Βγαίνει από το τσιγάρο και χρησιμοποιείται για τα τσιγάρα με χασίς.
Στρίψε κανένα γάρο να πιούμε ρε.
Βγαίνει από το τσιγάρο και χρησιμοποιείται για τα τσιγάρα με χασίς.
Στρίψε κανένα γάρο να πιούμε ρε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το σπίτι, σπιτάκι, υπόγειο, σοφίτα ή διαμέρισμα που αποτελεί τον κατεξοχήν τόπο συνάντησης μιας παρέας και όπου λαμβάνει χώρα η λεγόμενη «μπαφοκατάσταση», η ακατάσχετη δηλαδή κατανάλωση ινδικής κάνναβης.
Άτομα
Νέοι ηλικίας 17-30, πολλές φορές φοιτητές εκ των οποίων οι περισσότεροι με τάσεις αιωνιότητας. Μία κοπέλα το πολύ ανά παρέα 6 ατόμων. Οι περισσότεροι με κοινωνικό background που επιτρέπει την αγορά ποσοτήτων μπάφου τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα, αν και υπάρχουν κι αυτοί που τη βγάζουν στην τράκα και τη ζήτα.
Η παρέα συνήθως αποτελείται από τον ιδιοκτήτη του μπαφόσπιτου και / ή τον κολλητό ή συγκάτοικο, 1-2 άτομα, όχι απαραίτητα φίλους αλλά με κοινή δίψα για μπάφο, ίσως 1-2 φίλους φίλων και πάντα έναν καινούργιο, που συνήθως είναι «και γαμώ τα παιδιά» και γίνεται πιο κομματιανός απ' όλους.
Επίπλωση
Αν πρόκειται για καθιστικό, ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:
Αν πρόκειται για κρεβατοκάμαρα ή δωμάτιο εστίας, ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:
Διαρρύθμιση
Τα έπιπλα βλέπουν προς την τηλεόραση ή τον Η/Υ. Οτιδήποτε χρήσιμο κατά τη ντάγκλα βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη του μέτρου από τουλάχιστον ένα άτομο, ώστε να μη χρειάζεται να σηκωθεί κανείς. Στις πιο ανοργάνωτες παρέες που δεν έχουν φροντίσει για τον κανόνα «της απόστασης του ενός μέτρου», το πακέτο τρώει ο πιο κομπάρσος της παρέας που σέρνεται μέχρι το αντικείμενο σύμφωνα με τις παρακινήσεις / διαταγές των υπολοίπων κι αφού το παίξει για λίγο δύσκολος -προκειμένου να μη θεωρηθούν δεδομένες οι υπηρεσίες του εφεξής, αν και θεωρούνται ήδη.
Αξεσουάρ
Μουσική Επένδυση
Λοιπές Παρατηρήσεις
Στο τραπεζάκι του καφέ βρίσκει κανείς:
Στους τοίχους βρίσκει κανείς:
(21:19) - Σε ποιανού το μπαφόσπιτο να τη βγάλουμε απόψε;
(21:21) - Πάμε στου Τάκη που έχει και προ;
(21:22) - Μπα, με ξενερώνει η αδερφή του που μας τα σπάει κάθε φορά. Πάμε στου Σάκη;
(21:23) - Κάτσε να στρίψω ένα μέχρι να αποφασίσουμε... στου Σάκη λες ε... δεν έχει ποτέ τίποτα να φάμε μωρέ....
(21:26) - Ναι αλλά θυμάσαι αυτόν τον Γκας που είχε φέρει την άλλη φορά; Γαμώ τα παιδιά! Για φέρε κι από δω...
(21:32) - Χαχα, ναι γαμώ τα παλληκάρια. Βαριέμαι να τρέχω μέχρι εκεί όμως... δεν πάμε στου Μάκη που είναι και δίπλα;
(21:41) - Δεν καθόμαστε εδώ λέω 'γω, μια χαρούλα είμαστε... πρόσεχε την καύτρα...
(21:47) - Ναι μωρέ, ας κάτσουμε δω... χαχα
(21:55) - Χαχα
(22:06) - Χαχαχαχαχα
(22:17) - Χαχαχχαχαχα
(22:25) - Χαχαχαχαχαχαχ
(22:32) - Χαχαχαχα
(22:44) - Χαχαχαχαχαχχα
Got a better definition? Add it!
Έρχομαι σε κατάσταση νιρβάνας.
Ήπιε τόση πολλή νταφού χτες που την άκουσε κανονικά!
Got a better definition? Add it!
Αθίγγανοι πωλητές ναρκωτικών στα Λιόσια χρησιμοποιούν την άνωθεν λέξη διά να σιγουρευτούν ότι το θύμα δεν έφαγε τόνγκα με το χόρτο που του πούλησαν. Περιγράφουν την πούδρα από το χασίς, το καλύτερο κομμάτι.
ΕΥΓΕΝΙΟΣ: -Σου δίνω gameboy colour. Πόσο παίρνω;
ΓΥΦΤΟΣ: -Σου γεμίζω τη σακούλα και έφυγες.
Μετά από πέντε λεπτά ο γύφτος σηκώνει την σακούλα και αναφωνεί:
-ΠΑΣΠΑΛΑ ΠΑΣΠΑΛΑ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ!
Το θύμα αποχωρεί χαρούμενο απο το τσαντήρι με τη σακούλα γεμάτη τρίμματα.
Got a better definition? Add it!
Μονάδα μέτρησης κόκας ή πρέζας ή (σε μερικές περιπτώσεις) μπάφου.
- Ρε μαλάκα, πόσο κοκό πήρες;
- Πέντε τζι πήρα, δε φτάνουν ρε;!
Got a better definition? Add it!
1α. Το έσκασαν με ...ελικόπτερο: Κινηματογραφική απόδραση του Β. Παλαιοκώστα και Αλβανού κακοποιού από τον Κορυδαλλό (news.in.gr)
1β. Στη σειρά σου φιλαράκι, ο στρίβων και σκάζων.
Και ξαφνικά σκάει ο Σάκης με τρείς μπουκάλες βότκα. Μέσα σε μισή ώρα είχαμε γίνει γκολ.
Έσκασα όλη μέρα στο σπίτι. Πάμε για κάνα καφέ;
Θα μου πεις τελικά τι παίχτηκε με τη Μάρω και τον Βαλέ; Με έσκασες!...
Καλά ρε μάνα, έξω σκάει ο τζίτζιρας και μ' άνοιξες και το καλοριφέρ, γαμώ το αλτσχάιμερ σου γαμώ;
Ρε Μαρίκα, θα σκάσεις καμιά φορά ν' ακούσουμε και καμία είδηση με την ησυχία μας;...
Για τη σημασία 1, δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Όταν μία παρέα θέλει να ετοιμάσει τσιγάρο παράνομων ουσιών, υπάρχει πάντοτε ένας που ονομάζεται ψήστης. Είναι ο κωδικός για αυτόν που θα «ψήσει» κατάσταση. Έτσι χρησιμοποιείται ο όρος BBQ από την σάλτσα για το κρέας σε barbeque ... και κανένας δεν καταλαβαίνει τίποτα!!!
- Πού είναι ο θώμας ρε;
- Τώρα βάζει την BBQ και τελειώνει ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνώνυμο του γνωστού μπάφου. Με λίγα λόγια ένα χορταράκι του Θεού που σε ταξιδεύει σε άλλη διάσταση. Προέρχεται από το αγγλικό ρήμα joint αφού το τσιγαριλίκι περνάει από όλα τα στόματα της παρέας.
- Πώς περάσατε στο πάρτυ;
- Α, δεν έχω παράπονο. Μας περιποιήθηκαν τα παιδιά. Μέχρι και τζόιντ είχαν!
Got a better definition? Add it!
Ποσότητα ναρκωτικής ουσίας, το «πράγμα». Το φτιάξιμο. Χρησιμοποιείται κυρίως για το χασίς, συχνά δε και για σκόνες.
- Άσε, μού 'πεσε το σταφ στον δρόμο δεν έχουμε ούτε ένα τσιγάρο να πιούμε... Πίκρααα...
Got a better definition? Add it!