και έχω πρόσφορο (και αντίδωρο αμην) έδαφος για να τρολιάζω (παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Και κατόπιν γαϊδουραγκάθειας αιτήσεως, παραθέτω τα κάτωθι:
Υπήρχαν παλαιά οι ραδιοπειρατές των μεσαίων κυμάτων MW που μεταλλάχτηκαν σε ραδιοπειρατές των FM. Με τα χρόνια τα FM γέμισαν σήματα και διάφορα ευτράπελα και χαζά και οι ραδιοπειρατές ξανά μανά κατέβηκαν στα μεσαία κύματα, εξ ου και το MW mediun wave, μεσαία κύματα και συχνότητα 530 khz to 1650 khz. Τελευταία δε, στην Αμερική δόθηκε μέχρι 1710khz.
Μη θέλοντας να ενοχλούν μερικοί με την κακοτεχνία τους φτιάχνοντάς πομπούς με ισχύ πάνω από 1000 βατάκια ραδιοσυχνότητας, άρχισαν να εκπέμπουν από 1650 μέχρι 1740 khz
(εκτός συχνότητας που ακούει ο κόσμος).
Κυρίως κάνουν ομιλίες μεταξύ τους, ενίοτε βρίζονται ταπώνει ο ένας τον άλλο με ισχυρότερο σήμα από τον πρώτο και ούτω καθεξής, δηλαδή ο κιλοβάτωρας (kilo = 1000 watt) ανοίγει στην ίδια συχνότητά και κατά την λειτουργία του άλλου με μηχάνημα 50 watt τον ταπώνει και αναφωνεί «φάε μια τάπα ρε μαλάκα!»
Βέβαια, αυτός με τα 50 βατάκια δεν ακούει τίποτα, μιας και εκπέμπει εκείνη την ώρα, αλλά οι άλλοι που την ακούν την τάπα χαμογελούν χαιρέκακα.
Αν έχετε κανά παλιό ραδιοφωνάκι που να πιάνει μεσαία στείλτε τό μου να σας το κάνω να ακούει τους πειρατάς. Αλλέως πως, αγοράστε έναν πομποδέκτη βραχέων να τους μιλάτε κιόλας.
Μερικά από τα διάφορα:
Φάε μια τάπα ρε χαροπάλη που με 50 βατάκια πας να μας την βγεις, εμάς τους κιλοβατώρες, παλιοψάρακα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σιζοφλάει = She is offline
Ρήμα που χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να εκφράσουμε την αποσύνδεση ενός ατόμου, γένους θηλυκού από το facebook.
Πήγα να της μιλήσω αλλά σιζοφλάει…
βλ. και είμαι οφλάιν, οφ
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό bot, συντομογραφία του robot. Λέγεται φυσικά και μποτ, χωρίς χαϊδευτικά.
Μποτάκια είναι οι εικονικοί παίκτες σε ένα παιχνίδι, κυρίως FPS, τους οποίους χειρίζεται ο υπολογιστής. Ο σκοπός τους είναι να γεμίζουν έναν σέρβερ με «κόσμο» ώστε να μη διστάζει κάποιος πραγματικός παίκτης να μπει και να παίξει. Μποτάκια χρησιμοποιούνται π.χ. στο Counter-Strike, στο Quake, στο Unreal Tournament.
Πρόκειται για λύση ανάγκης, ιδίως παλαιότερα που οι ταχύτητες του ίντερνετ δεν ήταν καλές και το παιχνίδι online σήμαινε ένα μεγάλο ρίσκο για την ψυχική σου υγεία (τον έχεις στο σκόπευτρο για ένα απολαυστικό kill και κολλάει η γραμμή - επανέρχεται και ανακαλύπτεις ότι είσαι ήδη νεκρός). Το πρόβλημα έγκειται στην τεχνητή νοημοσύνη του μποτ που είναι, συνήθως, σκατά. Βλέπεις δηλαδή τους δήθεν παίκτες να κουτουλάνε πάνω σε τοίχους, να σκαλώνουν σε πόρτες και άλλα εκνευριστικά. Ή, ακόμα χειρότερα, βλέπεις να κοιτάνε αλλού, ότι ντεμέκ και καλά δεν σε είδανε και, μόλις φάνε την πρώτη σφαίρα, γυρίζουν 180 μοίρες σε μισό κλικ του δευτερολέπτου και σε πετυχαίνουν με την πρώτη σφαίρα στο κεφάλι.
Μποτάκια επίσης υπάρχουν σε ιστοτόπους με τη μορφή εικονικών χρηστών. Είναι το αποτέλεσμα λογισμικού που «καταλαβαίνει» το πώς γίνεται το sign in και εγγράφει αυτόματα χρήστες με τυχαία ονόματα και απώτερο σκοπό είτε να καταχωρεί διαφημιστικά σχόλια τ. «Για δωρεάν ταινίες που μόλις βγήκαν σε κινηματογράφους επισκεφθείτε εδώ», είτε απλώς να σπαμάρει.
Αυτός ο εκνευριστικός, μη ανθρώπινος συνδυασμός μηχανιστικής ηλιθιότητας και ανέμπνευστης σκέψης με εκλάμψεις απροσδόκητα καταστροφικής δράσης είναι που οδήγησε το μποτάκι να ενσωματωθεί και σε μη gaming περιβάλλοντα. Μποτ ή μποτάκι λοιπόν, όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, είναι ο άκυρος, ο ανεκδιήγητος, ο οφ. Ο τραγικός, ο πειραγμένος, ο αλέν ντελόν, ο γεια σου.
- Άντε μπείτε στην dust!
- Τι να μπούμε ρε μαλάκα, με μποτάκια θα παίζουμε τώρα; Πάμε σε καμιά άλλη να γουστάρουμε σφαγή.
- Άνοιξε κάνα παράθυρο ρε φίλε, ντουμανιάσαμε εδώ μέσα.
- Πώς ανοίγει το γαμίδι... κρατς! μπαμ! ντουπ!
- Σιγά! Σιγά ρε μποτάκι, γύρνα πρώτα το χερούλι και μετά τράβα, για όνομα να πούμε!
Got a better definition? Add it!
Κυριολεξία: είμαι ιντερνετικώς πώς συνδεδεμένος με τον άλλον (σε παιχνίδι, σε τσατ, σε μπλογκ, σε ό,τι).
Μεταφορικά: η σκέψη μου συμπίπτει με του άλλου ως δια μαγείας, σα να λέμε τηλεπάθεια ένα πράμα. Είμαι «στο ίδιο μήκος κύματος» με αυτόν, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση, απολύτως τυχαία.
Αντίθετο: είμαι είμαι οφλάιν, οφ (σημασία 1δ).
Από το αγγλικό on line.
- Δε μπάμε να χτυπήσουμε κανα μπυρόνι λέω γω;
- Καλά ε, είμαστε ονλάιν, αυτό ακριβώς πήγα να σου πω και γω τώρα!
Got a better definition? Add it!
Ακουμπώ > touch> screen
Τζάμι οθόνης
∴
Aκουμπότζαμο --> touchscreen.
Τυχαίο; δε νομίζω.
- ...όλα τα smartphones with ακουμποτζαμο ονομάζονται iPhone...
εδώ
Got a better definition? Add it!
Η ετικέτα θα αντικατασταθεί από ετικέτες όπως ίντερνετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνολογία, μηχανές, κλπ.