Further tags

Το peep show που περιλαμβάνει / τελειώνει με πίπα. Τουλάχιστον έτσι μπορεί να μετακενωθεί στην ελληνική σλανγκ ο αγγλικός όρος με μια δόση σλανγκικής ειρωνείας. Εναλλακτικώς, το peep show που είναι πίπες.

Σύμφωνα με την Βίκυ στην Μπαρτσελόνα (βλ. και Vicky Cristina Barcelona) λαμβάνουν χώρα και peep show που είναι πιπ σόου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί στην πολιτική και την οικονομία ψάχνουν τον τρίτο δρόμο μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού ή (πάλαι ποτέ) κομμουνισμού. Η φράση ήταν της μοδός στα '90ς με τους και καλούα «τριτοδρομικούς» ηγέτες της Δύσης, Tony Blair (κυρίως αυτόν), αλλά και Bill Clinton, Gerhard Schroeder, Lionel Jospin, Massimo d'Alema και τον ημέτερο Κώστα Σημίτη.

Η φράση σλανγκίζεται για να δηλώσει:

  1. Τον γκέι, κατά τα συγγενή τρίτο φύλο, τρίτο πρόγραμμα, τρίτο στεφάνι.

  2. Τον αλλαξοκώλη αμφί, που συνδυάζει εκλεκτικώς τα καλά και του στρέιτ και του γκέι σεξ, όπως ο «τρίτος δρόμος» υποτίθεται ότι συνδυάζει τα καλά του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Δηλαδή αυτόν που θέλει και τον κώλο ξεσκί και τον πούτσο χορτάτο. Αυτόν που θέλει και μουνί και το τρίτο το μακρύτερο.

Σημειωτέον ότι:

  1. Η φράση λέγεται για να υποδείξει και το ότι και ο «τρίτος δρόμος» στην αρχική πολιτικοοικονομική σημασία του αποτελεί πουστιά, ιδίως με καμώματα τύπου Tony Blair.
  2. Αξιολογεί θετικά το γκεϊλίκι ή μπαϊλίκι ως κάτι πιο ψαγμένο, αλτέρνατιβ (όταν όχι λατέρνατιβ) και προχώ.

Ασίστ: Vrastaman.

Από τον διαδικτυακό τύπο:
Οι πρώτοι γκέι Αγιοβασίληδες έκαναν την εμφάνισή τους στα πολυκαταστήματα και τις διαφημίσεις της τηλεόρασης. Ο τρίτος δρόμος προς τον εορτασμό της γέννησης του θεανθρώπου επιτάσσει Αγιοβασίλιδες ντυμένους στα ροζ και τάρανδους με πισωγλετζέδικο σκέρτσο.

Τον ανανεώνει τον καπιταλισμό; (από Hank, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δηλητήριο το οποίο καταδικάζονται να πάρουν όσοι παρακολουθούν το δελτίο του Star με αναρίθμητα χαζορεπορτάζ από τη Μύκονο ...

- Πάμε σήμερα κάτω;
- Βαριέμαι ρε μαλάκα..
- Και τι θα κάνεις μεσα ρε;
- Μάλλον θα κάτσω στην τηλεόραση, όλο και κάτι θα 'χει..
- Δες star!
- Ναι, γάματα... θα πάρω μια γερή δόση μυκώνειο, μου φαίνεται!

(από Vrastaman, 26/03/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκέι, συνεκδοχικά από το σήμα της σημαίας των ΛΟΑΤ.

Ουράνιο τόξο ο Σάκης! Μικρό μου πόνι, ποιος μας τον χώνει φάση.

(από Dirty Talking, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αυνανισμός. Επίσης, πιο ακραία, το αυτοτσιμπούκωμα. Ναι, υπάρχει κι αυτό!

Το κατάστημα σήμερα λειτουργεί σελφ-σέρβις.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στην ελληνική του αγγλικού gaybourhood, δηλαδή της gay-friendly γειτονιάς (gay-friendly neighbourhood).

Στις αρχές των '70ς, ο Χάρβει Μιλκ μετακόμισε στην μεγαλύτερη γκεϊτονιά του Σαν Φρανσίσκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από τη λογοπαιγνιακή αναφορά στην εφημερίδα «Θέμα» λόγω των σχετικών γνωστών γεγονότων με τη Ζαχοπουλιάδα (βλ. παράδειγμα 1), θα μπορούσαμε να αναφερθούμε έτσι για ένα θέμα το οποίο μπορεί να προκαλέσει την αγανάκτησή μας, ώστε να το αποκαλέσουμε απαξιωτικά, ανάθεμα.

Διάφορες κλασσικές περιπτώσεις στις οποίες αυτό θα μπορούσε να συμβεί, ταξινομούνται στις ακόλουθες κατηγορίες.

1) Όταν δεν πάμε το αντικείμενο του θέματος, γιατί:

- Δεν είναι της αρεσκείας μας.

- Το βαριόμαστε (π.χ: εξαιτίας μονότονης και μη δημιουργικής εργασίας).

- Μας δυσκολεύει (π.χ: όταν απαιτούνται πολύπλοκοι χειρισμοί, χειρισμοί ακριβείας, κλπ.)

- Μας εξουθενώνει, κάνοντας μας πτώμα.

- Μας προκαλεί παράπλευρες επιπτώσεις (π.χ: δημιουργία προβλημάτων υγείας, τσαλάκωμα «ίματζ», κλπ).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 2.

2) Όταν θεωρούμε πως δεν μας ευνοούν οι συνθήκες πραγματοποίησης του συγκεκριμένου θέματος. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε:

- Ανεπάρκεια χρόνου ή/και παράλληλη ενασχόληση με άλλες εργασίες υψηλής προτεραιότητας.

- Δυσμενείς εργασιακές παραμέτρους (π.χ: εργασία που απαιτεί χρόνο πέραν της λήξης του εργασιακού ωραρίου, ακατάλληλες συνθήκες εργασίας, εργασία σε άλλη πόλη, κλπ).

- Έλλειψη του απαιτούμενου εργασιακού υποστηρικτικού πλαισίου.
(π.χ: γιατί δεν έχουμε την απαραίτητη εκπαίδευση, τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τους λοιπούς απαιτούμενους υλικούς πόρους, τους κατάλληλους συνεργάτες, κλπ).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 3.

Σχετικά λήματα: χωσίμπα, ούζερ.

3) Αναφορά σε: ένα σκάνδαλο, σε ένα θέμα που έχει γίνει μπάχαλο, κλπ.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 4.

  1. Αυτό όμως που εδώ και δύο μέρες έζησα και ζω και βλέπω με τα μάτια μου είναι ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ....Ρε σείς είπαμε έχει φελλούς η χώρα αυτή έχει trash πολύ αλλά αυτό το ΘΕΜΑ -ΑΝΑΘΕΜΑ- με τον Χίο ρε σεις δεν το χωράει το μικρό ή μεγάλο για άλλους μυαλό μου...

Δες

Περί εφημερίδος ΘΕΜΑ (για το θέμα Ζαχοπουλιάδας).

  1. - Πέτρο, είπε ο προϊστάμενος να αφήσουμε τη δουλειά που κάνουμε και να ασχοληθούμε με ένα άλλο θέμα. Είπε να πάμε να ξεφορτώσουμε ένα φισκαρισμένο κοντέινερ με εμπορεύματα που μόλις έφτασε.
    - Πω ρε πούστη και το λες θέμα; Ανάθεμα είναι. - Γιατί ρε;
    - Δε γουστάρω τέτοια δουλειά. Κινδυνεύει η υγεία μου από τα βάρη, τα σκυψίματα και τις σκόνες. Γίνομαι πτώμα. Θες κι άλλα;
    - Πες κι ότι στη σπάει που θα σε βλέπουν τα γκομενάκια που θα περνάνε στο δρόμο, να κάνεις το χαμάλη.

  2. Διευθυντής:
    - Θέλει ο Κωστέας να του παραδώσουμε μέχρι μεθαύριο το μηχάνημα που 'χει φέρει από το πρωί για επισκευή. Λέει πως αν του το καθυστερήσουμε, θα έχει διαφυγόντα κέρδη. Πρέπει να σφιχτούμε ρε Πέτρο, να του το παραδώσουμε, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να τον έχουμε πελάτη μας. Βλέπεις, αγοράζει συνέχεια πανάκριβες μηχανές για τη δουλειά του και μας ακουμπάει τα... λεφτά. Γι' αυτό, δώσε προτεραιότητα σ' αυτό το θέμα.
    Πέτρος (υπεύθυνος τεχνικού τμήματος και φίλος του Διευθυντή):
    - Θέμα; Τι θέμα; Για ανάθεμα πρόκειται. - Γιατί;
    - Εμείς δεν έχουμε την απαιτούμενη τεχνογνωσία για το πρόβλημα που έχει το μηχάνημά του, οπότε πρέπει να στείλουμε το μηχάνημα στο εξωτερικό. Και το μηχάνημα θα το πάρουμε του Αγίου Πούτσου. Από την άλλη βέβαια, τι να εξηγήσεις στον Κωστέα, όταν οι πωλητές μας, προκειμένου να του το πουλήσουν, του υποσχέθηκαν λαγούς με πετραχήλια. Tουλάστιχον να 'χαμε καμιά βδομάδα χρόνο, μήπως και κάτι καταφέρναμε. Έχουμε ρε γαμώτο κι άλλες δουλειές υψηλής προτεραιότητας.
    - Κοίτα, χρόνος δεν υπάρχει κι αυτό το ανάθεμα αποτελεί τώρα τη σημαντικότερή μας προτεραιότητα. Ο Κωστέας είναι ο σημαντικότερος πελάτης μας. Μην το ξεχνάμε αυτό. Γι' αυτό, πάρε τηλέφωνο την προμηθεύτρια εταιρεία στο εξωτερικό και ακόλουθα βήμα βήμα τις οδηγίες που θα σου δώσουν, μήπως και τα καταφέρουμε. Αν είναι να χάνουμε τέτοιους πελάτες... την κάτσαμε τη βάρκα.

  3. Ο Πέτρος, ο άνδρας της Βέρας (βλ. παράδειγμα) είναι μόνιμα καρφωμένος στην τηλεόραση, παρακολουθώντας ειδήσεις. Πέτρος:
    - Βέρα, έχουμε πήξει στα σκάνδαλα. Κάθε θέμα και ένα ανάθεμα!
    Βέρα:
    - Ρε ηλίθιε, ξεκόλλα απ' το χαζοκούτι, γαμώ την αγανάκτησή μου. Για να παρακολουθείς και να ξαναπαρακολουθείς τα ίδια και τα ίδια, ένα θεματάκι που σου 'χα αναθέσει, ανάθεμα το κατάντησες. Ανάθεμά σε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο του «μπέρδεψα τη γλώσσα μου», με αυτοσαρκαστική διάθεση.

Το ουσιαστικό / αντικείμενο γίνεται ρήμα (γλώσσα > γλώσσεψα) και το ρήμα μετατρέπεται σε ουσιαστικό (μπέρδεψα > μπέρδα) και παίρνει θέση αντικειμένου στην πρόταση.

  1. Έτσι τονίζονται πιο εμφανώς τα λεκτικά λάθη στον προφορικό λόγο, όταν αλλοιώνουμε την εκφορά ή τον γραμματικό τύπο μιας σχετικά δυσπρόφερτης λέξης. Ή αλλοιώνουμε όλη την πρόταση, λόγω της βιασύνης να πούμε κάτι. Κοινώς, τα κάνουμε κουλουβάχατα. Έχει και το στοιχείο της «γλώσσας λανθάνουσας», βέβαια.

Απαντάται στις εφηβικές-νεανικές ηλικίες, όπου η γλώσσα / εκφραστικότητα δεν έχει φτάσει στην ωριμότητά της (αυτό γίνεται μετά τα 22 χρόνια και συνεχίζει ισόβια. Στα γερατειά, βέβαια, έχουμε άλλα προβλήματα…).

Το σκεπτικό της χρήσης του: «Γλώσσεψα την μπέρδα μου» είναι ότι είμαι σε θέση να πειραματίζομαι με την γλώσσα μου (ελληνικά), το οποίο μου δίνει ικανοποίηση / αυτοπεποίθηση.

Το θέμα είναι όμως, ότι με το να προκαταλαμβάνουμε τον συνομιλητή με την υπερβολική αντίδραση που συνάδει το «γλώσσεψα την μπέρδα μου», η επικοινωνία διακόπτεται. Ο άλλος δεν μπορεί να μας παρακολουθήσει.

Λέγεται επίσης:

  1. Όταν αντιμετωπίζουμε μια άγνωστη και δυσπρόφερτη λέξη ή πρόταση ή γλωσσοδέτη, όπου πραγματικά κουραζόμαστε μέχρι να την προφέρουμε σωστά.

  2. Η φράση βρίσκει εφαρμογή και στα λάθη πληκτρολόγησης.

  1. Γύρισα στη φίλη μου για να τη ρωτήσω τι παπούτσια πάνε με φούστα, αλλά γλώσσεψα την μπέρδα μου και φαντάζεστε! Τη ρώτησα «Τι φαστούνια πάνε με την π... τσα ...
    (= λεκτικό μπέρδεμα και φανέρωμα των σκέψεων του ομιλητή, δηλ. γλώσσα λανθάνουσα)

  2. - Αλλά, βρε συ, πιο ευκολοδιάβαστο όνομα δε μπορούσες να βρεις από το kirighdrai... εδώ και ώρα δε βγάζω άκρη... γλώσσεψα τη μπέρδα μου. (=γλωσσοδέτης)

  3. - Ωπαία τα λες! (=αντί: Ωραία τα λες!, λάθος πληκτρολόγηση)
    - Ουπς, γλώσσεψα την μπέρδα μου.

βλ. και χασίστες και φουντικοί, φρόας τας σένας, μουνάς, γελάκι...., καθώς και τα εκάστοτε σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίστα αυτή αποτελεί μικρό συμπλήρωμα του ανύπαρκτου λεξικού που ανάρτησε ο χρήστης acg. Δεδομένου ότι το φαινόμενο Miesens είναι πραγματικά απύθμενο, κρίνεται αναπόφευκτη την ανάγκη και για γ’ τόμο!

  • Μαύρα μιζάνυχτα, τα: έχουν όσοι δεν συμμετέχουν στο πάρτι αυτό!
  • Μιζαλίνα, η: η Μάτα Χάρη που χρηματίζεται εκατέρωθεν.
  • Μιζαλλόδοξος, ο: αυτός που δεν έχει πρόβλημα να χρηματίσει ή να χρηματιστεί σε διεθνές περιβάλλον.
  • Μιζεγγύηση, η: ειδική μορφή παρακαταθήκης, κατά την οποία πράγμα κινητό ή ακίνητο διεκδικούμενο παραδίνεται ανεπιστρπτί σε τρίτον (τον μιζεγγυητή) για διεκπεραίωση «εκκρεμών υποθέσεων».
  • Μιζέλληνας, ο: ο Έλληνας που χρηματίζεται και χρηματίζει.
  • Μιζθοδοσία, η: οι μηνιαίες αποδοχές πολιτικών όλων των κομμάτων από την Siemens.
  • Μιζοαστός, ο: το τυπικό κοινωνικό προφίλ του χρηματιζόμενου.
  • Μιζογειακά Προγράμματα, τα: κοινοτικά προγράμματα με χοντρό παραδάκι.
  • Το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο; : απορία αυτού που είτε λόγω ηθικών αναστολών είτε λόγω ανικανότητας δεν άρμεξε το σύστημα στο έπακρον.
  • Μιζογύνης, ο: αυτός που χρησιμοποιεί την θέση του σαν μοχλό για σεξουαλική ικανοποίηση με υφιστάμενες σου.
  • Μιζοξενία, η: Βλ. μιζαλλόδοξος
  • Μιζοτάκι, το: η κοτόσουπα στα γιαπωνέζικα. Εκ των miso (ζωμός) και take (κότα).
  • Μιζοτοιχία, η: συνέργειες πλουτισμού ανάμεσα σε τμήματα ιδιωτικής ή δημόσιας επιχείρησης, το αντίθετο των «σινικών τοίχων»
  • Ο Μιζτικός Δείπνος, ο: ακα το μεγάλο φαγοπότι
  • Πολιορκία του Μιζολογγίου, η: Η παρατεταμένη πολιτικοοικονομική μας κατάσταση τα τελευταία 30 και πλέον έτη.

- Είχα μαύρα μιζάνυχτα ότι για να χειρουργηθεί η φουκαριάρα η σλανγκομούnα μου έπρεπε να βάλω το σπίτι μου μιζεγγύηση στην μιζαλίνα μεγαλογιατρό!

- Ο τυπικός μιζοαστός μιζέλληνας δεν είναι καθόλου μιζαλλόδοξος! Δέχεται μιζοξενία από κάθε φυλή του Ισραήλ εν μέσω πολιορκίας του μιζολογγίου!

- Ο Krokus ήταν πρώτα στην μιζοδοσία της Ανατολικής Γερμανίας και μετά της Miesens!

- Κατά τον μιζτικό δείπνο, πολλοί αναρωτήθηκαν εάν το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο. Αυτά είναι ψευδοδιλλήματα είπε ο μεγάλος, φάτε μπόλικο μιζοτάκι να συνέλθετε γιατί έπονται και μιζογειακά προγράμματα!

Όταν η Τσέκου επισήμανε στον μιζογύνη Ζαχόπουλο για την ύπαρξη βίντεο, αυτός τραγούδησε πικρά: «Αχ ρε παλιο-μιζοφόρια τι τραβάν για σας τα’ αγόρια!»

- Οι μιζοτοιχίες επιτρέπουν στο τμήμα ανάλυσης της χρηματιστηριακής να πληρώνεται από τις εταιρείες που αναλύει!

Ο Μιζτικός Δείπνος (από Vrastaman, 25/03/09)(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified