Further tags

Tα γνωστά σε όλους μας iMac της Apple, σε αρχαιοελληνική εκτέλεση.

- Ρε συ!.... είδες τα καινούργια ιμάκια που έφτιαξε το μήλο ;;;;
- Ναι ρε φίλε... απίστευτα... Καλά, αυτός ο Στέφανος ο Εργασίας (Steve Jobs) πρέπει να έχει πολύ νιονιό ρε φίλε...!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και καταλαβερδούγκος.

Λατέρνατιβ τρόπος για να πούμε το «κατάλαβες» με ένα τόνο εξωτικό, latino, χαριτωμένο, αλλά και κάργα ειρωνικό. Μυρίζει λίγο βαρβατίλα αλλά και μαγκιά...

  1. Από εδώ: «...γιατι εισαστε πιο ωραιοι και πιο ξυπνιοι απο μας αλλά γιατι εμεις σας εκλεξαμε και σας δωσαμε αδεια να μας εκπροσωπησετε για τετοιου ειδους προσβασεις αλλά και διεκδικησεις. Διεκδικησεις με μοναδικο σκοπο το οφελος της Φ.Α. και της Εκπαιδευσης. Kαταλαβαρδούγκος, που λενε και στο χωριο μου;»

  2. - Ρε συ Jesus, αυτή η μεναγκό είναι τουλάχιστο 2,45 DEU σε firepower capacity ίσο με 354,2 πεοχιλιόμετρα! Καταλαβερδούγκος;
    - Ρε δάσκαλε, άστα ξανθά... Εν'γκατάλαβα τίποτα... - Nα διαβάζεις slang.edu, και θα δεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.

Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.

Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.

Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.

Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.

Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:

  1. - Το γεγονος ειναι οτι οι περισσοτεροι εχετε δημιουργησει ενα στερεοτυπο για τις στριπερ. Εχετε αποδωσει χαρακτηριστικα σε αυτες και τις εχετε ομαδοποιησει. [...] Αλλο πραγμα οι Ρωσσιδες, Ρουμανες κλπ που εχουν στον χορο 2-3-5 χρονια και παραπανω. Αλλο η τρυπερ που δουλευει σε μαγαζια τυπου Ανατολη- Λιντο - κουκλες. Και αλλο η τρυπα που ερχετε απο Εσθονια- Λετονια κλπ εχει μαξιμουμ 1-2 μηνες εμπειρια και δουλευει σε ποιο χαλαρα μαγαζια. Οχι οτι οι δευτερες ειναι αθωες. Αλλα δεν εχουν αποκτησει ακομα την εμπειρια και το στυλ ψυχρου εκτελεστη.
    Στην πρωτη περιπτωση για να παιξεις και να επιβιωσεις οι πιθανοτητες ειναι μικρες. Και θελει γερα αντερα για να μπορεσεις να τα βγαλεις περα.
    Αλλο το επιπεδο δυσκολιας να παιξεις με τρυπερ εμπειρη (ΠΧ Ρουμανα με 3 χρονια στα κωλομπαρα) και αλλο με τρυπερ που εχει ερθει μεσω πρακτορειου και δεν ξερει ακομα πως να παει απο το παγκρατι στο συνταγμα.

- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.

  1. οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
    ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..

  2. προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..

  3. οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..

  4. άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...

Ημερήσιος τρύπερ (από allivegp, 02/01/11)(από Khan, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο εξεζητημένη έκδοση του πιασμένος, με Γαλλική εσάνς κατά τα γκανιάν, αστραχάν, Πετράν και όλα τα εις -αν.

Πιασμάν είναι αυτός ή κάτι που έχει δωροδοκηθεί/λαδωθεί, δηλαδή έχει πιάσει λεφτά για να κάνει γαργάρα μια κατάσταση. Συνηθίζεται για τον αθλητισμό και δη το ποδόσφαιρο.

Α,καποια στιγμη ειχα μπει στο γαυροφορουμ, καταντια τα οπαδικα γυαλια οποιος και να τα φοραει. Σκουζανε οι γαυροι οτι το παιχνιδι ηταν φιλικο και πιασμαν. Δηλαδη, στηνεις ενα παιχνιδι και το παιρνεις με τη ψυχη στο στομα. Η φανατιλα σε κατανταει λοβοτομημενο τελικα. (αποεδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πτώση που προκαλεί η έλλειψη ισορροπίας μεθυσμένου.

Η Ελένη είπε: Σε ευχαριστώ που με υποστήριξες χθες όταν έπεφτα. Χάμω. Χαμόβερ.

(από terry, 22/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γυάλινο-τζαμένιο άγαλμα με το όνομα «Δρομέας», που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας έξω από το Hilton. Λέγεται έτσι εξαιτίας της βρώμας που συγκεντρώνει και της ουσιαστικής αδυναμίας καθαρισμού του, λόγω της μορφολογίας του (χιλιάδες πτυχώσεις).

Κανονικά το άγαλμα δεν θα έπρεπε να λέγεται «Δρομέας», αλλά «Βρωμέας»!

Το εν λόγω άγαλμα. (από terry, 22/01/11)(από terry, 22/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστειατορική εκδοχή του «πολύχρονος» με φόρα από το «πολιούχος».

Έλα Γιάννη μου, πολυούχος, ό, τι επιθυμείς.

Βλέπε και πολύχρωμος και εντοιχισμένος!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των ψυχαναλυτής / ψυχανάλας και γλυκανάλατος. Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα / γιαλόμα / σρίνκη / ψι.

Πάσα: Χότζας.

  1. Τι να μας πει τώρα κι ο ψυχανάλατος;

  2. ΡΕ ΟΛΟΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΑΤΕ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ «ΘΩΔΗ» ΣΑΣ ΒΓΑΖΩ ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ ΜΟΥ...ΑΝ ΕΙΧΑ! ΞΕΦΤΙΛΙΣΑΤΕ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΥΛΟΛΟϊ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΟΡΦΟΥΣ (ΑΕΙ ΣΙΧΤΙΡ) ΚΟΣΜΟΥΣ, ΤΙΣ ΜΙΣΟΤΡΙΒΕΣ-ΣΤΡΙΓΚΟ-ΣΤΡΑΒΟΠΟΔΟΥΣΕΣ- ΓΛΑΣΤΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟΦΥΛΛΑ, ΤΑ ΠΑΝΕΛ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΜΛΚΟΠΙΤΟΥΡΕΣ ΚΑΚΟ-ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΔΕΣ, ΚΥΝΗΓΟΥΣ ΧΑΖΟΚΟΥΤΟΘΕΑΣΗΣ.
    ΛΥΣΣΑΞΑΝΕ ΝΑ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑΝΟΥΝΕ! ΤΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΕΛΑΤΖΗΔΕΣ. ΕΙΔΙΚΑ ΟΙ ΨΥΧΑΝΑΛΑΤΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΟΙ.
    ΘΑ ΤΗ ΣΠΑΣΩ ΤΗΝ...42άρα LSD ΜΟΥ. (Φωνακλάς εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο με τον παπατζή στην κυριολεκτική έννοια, δηλαδή η παίκτρια του ''παπά''.

Μεταφορικά περιγράφει γυναίκα, ενήλικη, με ευχέρεια λόγου, έντονη πειστικότητα που αφήνει μία εντύπωση αίσθησης ερωτοτροπίας με μη εκπληρώσημες υποσχέσεις και συνήθως με εμπλοκή ανταλλαγμάτων εκ μέρους των μνηστήρων (θαυμαστών).

- Τι κάνει ο Μήτσος με την ''κούκλα'' απέναντι;
- Τίποτα δεν θα κάνει, αυτή είναι γνωστή παπατζού περιωπής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη που προέρχεται απο το συνδυασμό των λέξεων τρόμπας + ρόμποκοπ.

Δηλώνει τον υπέρτατο βαθμό ηλιθιότητας και μαλακίας (βλ. και τρομπάρω). Συχνά υποψήφιος για το πολυπόθητο βραβείο Τρόμπελ.

  1. - Πήγε κι έπεσε μέσα στην πισίνα ο μαλάκας..
    - Ναι, και;
    - Ήταν άδεια..
    - Ρέ τον τρόμποκοπ

  2. (σε φανάρι πολυσύχναστου δρόμου)
    - Ρε τρόμποκοπ ξεκίνα επιτέλους! άναψε πράσινο εδώ και δύο λεπτά!

"THIS IS A PICTURE OF ROBOCOP ON A UNICORN. YOUR ARGUMENT IS INVALID." (από patsis, 06/08/11)(από patsis, 06/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified