Further tags

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμαστε σε κλασικές κυριούλες αλλά ούτε και σε τσατσάδες ντέλων.

Μαντάμ αποκαλείται χαϊδευτικά από την υποκουλτούρα των ρέιβερ η μεθυλενεδιοξυμεθαμφεταμίνη (MDMA), το κύριο συστατικό του ναρκωτικού ecstasy.

- Την τελευταία φορά που έγραψα για την «μαντάμ», το mdma, μου διαμαρτυρήθηκες οτι η περιγραφή μου γύρω από το πως την ακούς με την ουσία ήταν ξερή και ελλειπής...
(εδώ)

- Οχι ρε αδερφε τι να κλάσει η μορφινη μπροστα στη «Μανταμ»;;; Το κυριο συστατικο του ecstasy ειναι και αμα το βρεις ατοφιο και καθαρο κανεις κατι trip-ακια τρομερα!!!!
(εδώ)

(από Vrastaman, 15/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μιλάμε για την κοακόλα, αλλά για την κοκαΐνη, της οποίας η ομωνυμία (κόκα- Coke) με το γνωστό αναψηστικό οδηγεί στον τοιούτο μπανεύκολο συνθηματικό σλανγκισμό. Λέγεται εξάλλου και αναψυκτικό. Μην ξεχνάμε ότι, όπως παρατηρεί ο John Black, ο κοκάκιας είναι πιο φλωρατζής, έχει λόγω κοινωνικού υποβάθρου και συναφούς παιγνιώδους διάθεσης την ευχέρεια για αστεϊσμούς, αναδεικνυόμενος σε άλλον γιο του κοκακόλα, εξ ου και η κοκαΐνη είναι το ναρκωτικό για το οποίο έχουν δημιουργηθεί οι περισσότεροι σλανγκισμοί. Αντιθέτως, ο πρεζάκιας, αν και έχει δημιουργήσει μια σειρά από συνθηματικές σλανγκιές για την ιέρειά του, είναι συγκριτικά πιο σλανγκιπενής και είναι βασικά μία η λέξη που τριβελίζει το μυαλό του για την αιτία όλων του των δεινών.

Caveat: Aν ακούσετε κάποιον να φωνάζει κοκακόλα καφεδάκι σποράκι ροξάκι παιδιά, δεν είναι κατ' ανάγκη βαποράκι.

Πάσα: Χότζας encore.

Συγγνώμη που θα σε απογοητεύσω φίλε αλλά η Τζούλια των καλιστείων (προτού πλακωθεί στις κόκα κόλες) ήταν σαφώς πιο όμορφη από το σκυλί του πολέμου που πόσταρες.
Και στο λέω εγώ που προσκυνώ τις Τσέχες.
(από δώθε).

(από Khan, 18/03/10)"Τζον Λένον σε λολοπαιγνιώδη διάθεση", μυδασίστ: Σφυρίζων. (από Khan, 09/07/13)

Σχετικά: κοκό, κοκορέτσι, κοκόρι, αναψυκτικό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως οφείλεται όταν αναφερόμαστε σε έπος, ακολουθεί σεντόνι.

Σημ: εγώ προτιμώ το πιο καλλιτεχνικό Χουλιάδα, εκ του Χούλια η παρθένα -και έτσι το παραθέτω.

Η Χουλιάδα είναι το καινούργιο ανθυποτεράστιο κακ-Ομηρικό έπος, το οποίο το τελευταίο χρονικό διάστημα απασχολεί όλη την ελληνική και όχι μόνο επικράτεια.

Βασική πρωταγωνίστρια:

η μοντέλα - γλαστρίδατραγουδιάρα –τιβιπερσόνα – απόλυτη ελληνίδα σταρ - το πολύ οξυζενέ που έριξα στο κεφάλι μου πότισε και το μυαλό μου (λέμε τώρα) Χούλια Αλεχανδράτου.

Συμπρωταγωνιστές (με σειρά που μου έρχονται στο μυαλό):

  • Ο «λέω πως είμαι μάνατζερ και αν συνεχίζω να το λέω ίσως το πιστέψουν και οι άλλοι» Μένιος Παπούστης εδώ.
  • Ο «γιατί ρε γαμώτο δεν ασχολήθηκαν μαζί μου στα τελευταία καρναβάλια» Ζορό εδώ.
  • Η «γιατί ρε γαμώτο δεν φάνηκε η ετικέτα μου στην κάμερα να γίνω και εγώ διάσημη» Σαμπάνια.
  • Ο «έγινε η μέση μου ρδελομπού από το μπρος πίσω και αυτή η αχάριστη φώναζε ''πιο δυνατά ρε μαλάκα!''« εκ Γαλλίας Φ20 μαλαπέρδας.
  • Ο «αφού βάλω την Χούλια στον σωστό δρόμο θα ανακηρυχθώ εθνικός ευεργέτης» και («αν δεν τα καταφέρω τουλάχιστον θα γίνει ντόρος με το όνομά μου») απελπισμένος πρώην γκόμενος-Σούπερ γκούφι.
  • Ο «όπου γάμος και χαρά ο υπερδικηγόρος πρώτος» (δεν βάζω όνομα και λινκ γιατί οι μηνύσεις είναι της μοδός).

Κομπάρσοι:

Όσοι ομιλούν την ελληνική και όχι μόνο γλώσσα.

Ραψωδίες:

Παρότι το έπος αποτελείται από άπειρες ραψωδίες, που η πλήρης καταγραφή τους είναι εντελώς αδύνατη -μιας και κάθε λεπτό που περνάει προστίθεται και κάποια καινούργια- παραθέτω τις πιο επιτυχημένες (σύμφωνα με την έρευνα της Παπαριάς ρισέαρτς):

  • Θεϊκός μορφασμός αρχοντομουτσούνας μετά από την αναγγελία της δεύτερης θέσης στα καλλιστεία (από εκεί ορίζεται χρονικά η αρχή του έπους)
  • Κάνω ό,τι μπορώ (για να ασχοληθούν μαζί μου), αλλά χάνω απ’ τον Ζορό (είναι φίρμα ο άτιμος ο υπερβρομάρχης)
  • Φήμες για την ύπαρξη ροζ βίδεου και εκβιασμός Χούλιας από αγνώστους
  • Χούλια μην σκιάζεσαι έρχομαι να σε σώσω: πρώτη εμφάνιση του σούπερ γκούφι (ο πρώην είπαμε)
  • Το «ερασιτεχνικό» δωδ βγαίνει στα περίπτερα και πανζουρλίζεται όλη η οικουμένη
  • Οργή της καλλιτέχνιδος για την δημοσιοποίηση των προσωπικών της «εμού και του αιδοίου» στιγμών (πρώτη εμφάνιση του υπερδικηγόρου)
  • Συνέντευξη ΣΟΚ της καλλιτέχνιδος στην ελληνίδα Όπρα που της ομολογεί (άκουσον άκουσον) πως όλα έγιναν εν γνώσει της!!!! εδώ

    Εντ δε ράψωουντιζ γκόου ον…

Θεωρίες συνωμοσίας:

Υπάρχουν τρεις βασικές θεωρίες συνωμοσίας που αναφέρουν την Χουλιάδα και όλες έχουν σχέση με την κυκλοφορία του επίμαχου δωδ.

  • Ο υπεύθυνος που κρύβεται πίσω από την κυκλοφορία είναι ο Γ.Α.Π.. Σκοπός του ήταν να αποπροσανατολίσει τον ελληνικό λαό με σκοπό να περάσουν στο ντούκου τα νέα οικονομικά μέτρα.
  • Πίσω από όλα κρύβεται ξένος κυβερνητικός δάκτυλος. Σκοπός (ο οποίος και επετεύχθη θαρρώ) να μας ξεμπροστιάσει λέγοντάς μας, εμμέσως πλην σαφώς, «μην περιμένετε από εμάς να σας πληρώσουμε τα χρέη, αφού εσείς τα τρώτε στην Χούλια και
  • (και πιθανότερη κατ’ εμέ) Πίσω από όλα κρύβονται ανταγωνιστές της «Βασίλισσας της πρωινής ζώνης», που είδαν πως το διαζύγιό της πούλαγε σαν τρελό και ανέβαζε τα νούμερα της στα ύψη (εεεε κάπως έπρεπε να το σταματήσουν αυτό).

    ΥΓ: Το παραπάνω αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας, ουδεμία ευθύνη φέρω για τυχόν συμπτώσεις με πραγματικά γεγονότα ή πρόσωπα (μην μας πλακώσουν και στις μηνύσεις)

ΥΓ2: το δωδ με τον υποφαινόμενο να παπαρολογεί το παρόν λήμμα από εβδομάδα στα περίπτερα (εν αγνοία μου βέβαια)

ΥΓ3: προσθήκες νέων ραψωδιών δεκτές με μεγάλη χαρά.

Ασίστ: όλοι οι βιόληδες που μου τα έκαναν τσουρέκια τόσο καιρό στην τιβί

Πλάκα με κάνετε, τι παράδειγμα; Ανοίξτε κανα μεσημεριανάδικο, έχει μπόλικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.

Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)

- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης. Το λήμμα παραπέμπει και σε πιγκουίνο.

Λέγεται έτσι για να γίνει εμφατικό το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό. Βέβαια, το κεχαριτωμένο πτηνό δεν έχει αποδειχθεί, από ηθολογικές μελέτες, ότι αποθηκεύει τρόφιμα (αν και θα έπρεπε, με τις συνθήκες που ζει). Συνεπώς η συσχέτιση έγινε μόνον εξαιτίας ομοήχων στοιχείων των σημαινόντων. (Τσίγκου-Πίγκου).

— Θα πληρώσεις;
Μισό, να βρω το πορτοφόλι μου... πού το έχω βάλει;
— Άσε ρε τσιγκουίνο, πληρώνω εγώ πάλι.

(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)O Pingu - τόνος στη λήγουσα (από poniroskylo, 29/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το άτομο που είχε πολλούς συντρόφους στην έως τώρα ζωή του, σε σημείο που να μην μπορεί -ή να είναι αδύνατο αντικειμενικά- να τους θυμάται όλους.

Προκύπτει από το υπερσύνθετο ουσιαστικό της λαϊκής λεξιπλασίας
και την τεχνική την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο κάθε μαθητής για να έχει επιτυχία στις πανελλήνιες -και άρα και στη μετέπειτα ζωή του (χα).

  1. - Πώς τον λέγαν τον πρώην σου ρε που έβαζε μουσική όταν πήγαινε τουαλέτα για να μην ακούγεται;
    - Νικόλα; Όχι ρε, κάτσε, Θύμιο. Α, τον Θύμιο, τι μου θύμισες!
    - Καλά, μέχρι αυτού το σημείου έχεις φτάσει; Άκου: όταν στην ιστορία είχα μια δύσκολη πρόταση που έπρεπε να κατανοήσω, αλλά ήταν τόσο σύνθετη και με δύσκολες και πολλές λέξεις και δε μπορούσα, έπαιρνα το αρχικό γράμμα της κάθε λέξης της πρότασης, τα έβαζα όλα μαζί, έβγαινε μια απροσδιόριστη ηχολέξη, αλλά με βοηθούσε στην κατανόηση (σ.σ: απομνημόνευση!!!) γιατί είχα μετά το αρχικό της κάθε λέξης.
    - Μπάστα φιλενάδα, αν το κάνω αυτό με τους πρώην θα βγει σκουληκομυρμηγκότρυπα.
    - Καλά, κλείσε τώρα. Α, μετά την ορκομωσία μου θα μείνουμε Σόλωνος για έναν καφέ, έτσι;;

  2. - Ώπα το Βικάκι. Καλά ρε, τέτοιο πις, πώς και δεν ακούστηκε ακόμα κάτι για αυτήν;
    - Καλά ρε, σωβρακολογείς;; Αυτή βγάζει σκουληκομυρμηγκότρυπα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ενοχλητικός τροβαδούρος που συνηθίζει να ζαλίζει μετά μουσικής τα αυτιά των τριγύρω ανυποψίαστων συνανθρώπων του. Συνοδεύοντας τον εαυτό του με κιθάρα (φοριέται σπανιότερα και το ακορντεόν) και τραγουδώντας ακάλεστος ατελείωτα playlists, είναι σκέτος πειρασμός για ένα καλό μπουγέλωμα (αν τραγουδάει και παίζει άσχημα, τόσο το χειρότερο)!

Συχνότατη κατηγορία τρομπαδούρων είναι οι νεαροί με τις ακουστικές κιθάρες που πολλαπλασιάζονται ραγδαία σε περιόδους διακοπών. Τραγουδούν σε πλοία, τρένα, λιμάνια, πεζούλια, σοκάκια και γενικά σε οποιοδήποτε μέρος βρίσκουν κατά τη διάρκεια των διακοπών τους, με απώτερο σκοπό πάντα να βρουν κάποια Σοφία την οποία θα ρίξουν με την τέχνη τους. Άλλη κάστα τρομπαδούρων είναι τα πλανόδια συγκροτήματα ακαθορίστου εθνικότητος που σκάνε αιφνιδιαστικά σε καφετέριες συνήθως και ζητούν μετά μουσικής τον οβολό των πελατών.

Η λέξη προέρχεται από τον γνωστό λεξιπλάστη και αστειάτορα Μάρκο Σεφερλή (βλέπε και πισωγλέντης, σπασοκλαμπάνιας).

  1. (στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401, διάλογος μεταξύ φαντάρων)
    - Τι έχεις ρε σειρά; Χάλια φαίνεσαι!
    - Τι να έχω, γάμησέ τα! Από Λήμνο έρχομαι, βάρεσα υπηρεσία 3-6, μετά έφυγα το μεσημέρι για το λιμάνι φορτωμένος με τα πράγματα, ταξίδευα και 14 ώρες χωρίς καμπίνα με ένα σαπιοκάραβο, προσπαθούσα να κοιμηθώ σε μια ακρούλα που βρήκα στο πάτωμα και είχα και κάτι τρομπαδούρους εκεί που έπαιζαν κιθάρα και με ξυπνούσαν συνέχεια!
    - Πώωω, πίπα κώλο εμπλοκή! Ζήτα αναρρωτική!

  2. (από το «Πλαθολόγιο» του Λύο Καλοβυρνά)
    «Τρομπαδούρος, ο: τραγουδιστής (κατά φαντασίαν) ασύλληπτα κακόφωνος, παντελώς ατάλαντος και εντελώς ανάξιος, που ωστόσο όλο ακκίζεται, κομπάζει και – χωρίς ίχνος συναίσθησης του πόσο γελοίος είναι – ταλαιπωρεί τους πάντες ασκώντας την «τέχνη» του. Π.χ. «- Ρε συ, δεν αντέχω άλλο! Θα τον κρεμάσω άμα συνεχίσει να γκαρίζει, όπως τον Κακοφωνίξ στον Αστερίξ.», «- Μα για ποιόν μιλάς», «- Γι αυτόν τον άχρηστο, τον τρομπαδούρο!». »

Το τραγούδι του Διονυσίου στην αρχή όλα τα λεφτά!!! (από Cunning Linguist, 26/09/10)Τα τρομπαδούρικα! (από Cunning Linguist, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεξικάνικο έδεσμα γουακαμόλε (μεσογειοποιημένη παραλλαγή: αβοκάντο, φουλ σκόρδο, ντομάτα, ελαιόλαδο, αλατοπίπερο, όλα νιανιά), ιδανικό για ντιπ ή για παρέα σε άλλο έδεσμα (πχ. κοτόπουλο) ή για ορεκτικόνε.

Σλανγκιά των ογδόνταζ, εποχή κατά την οποία πρωτοεμφανίστηκε το γουακαμόλι στο ελλάντα. Τότε όμως ακόμα προηγούνταν το σλανγκίζειν της απόλαυσης όποιας νέας γεύσης.

Πέραν της ηχητικής ομοιότητας με τον γαμιόλη ή την κατάληξη - όλι γενικά, η σλανγκιά παρέμεινε σε επίπεδο λειψού λογοπαιγνίου, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένου και πάντως μη διαχρονικού. Έτσι λοιπόν εξέλιπε σχεδόν εντελώς τελείως.

Η υποφαινομένη έχει την εντύπωσις ότι το πρωτοέφερε εδώτο μπαρ-εστιατόριο Μετς (μην το ψάξετε, έχει κλείσει προ Κρίσης).

- Είστε έτοιμοι να παραγγείλετε;
- Μάλιστα, φέρτε μας ένα ριζότο με γαρίδες και σαφράν, ένα σουφλέ μελιτζάνας και μία αραβική πίτα με κοτόπουλο και σως γουαγαμιόλι...
- Εεεχμμ, μμμάλιστα...
- ΡΕ ΜΠΑΜΠΑ! Πάψε να λες κάθε φορά την ίδια μαλακία! Πάλι ρεζίλι μας έκανες!
(ο μπαμπάς παρεξηγημένος:) - Στα χρόνια μου το λέγαμε και γελάγαμε και έτσι μου αρέσει να το λέω.

Εγινε η μάχη στα Γαυγάμηλα, οταν είπα στο σεφ γουάϊ γαμιόλη (από GATZMAN, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλο σαβουριάζει τον αγλέουρα η κυρα κατίγκω η Φοφώ και έχει κάνει ένα ποπό... σαν πλατεία...

Τώρα κάνει δίαιτα... Κάνει βοδιλάιν.

Τη βλέπεις τη μουντρούχα τη χοντρή, λέει ότι κάνει βοδιλάιν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified