Μπαμπαδισμός για τον μπαργαλάτσο, τον πούτσο ντε! Επειδή είναι μάστορας και Αλέκος.
Βλ. λήμμα μάστορας.
-Έλα μαστραλέκο να δεις τι σού 'χω να γαμήσεις σήμερα!
Μπαμπαδισμός για τον μπαργαλάτσο, τον πούτσο ντε! Επειδή είναι μάστορας και Αλέκος.
Βλ. λήμμα μάστορας.
-Έλα μαστραλέκο να δεις τι σού 'χω να γαμήσεις σήμερα!
Got a better definition? Add it!
Published
Η κορασίς, που συνδυάζει τις ιδιότητες της σλανγκ, του φραπέ, του χταποδιού και της λιμπιντιάρας, όλα τα παραπάνω με την καλή έννοια βεβαίως βεβαίως! Παραμένει ανοικτό ζήτημα αν η ως άνω κορασίς είναι υπαρκτό πρόσωπο ή αποτελεί μυθοπλασία. Σε κάθε περίπτωση παραμένει η ονείρωξη των Σλάνγκων Δράκων.
Πηγή: Vrastaman. (Ποιος άλλος;).
Σλάνγκος: Φοβερή σλανγκοφραπολιμπιδιάρα σου λέω!
Σλανγκαρχίδης φίλος: Ξέχασες ένα -χταπο.
Σλ.: Οκ, πάμε πάλι: Φοβερή σλανγκοφραποχταποδολιμπιδιάρα σου λέω!
Σλ.αρχ.: -χταπό τό 'χει ο Βράστα, όχι -χταποδό.
Σλ: Ωχ, δεν αντέχεσαι ρε φίλε! Πάμε πάλι: Φοβερή σλανγκοφραποχταπολιμπιδιάρα! (Ουφ, τό 'πα!). Μου έκανε φραπέ και ταυτόχρονα με καύλωνε χρησιμοποιώντας εκατοντάδες λήμματα του slang.edu. Να φανταστείς ούτε μια φορά δεν μου τον είπε «πούτσο», αλλά τον έλεγε με τις εκατοντάδες ονομασίες του σάιτ, τη μια μπαργαλάτσο, την άλλη μούτσος, την παράλλη μαστραλέκο! Μιλάμε για γούστα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνουσιάζομαι με κάποιον-αν ως ενεργητικός. Εννοείται φοράω τον πούτσο μου σε κάποιον, δεδομένου ότι ο μπαργαλάτσος φοριέται πολύ τώρα τελευταία.
Σύγκρινε: τα φοράω.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η συνάντηση σλανγκιστί.
Πότε θα παίξει συνάντα με τα θεόμουνα, που γνωρίσαμε προχτές;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο τρύπιος από την Κρήτη.
— Πονάς Αντώνη μ';
— Όι!
— Πονάς Αντώνη μ';
— Όι.
— Πονάνε ωρέ τα παλληκάρια;
Αυτός ήταν ο τρυπαντωνάκης! Για την ορίτζιναλ κρητική προφορά απευθυνθείτε στον Χαλικούτη.
Χαρακτηρισμοί με κύριο όνομα για συνθετικό: αστραπόγιαννος, βιαστικοθοδώρα, βουβαντώνης, γερολάζαρος, γυναικοθόδωρος, λωλοστεφανής, μαλακαντρέας, μαλακαντώνης, μουγγοθόδωρος, ντελημπάσχος, ντελήσαββας, παστρικοθοδώρα, στραβόγιαννος, τρελαντώνης, τρεμολάζαρος, τρομπογιώργης, τρυπαντωνάκης, ψευτοθόδωρος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μου διαρρηγνύεται η κωλοτρυπίς και είμαι πλέον τρύπιος.
Παίρνω ναρκωτικά με ένεση.
Ανορθογραφιστί, τριπιέμαι σημαίνει βρίσκομαι σε τριπάκι.
Ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες για AIDS είναι αυτοί που τρυπιούνται και με τις δύο έννοιες. Όχι ότι οι άλλοι πρέπει να βρίσκονται σε ρατσιστικό εφησυχασμό...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο γκέι. «Τρυπιέμαι» σημαίνει (μεταξύ άλλων) μου διαρρηγνύεται η κωλοτρυπίς, οπότε τρύπιος είναι αυτός που έχει χάσει την άλλη παρθενιά.
Άντρας που τον έχει πάρει. Κατά τον Κουρτ Κομπέιν: «Άντρας που δεν είναι τρύπιος, δεν είναι άντρας». Πηγή: Βικάριος.
Να μην συγχέεται με το τρίπιος.
Α μωρέ Λίλιαν, ακόμη με τον τρύπιο τον Πέρι ασχολείσαι;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παραλλαγή του άσματος «ηθοποιός σημαίνει φως» του Δημήτρη Χορν, προκειμένου για τους πολιτικούς. Το εκτέλεσε ο Χάρρυ Κλυνν.
-Και τα δύο κόμματα μπλεγμένα στην Miesens!
- Τι το ψάχνεις; Πολιτικός σημαίνει τρως, πού 'λεγε κι ο Χορν...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το διαδικτυακό σεντόνι, που καλύπτει τουλάστιχον μία οθόνη υπολογιστή.
Αντώνυμο: το σλανγκίζειν εστί φιλοσοφείν.
Στο σάιτ μας οθονιές (με την καλή έννοια) εκ συστήματος γράφουν οι χρήστες GATZMAN, Mes, Hank, Pirate Jenny και συχνά οι Vrastaman, Poniroskylo κ.ά.
Αντώνυμο: Dirty Talking.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά το «εργατοπατέρας», ο πούστης, κατά κανόνα γερομπινές (με την καλή έννοια) που είναι πούσταρχος και διατηρεί ολόκληρη πουστωδία από νεαρότερα στην ηλικία πουστράκια, τα οποία ενισχύει, επιβοηθεί, προωθεί και γενικά παγιώνει στην δέσμευση και στράτευσή τους στο πουστρηλίκι.
Ίσως και ο πούστης που υιοθετεί παιδί (στο εξωτερικό πιο πολύ συμβαίνει μέχρι αποδείξεως του εναντίου).
Ασίστ: Μάρκο ντε Σαντ.
Ύστερα από τον γάμο στην Τήλο μαζευτήκανε όλοι οι πουστοπατεράδες και συνεδριάζανε πώς να ενισχύσουν τον Τήλιο δήμαρχο που βάλλεται.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified