Είναι αυτή που ρουφάει ψωλές.
Μεγάλη ψωλορουφήχτρα αυτή η γκόμενα...
Είναι αυτή που ρουφάει ψωλές.
Μεγάλη ψωλορουφήχτρα αυτή η γκόμενα...
Got a better definition? Add it!
Από το ψωλή και μπετονιέρα, αναφέρεται σε ακόλαστη γκόμενα με χαμηλές ηθικές αντιστάσεις που έχει τόση αδυναμία στις ψωλές, όση και η μπετονιέρα στο τσιμέντο.
- Αλήθεια σου λέω Τάκη μου! Είσαι ο πρώτος μου...
- Σε ποιον τα πουλάς αυτά μωρή ψωλομπετονιέρα; Που για να μετρήσεις τους πούτσους που 'χεις φάει πρέπει να προσλάβεις λογιστή (ορκωτό)...
Got a better definition? Add it!
Η σεξουαλικά ακόρεστη γυναίκα, η τσούλα, η πόρνη.
Λέξη της κρητικής ιδιολέκτου -σε μικρή χρήση σήμερα- προερχόμενη από τη λέξη καμπανός (παλαιός τύπος φορητής ζυγαριάς, αποτελούμενης από μία μακρυά μεταλική ράβδο, δύο γάντζους -έναν για να κρεμιέται από ένα σταθερό σημείο και έναν για να κρεμιέται το προς ζύγιση αντικείμενο- και ένα αντίβαρο) + ψωλή. Κατά κυριολεξία σημαίνει την γυναίκα που συνεχώς και αδιαλείπτως ασχολείται με ποικιλία ανδρικών μορίων, τα ζυγίζει, τα αγοράζει και έχει εν γένει ενδιατρίψει επαγγελματικά στο αντικείμενο.
- Καλή κοπελιά η Χ;
- Ναι, ήντα να σου πω, καλή ψωλοκαμπανίστρα είναι και του λόγου τζη!
Got a better definition? Add it!
Κάτι το απροσδιόριστο, κάτι το μη επαρκώς εντοπισμένο, που όμως γίνεται ασυνειδήτως αντιληπτόν από ειδική περιοχή του αντρικού εγκεφάλου, στην οποίαν είναι ιδιαιτέρως ανεπτυγμένα τα μουνορανταροκύτταρα.
Τον διαθέτουν οι γυναίκες που όχι μόνον δεν έχουν καμιά πουτσοπαγίδα πάνω τους (ου μην αλλά και κάτω τους), αλλά αντιθέτως έχουν αυτό το ιδιαίτερο κάτι - και οι ψωλές όπου φύγει φύγει.
Με την πρώτη ματιά, είναι γαμήσιμες και αξιαγάμητες, αλλά τα μουνορανταροκύτταρα έχουν άλλη γνώμη...
Μία ξινομούνα στον κύβο ίσως, ή κάποια που εμπνέει πραγματικά τον φόβο του οδοντοφόρου αιδοίου, μπορεί όμως και τον γέλωτα λόγω του γραδαρίσματος πως το αιδοίον είναι φαφούτικο, οπότε ποιος γαμεί ψηλά καπέλα...
Πολύ καλές υποψήφιες είναι οι φαρμακομούνες, λιγότερο οι στρειδομούνες, ενώ καμία τύχη δεν έχουν να συμπεριληφθούν στον κατάλογο οι ζαχαρομούνες.
- Μεγάλη μουνοθύελλα ενέσκηψε στο μπαράκι, Λάμπρο.
- Ναι αλλά πιάνω και ψωλοδιώχτη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ώπα, νά την... Κοίτα την δεύτερη ξανθιά στο τρίτο τραπέζι. Τον έχει, αδερφέ μου.
Αμάν πια κι αυτή η Μαίρη βρε Πόπη μου, δεν σταυρώνει άντρα! Τί σόι ψωλοδιώχτη έχει πια;
Got a better definition? Add it!
Αυτός που συστηματικά και αφιλοκερδώς επιδιώκει να γλείψει ανδρική ψωλή.
Κρατάει τεφτέρι με ποσοτικές και ποιοτικές μεταβλητές κάθε ψωλογλειψίματος - μήκος, πάχος, αριθμός φλεβών, αριθμός εκτονώσεων, όγκος εκσπερμάτωσης, χρώμα, γεύση, ιξώδες και pH. Αν σπουδάζει τα στοιχεία θα τα χρησιμοποιήσει για το διαδακτορικό με θέμα «Το Αποχυσευτικό Σύστημα από το Βυζάντιο έως σήμερα». Τέλος αν του χρωστάς χρήματα μπορεί να ξεχρεώσεις αφήνοντάς τον να σε τσιμπουκώνει. Για να μη σε εκμεταλλευτεί ασύστολα καλύτερα να υπογράψεις κάποιας μορφής «τσιμπουκογραμμάτιου» μαζί του.
Γιώργο πρόσεξε όταν μένετε μόνοι στη βιβλιοθήκη για διάβασμα. Είναι μεγάλος ψωλογλύφος.
Got a better definition? Add it!
Σε σένα μιλάω κυνηγέ ψωλαρά. Πόσες φορές είδες στον δρόμο μια αφίσα με κλαμπ-μπαρ-κτλ που γράφει με μεγάλα τεράστια γράμματα Ladies Night κάθε Πέμπτη; Πόσες φορές πήγες; Τί αντίκρυσες κάθε φορά; Εσύ ξέρεις...
Για τους υπόλοιπους, ψωladies night είναι το μεγαλύτερο όπλο των κεφαλιών του μάρκετινγκ για να αποπλανούν τον φτωχό πλην τίμιο ψωλαρά και να τον κάνουν να επισκέπτεται συγκεκριμένα μαγαζιά τάζοντάς του λαγούς με πετραχήλια ή έναν χώρο με γυναίκες-υποψήφια θηράματα. Φυσικά κανείς δεν σκέφτεται ότι το δωρεάν ποτό που συνήθως τάζουν οι αχόρταγοι μαγαζάτορες οι περισσότερες γκόμενες το βρίσκουν σε όλα τα υπόλοιπα μαγαζιά από κεράσματα μόνων και μπάκουρων. Το τελικό θέαμα που αντικρύζει κανείς είναι αυτό ενός στρατοπέδου που ετοιμάζεται για άσκηση ή κοινώς αρχιδόκαμπος. Μην πείτε μετά ότι το slang.gr δεν σας προειδοποίησε...
Δημήτρης στην πόρτα του μαγαζιού:
- Σήμερα θα γίνεται χαμός, έχει ladies night.
Χρήστος μέσα στο μαγαζί:
- Ναι βλέπω... Ψωladies night!
Got a better definition? Add it!
Αυτή που με τις πουτανιές της προκαλεί την ανδρική εκσπερμάτωση, η προκλητική, η πρόστυχη.
-Κοίτα ένα μπικίνι που φόρεσε η χυσοψώλα!
Got a better definition? Add it!
Χυσόφιλο: φιλί συνοδευόμενο από αδιευκρίνιστη ποσότητα χυσίων (και ταυτόχρονη γευστική απόλαυση) μετά από ολοκληρωμένη πίπα.
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Ο Θεός (ο πατέρας του δικού μας ντε) τα πάντα εν σοφία εποίησε. Τι σχέση έχει αυτό με το χυσόφιλο, το επονομαζόμενο και τσιμπούμερανγκ, θα ρωτήσει ο αδαής, ο ανυποψίαστος αναγνώστης...
Νομίζεις, μικρέ και πτωχέ, ότι όταν λέμε «τα πάντα» ΔΕΝ το εννοούμε; Λες να μην ασχολήθηκε με τέτοια θέματα; Λες να τ' άφηνε σε ΣΕΝΑ και στον / στην σύντροφο σου; Ε, ΟΧΙ λοιπόν. Ασχολήθηκε και μάλιστα επισταμένως, στο κεφάλαιο για τον διακριτό ρόλο των δύο φύλων.
Εκεί κατά την τέταρτη ή πέμπτη μέρα, όταν τα σχέδια για τον άνθρωπο ήταν σε φάση beta release, έπεσε η ιδέα να γίνει ο άνδρας ιδιαίτερα ευλύγιστος και το μόριό του αρκετά μεγάλο ώστε να μπορεί να φθάσει στο στόμα του. Το επιχείρημα της ομάδας που έφτιαξε την σχετική εισήγηση και μακέτα ήταν ότι με τον τρόπο αυτό, ο άνδρας θα ήταν (α) αυτάρκης σεξουαλικά και (β) λιγότερο επιθετικός και δεν θα χρειαζόταν τελικά να κατασκευαστεί και το άλλο μοντέλο (το οποίο παρεμπιπτόντως έφτιαχνε μία ανταγωνιστική ομάδα σε άλλο κτίριο, code name Εύα) ρίχνοντας τελικά το συνολικό κόστος δραματικά. Το αφεντικό δεν λέω ότι δεν το σκέφτηκε, μάλιστα εκεί προς το βράδυ έκλινε προς την άποψη αυτή σκεπτόμενος όλες τις παραμέτρους. Η λογική που αναπτύχθηκε ήταν ότι αν ο άνδρας μπορούσε να πιπώσει τον εαυτό του, θα μπορούσε να τρέχει μία ρουτίνα κάθε πρωί στο πρόγραμμα (οι ηλεκτρομηχανολόγοι το φαντάστηκαν κάτι σε τζαμπεράκι) βάσει της οποίας τη μία μέρα θα χαιρόταν ο πούτσος και την άλλη το στόμα μετά το τέλος της πίπας, κρατώντας τελικά το όλο σύστημα σε ισορροπία.
Εκ του αποτελέσματος, γνωρίζουμε ότι τις μικρές ώρες εκείνης της κουραστικής μέρας κάτι άλλαξε το μυαλό του μεγάλου και προχώρησε με το σχέδιο των ξεχωριστών μοντέλων. Ανεξακρίβωτες πληροφορίες λένε ότι μόλις είδε το πρωτότυπο της άλλης ομάδας έπαθε μουνόπλακα και αποφάσισε αυτοστιγμεί, προάγοντας μάλιστα τον project manager σε υπεύθυνο για όλο το project «HUMAN», το οποίο μάλιστα μέσα στην ευφορία της στιγμής παραλίγο να μετονομαστεί σε «HUWOMAN».
Αρκετές χιλιάδες χρόνια μετά, τα δύο μοντέλα συνυπάρχουν και σήμερα, βελτιωμένα σε πάρα πολλά σημεία, αλλά η βασική επιλογή για (α) σχετική ακαμψία του ανδρός και (β) πεομεγέθη που αποδεικνύονται απαγορευτικά για αυτοπίπωμα παραμένει και στο τρέχον μοντέλο, γεγονός που αποδεικνύει ότι η βούληση του μεγάλου ήταν και παραμένει τα χύσια να μην καταλήγουν στο στόμα του ανδρός.
Ναι, υπάρχουν εξαιρέσεις (μόνο για ενηλίκους) και υπάρχουν και τύποι οι οποίοι την τρίζουν την όπισθεν, -τον βοσκάνε τον Κένταυρο, πώς το λένε- που τραβάνε έναν δικό τους μοναχικό δρόμο, αλλά είναι ακριβώς αυτό: εξαιρέσεις σ' έναν συμπαντικό κανόνα.
Ως επίλογο, θα ήθελα δε να παραθέσω ένα ενδιαφέρον ανέκδοτο από τα παραλειπόμενα εκείνης της ημέρας δημιουργίας, το οποίο επιβεβαιώνει την ορθότητα τελικώς της απόφασης του αφεντικού. Χολωμένη η ομάδα που υποστήριξε την αυτοπίπωση και κατάποση των χυσίων από τον άνδρα, αποφάσισε να περάσει ένα μικρό ιό στο βασικό πρόγραμμα του Project DOG, με αποτέλεσμα ο σκύλος να μπορεί να γλείφει τ' αρχίδια του όποτε θέλει και κατ' επέκτασιν και τον πούτσο του. Δείτε παρακαλώ πού κατέληξε ο σκύλος και πού ο άνθρωπος μερικές χιλιάδες χρόνια μετά. αατα
Σχετικά λήμματα: Φιλοπίππου και μπαγαποντολειχία
- Πώς πήγε χθες με το γκομενάκι που τσίμπησες στο μπαρ;
- Νταξ...
- Τι νταξ ρε μαλάκα; Θεόμουνο ήταν, που το παίζεις και δύσκολος.
- Όχι ρε μαλάκα, δεν είν' αυτό... Όλα πήγαιναν τέλεια, με πλάκωσε στις πίπες κι εγώ της κρατούσα το κεφάλι εκεί και της έλεγα «παρ' τα μωρή καργιόλα, παρ' τα»...
- Ναι ναι... και μετά;
- Ε, τα πήρε όλα μέσα.
- Και αυτό είναι κακό γιατίιιι...
- Γιατί μετά γύρισε και μου 'δωσε ένα χυσόφιλο τρίλεπτο και είδα το Χριστό θαλαμοφύλακα μαλάκα, να γιατί...
- Όχι ρε πούστη μου, και σου άρεσε και τώρα κλαις για τα χαμένα χρόνια, ε;
- Α γαμήσου ρε μάλακα...
Περί φιλιού: γαλλικό φιλί, γλωσσίδι, γλωσσόφιλο, κυνοδοντόφιλο, μάκια, μάτσα μούτσα, μουτς, μπαγαποντολειχία, πιπιλιά, τριπλογλώσσι, φάκια, φιδάκια, φιλάκι;, φιλάκια φιλικωτά, φιλάκιας, φιλί της ζωής, Φιλοπίππου, φιλώ, χυσόφιλο, χχχ.
Got a better definition? Add it!
Από το χύσι και την ντουλάπα. Αποθήκη σπέρματος. Χρησιμοποιείται για την έχουσα πολλούς ερωτικούς συντρόφους.
Πότε θα ωριμάσουμε επιτέλους σεξουαλικά σαν έθνος; Όλες φοβούνται να μας δείξουν τα ταλέντα τους φοβούμενες κάποιο ηλίθιο κοινωνικό στίγμα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα. Ξαφνικά η κάθε χυσοντουλάπα έγινε πριγκιπέσσα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified