Ο τσιφούτης, ο σπαγκοραμμένος, σκοτώνει τις ψείρες που έχει πιάσει πάνω του διότι ζει υπό άθλιες συνθήκες, και αυτό γιατί δε χαλάει σεντς ούτε για σαπούνι, μαζεύει χρήμα συνέχεια, από μισθούς και ενοίκια θέλοντας να αυξήσει τα μύρια του, για να έχει για τα γεράματα, και για να νοιώθει ασφαλής.

- Καλά αυτός δεν έχει όλο το οικοδομικό τετράγωνο; (που λέει ο λόγος)
Δεν ξέρει τι έχει ρε, και τον είδα στους κάδους να παίρνει κάτι παλιατζούρες που είχανε αφήσει απέξω, κοίτα να δεις τι γίνεται στο κόσμο μας ρε φίλε!
- Χαχα ναι ρε, είναι ο ψειροσκοτώνης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ' ακολουθώ, σε έχω πάρει στο κατόπι.

Διφορούμενη φράση που λέμε πειρακτικά σε κάποιον (με τον οποίον έχουμε οικειότητα) που προπορεύεται.

- Λαλάκηηηη, σ' έχω πάρει από πίσω!
- Επ! Τι έγινε φίλε, καλά είσαι;
- Μια χαρά, τώρα παρκάρω, τα λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας το λένε όταν, παρόλο που ξέρουμε κάποιον απ' έξω κι ανακατωτά (κυρίως επειδή τον ξέρουμε πολλά χρόνια), του λέμε / κάνουμε κάτι τόσο διάφωνο με τον χαρακτήρα του, τις ιδέες του, τη συμπεριφορά του κλπ. λες και τον περνάμε για κάποιον άλλον.

  1. - Ξεκόλλα ρε συ, τά 'πες μια, τά 'πες δυο, σώνει!
    - Μα του εξηγώ τόσες ώρες και δεν νιώθει!
    - Τι να νιώσει ρε μαλάκα, αφού το άτομο είναι αλλού, τώρα τον γνώρισες;

  2. - Αγάπη μου, σου έχω ένα δώρο.
    (η αγάπη το ανοίγει και φρικάρει):
    - Ρε Στέλιο, αφού δεν φοράω κοσμήματα... τι το πήρες αυτό;
    - Μα νόμιζα...
    - Τι νόμιζες... Τώρα με γνώρισες;;;

Got a better definition? Add it!

Published

Ως επίθετο, με την έννοια: όσο πρέπει, αρκούδως.

Εκνευριστική ψιλοτρεντουριά.

- Χόρτασες;
- Τόσο όσο!

- Είναι υγρό το μουνί της Μάρως;
- Τόσο όσο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι τόσο σέξι και λατσότεκνο, ώστε προσελκύει πάνω του όλους (και όλες) τους έγκαυλους.

Για το -μαγνήτης ως γαμοσλανγκοτέτοιο β΄ συστατικό βλ. και τα γκομενομαγνήτης, μαλακομαγνήτης, μουνομαγνήτης, τρελομαγνήτης, τσιμπουκομαγνήτης.

  1. Γιατί στις πουτάνες ομορφάντρα μου; Εσύ τετοιος καυλομαγνήτης που είσαι στις πουτάνες; Χαθήκαν οι καλες κοπέλες; Σα κι εμένα; Σε μενα έπρεπε ναρθείς!!!!!!!! Να μην έχει να λεει κι η κατέ. (Αποκατέ).

  2. Πήγα γκαρσόνι σ’ ένα καφενείο, έκανα και τον τρατάρη. μ’ εκμεταλλεύτηκε ο αρχιτσιφούτης ο καφετζής. Πουροζελέ ήτανε ο κατέ. Με το σχόλασμα ήθελε να μου βάζει χέρι. Τι έφταιγε κι εκείνος ο χριστιανός; Αφού ήμουνα φορτωμένη κι εγώ καυλομαγνήτες! Έτζασα κι από κει, απ’ την πουρομαριονέτα. (Από το pisoglendis-pisoglendis.blogspot.gr).

Got a better definition? Add it!

Published

Το ρήμα τζινάβω είναι κατά τον Ηλία Πετρόπουλο (Τα Καλιαρντά, 1971) μάλλον «γύφτικης αρχής» και έχει ένα μεγάλο φάσμα σημασιών, όπως καταλαβαίνω, νιώθω, πονηρεύομαι, οπότε τζιναβωτός είναι ο πονηρεμένος, ο μπασμένος, ο μυημένος στον τζιναβόκοσμο κίναιδος.

Αντώνυμο: ατζινάβωτος

Μαγκα μου τι να σου πω ναουμε.
Μια και βλεπω μπενάβεις καλιαρντά θα στα πω στη γκου. Πρωτα απο ολα πρεπει να πεταξεις το ζαβλακοκουτι αυτο γιατι ανεβαζει πιεση και γινεται emo. Αντι λοιπον να σου πει τζους μορι γκουνιότα υψομετρου που θες 2 chars τζάσε απο δω, δεν εισαι τζιναβοτος, βγαζει μαυρη την οθόνη. (Αποκατέ).

"τζινάβεις, τζινάβω, μπενάβεις, μπενάβω, μπενάβουμε στα καλιαρντά" (από Khan, 19/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Δεν πρόκειται για κάποιο τετραψήφιο αριθμό σύνδεσης με κάποια υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου.

Είναι συνδυασμός συμβολικών αριθμών σε χρήση στους κύκλους των χρυσαύγουλων και των ομοϊδεατών τους της αλλοδαπής. Εφόσον το 88 το έχουμε, ας καταγραφεί εδώ ότι το 14 συμβολίζει το εκ δεκατεσσάρων λέξεων ρατσιστικό σλόγκαν του David Lane «We must secure the existence of our people and a future for White Children», ή, εναλλακτικά, «Because the beauty of the White Aryan woman must not perish from the earth».

Δεδομένου ότι οι ως άνω φράσεις πραγματεύονται την ανωτερότητα της αρίας φυλής, προσωπική άποψη του γράφοντος είναι ότι οι 14 λέξεις συνιστούν αφόρητο βερμπαλισμό.

Θα αρκούσε μία και μόνο: Παπ-αριές.

14/88
ΗΣΑΣΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
ΗΜΑΣΤΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ

@14/88
Τώρα εσύ με αυτό το nickname είσαι Έλληνας πατριώτης ; Εκτός και αν απευθύνεσαι σε Γερμανούς (αν και δε νομίζω ότι θεωρούν τους ναζί πατριώτες).

(Χοντρικά και από μνήμης αυτό. Ανταλλαγή σχολίων σε ιντερνετικό ειδησεογραφικό σάιτ).

SIEG HEIL 14/88!! DIE FAHNE HOCH!!! THA TOUS KSESKISOUME TOUS THOLOKOULTOURIARAIOUS ANARXOAPLYTOUS KAI THA TOUS STILOUME STA STATOPEDA SYNGKETRVSIS NA GINOYN SAPOYNI!!! ELLAS H TEFRA!!! HEIL HITLER!!!

(Ρε ασιχτίρ που θα βάλω και το λίνκι...)

(από Vrastaman, 10/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως όταν πρόκειται να γίνει χαμός σε μια κατάσταση, για να δηλώσει το χάος, την βία.

  1. Καλά αυτή η ταινία γαμάει, κάτσε να την δούμε, σε λίγο αρχίζει και το ματομούνι.

  2. Πωπω, τι ματομούνι είναι αυτό; Πάμε να φύγουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Δηλώνει έκπληξη, ξάφνιασμα.

  2. Δηλώνει έλλειψη αντοχών, εξάντληση.

  1. Άμα δεις τη γκόμενα του Πέτρου θα σου φύγει το μουνί!

  2. Πω πω μαλάκα, έτρεξα 5 χιλιόμετρα σήμερα... Μου έφυγε το μουνί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι οι γνωστοί ηλίθιοι στη ζωή μας, που έχουν άποψη επι παντός επιστητού, χαίρεσαι να συζητάς μαζί τους (αλληγορικά το λέω), αυτοί που τα ξέρουν όλα, πάντα είναι με το χαμόγελο και τον σαρκασμό, σου μιλούν κοροϊδευτικά χωρίς να τους έχεις δώσει κανένα δικαίωμα, και αν δεν το κάνουν είναι γιατί τους έχεις κόψει το βήχα ή θέλουν να παριστάνουν τους καλούς ανθρώπους.

Έλα όμως που αυτοί, έχουν απολαβές και τους πάνε ευνοϊκά τα πράγματα σε αυτόν τον μάταιο κόσμο που ζούμε, διότι ως γνωστόν οι φελλοί επιπλέουν.

Είδες ρε τη κυρα μαγδάλω, την πεθερά μου; Και καλό γαμπρό βρήκε η κόρη της και παντρεύτηκε, και κουβαλητή, δουλευταρά, (όλο καμάρι) και μορφονιό ε; και με περιουσία ε; και πάλι δεν είναι ευχαριστημένη ρε, και πουλάει τρέλα η κάμπια, άσε με ρε να πούμε, εδώ τον άντρα της, του έχει πιει το αίμα, έχει λιώσει στη δουλειά ο άνθρωπος, να της κουβαλάει να τρώει, όλο μάσα και καλοπέραση είναι η βουβάλω, έχει γίνει οχτακόσια κιλά, αλλά τι να πεις ρε φίλε... είναι αυτό που λέμε: με την τρελάρα της γεμίζει την κοιλάρα της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified