Selected tags

Further tags

Παλιά λέξη που χαρακτηρίζει τον άξεστο κτηνοτρόφο-ποιμένα, τον γκλίτσμαν. Λέγεται και ως θηλυκό: η τσομπανοφλογέρα.

Εις τας ημέρας του γέροντος προέδρου, ότε εις τας δημοτικάς εκλογάς εψηφοφόρουν οι μάλλον φορολογούμενοι, ήρκει να λάβει τις είκοσι ή εικοσιπέντε ψήφους νοικοκυραίων, δια να γίνη δήμαρχος, δεν χρειαζόταν όπως σήμερον, να ψηφίζωσιν όλοι οι παρακατινοί, όλοι οι ξωμερίτες, όλες οι τσομπανοφλοέρες.
(Από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Οι Χαλασοχώρηδες»).

(από Khan, 05/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναι μωρέ, κατέω το πως δεν είναι σλανγκ, μα είπα να το γράψω μιας και δεν το 'χει ούτε ο Μπάμπης, ούτε ο Τριαντάφυλλος.

Χαλδούπηδες λοιπόν ονόμαζαν οι υπό οθωμανική κατοχή Έλληνες τους εξ Ασίας προερχόμενους Τούρκους, την ορίτζιναλ βερσιόν ένα πράμα, πιθανώς σε αντιπαραβολή με αυτούς που είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στον Ελλαδικό χώρο. Όχι πως δεν αποκαλούσαν έτσι τους Τούρκοι γενικότερα, αλλά η λέξη τόνιζε βασικά την ασιατική κατασκευή και προέλευση των τελευταίων.
Συνώνυμα: Κόνιαροι (από το Ικόνιο), Ντουντούμηδες (έχω σκεφτεί διάφορες μαλακίες εδώ, αλλά ας μην το σεντονιάσω).

Η λέξη, που είχε βεβαίως περιφρονητική / μειωτική χροιά, πώς δγιεάολο θέτε να ξέρω από πού προέρχεται; Πάντως, η αρχαία ακκαδική λέξη kaldu = Χαλδαίος (στανταράκι Ασιάτης δλδ) επιζεί μια χαρά στο νέτι, μέχρι και kaldu.tv έχει ο μπαξές. Ε, σημιτική γλώσσα ήτουνα, μπας και φτάσαμε στους χαλδούπηδες μέσω Αράβων και Οθωμανών; Ώχουυυυυυ......

Εμένα τουλάχιστον η κούτρα Μου δεν κατέβασε κάτι άλλο, κι ένας από το νέτι μάλλον συμφωνεί με την άποψή Μου.

  1. Οι Αλβανοί και οι Έλληνες πολεμιστές είχαν τότε φιλικές σχέσεις πολλές φορές ως συντοπίτες και κορόιδευαν τους ανατολίτες Τούρκους λέγοντάς τους Κονιάρους, Χαλδούπηδες ή Ντουντούμηδες [...]

Ωρέ Αρβανίτε, δεν είναι κανένας από σας παλικάρι να με σκοτώσει με τη πιστόλα του, παρά αφήνετε τους χαλδούπηδες να με παιδέψουν;

[...] ο τουρκικός στόλος [...] αφού επιβίβασε μερικές χιλιάδες Τούρκους από την Μικρά Ασία κατευθύνθηκε [...] Τους ασιάτες Τούρκους (χαλδούπηδες) θα τους άφηνε αργότερα στην Πάτρα [...]

[...] τέως ανατολικές χώρες, οι οποίες αποδείχτηκαν ανίκανες να ενταχθούν στην ευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά σαν ηλίθιοι (όπως πάμε να κάνουμε με τους χαλδούπηδες) εντάξαμε [...] στην ΕΕ.

Μας ήρθε και κατακέφαλα το «χαλδουπέικο», παιδιά από τα λίγα λέμε, αγύρτες και με πολιτισμό και συνήθειες ανώτατες, αξεπέραστες μιλάμε (:P) [...]

Αυτός είναι ο «περιβόητος» Τούρκος αξιωματικός που πρέπει να έχουμε συνεχώς στη σφαλιάρα μπας και στρώσει [...] Είθε να μην αργήσει η στιγμή να τελειώνουμε με τους χαλδούπηδες.

(Όλα από το νέτι, όπου η λέξη καλά κρατεί ως υβριστικός χαρακτηρισμός κατά των φίλων και συμμάχων γειτόνων).

  1. Από το βιβλίο του Νίκου Αγγελή «Εντεψίζικα νάκλια (πιπεράτα ανέκδοτα) των Κρητότουρκων», εκδ. Σμυρνιωτάκης 1998. Κάπου στη δεκαετία του 60 ο συγγραφέας συναντά στο Αϊβαλί Τουρκοκρητικό εκριζωθέντα το 1923 με την ανταλλαγή.

[...]Σε μιά γωνιά κάθονταν δυό-τρείς ντόπιοι, μισοκοιμισμένοι [...]
- Γκιτ! Όξω! Μουσαφιρέους έ'ω.
Τους έβγαλε πεταχτούς από το αυλιδάκι. [...]
- Άκουσα, είπε με βαριά κρητική προφορά, μυρωδιά λεβεδιάς κι αναγάλλιασε η ψυχή μου [...] Γι αυτό απόβγαλα τσοι Χαλδούπηδες. Να κάτσουν οι Κρητικοί! Εγώ είμαι ο Αλής του Ισμαήλ Αργυράκη ο γιός απού την Κάντανο. [...]

(Αχ μωρέ σύντεκνε Αγγελή...Μα είναι δυνατόν να πέφτει στα χέρια σου αυθεντικό χειρόγραφο με τεχνικής φύσεως συμβουλές Τουρκοκρητικιάς τσατσάς προς πουτάνες σε κρητικά μπουρδέλα το 1870-1920 και συ να μας πασάρεις μόνο τις «λιγότερο τολμηρές περικοπές» από ένα γραπτό που «σε άλλη χώρα θα το καταχωρούσαν στα μνημεία της λαϊκής γλώσσας και έκφρασης»; Πώς θα μάθουμε τώρα τις λεπτομέρειες εποχής για «αυτό το άλλο κανάλι» που «μπορεί καθεμιά να το δίδει μόνο στον άθρωπό τση, παρεκτός νάναι εξουσία ή τινάς πολλά παραλής»; Ή για την «αηδιαστική στοματική διαδικασία» που «δεν είναι δα και χαμός κόσμου»; Σταμάτησες ακριβώς εκεί που έπρεπε να αρχίσεις. Κρίμα μωρέ σύντεκνε, κρίμα, ντροπής πράματα...Τι θα πω στους σλάνγκους τώρα;...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουλί σουσουράδα, που κουνά πάνω-κάτω την ουρά της. Από το κώλος και σείω.

Η λέξη, όπως και η λέξη σουσουράδα, λέγεται και για ένα τσαχπίνικο και ανήσυχο κοριτσάκι, αλλά κατά σλανγκ μεριά σημαίνει την προκλητική γυναίκα, αυτήν που κουνά τον κώλο της και ψάχνεται για τρελίτσες.

Κάποτε ήρθε μες τα λούσα
τις πούδρες και τις μυρωδιές
στη γειτονιά μια κωλοσούσα
(τι ντόρος όλες τις βραδιές!)
πριν μας χαλάσ' η Αφροδίτη
φωτιά της έβανα στο σπίτι.

από το «Ο Άγνωστος Βάρναλης», του Ηρακλή Κακαβάνη, εκδ. Εντός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμενιά που τη χρησιμοποιούμε για να αμβλύνουμε την σοβαρότητα όταν δίνουμε οδηγίες προς κάποιους και να μεταδώσουμε ένα κλίμα χαλαρότητας και φιλικής συνεργασίας.

Η φράση προφέρεται με παύση ανάμεσα στα δυο συστατικά της.

Λοιπόν, ο καθηγητής ήρθε. Οδηγίες προς ναυτιλλομένους: θα περιμένετε εδώ μέχρι να σας φωνάξουν και κατόπιν θα μπαίνετε ένας-ένας στο γραφείο.

(από allivegp, 29/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως χρησιμοπείται σε αόριστο χρόνο, και σημαίνει έχω χορτάσει από φαγητό, δε πεινάω άλλο, ντερλίκωσα.

Αντώνυμο: ξεπυτάω

- Φάε κι άλλο παιδάκι μου. Έχεις ξεπυτήσει όλη μέρα, ούτε μια μπουκιά δεν έχεις βάλει στο στόμα σου.
- Δε πεινάω άλλο ρε γιαγιά, τύλωσα σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται επιφωνηματικά σε περίπτωση κακοτυχίας ή κάποιας άλλης κακής συγκυρίας. Πιθανότατα αυτός που αναφωνεί από τα βάθη της καρδιάς του «κατάρα!», καταριέται την τύχη του, το πρόσωπο ή την περίσταση που του προκάλεσε μια κάποια δυστυχία.

Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον βέβαια, δεν είναι τόσο το λήμμα αυτό καθαυτό, όσο η κοινωνική ομάδα που συνηθίζει να το χρησιμοποιεί. Μετά από ένα επιφανειακό πέρασμα από τις τάξεις των Ελλήνων nerds, παρατήρησα πως είναι αυτοί που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη λέξη με αυτόν τον τρόπο, συνήθως με την περσόνα κάποιου χαρακτήρα σε table RPG ή ΜΜΟRPG, αλλά ακόμα και στην πραγματική τους ζωή.

Δυστυχώς η έκφραση χρησιμοποιείται μόνο από τους παλαιοσχολίτες και σκληροπυρηνικούς της δύσκολης ζωής του nerd και συναντάται πλέον σπάνια.

  1. (Κατά τη διάρκεια παιχνιδιού Dungeons & Dragons)
    Dungeon Master: Βλέπεις το σεντούκι του Μοργκούλιον μέσα σε ένα μικρό δωματιάκι. Τί κάνεις;
    Παίκτης: Το χτυπάω με το τσεκούρι μου για να ανοίξει.
    DM: Ενεργοποιείται μία παγίδα με καρφιά που πέφτει από την οροφή και σε σκοτώνει. Είσαι εκτός παιχνιδιού.
    Παίκτης: Κατάρα!

  2. (Στην πραγματική ζωή)
    - Πότε βγαίνει το καινούργιο επεισόδιο Firefly;
    - Δεν τα 'μαθες;!;!
    - Τί να μάθω;
    - Την έκοψαν τη σειρά γιατί δεν έκανε καλή τηλεθέαση και είχε μεγάλο κόστος παραγωγής.
    - ΚΑΤΑΡΑΑΑΑΑΑΑ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλητοχασικλορεμπετολαχανοψαραγοράδικη ρετροσλάνγκ που σημαίνει τον πληροφοριοδότη των Σωμάτων Ασφαλείας. Η έκφραση ήταν σε χρήση τουλάχιστον μέχρι το 1967, μετά μάλλον την έφαγε η μαρμάγκα γιατί ούτε γουγλίζεται, ούτε ακούγεται, ούτε την έχω απαντήξει πουθενά εκτός από το παράδειγμα που παραθέτω.

Εδεπά μέσα την έχει χρησιμοποιήσει σε σχόλιά του, όχι άπαξ αλλά δίπαξ αυτός εδώ ο χρήστης ο οποίος προφ βαρέθηκε να ανεβάσει το σχετικό λήμμα ο ανεπρόκοπος.

Αυτή η ραστώνη διαβρωσκ... διαβριβρ... (φτου γμτ) αδιαβροχ... εεε διαπροβοσκιδ....τέλος πάντων απαυτώνει τα θεμέλια του Έθνους έχω να πω εγώ...

Ο Μάθεσης εξακολουθούσε να με κοιτάει καχύποπτα και σε λίγο με ρώτησε ευθέως: μπά κι είσαι κουκουβίνος ; (δηλαδή, μήπως είσαι χαφιές;). Πάτησα τα γέλια και αμέσως ο Μάθεσης μου πρότεινε να πιούμε κάνα ουζάκι.

Η. Πετρόπουλος, περιγράφοντας την γνωριμία του με τον Νίκο Μάθεση ή Τρελάκια, εν έτει 1967 (μάλλον), στο ψαράδικο του τελευταίου. Από το «Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», εκδ. Νεφέλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως «ρε μαζί σου, αλλά...», και συνήθως λέγεται την ώρα που μιλάει ο συνομιλητής μας, με σκοπό να τον διακόψουμε, ώστε να πούμε τη δική μας γνώμη.

Συνήθως χρησιμοποιείται με υποτιμητική διάθεση όταν ο άλλος λέει αυτονόητα πράγματα για τα οποία κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει, ή όταν προσεγγίζει μόνο τη μια πτυχή του προβλήματος. Έτσι, τον διακόπτουμε λέγοντας τη φράση αυτή, και αναπτύσσουμε τον δικό μας συλλογισμό που κρύβει την μεγάλη αλήθεια (έτσι νομίζουμε και καλά).

  1. - ...γιατί στην τελική, ρε Γιώργη, το λειτουργικό σύστημα Linux είναι πάνω από όλα ανοιχτό λογισμικό, ελεύθερη διακίνηση ιδεών και
    - Ρε μαζί σου, αλλά εγώ σαν εταιρία που είμαι θέλω να έχω υποστήριξη 24/7 από τη Microsoft, όχι να παρακαλάω τις κοινότητες να λύσουν το bug του κώδικα

  2. - Για μένα το πιο σημαντικό heavy metal συγκρότημα είναι οι Iron Maiden, οι ανθρωποι καναν γνωστο το heavy metal σε ολο το κοσμο, έχουν πουλήσει πάνω από
    - Ρε μαζί σου, αλλά αν δεν ήταν οι Black Sabbath, δε θα υπήρχε καν το heavy metal σαν μουσική

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμφωνώ, αγοράζω, είμαι με το μέρος σου, ναι, μέσα, γουστάρω, κττ.

- Είσαι να κάνουμε πάρτι και να γίνει της πουτάνας; Θα φωνάξουμε βιζιτούδες να την πέσουνε σε όλους τους παντρεμένους, γουστάρζ;
- Μαζί σου!

Got a better definition? Add it!

Published

Μικρός, λεπτός, σχεδόν ανεπαίσθητος, αλλά εκνευριστικός και ανησυχητικός θόρυβος, καθότι συχνά φέρνει κακά μαντάτα.

Ναι μεν το ρήμα τσαχαλίζω θα έπρεπε να μπει ως λήμμα, αλλά δεν συναντάται πουθενά σχεδόν, οπότε προτίμησα να βάλω το τσαχάλισμα per se.

Προφ η λέξη προέρχεται από το τσάχαλο, βλ. και εδώ. Κι αυτό γιατί τα μικρά αυτά σκουπιδάκια αντιστοιχούν σε τέτοιου είδους θόρυβο.

Τσαχάλισμα είναι μξ άλλων και αυτό που λέμε «φύσημα», επίσης το κοινό χράτσα-χρούτσα, τσίκι-τσίκι κλπ... Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει φαινόμενα που αφορούν κάτι τεχνολογικό, αλλά γενικά σημαίνει και τον θόρυβο που προκύπτει από το ψαχούλεμα, το άνοιγμα ενός πακέτου / μιας σακούλας κλπ (βλ. παρ. 3).

Δεν ξέρω αν είναι πανελλήνια η λέξη, πάντως λέγεται αβέρτα στην Κρήτη.

  1. Αυτο δεν ειναι προβλημα των ηχειων!!! Το παθαινουν και τα δικα μου οταν αναβω τον κρυφο φωτισμο(10 λαμπες φθοριου 1.20m)...! Ο λογος που κανουν θορυβο οταν δεν δουλευουν ειναι γιατι ο φιλος σου μαλλον κλεινει την πηγη και αφηνει τα ηχεια ανοιχτα...!(ακουγετε ενα τσαχαλισμα...)

  2. Δυναμό, ήχοι, αποτελέσματα. CRDI 2000ccm. Ακουγα λοιπόν ενα μικρό τσαχάλισμα στις πλαινές τροχαλίες στο ρελαντί στην αρχή, το οποίο όταν γκάζωνες σταματούσε. Αυτο συνεχιζόταν για ~6000χλμ. Η αντιπροσωπεία στο Ηράκλειο μου έλεγε οτι μπορεί να περάσει και απο μόνο του. Μετα το τσαχάλισμα έγινε συνεχές και σιγανοτερο, αλλα ακουγόταν, δεν ενοχλήθηκα.... Σε ενα ταξιδι λοιπόν, ακουστηκε το κλάκ.

  3. Να'τανε Κυριακή απόγευμα. Ύστερα από μεσημεριανό ύπνο. Η μυρωδιά του φρεσκοκαβουρδισμένου καφέ να ξεχειλίζει σε κάθε τσαχάλισμα καθώς ανοίγει το χάρτινο πακέτο «Δανδάλη». Να μαζευτούμε οι γυναίκες του σπιτιού, να μασουλήσουμε σισαμωτά λαδοκούλουρα και ανεβατά καλιτσούνια, να συζητήσουμε το πάντα επίκαιρο πρόβλημα της γειτόνισσας με τον «αχαΐρευτο» γιο της και να προγραμματίσουμε τί θα μαγειρέψουμε γι' αύριο.

  4. Κατά τις 01:30, πάω στην κουζίνα να βάλω νερό και καθώς επέστρεφα στην τραπεζαρία που είναι το PC ακούω ένα περίεργο τσαχάλισμα (από το τροφοδοτικό νομίζω) και κάνει shut down το PC. Σε περίπου 2 δευτερόλεπτα το σύστημα ανοίγει από μόνο του και πριν προλάβω να συνειδοτοποιήσω τι γίνεται μύριζε καμενίλα και έβγαιναν καπνοί από την σίτα στα δεξιά του επεξεργαστή (δείτε παρακάτω τις φωτογραφίες).

  5. Η μουσική υπόκρουση είναι ονειρική, αλλά υπάρχει έντονο πρόβλημα στις λούπες των μουσικών κομματιών (θα ακούσετε ένα τσαχάλισμα όποτε επαναλαμβάνεται κάποιο από τα samples).

(διχτυωτά όλα)

Συμπληρωματικά, βλ. και τσαχαλί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified