Έκφραση υβριστική, νεοεισηχθήσα από του Κρητομακεδόνα καθηγητού Ζουράρις (πώς λέμε Sotis;) ο οποίος, προφανώς, την ανέσυρε από τα Αρχεία των Μεγάλων Παλαιών που ευρίσκονται σε διασύνδεση με την πανεπιστημιακή του γκλάβα.

Προσδιορίζει τον «βρωμιάρη», τον «κλανιάρη», κ.α. τέτχοια.
Ομόηχο του «πορτολάνος», δηλαδή πλοηγός.
Όνομα διάσημου χρήστη της Φρηκιπέδειας (καθότι το γκουγκλάραμε και λίγο, η αλήθεια είναι).

- Είσαι πορδοκλάνος, πεολήπτης και βρακοχέστωρ!
- Άντε πάρε φόρα κι έλα με την όπισθεν !, ρε μπάρμπα!

Αέρα στα πανιά σου! (από Vrastaman, 06/07/10)(από MXΣ, 06/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθης αναγραμματισμός και αντικατάσταση του «πούστης». Τοπικός ιδιωματισμός με την ίδια σημασία.

Ετυμ. 1: «Πού ίσταται;» δηλαδή πού στέκεται;
Ετυμ. 2: «Πού στη;» δηλαδή που στήνεται;

Από το ίστημι και από το στω προκύπτει: πούιστημι = πουστώ, όπως ο ωκεανογράφος - πειρατής. Όχι ο μεγάλος, ο άλλος με τα κωλοβυθόμετρα.

Επομένως, πούστης = πούιστς.

«Γμ τ μπαλιοπούιστ!»
«Ο πούιστς μ πρόδωσςς!»
«Άλλ' λούγκρ κι άλλ' πούιστς»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πουσεγαμάνε είναι επιθετικός προσδιορισμός προς υποκείμενο ή αντικείμενο αποδοχής ύβρεων.

Αναφωνείται συνήθως από εκείνον που του έχει ξεραθεί το στόμα από τα πολλά βρισίδια και δεν έχει κάτι άλλο να πει, προς κάποιον που θα μπορούσε να ήταν διαιτητής, επόπτης, αριστερό μπακ, πρεζάκι, αυτοφοράκιας, γυναίκα οδηγός, μπασταρδάκι που πετάγεται με το ποδήλατο (ή με το άλογο, στην Κερατέας - Καλυβίων), αφγανός οδηγός Πειραιώς και Χαμοστέρνας, κοινώς, μόνιμος επί της θέσης αποδέκτης μούντζας.

Πάντοτε έρχεται σαν κερασάκι στην τούρτα με τα εξαπτέρυγα.

Κύριος με λευκή καμπαρντίνα, ψαρομάλλης, μεσόκοπος, παρακολουθεί εναγωνίως αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ Πανηλειακού και Πανελευσινιακού και στο 89' το αριστερό μπακ της ομάδας της Ηλείας, της χώρας του Πέλοπος, κόβει το ποδόσφαιρο στον επιθετικό της ομάδας της Ελευσίνος, της γης του Τριπτολέμου και ο διαιτητής, απερίστροφα, σφυρίζει πέναλτυ.

Μη έχοντας διακρίνει το αίτιο και τον υπαίτιο και εφόσον έχει παρέλθει μιάμιση ώρα γαμωαγανάκτησης, ο συμπαθής κύριος σηκώνεται και αναφωνεί στο άπειρο:

«Ρε... (30 sec ram πρόσες)... πουσεγαμάνε!» κι ακόμα παραπέρα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγγνώμη, αλλά όταν το πρώτο πράγμα που σε ρωτάει ξέμπαρκος εργαζόμενος της εταιρίας έξω από το γραφείο σου, πρωί-πρωί, αντί για καλημέρα, ενώ κάνει τις τζούρες του, είναι «τι έχει μέσα η σακούλα παπασωτηρίου που κρατάς;», ε, δεν θέλει και πολύ για να ακούσει... μία απαραίτητη γείωση τέτοιου τύπου...

