Σε πολλά νυκτερινά καταστήματα διασκεδάσεως παρατηρείται το φαινόμενο της ακατάσχετης οινοπνευματοποσίας (και άλλων... μεθυστικών ουσιών...!), τόσο εκ μέρους των πελατών, όσο και των υπαλλήλων του καταστήματος και βέβαια των τραπεζοκόμων.

Αυτό το φαινόμενο καθιστά την συνεννόηση δύσκολη. Στην περίπτωση δε, κατά την οποία ο τραπεζοκόμος έχει κάμει χρήση των άλλων... πιο μεθυστικών ουσιών, ε, τότε μιλάμε για τραπρεζοκόμο και η συνεννόηση καθίσταται αδύνατη αλλά και διασκεδαστική!

Καυλαγόρας (πελάτης): «Θα μπορούσα να έχω ένα ουίσκι με πάγο παρακαλώ;»
Μήτρουλας (τραπρεζοκόμος): «Χε χε χε! Ιγώ δηλαδίς... Δε γίνιεται φλαράκιε, χε χε, ετελείωshε το Ντραμπούιε...»
Καυλαγόρας: «Μα περί ποίου Ντραμπούι ομιλείτε;»
Μήτρουλας: «Ούι ούι ούι, τελείωshε το Ντραμπούι! Χα χα χα»
Καυλαγόρας: «Ωχ... εις τραπρεζοκόμο ήπεσα...»

(από jesus, 29/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούτε κρητική, ούτε ποντιακή, ούτε Χρήστος Δάντης. Το κομμάτι που χορεύεται, που θα «πάει» καλά στα κλαμπ.

Από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006, άρθρο Μαρίας Μαρκουλή, εδώ

- Αυτό; Σούστα, σου λέω, θα με θυμηθείς!

Προφανώς επειδή η σούστα είναι πολύ ζωηρός χορός, ταιριάζει καλύτερα για παρομοίωση με κλαμπίσιο κομμάτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ του αγγλικού hostess = οικοδέσποινα, και του ελληνικού χώσ' τες, το οποίο καθιερώθηκε από την αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη στην εκπομπή της Malvina Hostess, με την έννοια ότι η Μαλβίνα τα έχωνε στους πολιτικούς, στα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας κ.ο.κ.

Το ρήμα χώνω, όπως φαίνεται στο σάιτ μας, έχει τουλάστιχον τρεις σλανγκ σημασίες: α) βρίζω, ρίχνω μπινελίκια (τα χώνω είς τινα), β) γαμώ (τον χώνω είς τινα), γ) αγγαρεύω (χώνω τινά). Αναλόγως και το χώστες, το οποίο χρησιμοποιείται και ως υπονοούμενο στην κωλομπαρική διάλεκτο, για την κορασίδα, που αναλαμβάνει ρόλο hostess σε οίκον της απωλείας (αν και η ελληνική κουλτούρα δεν έχει φτάσει ούτε καν σε αυτό το επίπεδο φεμινισμού, ήτοι να αναγνωρίζει σε γυναίκα ευαγούς ιδρύματος οποιονδήποτε άλλο ρόλο πέραν του αντικειμένου, οπότε πρόκειται μάλλον για γκρηκλισμό).

Μας υποδέχτηκε η χώστες και άρχισε την επίδειξη των κορασίδων, αν και μεταξύ μας, η χώστες ήταν πιο χώστες από τις άλλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μπορείτε να δείτε και μόνοι σας με τη βοήθεια του γκουγκλ (άντε, και του κνάσου), το τζακούζι που, στο συλλογικό υποσυνείδητο έχει περάσει σαν η θερμαινόμενη μπανιέρα, είναι τρέιντμαρκ συγκεκριμένης εταιρείας. Όμως εδώ μας ενδιαφέρει η σλανγκ έννοια της κάθε λέξης. Πάντα.

Ως τζακούζι λοιπόν, στην διάλεκτο της νύχτας, ονομάζεται το σφηνάκι-θάνατος, αποτελούμενο από μισό μέρος ούζο και μισό μέρος απόσταξη από το Τενεσίι των απογόνων του Τζακ του Ντάνιελ, που «αποστάζουν» όταν δεν παίζουν το χαριτωμένο παιχνιδάκι με τους φελλούς και τα βαρέλια. Όποιος έχει πιει σκέτο σφηνάκι ούζου και σκέτο σφηνάκι Τζακ Ντάνιελς και γνωρίζει βασικά μαθηματικά, θα προσθέσει τις 2 επιδράσεις για να βρει την επίδραση του συνδυασμού τους. Και θα κάνει λάθος. Γιατί η επίδραση τους όταν συνδυάζονται ανεβαίνει εκθετικά και γι' αυτό δεν χρειάζονται βασικά μαθηματικά. Μόνο 2 γεια μας.

Αν ακούσετε από φίλο, που δεν είναι μπέκρα, την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι;», καλό θα ήταν να θυμηθείτε τι πουστιά του έχετε παίξει, γιατί το χανγκόβερ δυσκολεύει πολύ τη μνήμη. Αν, δε, ακούσετε την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι υποβρύχιο, σημαίνει πως αυτός που προσφέρεται να κεράσει γνωρίζει ότι του πηδάτε τη γκόμενα και πως τις καπότες που θα βρείτε το πρωί στο πάτωμα τις βγάλατε κλάνοντας.

- Τί έγινε προψέ ρε και εξαφανίστηκες από το μπαρ;
- Άσε, μεγάλη περιπέτεια. Μου την έπεσε κανονικά η ξανθιά που με κοιτούσε! Κέρασα δύο τζακούζια και σε '5 έχει γίνει η γκόμενα! Μετά με πήγε σπίτι της και έγινε το έλα να δεις.
- Ε και τι περιπέτεια;
- Την άλλη μέρα ξύπνησα σε μπανιέρα με παγάκια!
- Τί; Σου πήρε κανα όργανο;
- Μόνο; 5 λίτρα σωματικά υγρά! Με στέγνωσε!
- Άντε ρε μαλάκα και με κοψοχόλιασες.

(από Mr. Cadmus, 01/03/12)

Βλ. και τζακούζο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθώς σήμερα είναι η Παγκόσμιος Ημέρα Φραπέ, ήτοι η δεύτερη επέτειος από όταν ο Γιάννης Μίχας(φραπερνιστής με ονοματεπώνυμο, όχι disclaimers και μαλακίες) ανέρτησε το λήμμα φραπεδιά στο σλανγκρ (μια μικρή παλινδρόμηση για τον Σλάνγκο, μια μεγάλη ονείρωξη για το σλανγκεπώνυμον πλήρωμα), θα μου επιτρέψετε ένα φραπελήμμα οπισθοφυλακής, for old times' shake.

Γιατί το φραπέ; Θα διερωτώμην αν ήμουν η Ζακλίν ή η Ελένη Αρβυλέρ. Μα επειδή συνθέτει τα δύο θεμελιωδέστερα στοιχεία του Νεοέλληνα, την φραπεδούμπα και την μαλακία. Δηλώνει την ανάγκη του Νεοέλληνα να μην μαλακιστεί στην μοναξιά της κατά μόνας αμαρτίας, αλλά να την κοινωνήσει, να την μοιραστεί κατά το καλή κι η μαλακία, αλλά με το φραπέ γνωρίζεις κόσμο, να την συνδυάσει με παρακμιακή γκλαμουριά, να δώσει 50+ γιούρια για να πανηγυρίσει το γεγονός ότι είναι μαλάκας, (με παράπλευρη απώλεια την τενοντίτιδα των κοριτσιών, που δεν φταίνε τα καημένα σε τίποτα).

Ντεφραπεϊνέ, λοιπόν, είναι η ντεκαφεϊνέ κορασίς στριπτητζάδικου, κωλάδικου, μασατζίδικου και λοιπών τελειωμενάδικων, η οποία δεν περιέχει το φραπέ μεταξύ των υπηρεσιών της. Ο όρος υπονοεί ότι το φραπέ είναι ο ειδοποιός σκοπός της λικνιτζούς, που άμα δεν τον πραγματοποιεί είναι ελλιπής, λάιτ, σαν καφέ που δεν περιέχει καφεΐνη, προοριζόμενος για ανέραστους.

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες ντεφραπεϊνέ:

  1. Η ντεφραπεϊνέ που είναι ντεφράπ, γιατί μπορεί. Είναι η ντίβα του φραπεδομάγαζου, η σταρ στον μικρόκοσμο της γκλαμουροφτήνιας, που όταν την βλέπεις, «νιώθεις σαν τον Cagney μπροστά στην Rita Hayworth μες στην τσίκνα μιας υπόγειας ζωής». Πιθανότατα αυτή η αιδοία έχει κάνει το αγροτικό της σερβίροντας φραπέ προς πάντα ενδιαφερόμενο στην αρχή της καριέρας της, και εφόσον έχει χτίσει το όνομά της, και έχει εξασφαλίσει τους τακτικούς της, απλά δεν έχει ανάγκη από το φραπέ για να βγάλει το νυχτοκάματο. Δηλαδή δεν είναι εγγενώς αντίθετη στο ενδεχόμενο του φραπέ, απλά δεν το χρειάζεται. Είναι η πιο όμορφη μες στον φραπενέ, και η σχέση αγάπης- μίσους του κωλομπαρικού πληρώματος προς αυτήν αποτυπώνεται στον χαρακτηρισμό της ως περσόνα νον φράπα (persona non frappa).

  2. Η ντεφραπεϊνέ από ιδεολογία. Κι αυτή έχει ποικίλες υποκατηγορίες.

Λ.χ. μπορεί να είναι η αθλητική would be χορεύτρια των μπολσόι, η οποία ασπαίρει να χωρέσει δύο καριέρες σε μία: Την καριέρα που θα έκανε στο καλλιτεχνικό πατινάζ ή στο χορόδραμα σε κάποια πρώην Σοβιετία, και την, φευ, μοίρα όπου την έχει ρίξει η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Η τοιαύτη λικνιτζού κάνει ασκήσεις ενόργανης γυμναστικής επί του πέοντος, υπερκινητικές φιγούρες, γενικά μεριμνά και τυρβάζεται περί πολλά, πλην επιμένει να παρακάμπτει το εν ου εστί χρεία. Ωστόσο, είναι ιδεώδης για ποδοφραπέ, αν καταφέρει να την ψήσει ο ψαγμένος μαλάκας.

Συναφώς, μπορεί να είναι η Μάρθα Βούρτση του φραπενείου, που στο πλαίσιο του πουτού-χουρού αναλογίζεται όλα όσα της έκανε η ζωή και η κενωνία. Όταν την στρατολογούσαν οι επιτήδειοι του trafficking, της είχαν υποσχεθεί ότι θα δουλεύει ως σερβιτόρα σε καφετέρια και θα σερβίρει καφέδες, και όταν έφτασε στο Ελλαδιστάν διαπίστωσε προς έκπληξίν της, ότι η δουλειά της είναι να δουλεύει σε καφετέρια και να σερβίρει καφέδες, κυριολεκτικά όμως. Με ύφος σαράντα γιακουμήδων νοσταλγεί πως το μαγαζί ήταν κάποτε τρε κομιλφό, ερχόντουσαν ηθοποιοί, τραγουδιστές και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Όμως, από όταν άρχισαν κάποιες συνάδελφοι να δίνουν κυριολεκτικά χτυπήματα κάτω από την μέση, το μαγαζί έχει γίνει μαλακομαγνήτης. Το χειρότερο είναι ότι ο αθέμιτος ανταγωνισμός επιβραβεύεται από την διεύθυνση του ευαγούς ιδρύματος, το οποίο ασκεί frappé-friendly policy καθώς το target group του είναι κυριολεκτικά ο κλασσικός ο μαλάκας ο Έλληνας. Έτσι η ντεφραπεϊνέ αδειάζεται και δεν έχει να επιστρατεύσει παρά τα γουτσιστικά της θέλγητρα.

Αντιστρόφως, στους ανθρωπότυπους της φραπεδιάρας ανήκουν: α) η τελειωμένη midlf mother I DON'T like to fuck, losing her looks, β) το φτωχό πλην τίμιο κορίτσι που προβάλλει ένα ίματζ βιοπαλαίστριας στο στυλ «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή», γ) η ντίβα όταν κάνει το αγροτικό της και άλλες. Το καίριο είναι ότι στο φαντασιακό τουλάχιστον επίπεδο, το φραπέ ανήκει στο βασίλειο της ενδεχομενικότητας, ενώ το αντίθετο παράδειγμα, το γαμήσι στο ντέλο, στο βασίλειο της αναγκαιότητας.

Αυτοαναφορικώς, είναι το σλανγκρ στην μετά-φραπέ εποχή, όταν οι εύκολες λεξιπλασίες είναι καταδικασμένες στην συνείδηση του λαού.

- Θυμάστε ρε την Τζέσικα όταν περιμένανε στην ουρά για να τους φραπεδιάσει; Τώρα μας το παίζει μη μου άπτου ντεφράπ κι αυτή. Εμπάργκο που της χρειάζεται!

(από Vrastaman, 27/02/10)Tom Waits - Invitation to the blues (από Pirate Jenny, 28/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό σε όλους σάντουιτς, μετά από ξενύχτι και ξίδια, όταν δεν μπορεί κανείς να αρθρώσει λέξη.

Πα να φάμε κάνα σαν ντουί; Πείνασα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με όλα τα κομφόρ, αντζελιστί.

Ως λολοπαίγνιο, σερβίρεται κυρίως από αστειάτορες συνοδεία γαργαλιέρας.

Πάσα: Perkins.

- Ναι ναι και με όλα τα Ροκφόρ
(σχόλιο Perky, εδώ)

- σε ακριτικά νησιά δεν πάω επειδή δεν έχουν όλα τα ροκφόρ, θέλω τις ανέσεις μου!
(εκεί)

- Στας εξοχάς και ολα τα ροκφόρ..Θαλασσίτσα, τραγουδάκι, υψηλον φρόνημα, Περπατησιά αγέρωχη εις τας ερημικάς λεοφώρους των κοσμοπολίτικων νησιών...εεε Μακρονησος, Αι Σράτης..εεεε!
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.

Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.

Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.

Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.

Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.

Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:

  1. - Το γεγονος ειναι οτι οι περισσοτεροι εχετε δημιουργησει ενα στερεοτυπο για τις στριπερ. Εχετε αποδωσει χαρακτηριστικα σε αυτες και τις εχετε ομαδοποιησει. [...] Αλλο πραγμα οι Ρωσσιδες, Ρουμανες κλπ που εχουν στον χορο 2-3-5 χρονια και παραπανω. Αλλο η τρυπερ που δουλευει σε μαγαζια τυπου Ανατολη- Λιντο - κουκλες. Και αλλο η τρυπα που ερχετε απο Εσθονια- Λετονια κλπ εχει μαξιμουμ 1-2 μηνες εμπειρια και δουλευει σε ποιο χαλαρα μαγαζια. Οχι οτι οι δευτερες ειναι αθωες. Αλλα δεν εχουν αποκτησει ακομα την εμπειρια και το στυλ ψυχρου εκτελεστη.
    Στην πρωτη περιπτωση για να παιξεις και να επιβιωσεις οι πιθανοτητες ειναι μικρες. Και θελει γερα αντερα για να μπορεσεις να τα βγαλεις περα.
    Αλλο το επιπεδο δυσκολιας να παιξεις με τρυπερ εμπειρη (ΠΧ Ρουμανα με 3 χρονια στα κωλομπαρα) και αλλο με τρυπερ που εχει ερθει μεσω πρακτορειου και δεν ξερει ακομα πως να παει απο το παγκρατι στο συνταγμα.

- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.

  1. οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
    ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..

  2. προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..

  3. οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..

  4. άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...

Ημερήσιος τρύπερ (από allivegp, 02/01/11)(από Khan, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. τα κοψίδια
  2. τα ξίδια
  3. τα μπουζούκια
  4. άλλο τι είδος παρεκτροπής με σοβαρές μακροχρόνιες και σωρευτικές επιπτώσεις.
  1. - Χρηστάκη, θα πάμε για κανά μεζεκλίκi στου Μπαρούτα;
    - Μανωλάκη μου, η κυρα-Θοδώρα επέβαλε μνημόνιο, κομμένα τα βαρέα και ανθυγιεινά.

  2. Στην αρχή παραγγείλαμε κάτι τζιν-τόνικ, κάτι μοχίτο και τέτοιες χαριτωμενιές, αλλά γρήγορα περάσαμε στα βαρέα και ανθυγιεινά.

  3. - Φιλαράκι, εγώ θα την πέσω τώρα να σηκωθώ κατά τις 2, φρεσκαδούρα, να πάω κατευθείαν για μεροκάματο στα βαρέα και ανθυγιεινά.
    - Οκέικ, εγώ θα πάω ντιρετίσσιμα στον Ερωδιό για σούπα στις έξι. Πιο φρεσκαδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εν λόγω διαμάντι ήρθε να προστεθεί στην ένδοξη παράδοση της Κουτσουμπήλως, του Γκουντουμπήτρου και του Γκεραπιού, το σωτήριο έτος 1992. Πρόκειται για το «Killing in the name of» των Rage against the Machine, όπου ο διαρκώς επαναλαμβανόμενος στίχος «now you do what they told ya» μεταμορφώνεται σε «και του το 'πα του πούστη».

Παρατηρούμε, ωστόσο, ότι η φράση δεν έχει καμία σχέση με τους φθόγγους που όντως ακούγονται στο τραγούδι. Υποθέτουμε, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται για παράκουσμα, όχι μόνο τουλάχιστον (άλλωστε, εκείνη την εποχή, τα αγγλικά ήταν πλέον λίγο-πολύ οικεία στους Έλληνες, τουλάχιστον για το target group συγκροτημάτων όπως οι RATM).

Πιθανότερο θεωρούμε να προέκυψε επειδή ταιριάζει ΑΨΟΓΑ στον ρυθμό, στο μέτρο, στο ύφος και στην εκφορά. Εξού και τραγουδήθηκε με πολύ πάθος και πολύ headbanging από ένα σωρό κόσμο που ήξερε μια χαρά να πει το «σωστό» - ΑΝ ήθελε, που ΔΕΝ ήθελε. Διότι φακ γιου, ρε, δε θα κάνει ό,τι του λες. Μαδερφάκεεεερ!

Και το υπερclassic και cult σημείο στο Killing in the name of των R.A.T.M, εκεί που λέει now you do what they told ya και αντικαταστάθηκε ως εξής: Και του το πα του πούστη. Εμείς οι βλαχοι, όπως λάχει... [από φόρουμ, σε συζήτηση για «misheard lyrics»]

(ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του πούστη. (ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του ΠΟΥΣΤΗ. (ντούρουμ-ντουμ) Και του το 'πα του ΠΟΥΣΤΗ! (ντούρουμ-ντουμ) Και του ΤΟ 'ΠΑ του ΠΟΥΣΤΗ!!! (ντούρουμ-ντουμ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟ 'ΠΑ ΤΟΥ ΠΟΥΣΤΗ!!! (ντούρουμ-ντουμ) ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟ 'ΠΑ ΤΟΥ ΠΟΥΣΤΗΗΗΗΗΗ!!!!!!!!! (σχιζοφρένεια)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified