Συνουσιάζομαι έτσι και έτσι, χωρίς ιδιαίτερη όρεξη.

Χρησιμοποιείται όταν ο μπήχτης βάζει από υποχρέωση, απλά και μόνο επειδή του ζητείται από την δικιά του, χωρίς ο ίδιος να γουστάρει εκείνη τη χρονική στιγμή.

Ο βάζων ντεμί συνήθως δεν ολοκληρώνει τη συνουσία, αφήνοντας το μωρό του ντεμί-ικανοποιημένη.

- Πώς πάει ρε, διαβάζεις καθόλου για τις εξετάσεις;
- Ε προσπαθώ, αλλά έχω και τη δικιά μου που θέλει όλο κόλπα και δεν προλαβαίνω, τι να κάνω δεν ξέρω, άσ' τα.
- Θα σου πω εγώ ρε. Βάλε ντεμί και διάβασε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περί βίτσ(ι)ου και βίτσας:

«Στο καινούριο κατωγάκι θε να πέσει ματσουκάκι» (δημώδες).

Είναι μια νεοεισαχθείσα εν Ελλάδι αμαρτία – κακή συνήθεια (= vizio βλ. σχόλια σε λήμμα αυταρχικό), βαρυτέρα και αυτής της προσφιλούς ανασκαφής ρινός.

Ήτοι, πληρώνει ο φιλήδονος πελάτης την ιερόδουλον, ίνα αύτη υποκριθή την dominatrix (αφέντρα) ειδικών προς τούτο ιμπλεμέντων, χρησαμένη (δερμάτινες φόρμες, μαστίγια, κελεψέδες, σοπάκια, μαχαίρια-μπεγλέρια και δε συμμαζεύεται). Συνήθως τον καθηλώνει και αναλαμβάνει πάσαν πρωτοβουλίαν. Κατόπιν τον βαράει κι αυτός ευφραίνεται.
Αυτό ειν’ όλο.

Να μην συγχέεται με την παντούφλα που τρώγει κανένα έγγαμο κακαντράκι από την τρίφυλλη ντουλάπα-συμβίαν του, διότι αμφισβητείται αν ούτος το απολαμβάνει (συνήθως άνοιξε ο τάλας μαγαζάκι με την προίκα της και τον έχει σήκω-κάτσε)!

Δεδομένου ότι πρόκειται για το κατ’ εξοχήν vice anglais (το άλλο είναι ο παρενδυτικός ανδρογυνισμός), ας αποκοτήσωμεν ερμηνείαν τινά, μετά φόβου Αλλάχ και πίστεως:

Οι Εγγλέζοι και οι αυτούς πιθηκίζοντες παρελκόμενοι Αμερικανοί (ιδίως εν Βοστώνη και πέριξ), συνήθιζαν άχρι πρότινος την σωματικήν τιμωρίαν (corporal punishment – ή επί το βικτωριανώς ηθικώτερον chastising) εις τα αριστοκρατικά σχολεία και κολλέγια, ώστε να επιτύχωσιν την τελείαν υποταγήν – πειθαρχίαν των φοιτούντων προς τους διδασκάλους των (βλ. εποικοδομητικήν κωλοχτύπα εις ταινίαν «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών»).
Άρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει σου λέει...

Δεν είναι τυχαίον, ότι μόνον εις τα πολυτελή εκπαιδευτήρια (τουλάχιστον της Αλβιόνος) επετρέπετο το ξυλοφόρτωμα ταις ευλογίαις των γονέων και κηδεμόνων, ενώ εις τα δημόσια σχολεία απηγορεύθη προ αιώνος δίκην προόδου (άσε μη μας πελεκήσει κανας αρκουδόμαγκας φάδερ).

Βεβαίως, αν αναλογισθή τις τους αυτοφραγγελιαζομένους καλογήρους του Μεσαίωνος, αλλά και κάτι ζουρλούς εν Άπω Ανατολή μιμουμένους το μαρτύριον του Κυρίου (πού το είδαν;), η υποτιθεμένη σωματική τιμωρία δεν στερείται ποιας τινός ηδονικότητος.

Τώρα, εις την ζωηράν συζήτησιν μέχρι ποίου αποδεκτού νοητού σημείου αφικνείται η συναίνεσις του θύματος, καινάς απόψεις εκόμισεν ο γνωστός unilateraliste Μαρκήσιος.

Ειδικώτερα, το caning (μπαστούνισμα) δεν χαροποιεί άπαντας τους δέκτας του. Χαρακτηριστικόν είναι το ανέκδοτον με το Ναστραδίν Χότζα:

[I]Ο Χότζας, παρότι ιερωμένος ήτο τζόρας και κρασοπατέρας. Κάποτε συνελήφθη επ’ αυτοφώρω εις καπηλείον και ωδηγήθη εις το μπουντρούμι, όπου τον ανέμενεν η τιμωρία, διά 40 ραβδισμών (μπορεί και να πέθαινες)...
Ο υπερήλιξ Χότζας ανεύρε τον δήμιόν του και του επάσαρεν 40 λίρας ίνα τον κτυπήση ελαφρώς αλλά μετά προσποιητής σφοδρότητος, άλλως δεν θα την έβγαζεν καθαρά. Μετρά λοιπόν τον παρά «μπιρ-ικι...» (ένα-δυο...) κλπ και φθάσας εις την τεσσαρακοστήν λίραν την εκοπάνησεν (ντάν!) εις την χείραν του δημίου. Απορήσαντος δε του τελευταίου, απήντησεν «για να καταλάβεις τί παίρνεις τζάνουμ»!
Τηρών τα συμπεφωνηθέντα, ο δήμιος έβαζεν δήθεν ζόρι εις τα -ελαφρά ώσπερ πούπουλον- κτυπήματα, ο δε Χότζας εψεύδετο βογγολογών. Την τεσσαρακοστή ξυλιά όμως, κατέφερεν ο δήμιος μεθ’ υπερβάλλοντος ζήλου επί της γηραλέας σπάλας του Χότζα, όστις εβέλαξεν από το άλγος.
Κατόπιν, ο Χότζας επετίμησεν δριμύως τον δήμιον, ερωτών περί της σκοπιμότητος της εσχάτης ξυλιάς και αναζητών την επιστροφήν του παρά του, αφού ο δήμιος δεν ετήρησεν την σύμβασιν. Ο δήμιος εξήγησεν «για να καταλάβεις τί γλίτωσες τζάνουμ»![/I]

Ο Charles J.H. Dickens, περιγράφει τα βικτωριανά σχολεία με ζοφερά χρώματα στο Nicholas Nickleby. Ο καψερός ο Smike έτρωγε καθημερινώς «παρά μια τεσσαράκοντα»... Όλως προσφάτως (1970’ς), μήτηρ Αγγλίς προσέφυγεν εις το Ευρωπαϊκόν Δικαστήριον Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ότε επληροφορήθη ότι ο κανακάρης της εμάζεψεν καμπόσες εις το ιδιωτικόν σχολείον όπου αύτη έσκαγε το παραδάκι αβέρτα και ντάγκα της «για να γίνει άνθρωπος» και, κατόπιν των καθοριστικών αποφάσεων Tyrer v. UK (1978) 2 EHRR 1, Costello-Roberts v. UK (1995) 19 EHRR και A v. UK (1999) 27 EHRR 611, η μπάτσα κατηργήθη οριστικώς απανταχού εις την επικρατείαν των Νήσων.
Βλέπω μετά λύπης τας αφέντρας της Αλβιόνος να βγαίνουν στη ζητιανιά...

Η πειθαρχία (εν προκειμένω δια ροπάλου) είναι ίδιον των ανθρώπων και εθνών εξουσίας και μανθάνεται συστηματικώς εξ απαλών ονύχων και διαφέρει από το random καταχέρισμα των παιδιών και καπάκι συγχώρεση – κακομάθημα (δηλ. «να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω μέλι»). Ωστόσο, διαφωνώ κάθετα και με τα δυο.

Περί του πλέγματος σωματικός πόνος – καθυπόταξη – μύηση κλπ, ας λάβη τον κόπον ο αναγνώστης να τσεκάρη το λήμμα η παρθενιά της γυναίκας είναι από κώλο.

Εν Τουρκία, ενώ τα παιδόπουλα έχουν τη φάπα για προσφάι, το στυλιάρι δεν συνηθίζεται εις τα χαμαιτυπεία, αφού επεμβαίνει δυναμικά το Μπαϊράμι βάις που δεν επιτρέπει τέτοιες ξετσιπωσές.

Εν Ελλάδι καίτοι υφίσταται προηγούμενον του πατροπαράδοτου κατακεφαλιάσματος (έως και υποβολής εις το μαρτύριον του φάλαγγος παλαιότερα!) της μαθητιώσας νεολαίας (βλ. πατέρα παραδόντα τσόγλανον προς δάσκαλον: «Το κρέας δικό σου – τα κόκκαλα δικά μου» καθώς και της μεταμοντεσσοριανής σφαλιάρας «για να μάθεις!» κλπ), διατηρώ την εντύπωσιν ότι ελαχίστους θιασώτας του fem(-inine) dom(-ination) δύναται να εύρει τις εις την ημεδαπήν.

Η φυσική σειρά των συναισθημάτων επιτάσσει πρώτα να έρχεται ο πόνος και ύστερα η ηδονή. Ας μοι επιτραπεί ωστόσο, να συμπληρώσω ότι ακολουθεί η μελαγχολία. Οι νεοέλληνες, ουδέποτε εδιδάχθησαν την πειθαρχία και αποφεύγουν τον πόνο...

(Αφιερούται τω Οπτώ ανδρί).

- Ρε συ, τί λέει παίρνουμε τηλεφωνάκι να’ ρθει κανά γκομενάκι να γουστάρουμε;
- Μέσα! Για διάβαζε αγγελία!
- Μμμμ... αβάδιστα, αβασάνιστα, αυταρχικό...
- Τί είναι τούτο ρε;
- Καλά ρε πού ζεις; Να, αυτές που κάνουνε την αφέντρα. Βάζουνε στολές και μετά σε δέρνουνε με το μαστίγιο και τέτοια...
- Τί λε ρε φίλο; Να πληρώσω και να με βαράει η γκόμενα; Δηλαδή τί θα γίνει αν δεν πληρώσεις καθόλου;
- Τότε σε βαράει ο τζες της...
- Να μένει το βύσσινο! Πιπούλα κι άγιος ο Θεός! Για ψάξε στο «πι»...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικάνικη έκφραση που χρησιμοποιείται για να ορίσει μια κατηγορία σεξουαλικής σχέσης μεταξύ δύο (ενδεχομένως και περισσότερων, δε μπορώ να το πω αυτό με βεβαιότητα) ανθρώπων.

Οι «friends with benefits» είναι οι φίλοι, οι οποίοι κάνουν σεξ. Οι λόγοι ποικίλλουν: είτε δεν έχουν γκόμενο/α, είτε γενικά δεν κάνουν σεξ πολύ καιρό οπότε παρηγοριούνται σεξουαλικά στον ώμο -ή όπου αλλού- του φίλου τους, είτε το σεξ είναι εξαιρετικό -οπότε γιατί να το κοψείς, κλπ κλπ κλπ... Εδώ, πρέπει αν τονιστεί πως σε αυτή τη μορφή σχέσης, το σημαντικότερο στοιχείο είναι η φιλία: οι friends with benefits είναι πρωτίστως φίλοι (διόλου τυχαίο που στον εν λόγω όρο πρώτη λέξη είναι το «friends») και μετά σεξουαλικοί παρτενέρς.

Σε αυτή τη μορφή σχέσης, όπως και σε άλλες ανάλογες -ως προς την προχειρότητα- δεν υπάρχει φυσικά αποκλειστικότητα και οι φίλοι μπορούν να κάνουν σεξ και με άλλους -φίλους ή μη.

Δε θα έπρεπε να μπερδεύεται ως προς το περιεχόμενό του ο όρος αυτός με το «fuck buddies», μιας και οι τελευταίοι δεν είναι φίλοι, απλώς πηδιούνται περιστασιακά: οι friends with benefits θα πάνε την άλλη μέρα για καφέ∙ οι fuck buddies, όχι.

Το σεξ με τη Λίλιαν* ήταν εξαιρετικό, οπότε αν και θέλουμε να παραμείνουμε φίλοι, αποφασίσαμε να βρισκόμαστε που και που και να την κάνω να λέει τον Δεσπότη Τζέσικα.

*αντιλήφθηκα πως εδω μέσα η Λίλιαν είναι το κατ' εξοχήν παράδειγμά σας σε ο,τιδηπότε σχετίζεται με σεξ, οπότε το δανείζομαι -συγχωρέστε με για το θράσος μου.

(από Vrastaman, 29/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αριστεροφιλελές, αναρχοφιλελές

Εναλλακτικές ταμπέλες για τους φιλελέφτ.

Πρόκειται για συνομοταξία φιλελέδων με αριστερές ανησυχίες (αντικληρικοί, ελευθεριακοί, διεθνιστές, φουντικοί, φίλοι των ΛΟΑΤ) και δεξιές τσέπες (υπέρμαχοι του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ιδιωτικής περιουσίας, πολέμιοι του κολεκτιβισμού και σφόδρα αντικρά). Προξενούν αποτροπιασμό σε κάθε συντηρητικό, δεξιό τε και αριστερό.

Αριστεροφιλελέδες ή αναρχοφιλελέδες θα βρείτε εκεί που γαμιένται τα αναρχίδια με τσι βλαχοφιλελέρες.

Libertarian anarchists που λένε και στο χωριό μου.

1.
Δεν ήμουν ποτε ΣΥΡΙΖΑ! Κινούμαι στο χωρο της αριστεροκεντροδεξιάς! Είμαι αυτό που λέμε Αριστεροφιλελές!

2.

Σέβομαι την Ορθόδοξη παράδοση ως συγκροτητική της εθνοκρατικής υπόστασης και με αηδιάζουν οι αριστεροφιλελέ φραστικές χυδαιότητες κατά των ''τραγοπαπάδων'', του ''παπαδαριού'' κλπ.
(από το φουμπού)

3.
Ο αναρχοφιλελές παππούς κυνηγά την κοπέλα-κορμοράνο!

4.
Φιλελευθερισμος ή φορομπηξια εγραφε ενας αναρχοφιλελες σε τοιχο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δέον, απλώς, να επισημανθεί ότι δίπλα σε όλες τις πάμπολλες φαλλοκρατικές χρήσεις του γαμάω, χρησιμοποιείται πλέον και από (συμβατικά λεγόμενες/ους) «ερωμένες» και «ερωμένους» για να σημάνει ότι γαμάνε τον εραστή τους από την πλευρά του/ της ερωμένου/ης, που δεν είναι όμως καθόλου ένας παθητικός ρόλος, όπως θα ήθελαν να μας κάνουν να πιστέψουμε κάποιες γλωσσικές προκαταλήψεις. Δεν φιλοσοφώ άλλο περί του θέματος, καθώς τα γράφει εξαιρετικά ο σλάνγκαρχος Λύο Καλοβυρνάς εδώ. Αξίζει πάντως η διερώτηση κατά πόσον η κορεκτιλάτη αυτή χρήση νέας κοπής μας ήρθε από τα αγγλικάνικα (το to fuck που χρησιμοποιείται και από τον/την ερώμενο/η), αν συνδέεται με θήλεα νέας κοπής που ρίχνουν δυο μουνιά φού και φού, με υφισταμένους που πέτυχαν να ανέλθουν στην επαγγελματική ιεραρχία βρίσκοντας την σωστή απάντηση στο προαιώνιο ερώτημα ποιον πρέπει να γαμήσω κ.τ.ό.

- Και της είχε πει της Καυλάουρας το Λίλιαν να μην γαμήσει τον Μένιο από το πρώτο ραντεβού, αλλά πού αυτή! Μες στην καύλα της, τον γάμησε τρεις φορές, και το άλλο πρωί μόλις ξυπνήσανε τού 'ριξε κι από πάνω άλλο ένα μουνί.

Από το άρθρο του Λύο στο Πρόταγκον (από Khan, 01/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Νεολογισμός που σχηματίζεται από την αγγλική λέξη straight (εξελλην. στρέιτ) -> άμεσος, ευθύς, κατευθείαν, συν την κατάληξη -άδικος, και που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. (Μουσ.) Ρυθμός, ή σύνθεση, ή τρόπος παιξίματος μουσικού κομματιού (ασχέτως οργάνου) που χαρακτηρίζεται από ευθύτητα και αμεσότητα κατά τη σύλληψη και την εκτέλεση, που δεν εμπεριέχει περίτεχνα ή περίεργα γυρίσματα ή σπασίματα αλλά εξελίσσεται ευθύγραμμα και χαρακτηριστικά του μουσικού ιδιώματος στο οποίο ανήκει.

Ως στρεϊτάδικος δε χαρακτηρίζεται και ο ήχος μουσικού οργάνου που δεν περιλαμβάνει επεξεργασία, αλλά που είναι άμεσος και για μία ακόμη φορά χαρακτηριστικός του εκάστοτε μουσικού ιδιώματος (βλ. και καρφί).

  1. Ως στρεϊτάδικο αποκαλείται και ο χώρος ή το μέρος στο οποίο συχνάζουν άτομα ετεροφυλοφιλικών σεξουαλικών προτιμήσεων (βλ. στρέιτ).

  2. Ως στρεϊτάδες αποκαλούνται τόσο οι ετεροφυλόφιλοι σεξουαλικά άντρες (δεν συνηθίζεται ο χαρακτηρισμός στις ετεροφυλόφιλες γυναίκες), αλλά ακόμη περισσότερο οι θιασώτες της ιδεολογίας straight-edge ή στρέιτ-ετζ, στρέιτετζ.

(Όσον αφορά το μουσικό σκέλος του ορισμού, η διαδικτυακή έρευνα δυστυχώς δεν είχε αποτελέσματα. Οποιοσδήποτε γνωρίζει και μπορεί να συνεισφέρει για την τεκμηρίωση, ας τ' αναφέρει στα σχόλια. Πάντως, ο συντάκτης του παρόντος ακούει και χρησιμοποιεί το λήμμα με τον συγκεκριμένο ορισμό εδώ και χρόνια).

  1. «Έχεις λαλήσει εντελώς», τον ρώτησε ο Mike. «Πήγες να ψωνιστείς και να παίξεις σε redneck στρεϊτάδικο; Και στο δρόμο, οδηγώντας; Θα σε σκοτώσουν ή θα σε μαντρώσουν». (Εδώ)

  2. Μπαίνω σε σεσημασμένο στρειτάδικο. Ο Μάκης επιμένει ότι πέρυσι είδε «και κάτι τρελές» και ότι «δεν χρειάζεται να κάνεις παρέλαση. Είμαι αντίθετος με τον όρο γκέι, πιστεύω σ’ αυτά που προστάζει η φύση». Μα κι αυτό, προσταγή της φύσης δεν είναι; τον ρωτάω. Επιμένει. Ο Θάνος εργάζεται σε στρατιωτική υπηρεσία: «Δεν πιστεύω γενικά στις διαδηλώσεις. Πιο αποτελεσματικό θα ήταν ένα ψήφισμα». Πώς φαίνεται το επάγγελμα! (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι πλέον γνωστό τοις πάσοι το λογοτεχνικό έργο «Αι πεντήκοντα αποχρώσεις του χρώματος γκρί», έργο ύμνος εις τον διαστροφικό έρωτα και το ξυλοφόρτωμα των γυναικών. Ο κεντρικός ήρως λοιπόν, αναφέρει εις την συμβίαν του (αφού δεν έχει αποθάνει από το ξυλοφόρτωμα και ημπορεί αν τον ακούει ακόμη) ότι η ψυχικήν του κατάστασις χαρακτηρίζετο και ως «»fucked up« κοινώς γεγάμικέ τα ή άστα να πάνε και μάλιστα οριοθετεί και την έντασις τοιαύτης κατάστασις. . Άθελά του λοιπόν, ο εν γυναικείο κοινό Ντοριάνος Γκραίιος (Dorian Gray) ήπλασε μία νέα λέξη, δια της οποίας χαρακτηρίζεται τόσο η ιδιότητα του »fucked-up« όσο και η έντασις δια το πόσον »fucked-up« είναι κάποιος. Ούτη ελληνοποιημένη λέξη είναι: fucked-up-αλίκι, ή αλλιώς: φακταπαλίκι.

Επίμετρο: Αποτελεί άξιον απορίας διατί αι γυναίκαι προτιμούν άνδρες με φακταπαλίκι μεγίστου βαθμού αντί φυσιολογικόν ανθρώπων, αλλά δυστυχώς ο Φροϊντ δεν ευβρίσκεται ανάμεσά μας ίνα απαντήσει. Οξύμωρον σχήμα: όσο πιο fucked-up τόσο καλλίτερος...

Ευτέρπη: «Μα πες μου Φαίδων, εις τι αρέσκεσαι στον έρωτα;»
Φαίδων: «Μα εις γνωστά φακταπαλίκια: Ξυλοδαρμός μετά μαστιγίου και ράβδου καθώς και χρήσι χειροπέδων!»
Ευτερπη: Έκτακτα λέγω!

Got a better definition? Add it!

Published

«Αριστερό» σερφάρισμα ή ποντίκωμα αποκαλείται ο on-line αυνανισμός, το να πλοηγείσαι δηλαδή στο διαδίκτυο με το αριστερό σου χέρι, καθώς το δεξί ψυχαγωγεί τον μπαργαλάτσο.

Πρόκειται για Ελληνική απόδοση των left-hand surfing και left-hand mousing.

Βαγγέλης: Γιο, πάμε για κανά μπυρόνι;

Πέρι: Έχω ραντεβού για αριστερό ποντίκωμα με το Kitty_Darling69 που γνώρισα στο πεηντάρ.gr

Βαγγέλης: Έχει πιξελιάσει το μουνί σου στο cyber-φραπέ, ρε πστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όχι, δεν αναφέρεται στο χαμόγελο της Colgate αλλά στην τρελή μόδα των γκουρού του γάμα σούφρα: την λεύκανση της κωλοτρυπίδας (εκ του αγγλικού anal bleaching).

Ως γνωστόν, οι σούφρες δυο κατευθύνσεων μοιραίως θα χάσουν την ροδαλή τους φρεσκάδα, αποκτώντας μια κωλοπετσωμένησκατουλί χροιά. Αναζητώντας ένα αειθαλώς άσπιλο λουκ, ορισμένες ψαγμένες πορνοστάρ των έϊτηζ πρω(κ)τοδοκίμασαν την λεύκανση με χλωρίνη και άλλες χημικές ουσίες. Στα νάϊντηζ πολλές τρέντι πρωκτικάντζες άρχισαν να το ασβεστώνουν το καλντερίμι, ενώ στα νότηζ η όλη φάση υιοθετήθηκε με ενθουσιασμό από τις πλατιές μάζες των εχόντων έφεση στο λάτιν.

Οι περισσότεροι μάθαμε για την λεύκανση από το έργο Brüno του ανύπαρκτου εχθρού της Ορθοδοξίας Sasha Baron Coen. Στην ψωρογιώργαινα, όλο και περισσότερα ινστιτούτα αισθητικής προσφέρουν τοιαύτες υπηρεσίες.

- Απαιτούνται συνεχή ξεκολιάσματα και για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να γίνει μαύρος.
- …δεν καταλαβαίνω γιατί τέτοιος ρατσισμός;;; Τι σημασία έχει το χρώμα του δέρματος;
- Δεν είναι θέμα ρατσισμού, είναι θέμα αισθητικής. Όπως τα υγιή δόντια είναι άσπρα και κάνεις λεύκανση για να το πετύχεις, έτσι και η υγιής σούφρα είναι άσπρη (…) που με ένα blacklight διευκολύνει τις όπισθεν σεξουαλικές συνευρέσεις, ακόμα και σε ένα σκοτεινό τούνελ. Εγώ είμαι υπέρ, αν και προς το παρόν δεν έχω τέτοιο ζήτημα. Στα δόντια ούτως ή άλλως έχω μασέλα.
(από εδώ)

- Ας βοηθήσει κάποιος. Τι είναι η λεύκανση πρωκτού, σε τι βοηθάει, πως γίνεται, έχει κίνδυνο;
- μωρ' δεν γαμιέσαι ν' ασπρίσεις; [σ.ς.: παραθέτει ορισμό και λυνξ του σλανγκρρρ]. Μήπως έχει αυτό το νόημα η λεύκανση πρωκτού;
- Δε νομίζω. Έχει να κάνει με το σπέρμα που ενδεχομένως να λούζεται κανείς μετά τη σεξουαλική πράξη. Υ.Γ.: Μη το πιείτε, λουστείτε.
- Άσπρος κώλος ξέξασπρος κι' απο τη «λεύκανση» ξεξασπρότερος...
(διάλογος οπισθογεμών πατρινών, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στελνω τουίτ, αλλά με την χαριτωμένη έννοια.

Πρώτος ο Τζιπάκος επισήμανε ότι το τουίτ στα ποδανά είναι τιούτ. Κι έτσι άνοιξε ο ασκός του αστειάτορα Αιόλου για κάθε λογής λολοπαίγνιο τ.:

κ.ταλ., κ.ταλ.

- Τοιούτερ: Θα κάνω νέο σόσιαλ νέτγουορκ, Gaybook. Αντί για ποσταρίσματα πουσταρίσματα, αντί για πόουκ, πουτσοσκάμπιλο...
(εδώ)

- Το τουίτ ανάποδα διαβάζεται τιούτ. Μασωνοαδερφάτο παντού. (θα το προωθήσω στην «Ελεύθερη ώρα»! ή να δοκιμάσω και «Ριζοσπάστη»;)
(εκεί)

- Αφού στην πραγματικιά ζωή δεν γελάει κανείς σας με αναγραμματισμοχιουμοράκια. Στο τοιούτερ γιατί μας πρήζουτε τους όρχεις με δαύτα;
(παραπέρα)

- τοιούτερ - το εύθυμο αδερφάκι του twitter.
(χα χα, ευθυμήσαμε πάλι)

(όλα τα παραπένω είναι τιούτ)

Τοιούτοι χαφιέδες τοιουτίζουν τιούτ σε βάρος του Κόμματος (από Vrastaman, 22/06/12)Τοιούτον τοιούτ δεν διενοήθη νους τις, ουδέ έγραψε χειρ τις, αλλά πους τις. (από σφυρίζων, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified