Η κεφαλιά από καραφλό ποδοσφαιριστή. Συνήθως είναι πολύ δυνατότερη από την κοινή κεφαλιά.

- Πάλι κουβά σήμερα..
- Τι είχες παίξει;
- Καραφλιά του Zidane από ημίχρονο...
- Ωραίος, στ' αρχίδια μας.
- Άντε ρε γαμήσου... κάθομαι και σου μιλάω κιόλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει μυρωδικό, κατά προτίμηση επιθετικό ποδοσφαιριστή, ο οποίος καταφέρνει να πετύχει γκολ, εντελώς κατά τύχη όμως, καθώς η σχέση του με το ποδόσφαιρο είναι ανάλογη της σχέσης του Γ.Α.Π. με το υψηλό IQ.

Το λήμμα προέρχεται αφενός από τον Djibril Cisse, και αφεδύο από τον José Toché, ποδοσφαιριστής ο οποίος θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ανάπηρους σε παγκόσμιο επίπεδο.

- Πω ρε φίλε, πώς τον κρέμασε έτσι!! Από πότε βάζει τέτοιες γκολάρες το ταγάρι...
- Τζιμπρίλ Τοτσέ αγόρι μου!!!
- (2 σειρές πιο πίσω) Ρε μαλάκες για σέντρα πήγαινε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιμελώς κιτσάτη (στην καλύτερη) ή παντελώς γκάου-μπίου (στη χειρότερη) διατύπωση του γελαδάρη καουμπόι.

Το ίδιο πνεύμα, βλ. μικυμάου, τσομπανοκαμπόης.

1. Είμαι σήμερα πίσω από ένα φορτηγάκι και διαβάζω λέξη λέξη και με μία γραμματοσειρά που φέρνει σε western: Ήρθε κι έφυγε ο Καμπόης!

3. ο (χολυγουντιανός, ρεπουμπικανός και τέως καμπόης) Κλιντ Ήστγουντ γυρίζει το ένα αριστούργημα μετά το άλλο!

3. Καμπόης γιαλαντζί και ζεν-πρεμιέ της γκαζόζας.

Got a better definition? Add it!

Published

Γίνομαι υπερμέγιστος γλείφτης, για προσωπικό μου συμφέρον βλ. Αυτιάς, Γιώργος, γλίτσας λέρας.

- Καλά ρε μαλάκα, αυτός ο γλίτσας κάθε βράδυ στο Galea τη βγάζει;;
- Ρουφάει κώλους ρε.. μπας και του δώσουνε κάνα πόστο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωμική εκδοχή τση πιπατζούς.

Το μάκρος του λήμματος συνειρμικά παραπέμπει σε μεγαλοπρεπείς πέοντες ενώ το ανατολίτικο γαμοσλανγκοτέτοιο -ογλού ονοματοποιεί ήχους φιμωμένου γλωττισμού.

Η πατρότητα του λήμματος αποδίδεται στους Α.Μ.Α.Ν.

1.
- Tην είδα στο bar! Η τέλεια γυναίκα!
- Τσουτσουνοκαταπινογλου... - Φαντάσου τι χωράει η άλλη τρύπα!!!!!

2. Της Πατρινιάς;;; Αυτο ηταν΄! Ελα ρε μαλακα να αναμετρηθουμε...Τσουτσουνοκαταπινογλου!!

3. Μ'αρέσει που μια ζωή το παίζει σεμνή και ταπεινή... Αλλά πάω στοίχημα στο κρεβάτι θα είναι λυσσάρω και αβέρτα τσουτσουνοκαταπίνογλου. Κάτι τέτοιες είναι που ψωφάνε για λούτσο και πολλές ανωμαλιάρικες καταστάσεις

(από Khan, 16/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Σκληρό μπινελίκι για εύχονδρα λαμόγια και πάσης φύσεως τσογλαναράδες. Εδώ το συνδετικό -πούτανος δεν παραπέμπει σε σεξουαλικά ελαττώματα, αλλά σε ηθικά τοιαῦτα.

Βλ. επίσης: χοντρομπαλάκας, χοντρομαλάκας, μπουχέσας, κλασομπανιέρα. Σχετικές γειώσεις: Χοντρός; τον τρως, πώς γράφεται; / σ' έχει γαμήσει ποτέ χοντρός;

1. Τι γκαριζει ο αλλος ο χοντροπουτανος να πουμε αφου

2. Ο χοντροπούτανος condom in ass, που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα σάπιζε στη φυλακή, μαζεύει όλους τους εκβιαστές δημοσιογράφους και θα κάνει τον alpha κωλοχανίο

3. ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΟ ΓΙΑ ΚΑΜΜΙΑ ΩΡΑ ΜΟΝΟ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΟΝΤΡΟΠΟΥΤΑΝΟ ΚΑΙ ΘΑ ΤΟΥ ΠΩ ΕΓΩ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ SIMENS ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΑΦΗΣΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΑΕΙ……ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΜΑΝΑ ΣΟΥ ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΙΕ…ΕΣΥ ΚΑΙ ΟΛΟ ΣΟΥ ΤΟ ΣΥΝΑΦΙ….

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μουνόδουλος, ο χαζομούνης, ο μουνοσαλιάρης καληνυχτάκιας. Σπάνια και ξεχασμένη μικρασιατική σλανγκιά που οφείλουμε να διασώσουμε από την γουγλήθη.

Ετυμολογείται από το γαμοσλανγκεπίθημα α-, το πουτί και τα χείλη.

Βλ. και πουτόπιστος.

1. μουνοείλωτας. Σημαίνει το ίδιο με το μικρασιάτικο αχειλοπουτούρης που έγραψα πριν.

2. Αχειλοπουτούρης (Μικρασιάτικη). Ο παγιδευμένος στην κιλότα

Got a better definition? Add it!

Published

Πολύ μεγάλη ευκαιρία. Λαυράκι. Ευκαιρία ή προσφορά από αυτές που σπάνια συναντάς μπροστά σου και καλά θα κάνεις να την αρπάξεις από τα μαλλιά πριν τη χάσεις και δεν την ξαναδείς. Τake it or leave it.

- Kαι; Είναι καλό το γκομενάκι που θες να μου γνωρίσεις;
- One-off, σου λέω

Σχετικά: μπρισίμι, μπίνγκο!, κελεπούρι, φιλέτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια από τις πάμπολλες απαξιωτικές σλανγκιές για τους πούστηδοι. Εστιάζει στην έφεσή των στην ροδέλα, άκα στο γλειφοκώλι.

  1. - Ο Jörg Haider σε gay bar λίγο πριν πεθάνει
    - Δηλαδή ο συχωρεμένος ήτο λουμπίνα, λούγκρα, τζινάβι, γκροβεράκι, ροδελάκιας, ανάμικτος, ανατρεπόμενος, οπισθογεμής, σκαραβαίος με τη μηχανή πίσω, πισωκίνητος. τζιτζιρίτζι; Δικαίωμά του! Κακώς το σχολιάζουμε...
    (εδώ)

  2. - ο ζλαταν ειναι ροδελακιασ αντι να κυνηγαει τα νιαμου στις παραλιες της ισπανιας...

  3. - Παραδεχτείτε τώρα ότι φάγατε μεγάλη ήττα με τον Ricky Martin που βγήκε ροδελάκιας

(από σφυρίζων, 05/02/13)(από σφυρίζων, 05/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρωκτός, η σούφρα, εκεί που δεν πιάνει ήλιος, εκεί απ' όπου κλάνει το μπαρμπούνι.

Βλ. επίσης: θα σου κάνω την κλάνα μπουρί!

1. Να ψοφήσεις και να γαμηθεί η κλάνα σου…

2. Πάλι της άνοιξε η κλάνα ή...;;;

3. Από φοιτηταριό ήταν ένα κομματόσκυλο.Έχει μπουκώσει καλά η κλάνα της!

Got a better definition? Add it!

Published