Αναφορά σε μνjημονιακότερους-του-μνjημονίου παροικούντες το μνjημονιστάν τσολάκογλου που το θεωρούν μνjημονιακή τους υποχρέωση να τηρούν πίστη στις υποταγές των τροϊκανών (σόρι, σχήμα λόγου!) της θεσμόϊκας.

Ο χαρακτηρισμός Τρόϊκα (εσ.) προσάπτεται κυρίως από στελέχη του τΣΥΡΙΖΑ σε βάρος της Νέα Δημοπρασίας, του ΘΑΣΟΚ (ή ότι έχει μείνει δηλαδής από δαύτο) και του Ποταμιού:

- Σχολιάζοντας το δημοσίευμα του Der Spiegel αναφορικά με την απαίτηση των θεσμών να μην περάσει το νομοσχέδιο για την επαναπρόσληψη των απολυμένων, ο κ Κατρούγκαλος είπε πως τέτοιο ζήτημα τέθηκε «μόνο από την τρόικα εσωτερικού, δηλαδή από την Νέα Δημοκρατία και το Ποτάμι», προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση του Γιάννη Βρούτση (εδώ)

Μπαρούφ μαινόμενος εν τοιουϊτερίω κατά της τρόικας(εσ.)

Πέον να σημειωθεί ότι ο χαρακτηρισμός υιοθετείται αυτοσαρκαστικά με θέρμη από τους πλέον βαμμένους γερμανοτσολιάδες:

- Άδωνις: Είμαι τρόικα εσωτερικού και μ'αρέσει! (εδώ)

Μπουμπούκος σε λολαδερή διάθεση

Το εριστικό εσωτερικού vs εξωτερικού στον πολιτικό ντισκούρ έχει τις ρίζες στην διάσπαση του ΚΚΕ το '68 και την δημιουργία του ΚΚΕ(εσ.). Οι συντελεστές του ΚΚΕ(εσ.) αποκαλούσαν ειρωνικά το Κόμμα ΚΚΕ Εξωτερικού λόγω υποτέλειάς του στην Σοβιετία.

Άλλη μία κάργα ακυρίλα στο σάη, χάριν εριστικής πολιτικάντικης χαιρεκακίας του καφενείου. ©

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή σκέτο μπυραρία.

Είναι η (κυρίως ποδοσφαιρική) αθλητική ομάδα πολύ χαμηλού επιπέδου, ημιερασιτεχνική αν και τυπικά επαγγελματική και παγκοσμίου φήμης άγνωστη, τόσο πολύ, ώστε μοιάζει σαν τυχαίο συνονθύλευμα από θαμώνες μπυραρίας που, πάνω στα τσακίρ κέφια, βγαίνουν στη διπλανή αλάνα και παίζουν και ένα παιχνίδι.

Ο μόνος λόγος που ενδεχομένως θα βγει από την αφάνεια και θα αναφερθεί πέρα από τα όρια της πόλης της, είναι κάποιο φιλικό παιχνίδι με μεγαλύτερη και γνωστότερη ομάδα, στα πλαίσια προετοιμασίας της τελευταίας ή κάποια απρόσμενη νίκη που θα καταφέρει σε βάρος μιας τέτοιας ομάδας. Ούτε τότε όμως η έκφραση επιφυλάσσει κάποιο θαυμασμό προς τη νικήτρια, αλλά μάλλον ψόγο προς την ηττημένη.

  1. Από εδώ:
    Η γνωστή μας Φλόρα Τάλιν είναι μέσα στους υποψήφιους αντίπαλους, την οποία δυσκολευτήκαμε να αποκλείσουμε προ ενώ υπάρχουν και οι ομάδες-μπυραρίες από Ουαλία, Φαρόε, Μάλτα και Ιρλανδία.
  2. Από εδώ:
    Πρόθεση της τεχνικής ηγεσίας είναι να γίνουν φιλικά που θα είναι ικανά για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα απ’ ότι να παίξει ο ΟΦΗ με ομάδες – μπυραρίες που βρίσκονται στην περιοχή!
  3. Από εδώ:
    Ήταν που ήταν άκρως ανταγωνιστικό το πρωταθλημα Σκωτιας ( με ομάδες Μπυραριες ) τώρα και χωρίς Rangers θα πρέπει να σε πληρώνουν για να κάτσεις να το δεις !!!!
  4. Από εδώ:
    Παιδια ειναι καταντια να φτασαμε στο σημειο να συγκρινομαστε με ομαδες μπυραριες στο μπασκετ(αλλα για αυτο ευθυνη εχουμε εμεις κ κανενας αλλος).
  5. Από εδώ:
    Μάλιστα είναι χαρακτηριστικά τα φιλικά με...μπυραρίες που έπαιζαν αφού δεν θεωρούσαν σκόπιμα τόσο νωρίς τα σοβαρά τεστ όπως συμβαίνει τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης και ανακατεύω τα πετρέλαια / το χυλό / τη φασολάδα / την κουτάλα / το γιαούρτι.

Χρησιμοποιώ αυτοκίνητο με μηχανικό κιβώτιο ταχυτήτων και όχι αυτόματο και, αναγκαζόμενος να αλλάζω συχνά ταχύτητα (σχέση στο κιβώτιο), υποτίθεται μοιάζω σαν να ανακατεύω με το χέρι μου το καύσιμο του αυτοκινήτου ή ένα φαγητό που βράζει, με κουτάλα τον λεβιέ των ταχυτήτων.

Η έκφραση οπωσδήποτε έχει αρνητική φόρτιση, κατά του μηχανικού κιβωτίου και υπέρ του αυτόματου.

  1. Από εδώ:
    Αλλά βλέπω και τους φίλτατους ταξιτζήδες... Μέχρι τώρα μόνο 3, από τους δεκάδες πούχω χρησιμοποιήσει για μεταφορά, είχαν αυτόματο κιβώτιο και τους ρώτησα : γιατί ρε παιδιά όλη μέρα να ανακατεύετε το χυλό?
  2. Από εδώ:
    Όταν οδηγείς στην πόλη τι να τον κάνεις τον λεβιέ ταχυτήτων; Να σε ταλαιπωρεί; Ή μήπως να ανακατεύεις το γιαούρτι;
  3. Από εδώ:
    Μάλλον το να αλλάζεις ταχύτητας με τα paddles είναι πλέον μόδα -και πιο εύκολο- από το να “ανακατεύεις την κουτάλα”.
  4. Από εδώ:
    “Μου αρέσει να ανακατεύω τα πετρέλαια” θα μου πείτε. Κι όμως, δε μου αρέσει καθόλου και όταν μετακινούμαι μέσα στην πόλη ή όταν ταξιδεύω το απεχθάνομαι, βαριέμαι, κουράζομαι, θέλω ένα αυτόματο κι ας είναι τόσο αργό σαν του [...]
  5. Από εδώ:
    Eμένα πάντως άμα με αξιώσει ο Θεός να πάρω άλλο αμάξι (οχι το vitara δεν το δείνω ποτέ) σίγουρα θα είναι αυτόματο!!!! 20+ χρόνια ανακατεύω την φασολάδα δίπλα μου με το μαρκούτσι, και ακόμα να βράση!! βαρέθηκα!!!
  6. Από εδώ:
    Εκεί μπαίνει και το θέμα κιβωτίου για εμένα. Ίσως είμαι παλιομοδίτης αλλά έτσι έχω μεγαλώσει ανακατεύοντας την βενζίνη....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψηλό, στενό και κυλινδρικό ποτήρι για ποτό, σε αντίθεση ιδίως με το χαμηλό, που είναι, προφανώς, χαμηλότερο, πλατύτερο και συχνά χοανοειδές. Η διάκριση είναι χρήσιμη στην παραγγελία ποτών που συνηθίζεται να σερβίρονται στα ποτήρια και του ενός και του άλλου τύπου.

  1. Από εδώ:
    Πάτε βγαίνετε φώτο στα μπουζούκια και μετά ποζάρετε σε μνήματα με γαρίφαλα στο χέρι και Τζόνι σε σωλήνα.

  2. Από εδώ:
    μαλακία η ποντιακή [σ.σ: εννοεί μύτη], δε μπορείς να πιεις ποτό σε σωλήνα

  3. Από εδώ:
    μαλιστα εκεινο τον καιρο στα σκυλαδικα ηταν μοδα να πινουν το ουισκι σε σωληνα

Ποτήρι ποτού "σωλήνας" Ποτήρι ποτού "χαμηλό"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελαφριά ανεμοριπή, που κάνει τη θάλασσα να ρυτιδιάζει. Την χρησιμοποιούν οι ναυτικοί και οι ψαράδες της Κύθνου. Πιστεύω πως πρέπει να χρησιμοποιείται και αλλού. (Τι λέει ο dry hammer επ' αυτού;) Πιθανή ετυμολογία από το τουρκικό ilkbahar που σημαίνει άνοιξη. (Υπάρχει και το, επίσης τουρκικό, bahriye που σημαίνει ναυτικό(ς), αλλά δεν το θεωρώ πιθανόν. Τι λένε οι τουρκομαθείς επ' αυτού;)

- Βλέπω τη θάλασσα να ρυτιδιάζει. Λες να πετάξει κανέναν αέρα;
- Δεν έχει ανάγκη! Μπαχαρίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το ψάρι, που είναι πιό γνωστό με τ'όνομα πεσκαντρίτσα. Αλλες ονομασίες της σκλεμπού, βατραχόψαρο, φανάρι, φλάσκα, σπερκελέτσο.Η επιστημονική ονομασία της είναι Lophius piscatorius, που σημαίνει, σε ελεύθερη μετάφραση, (αυτός που) "ψαρεύει με το λοφίο". Η ονομασία οφείλεται στο ότι, ζεί μισοχωμένη στη λάσπη του βυθού και προσελκύει τα θηράματά της κουνώντας ένα μικρό λοφίο,σαν σκουλήκι, που υπάρχει πάνω από το τεράστιο στόμα της. Μόλις κάποιο από τα πλάσματα του βυθού πλησιάσει για το δελεαστικό μεζέ, γίνεται μεζές το ίδιο! Περισσότερες πληροφορίες εδώ

χλεμπού ή πεσκαντρίτσαχλεμπού ή πεσκαντρίτσα

Στην Κύθνο, από πλευράς ονομασίας, η πεσκαντρίτσα είχε την ίδια αντιμετώπιση με το σαλούβαρδο. Αυτός, εξ αιτίας της ασκήμιας του έγινε σαχλιαμπάκος. Για τον ίδιο λόγο η πεσκαντρίτσα έγινε χλεμπού. Παλιότερα οι ψαράδες τις πετούσαν, επειδή δεν τις αγόραζε κανείς. Σήμερα πουλιούνται, αλλά πρέπει πρώτα να γδαρθούν. Πάντως κάνουν εξαιρετική σούπα.

Αγόρασα μιά χλεμπού σήμερα. Μου την έγδαρε ο ψαράς και την κάναμε βραστή. Λουκούμι!

Όπως και ο σαχλιαμπάκος, χρησιμοποιείται γιά να υποδηλώσει εξαιρετική ασκήμια.

Την είδες τη γυναίκα που πήρε ο Γιώργης; Σκέτη χλεμπού!

Στο σάη υπάρχει το λήμμα πεσκανδρίτσα για γυναίκα που, "παρά την αποκρουστική της ασχήμια έχει κρυφά και γοητευτικά χαρίσματα"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που στο κεφάλι του έχει σκατά αντί για μυαλό, ο σκατόμυαλος. Η έμφαση είναι περισσότερο στο ότι έχει χαλάσει το μυαλό του, επειδή είναι και σκατόψυχος, είναι ένας κακός άνθρωπος, και λιγότερο σε μια σκατά εμφάνιση, όπως έχει ο σκατομούρης σκατομούτσουνος με σκατόφατσα. Σε σχέση με το σκατόψυχος, όμως, σημαίνει και ότι ως συνέπεια της σκατοψυχίας του, έχει χαλάσει το μυαλό του, έχει χάσει την πνευματική του διαύγεια, ας πούμε. Δεν είναι δηλαδή μόνο θέμα ψυχικής διάθεσης, το έχει κάψει το μυαλό του. Στον γούγλη διαπιστώνω ότι λέγεται συχνά για ανθρώπους που έχουν σκατά πολιτική τοποθέτηση, και λόγω αυτής γίνονται σκατόψυχοι, είτε είναι ναζίδια,

είτε έχουν κάποια άλλη πολιτική τοποθέτηση, όποια, με την οποία διαφωνούμε. Αγγλιστί λέγεται shithead και είναι πολύ διαδεδομένη βρισιά.

Υπάρχει επίσης ένα παιχνίδι με τράπουλα με το ίδιο όνομα, το οποίο έχει έρθει και στην Ελλάδα (δες).

  1. Ο αναρχοάπλυτος σκατοκέφαλος Σακελλαρίδης φώναζε "μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι". (Εδώ).
  2. Εντελώς ωμά και με αδιάσειστα πλέον στοιχεία, ο Αντώνης Σαμαράς είναι ένας σκατοκέφαλος. (Εδώ).
  3. Αυτός ο ματσωμένος σκατοκέφαλος που έθεσε σε κίνδυνο το μισό αυτοκινητόδρομο για να κάνει φιγούρα στη γκόμενα είναι ακόμα ελεύθερος; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στην ελληνική σλανγκ της αγγλικής λέξης clue. Σημαίνει το πιο ενδιαφέρον σημείο, το πιο σημαντικό κομμάτι ενός συνόλου.

1) Αποκοιμήθηκα και έχασα το κλου της ταινίας γαμώτο!
2) Στην Αργεντινή των '80ς ο Μαραντόνα ήταν το κλου, όλοι σε αυτόν έδιναν τη μπάλα

Επίσης, χρησιμοποιείται και ως το σημείο κλειδί, το στοιχείο που επεξηγεί κάτι.

1) Το κλου του πόκερ είναι να μην ψαρώνεις!
2) Το κλου στην όλη ιστορία είναι ότι ο ήρωας αφηγείται ως νεκρός τη ζωή του, τι πρωτότυπο!
3) Προσπαθώ να καταλάβω γιατί ο Ιωάννης τα έχει πάρει σήμερα, δεν μπορώ να βρω το κλου των νεύρων του..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι και ένας σύντομος και πιο βολικός τρόπος να πεις για κάποιον ότι είναι κλαρινογαμπρός, χωρίς να προσφύγεις στο αγγλότροπο κλάριν.

Κλαρίνον το κυριολεκτικόν

Κλαρινογαμπρός ως γνωστόν είναι ο ποζεράς που αγρεύει γκόμενες ή που απλώς εκθέτει με ποζεράδικο τρόπο τα κάλλη του για να τον αγρεύσουν αυτές, κάνοντας διάφορες εμφανισιακές καγκουριές, όπως λ.χ. τατουάζ μανίκια, κουρέματα όπου τα μαλλιά είναι ξυρισμένα στα πλάγια και φουντωτά πάνω με διάφορες φράντζες, γραμμωμένο σώμα με εξαπάκετο, μπλούζες με V για να φαίνονται οι γυμνασμένοι μύες του στήθους, μούσι Λεωνίδας, πατούμενα με αερόσολες κ.ο.κ. Τώρα που αβέλει λατσοτέμπα, κυκλοφορούν και ως κλαρινοπαραλίες, όπου μπορούν να επιδείξουν ακόμη πιο ευχερώς τους μύες και την body art των τατουάζ τους (έως και ταπετσαρία) μαζί με ποζεράδικα μαγιό και σανδάλια.

Κλαρίνα κατά Μikeius

  1. min akouw kagkoures na lene oti eimai klarino ta pairnw!! (Εδώ).
  2. Πούτσες; Τις παιζω στα δαχτυλα τις πουτσες. Ζούμε σε μια κοινωνία γεμάτη παράσιτα. Κάγκουρες, σκατοκέφαλοι, κλαρίνα, χαζογκόμενες, λατέρνες, φιλενάδες, σιχαμένοι χίπστερς κτλ προκαλούν εμετό στα μάτια, τα αυτιά και το στομάχι μας. Ταυτόχρονα. Και επειδή λύση στον ορίζοντα δεν βλέπουμε, πρέπει να κάνουμε κάτι από μόνοι μας γι’ αυτό. (Λίγα λόγια για μας. Η χούντα μας).
  3. αυτές είναι μηχανές! όχι αυτές της αηδίες που καβαλάτε! παλιό κλαρίνα ! (Εδώ).

Κλαρινορονάλντο με ένα σχετικό τζέντερ μπλέντερ που επιτάσσει το Τζιναβονήσι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται στην Κύθνο, αλλά και σ' άλλα νησιά το φυτό πικροδάφνη, ή ροδοδάφνη, ένας αειθαλής θάμνος ή μικρό δέντρο (λατινικό όνομα Nerium oleander) με λογχοειδή σκουροπράσινα φύλλα και ροδαλά άνθη. Όλα τα μέρη της είναι εξαιρετικά δηλητηριώδη. φυλλάδα ή πικροδάφνη Για περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Στα άνυδρα νησιά, όπως είναι οι Κυκλάδες, τις βρίσκουμε στις ρεματιές, όπου ξεχωρίζουν με τα ρόδινα άνθη τους. Εξ αιτίας της πολύ πικρής γεύσης τους το όνομά τους χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσουμε κάτι πολύ πικρό.

Τι καφές είν' αυτός; Εγώ σου ζήτησα μέτριο κι εσύ τον έκανες φυλλάδα!

Χαρακτηριστική είναι και η έκφραση πικροφυλλαδιάζομαι, που σημαίνει παίρνω μεγάλη πίκρα.

Ήτανε μωρέ να του πεις τέτοια βαριά κουβέντα; Πικροφυλλαδιάστηκε ο καημένος, μα δε σού'πε τίοτα! Βλέπεις σ' αγαπά που χάνεται!

Τα κλαδιά της είναι ανθεκτικά κι ευλύγιστα και το χτύπημα με αυτά είναι ιδιαίτερα οδυνηρό. Χαρακτηριστικές είναι οι εκφράσεις "θέλει φυλλάδα" ή "δώσ'του φυλλάδα" που υπονοούν "ξυλοδαρμό".

Τι θα πει δεν ακούει; Ξέρεις τι θέλει; Φυλλάδα του Στιφού και μελίχλωρη**!*

*Στιφός: Τοπωνύμιο της Κύθνου.

**μελίχλωρη: Που δεν έχει ξεραθεί (έτσι είναι πιο ευλύγιστη και πονάει περισσότερο).

Επίσης έχω ακούσει στη γειτονική Σέριφο την έκφραση:

"Κάλιο να φας μια μαχαιριά, παρά Σερφιώτη φυλλαδιά!"

Δηλαδή πιό καλά να σε μαχαιρώσουν, παρά να δεχτείς "φυλλαδιά" από Σερφιώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified