Το δόντι στα καλιαρντά.
Που να σαφρακιάσεις και να σου τζάσουν τα ντίλια και να καταντήσεις σαν πουρή χελώνα. (Μπουντουσουμού)
Επίσης, εκ του deal (=συμφωνία στα αγγλικά), το νταλαβέρι για ναρκωτικές ουσίες, ή άλλο νταραβέρι, βλ. ντίλια.
Το δόντι στα καλιαρντά.
Που να σαφρακιάσεις και να σου τζάσουν τα ντίλια και να καταντήσεις σαν πουρή χελώνα. (Μπουντουσουμού)
Επίσης, εκ του deal (=συμφωνία στα αγγλικά), το νταλαβέρι για ναρκωτικές ουσίες, ή άλλο νταραβέρι, βλ. ντίλια.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά είναι ο μυώδης, ο σβάρτσος, που όμως είναι και λίγο ούγκανος, εκ του χαμάλης και του μούσκουλο (<ιταλικό muscolo < λατινικό musculus).
Κατηγορηθήκαμε από κάτι χαμαλομουσκούληδες, που κουλά να χάλουν, λόγιοι τινές, παρεπιδημούντες εν συζητητηρίω, ότι μετερχόμεθα ιδιόλεκτον ακατανόητον, προσέτι δε γλώσσαν ξυλίνην, λες και κάνομε αδοκήτως σπικραμέντο σε πριμάτσους. (Μπουντουσουμού).
Got a better definition? Add it!
Ο άνθρωπος που έχει ευφυία και τρόπους που παραπέμπουν σε απολίτιστο βάρβαρο, σε πρωτόγονο, πιθανόν εκ του επιφωνήματος ουγκ, γιατί θεωρείται ότι μόνο έτσι μπορεί να επικοινωνήσει. Συχνά τον φανταζόμαστε και ως μυώδη, ντουλάπα και μπιλντέρι. Στα παραδείγματα του γούγλη βλέπω ότι χρησιμοποιείται συνηθέστατα για τα μέλη της Χρυσής Αυγής. Εκτός από τα χρυσαύγουλα χρησιμοποιείται αρκετά για αναρχικούς μπαχαλάκηδες, μεταλλάδες και ψεκασμένους.
Got a better definition? Add it!
Η αφρόκρεμα από κάφρους, η ελίτ της αλήτ.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι ονειροπόλος, βασικά επειδή σκέφτεται, αναπολεί ή θεάται ωραίους κώλους. Εναλλακτικώς, ο ίδιος ο κώλος ονείρωξη, ο κώλος αναφοράς, ή ο εύκωλος που τον φέρει.
Got a better definition? Add it!
Η ομιλία ή διάλεξη στα καλιαρντά. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) το ετυμολογεί από το ιταλικό sprecamento, ίσως και με επίδραση από το αγγλικό speaker.
Κατηγορηθήκαμε από κάτι χαμαλομουσκούληδες, που κουλά να χάλουν, λόγιοι τινές, παρεπιδημούντες εν συζητητηρίω, ότι μετερχόμεθα ιδιόλεκτον ακατανόητον, προσέτι δε γλώσσαν ξυλίνην, λες και κάνομε αδοκήτως σπικραμέντο σε πριμάτσους. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Μειωτικό για αυτόν που λέει όχι. Χρησιμοποιείται ως πολιτικό φαυλιστικό για τους οπαδούς του Όχι στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015. Ασφαλώς, εμπεριέχει και σημασίες του έτερου ορισμού της οχιάς ως χαρακτηριολογικού προσδιορισμού. Λεγόταν πάντως και εξαπανέκαθεν όταν εκνευριζόμαστε με κάποιον που λέει όχι και του ανταπαντάμε οχιά! ή οχιά διμούτσουνη να σε φάει!.
Πάσα: Ναι και Όχι, άρθρο του Νίκου Σαραντάκου.
Και τι θα καταλάβουνε όλες αυτές οι οχιές από αξιοπρέπεια αν γίνουμε σαν την Αλβανία του Χότζα;
Got a better definition? Add it!
Και ναινές. Αυτός που λέει ναι, ο νενέκος, ο ναισεολατζής, ο yesman. Δηλαδή ο μειοδότης, ο εθελόδουλος κ.τ.ό. Χρησιμοποιείται ως πολιτικό φαυλιστικό, και έχει μεγάλη πέραση στην περίοδο γύρω από το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, για να στιγματίσει τους θιασώτες του Ναι. Συνηθέστερα στον πληθυντικό: ναιναίδες, ναινέδες,
Για περισσότερα, βλ. στο άρθρο του Νίκου Σαραντάκου εδώ.
Got a better definition? Add it!
Κυρίως στον πληθυντικό: μαλιστάδες. Αυτός που λέει συνέχεια μάλιστα, μάλιστα κύριε, δηλαδή είναι μαλιστάκιας, ναιναίς, νενέκος, με λίγα λόγια υπερβολικά υποτακτικός και μειοδότης.
(Αν πηγαίνει το μυαλό σας στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, να διευκρινίσω ότι τα λίγα παραδείγματα που βρίσκω στον γούγλη, αναφέρονται περισσότερο σε κληρικούς που είναι μειοδότες έναντι αιρετικών, οικουμενιστών που προάγουν την ενότητα με τους καθολικούς, και διαβρωτών του ηθικού βίου).
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες Α.Τ.Μ.
Αφενός είναι το Automated Teller Machine, δηλαδή το ηλεκτρονικό μηχάνημα στις τράπεζες που βγάζει κασέρι και επιτρέπει και άλλες τραπεζικές συναλλαγές.
Αφεδύο είναι αρκτικόλεξο από τον μαγικό κόσμο της τσόντας για το Ass To Mouth. Γιατί υπάρχει ένα μόνο πράγμα χειρότερο από το πίπα-κώλο κι αυτό είναι το κώλο-πίπα. Όπως περιγράφει γλαφυρά ο slangprof στον σχετικό ορισμό, το κώλο-πίπα (ή Α.Τ.Μ.) έχει μια σπάνια προστυχιά και βρωμιά, γυναίκα που το κάνει "είναι να την πας νύφη στη μάνα σου", σύμφωνα με τον Προφέσορα, καθώς οι καφροσέξουαλ εραστές, που αρέσκονται στα παρόμοια, φαίνεται ότι ηδονjίζονται στη σκέψη ότι κερνάνε στην/ον ερωμένη/ο μεζέ από τον ίδιον αυτής/ού πρωκτό δίκην τσιμπούμεραγκ. (Για τους περισσότερους βέβαια κάτι τέτοιο παραμένει απλώς υγρό όνειρο κατά τη διάρκεια αριστερού ποντικώματος).
Το πίπα-κώλο βεβαίως εδώ και καιρό χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου κάποιος κυριολεκτικά γαμιέται πολύ άσχημα, την πατάει γερά. Το Α.Τ.Μ. ως κώλο-πίπα είναι ακόμη χειρότερο. Δεν είχε περάσει μαζικώς στην αργκό, παρά ήταν μέχρι πρόσφατα γνωστό κυρίως στους μύστες του πορνό που το χρησιμοποιούσαν ως σεξουαλική κωδική ονομασία. Πλέον έχει δώσει λαβή για πολλά λολοπαίγνια μετά τα πρόσφατα capital controls, γύρω από τη διενέργεια του ελληνικού δημοψηφίσματος 2015, οπότε οι Έλληνες συνωστίζονται στα ΑΤΜ για να βγάλουν χρήματα, όσο υπάρχουν, μέχρι κάποιο μικρό όριο, λ.χ. 60 Ευρώ ή και λιγότερα. η κατάσταση αυτή βιώνεται από πολλούς ως άγρια τσόντα, με αποτέλεσμα πολλά λολοπαίγνια και υπονοούμενα τ. wink wink nudge nudge, τα οποία με τη σειρά τους κάνουν περισσότερο γνωστό το αγγλικάνικο αρκτικόλεξο ΑΤΜ (Ass To Mouth). Υπάρχουν βεβαίως και πολλοί ψυχανάλατοι συσχετισμοί μεταξύ πρωκτού και χρημάτων, σχετικοί με το πρωκτικό στάδιο ανάπτυξης, οπότε ήρθε κι έδεσε.
Got a better definition? Add it!