Και «τσούρο». Το λένε και για τον μπάφο. Δε γνωρίζω από πού προέρχεται, λογικά από το τσιγάρο χωρίς το «γα». Για να μην σε παίρνει πρέφα ο κόσμος το λες και έτσι, ή τσούρο.
- Θα πιω μετά.
- Έλα ρε! Έχεις τσίρο σπίτι;
Και «τσούρο». Το λένε και για τον μπάφο. Δε γνωρίζω από πού προέρχεται, λογικά από το τσιγάρο χωρίς το «γα». Για να μην σε παίρνει πρέφα ο κόσμος το λες και έτσι, ή τσούρο.
- Θα πιω μετά.
- Έλα ρε! Έχεις τσίρο σπίτι;
Got a better definition? Add it!
Άλλη λέξη για τον μπάφο, τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη.
Μαλάκα μου ο Μαυρακάκης ήταν τέρμα κλασμένος στην πενταήμερη... Είχα μπει στο δωμάτιο του και πρέπει να 'χε πιει καμιά 10αριά μπίτσια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στην δεκαετία του '30 ένα τάλιρο ήταν μιά ποσότητα χασίς μεγέθους κέρματος πεντάδραχμου της εποχής (με το κατάλληλο πλάσιμο, καθότι μαλακό και εύπλαστο - δεν είχε πέσει πολλη χέννα) το οποίο ζύγιζε περι το 1 δράμι = 3,2 γρμ.
Δεν ξέρω άν είχε και σχέση με την τιμή του (αν και από πάντα η τιμή ήταν πιό ευμετάβλητη, ανάλογα την επάρκεια της αγοράς την ποιότητα, την αξία του νομίσματος κλπ κλπ)
Στην υπόγα
Ρε ν’ από πι ρε ν’ από πίσω στη στρατώνα βαρέσαν μα βαρέσαν μάγκα στην υπόγα
Μπαίνει 'νας μπα μπαίνει 'νας μπάτσος με το κούφιο Και ρίχνει μου και ρίχνει μούσμουλα στο ρούφο
Και κατρακύ και κατρακύλισε το φέσι μας σβήνει ο να μας σβήνει ο ναργιλές στη μέση
Ωωωωωώχ ωωχ!
Και τον ανά και τον ανάβει η Κυριακούλα ρε που `χει τάλιρα και τσιγαριές στη ζούλα
Γεια σου ρε Μή γεια σου ρε Μήτσο στραβοκάνη
που σαι μαστού που
σαι μαστούρι απ’ το ντουμάνι
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός που υποδηλώνει δυσαρέσκεια απέναντι σε μπαφοτσίγαρο το οποίο έχει στριφτεί με χοντρό χαρτί (βλ. Rizla κόκκινο, λευκο) αντί του συνηθισμένου λεπτού (βλ. Rizla ασημί).
- Τι είναι αυτό ρε; Με Α4 έστριψες;
Got a better definition? Add it!
Δυσνόητη εκ πρώτης όψεως έκφραση που αναφέρεται στην στάση του σώματος μετά από κάπνισμα δυνατού μπάφου όταν π.χ. το θύμα κάθεται σε καναπέ.
Τρεις τζούρες έκανε ο Μητσάκος και έμεινε Στήβεν Χώκινγκ...
Got a better definition? Add it!
Αγνώστου γλωσσολογικής προέλευσης και σπάνια έκφραση για το «λαιμός»-«λαρύγγι». Συνήθως συνδυάζεται με έννοιες που υποδηλώνουν χασισοποτεία.
Got a better definition? Add it!
Ακόμη να γυρνάει, εννοείται «το τσιγάρο στην παρέα».
Από τις πιο κλασικές μπαφοκουβέντες, απευθύνεται σε άτομα που απ' τη χασισολογοδιάρροια, τη μαστούρα, ή απλά από κουτοπονηριά, κροκοδειλιάζουν, καβατζώνουν το τσιγάρο και δεν το περνάνε στον επόμενο, ως είθισται, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Η φράση είναι τόσο διαδομένη που θα την ακούσεις συχνά και μακριά από χασίσια, μεταφορικά, σε καταστάσεις που κάποιος διεκδικεί ετσιθελικά τη μερίδα του λέοντος.
Μια φορά σταμάτησα την παράσταση γιατί κάποιος κάπνιζε μπάφο Του είπα- να γυρίζει φίλε - κι η παράσταση συνεχίστηκε κανονικά (από τουίτερ)
«Να γυρνάει ρε να γυρνάει όχι όλο δικό σου είμαστε τόσοι εσύ το έσκασες». Μια τζούρα και το μυαλό σου έφυγε για μια στιγμή.. (από ιστολόι)
Έλα να γυρίζει ρε φίλε να την ακούσουμε & εμεις (από τουίτερ)
- Στην υγειά μου ...
- Σού'χω πει να γυρνάει ρε παρτάκια.
(από φόρουμ)
Χασισοσοφία: να γυρίζει, στρίφτης σκάστης.
Got a better definition? Add it!
Το αρσενικό δενδρύλλιο ινδικής κάνναβης, η φούντα του οποίου περιέχει ελάστιχη τετραϋδροκανναβινόλη και ωσεκτουτού δεν κάνει κεφάλι. Κατ' επέκταση, κάθε χόρτο ή ναρκωτικό της πούτσας.
Πηγή: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995).
- Αγέλαστος ο αλβανός...
- Μπουρούχα, να μασάς σκατά και να φτύνεις!
Got a better definition? Add it!
Χασισλανγκιά για μπάσταρδη ποικιλία φούντας από σπόρους σκανκ που καλλιεργείται στην ελληνική και αλβανική ύπαιθρο ανεξέλεγκτα και χωρίς προδιαγραφές πχοιότητας.
Οι γευσιγνώστες χασίστες και φουντικοί, όταν ακούν σκανόφουντα κρατάν μικρά καλάθια, γιατί συχνά έτσι πλασάρονται στην αγορά μπαμπάνες αίσχιστου είδους τ. Albanian Haze. Άλλωστε τι να κλάσει ή όποια σκανόφουντα μπροστά σε παραdédéγμένα Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης από την Καλαμάτα, τον Ψηλορείτης, τον Ταΰγετο...
Α, και όποιον δεν το το γνωρίζει, σχεδόν το σύνολο των δασικών πυρκαγιώνε μετά τα ενενήνταζ οφείλεται σε κάψιμο χασισοφυτειώνε. Κοινό μυστικό της αστυνομίας και των δασικών υπηρεσιώνε.
1.
Το sage πάει σε όλα τα πεδία
Πίνω σκανόφουντα από την Αλβανία
Ελά να σε κεράσω ένα μικρο γαρότσι
Ελα να συζητήσουμε για τη Τζένη Μπότση
2.
Πριν μια βδομαδα ομως , μολις ειχα σβησει το τσιγαρο μου με την σκανοφουντα (ενα περιεργο σαν σκανκ-ελληνικο που το φερνουν απο ...
3.
- το μόνο πιο γελοίο στον κοσμό απο το κάπνισμα είναι το χασίς και τα ναρκωτικά
- ασε ρε..σε τα μας ρε; αφου σε εχω πετυχει να αρραζεις πανω πλατεια με σκανκοφουντα..ελα τωρα...
4. αντι για φινγκερ φουντς και τετοια new age sex and the city παπαριες ψωνισε σκανκοφουντα και πιτσες να ντερλικοσετε...
Got a better definition? Add it!
Χασίστες και οι φουντικοί: οι δυο μεγάλες κατηγορίες Ελλήνων που αμφιμαστουρώνουν ανάμεσα στον πατέρα τους τον Μπάτη (που ήρθε απ' την Σμύρνη το 22, κλπ) και την κουτσουμπήλω του Bob.
Ας πανηγυρίσουμε τον ανθό τση μάνας γης με ένα λημματογραφικό απάνθισμα για το χασισάκι του Θεού, από όπου κι αν προέρχεται.
Αλφαβητάρι του χασίστα
(σ.ς. Χασίσι: ο επεξεργασμένος και πρεσαριστός ανθός της ινδικής κάνναβης)
Aλφαβητάρι του φουντικού
(σ.ς. φούντα: το άνθος του θηλυκού δενδρύλλιου ινδικής κάνναβης: ο αποξηραμένος ανθός της ινδικής κάνναβης)
Φουντοχασιστικά γάρα, παραφερνάλια κ.ά.
Υστερόγραφο: σούρα, τζούρα και μαστούρα
Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995).
Got a better definition? Add it!