Έξω από μικρό οινομαγειρείο, κάπου στην Καβάλας, η ώρα 8.30 πμ. Σταματάει ένας 19χρονος φοιτητής που κατευθύνεται προς το ΤΕΙ και ρωτάει τον κάπελα:
- Συγγνώμη, τι μαγειρεύετε κύριε;
Κι απαντάει ο κάπελας:
- Πούτσες για περίεργους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνευ εξαιρετικής σημασίας εις την σήμερον, αφού προσδιορίζει τον πρηξαρχίδη, σπασαρχίδα, ενοχλητικό, περιττό τύπο.

Διαθέτει, όμως, εξαιρετική ιστορική σημασία, αφού προσδιορίζει τους πρώτους χριστιανούς ζηλωτές, οι οποίοι έσπαγαν ολόκληρα -ή μόνο τα τμήματα- των γεννητικών οργάνων από τα αγάλματα των πολυθεϊστών, ορίτζιναλ παγάνων...

Έτσι, το λειτούργημα του πουτσοσπάστη στους πρώτους μετα-ρωμαικούς αιώνες, ήταν και πολύ χάι να 'ούμε και παρείχε με σιγουριά το επίτευγμα μιας θέσης στον Παράδεισο...

Αν αναλογιστεί κανείς ότι πολλοί από δαύτους ήσαν και ευνούχοι (ναιναι... δεν ήτο μόνον προνόμιον των ανατολίτων), προκειμένου να δηλώσουν την ολοκληρωτική άρνησή τους προς τα επίγεια αγαθά, τότε, εκτός από πουτσοσπάστες καλούνταν και «πουστοκόφτες»...

Άπασαι αι εκφράσεις «μην μου σπας τον πούτσο άλλο», «...κόβω τον πούτσο μου ότι....» κλπ. έλκουν την προέλευσή τους από τις συνήθειες των ενδόξων προγόνων μας της υστερορωμαικής αρχαιότητος...

- Αδελφέ, πρέπει να έλθεις ένα βράδυ στον εσπερινό... Θα νοιώσεις την απόλυτη κατάνυξη... Αυτός ο πατήρ Νάκος είναι πράγματι φωτισμένος άνθρωπος... Ε, φτάνει πια... Όλο στο φουστάνι έχεις το νου σου... Εγώ προσπαθώ ένα χρόνο να σε σώσω από την αμαρτία και συ μου το γαμάς... - Κύριλλε, ένα χρόνο προσπαθείς να μου σπας τον πούτσο...»

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 22/07/10)(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 22/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαιοσλάνγκ, που σημαίνει ότι κάποιος κάνει «ό,τι του γουστάρει» είτε «ό,τι του καπνίσει» ή «ό,τι κατεβάσει ο νους του», κλπ. Έτσι, από τη συγκερασμό της λαικόσοφης ρήσης «καθένας με την καύλα του» με την επίσημης εκφοράς, επιβίωσα, από αρχαιοτάτων χρόνων «πράττειν κατά το δοκούν», γεννάται η αυτή, συμπαθητικούλα φράση.

Μερικές φορές, όταν το δοκούν, δηλ. η πίστη - πεποίθηση ταυτίζεται με την «καύλα», ως αστήριχτη και μη τεκμηριωμένη αίσθηση, βούληση και αντίληψη έναντι τινός ζητήματος, τότε, τόσο τα «κατά το δοκούν» όσο και «κατά το καυλούν» πράττειν έχουν την ίδια ακριβώς σημασία.

- Πώς να διορθώσεις μία νοσηρή κατάσταση όταν ο προκάτοχος της συγκεκριμένης θέσης έπραττε κατά το καυλούν του καθενός δωροδότη και τώρα έχει βαρέσει κανόνι και κάνει μπάνια στις Μαλβίδες;

- Γι' αυτό σε λέω, πρέπει να αλλάξει ο νόμος και να διώκονται κατευθείαν ποινικά οι καταχραστές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλητική προσφώνηση μεταξύ Ευρυτάνων νέων, χωρίς πολύ ειδική σημασία. Κυρίως εκφωνείται ως έκπληξη (αν έχω καταλάβει καλά) προς αυτά που μας εξιστόρησε ο άλλος, δηλαδή συντάσσεται ως «α ρε τσοπ, μας κούφανες!», ή «τι λε ρε τσοπ! πρόλαβες και την κουτούπωσες;»...

Γενικά θα μπορούσε να είναι συνώνυμο των «πω ρε μάγκα μου!», «wow, dude!» και «τι λε ρε παιδάκι μου!».

- Άσ' ρε φίλ', ήμουν στον Έβρο 3 μήνς 'μπλοκή. Βγήκα έξ' και πήγ' στο μοναδ'κό μπ'ρδέλ' του χωριού. Έπ'σα σ' τράβελο. Ήταν και μουσλμάν', είχ' περιτ'μή. Αλλά τι να κάν'; Είχαν στραβώσ' τ' αρχίδια μ' τόσους μήν'ς!
- Τι λε ρε τσοπ! Την κ'τούπ'σες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιταλικό δάνειο που έως σήμερα χρησιμοποιείται με τη σημασία της μαγειρικής συνταγής, σε περιοχές μεγάλης επίδρασης του Ιταλικού στοιχείου, όπως στην Κεφαλλονιά.

Παλαιότερα, έως τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, παραδόξως είχε ακόμα ευρύτερη χρήση σε περισσότερους κλάδους καθημερινών κοινωνικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Έτσι, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αντί του εγχειριδίου του μηχανικού και του τεχνικού, του βιβλίου οδηγιών χρήσης κάποιας συσκευής ή διάταξης, του τεφτεριού του μπακάλη, ακόμα και του συνταγολογίου του γιατρού ή και των πινάκων λογαρίθμων των μαθητών!

Γενικότερα, κάποτε λέγαμε ρετσέτα το μικρό σημειωματάριο ή φυλλάδιο που περιείχε καταλόγους στοιχείων, οδηγίες, βασικές αρχές και «εργαλεία» κ.α. σημαντικές σημειώσεις για τον κάτοχο. Η πλησιέστερη στην της μητρικής γλώσσας σημασία είναι το μικρό βιβλίο οδηγιών ή εγχειρίδιο.

  1. Η ρετσέτα της σιόρας Κατερίνας είναι καλά φυλαγμένο πατροπαράδοτο μυστικό και κανείς στο Αργοστόλι δεν μπόρεσε να το σπάσει.

  2. (μεταξύ έμπειρου και νεότερου μάστορα ή μηχανολόγου σε πλοίο) - Μην κάθεσαι τώρα που λείπει ο αρχιμηχανικός... Αυτός μπορεί να κουλαντρίζει τα φινιστρίνια! Άνοιξε τη ρετσέτα που έχεις στην κωλότσεπη και βουτήξου στην 5-1 να δεις τι φταίει. Και γρήγορα! Αύριο ξεμπαρκάρουμε και πρέπει να είναι όλα έτοιμα! Εγώ θα κοιτάξω το δεξιό αξονικό...

  3. Το κλασικό έργο του στωικού φιλοσόφου Επίκτητου, «Εγχειρήδιον», όπως ορίζει ο τίτλος του, αποτελεί μία ρετσέτα βιονομίας, ένα βιβλίο-εργαλείο για καλή ποιότητα ζωής και ψυχικής αγωγής. Ένα handbook ευζωίας - πώς το λέτε, βρε παιδιά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή σαλταπίδας.

Χρησιμοποιείται, τελευταίως, για να προσδιορίσει τον «κωλοτούμπα», δηλαδή εκείνον που αλλάζει γνώμη τελευταία στιγμή ή που εξαπατά συστηματικά με υποσχέσεις προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του, χωρίς να εφαρμόζει αυτά που υποσχέθηκε αρχικά, κλπ. Ευρύτερα, όπως είναι προφανές, χρησιμοποιείται ως πολιτικός λίβελος, κυρίως από τη μαχητική δημοσιογραφική πένα (μέχρι να «τα πάρει» και αυτή και ησυχάσει).

Η προέλευση δεν είναι σαφής και η χρήση του όρου δεν συνδυάζεται ετυμολογικά με το πρωταρχικό νόημα. Οπωσδήποτε συναντάται ως επώνυμο σε διάφορες περιοχές της χώρας, το οποίο, προφανώς προέρχεται από κάποιο παρατσούκλι.

Σε ελεύθερη απόδοση, το παρατσούκλι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ο «πηδηχτούλης» ή ο ιδιαίτερα αλτικός αθλητικός τύπος, ή και μεταφορικά ο άτακτος, ο ασταθών πεποιθήσεων, ο απατεωνίσκος, ο κατεργαράκος κλπ.

Επίσης, δεν θα πρέπει να λησμονήσουμε την αναφορά σε ομώνυμο χαρακτήρα, από το 100ο διήγημα «Η τελευταία μαύρη γάτα» του δικού μας, Ευγενίου Τριβιζά!

- «...ο μεγάλος ο σαλταπήδας, έκανε μεγάλη »κωλοτούμπα«, ενώ υποσχέθηκε αρχικά την επανίδρυση, προέβη σε διορισμούς...»

- «...ο διάδοχος μεγάλος σαλταπίδας, μετά τα προεκλογικά 4 όχι στο συνταξιοδοτικό, τώρα εφαρμόζει τα 4 ναι, εντελώς ανερυθρίαστα...»

"Ο Σαλταπήδας" από τους Γκρόβερ (από MXΣ, 15/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μπορεί να αναφέρεται σε δυσδιάκριτη υπο-περίπτωση ενός γενικότερου φαινομένου, η οποία συνήθως αμελείται ή παραβλέπεται για λειτουργικούς ή άλλους λόγους και σκοπούς.

Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να χρησιμοποιηθεί όπως οι «ψύλλοι στ' άχυρα».

Μαθηματικά, μπορεί να παρασταθεί με μία τοπική ασυνέχεια ή ακρότατο κατά τμήματα συνεχούς συνάρτησης, ορισμένης σ' όλο το R, ή ως ένα πεπερασμένο στοιχειο υψηλής διακριτοποίησης (του οποίου οι ιδιότητες θεωρούνατι, πρακτικά, αμελητέες), ή ως απειροστικό στοιχείο, μπουρουμπούρου...

Πραγματολογικά, η απεικόνιση μίας «πούτσας», δηλ. ενός μορίου (κάποιου λοστρόμου, Γκασμαδονησιώτη, Φιλιππινέζου μάγειρα, ή ενός θηλαστικού της θαλάσσης) στο αρχιπέλαγος θα μπορούσε να θεωρηθεί μία αμελητέα ποσότης στην ευρύτερη οντότητά του (κοινωνικο-οικονομική, ναυτιλιακή, γεωγραφική, κλιματολογική, κλπ.)...

  1. Ή, μπορεί να αναφέρεται σε αναπάντεχη, απροσδόκητη εμφάνιση ενός φαινομένου ή πράγματος το οποίο, σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, μπορεί να «προεξέχει» της γενικότερης στάθμης των πραγμάτων...

Φυσικο-μαθηματικά, αν και απέχουμε πολύ από την κατανόηση των εννοιών της σύγχρονης κοσμολογίας, αλλά γουστάρουμε να την κάνουμε κρεμαστάρια και να την βαφτίζουμε «μπλε», θα μπορούσε να αποσωθεί με τις θεωρίες για παράλληλα σύμπαντα και σκουληκότρυπες....

Στην καθομιλουμένη, το «ξεκάρφωτο», το απιστεύτου, το «ξώμπαρκο» που πετάγεται στη ζωή μας και μας αφήνει σέκους, είναι κάποιες έννοιες που θα μπορούσαν να περιγραφούν από το εν λόγω λήμμα.

  1. Για την ιστορία της φράσης, πιθανότατα ανεφωνήθη δια στόματος τινός λειτουργού των παραμεθορίων νήσων και χερσονήσων (ιδέ το παράδειγμα)...
  1. Μας πήγε τώρα ο Σάββας ο Μπούκερ από τας Σέρρας, σαν μια πούτσα στο Αιγαίο, να μας κάνει το ντι-τζέη και να κατακτήσει την Αμερική...Ανάθεμα κι αν τον ακούσει κανείς στο ντοριτάδικο στο Σαν Ντιέγκο...

  2. Ποιον είδα ρε τις προάλλες; Το Θέμη τον ψηλλό ρε! Στο σταθμό, στην απέναντι αποβάθρα! Ήταν πήχτρα, ρε, σαρδέλες ο κόσμος! Και πεταγόταν η μάπα του σαν μια πούτσα στο Αιγαίο! Καλή φάση!

  3. Ακάκιε! Τρέξε να βαρέσεις τα σήμανδρα! Θαύμα! Φαλλός αναδυόμενος από της θαλάσσης! Του Αγίου Π.. ανήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified