Further tags

Η κατάσταση σαπίλας, σήψης, αποσύνθεσης. Προκύπτει απ' το σαπίζω και την κατάληξη ing του αγγλικού γερούνδιου. Στα αγγλικά θα γραφόταν sapping.

Το σάπινγκ ενδείκνυται σε βαθείς καναπέδες και πολυθρόνες, με τη βοήθεια παιχνιδομηχανών και ελαφρών ναρκωτικών (μπάφοι). Κατά τα προχωρημένα στάδια του σάπινγκ ο εγκέφαλος υπολειτουργεί και όλα είναι αστεία και προκαλούν τον γέλωτα.

- Τι θα κάνετε απόψε;
- Μάλλον για σάπινγκ εδώ σπίτι λέμε. Έχουμε ψωνίσει κτλ, οπότε κομπλέ. Δε φέρνεις κι εσύ το pro evo να γίνει σωστή η φάση;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διεθνές, large, εναλλακτικό τοπωνύμιο του Lεκανοπεδίου Αττικής. Προφέρεται φυσικά Ελέι.

- Από που 'σαι ρε φιλαράκ' εσύ; - LA μάγκα μου... - Πιο συγκεκριμένα; - Μπουρνάζ' δικέ μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το ήμισυ λατινογενής φράση, αφού συντίθεται από το ελληνικό «σαύρα» και το ιταλικό «ραγκάτσα», που σημαίνει κοπέλα.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποια κοπέλα είναι πολύ άσχημη.

(εμπνευσμένο από πραγματικό διάλογο σε 5ήμερη εκδρομή λυκείου των Νοτίων Προαστείων)
Αγόρι σε μια κοπέλα γυρισμένη πλάτη αλλά με ωραίο σώμα: -Bella ragazza! (=ωραία κοπέλα)
Το ίδιο αγόρι όταν η κοπέλα γύρισε: -Α!(επιφώνημα φρίκης), σαύρα ραγκάτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλακεία + μαλακία.

- Άσε φιλάρα, ξέχασα να πληρώσω το λογαριασμό της ΔΕΗ πού 'ληγε σήμερα!!!
- Βαλακεία μεγάλε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέρος όπου συχνάζουν με τις ώρες τα starbuckακια.

- Πού θα πάμε για καφέ;
- Πάμε στην starbuckούπολη να βρούμε και τους άλλους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπινελίκωμα με μάνες. Θεωρείται το ύψιστο στάδιο ύβρεως προς κάποιον, γι' αυτό κι επιστρατεύεται σε περιπτώσεις εξέχουσας προστριβής. Χρησιμοποιείται προσεκτικά.

ΟΚ ρε φίλε, ντάξ'. Τελευταία φορά όμως. Την επόμενη θα τον αρχίσω στο μάνογουορ και δεν τον σώζει τίποτα και κανένας!

Manowar, Manowar, livin\' on the road... (από Cunning Linguist, 05/05/09)(από xalikoutis, 31/01/15)

Δες και αστοδιάλογος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τελείως φαλάκρας. Ο γλόμπος. El globo στα λατινικά.

- Πώς έγινες έτσι ρε βλάκα;! Χαχαχ...
- Μου κόλλησαν τσίχλα στα μαλλιά και τα πήρα όλα γουλί. Δε γινόταν αλλιώς. Ελ γλόμπο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ δυνατό κλιματιστικό, αυτό που δημιουργεί πολικό κλίμα. Προέρχεται απο την αρκούδα και το air-condition, σε σύμπτυξη.

- Είχε βάλει στο αμάξι το αρκουδίσιον στο φουλ, ο μπαγλαμάς, και το δαγκώσαμε μέχρι να φτάσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στραβάδι, ο γκαβός, ο τυφλοτσόγκας αυτός που δε βλέπει την τύφλα του.

Προκύπτει απ' τον γνωστό ποιητή Νίκο Καββαδία:
γκαβός + Καββαδίας = γκαβαδίας

-Θα μας σκοτώσεις ρε γκαβαδία; Το κόκκινο δεν το βλέπεις;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως μουνί καπέλο, μουνί καλλιγραφία, ή σκέτο μουνί, για να εκφράσει την κακή κατάσταση ή εμφάνιση ενός αντικειμένου ή μιας φάσης.

Προκύπτει απ' τον ομώνυμο προπονητή του Παναθηναϊκού. Ο όρος έκανε την εμφάνισή του στο δεύτερο μισό του 2006 κι έκτοτε η χρήση του έχει γνωρίσει ευρεία αποδοχή.

-Έχεις καμιά μπλούζα ν' αλλάξω γιατί έβρεχε όπως βλέπεις κι έγινα μουνιόθ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified