Μπαρ όπου βρίσκουν συντροφιά μοναχικοί τύποι... με το αζημίωτο πάντα!!!
- Ανησυχώ για τον Μπάμπη... αν δεν βρει σύντομα γκόμενα θα καταλήξει να συχνάζει σε κωλόμπαρα!!!
Μπαρ όπου βρίσκουν συντροφιά μοναχικοί τύποι... με το αζημίωτο πάντα!!!
- Ανησυχώ για τον Μπάμπη... αν δεν βρει σύντομα γκόμενα θα καταλήξει να συχνάζει σε κωλόμπαρα!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!
Κάθε χώρα της οποίας οι ηγέτες κάνουνε τσιμπούκια σε ηγέτες μεγαλύτερων και ισχυρότερων χωρών. Το βασίλειο της διεθνούς φάπας. Η μπανανία. Το βλαχοδουκάτο.
(Δυστυχώς έχω και αυτό το κοπυράιτ)
(Από την «Μπαρμπουτιέρα»:)
... Οι πολιτικάντηδες του εδώ τσιμπουκιστάν παίρνουν την στοά των Βρυξελλών να ζητήσουν οδηγίες...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η Δ.Ο.Υ.
Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία.
Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών.
Πέρασα από το ξεφραγκάδικο το πρωί και ακούμπησα τη 2η δόση του φόρου. Μας έχουν πιει το αίμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που σου αρέσει πολύ, ο φοβερός και γαμιστερός μαζί.
Αυτός που σε κάνει να φοβάσαι, ο τρομακτικός (κυριολεκτικά).
Και στις δύο σημασίες του, πρόκειται για σλανγκίζοντα όρο που χρησιμοποιείται κυρίως από κοπέλες, σχηματισμένος από το «φοβίζω», κατά το πρότυπο του «γαμιστερός» (<«γαμίζω», όπως λεγόταν κάποτε το γαμάω).
Είδα ένα θριλεράκι πολύ φοβιστερό.
Καλά, αυτό το φορεματάκι είναι φοβιστερό, φιλενάδα! Πού το ψώνισες;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ίδιο με το πιασοκωλείο, αλλά για τους γαλλόφιλους... Και κάνει και ρίμα με το μπουζουκλερί !!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φανταστικό τοπωνύμιο που έχει ως σκοπό να δηλώσει χώρα εξωτική, απομεμακρυσμένη και πάνω απ'όλα υπανάπτυκτη. Μια χώρα παράδειγμα προς αποφυγήν.
Πιθανή ετυμολογία των συνθετικών της λέξης:
Γκουαλντα-: Αναγραμματισμός του «Guadal-», όπως αυτό συναντάται στα Guadalajara, Guadalcanal),
-μπουγκ-: Μάλλον τμήμα της στερεότυπης «κραυγής αγρίων», «ούγκα-μπούγκα»
-ντάλα: Ινδοπακιστανίζουσα κατάληξη όπως στα Ζιγκουάλα, Μαντουβάλα, Kerala.
«-Κοίτα κάτι πράματα! Ο γιος της Κυραμήτσαινας τελείωσε το διδακτορικό του στη Ζαμπονοκοπτική με Ποζιτρόνια σε μόλις δύο χρόνια και τώρα έγινε λέκτορας! - Σιγά τα ωά, κι' εγώ αν ήμουνα στο πανεπιστήμιο της Γκουαλνταμπουγκντάλας θα είχα έξι πτυχία να 'ούμε».
Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.
Got a better definition? Add it!
Ζώνη μιας πόλης που προορίζεται για διασκέδαση, με απανωτά μπαράκια, κλαμπάκια, καφέ, ταβέρνες, βρωμικάδικα, πατσατζίδικα, σκυλάδικα/ γαβγάδικα, ναμαγαπάδικα, πεθαμενάδικα, γαμάδικα και ό,τι.
Η διασκεδούπολη είναι κάτι μεταξύ θεματικού πάρκου τ. Ντίσνεϊλαντ και γκέτο. Καθώς τα νέα μπαράκια ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια (αντικαπνιστικού νόμου ένεκα) και δη σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δεν υπάρχει χρόνος για να βιωθεί η ποθητή αυθεντικότητα, και η διασκεδούπολη γίνεται ένα συνονθύλευμα από πιτσιρικάδες κωλοπαιδίσκους, σου πήρα λουλούδια απ' τον Πακιστανό, τρεντόπουστες, γκεϊλλιτέχνες, συνταξιούχους ταβλομάχους και τουρίστες που συνωστίζονται όλοι στην παραλjία.
Πάσα: Jeanoir.
(εδώ).
Got a better definition? Add it!
Από τα γράμματα μέσα στη λέξη starbucks.
- Τι έγινε, τι θα κάνουμε σήμερα; - Δεν ξέρω, πάμε κανένα σού-μπού;
Got a better definition? Add it!
Το γραφείο κηδειών (καλύτερο –άποψή μου– απ’ την καταχρηστική χρήση του πεθαμενατζίδικου).
Οποιοδήποτε μέρος, μαγαζί, σημείο όπου εμπορεύεται θάνατος σε οποιαδήποτε μορφή (ντρόγκα επικίνδυνης καθαρότητας, ξίδια, μπόμπες, ψοφίμια σε βρώσιμη μορφή που δεν πέρασαν από έλεγχο –π.χ. τότε με τις τρελές αγελάδες και τις διοξίνες) αλλά και άσχημα σημεία σε δρόμους όπου γίνονται κόντρες μηχανόβιων.
- Με βοηθάς κι έχω κολλήσει;
- Τι ‘ναι;
- Να μωρέ: οργανώνω τα εγκαίνια του θανατάδικου Χάρου και Μακαρίτη γωνία.
- Και;
- Τα ‘χω κανονίσει όλα: γκοθοστυλάκι ντεκόρ με πινελιές μωβ να σπάει το μονοχρώμ, μπίο κολυβοσνάκ σε αεροστεγή πακ, στη ρεσεψιόν μια μπάμπω νίντζα με διχτυωτό, λούπα το Αι γενεαί πάσαι, αλλά δεν έχω μοτοσλόγκαν για την καρτβιζίτ.
- Το «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε» σου κάνει;
- Σαββατόβραδο στο φράγμα. Τι λες; Θα ‘χει καλά φράγκα. Κατεβαίνουν καναδυό φορτωμένα βλαχαδερά.
- Εγώ στο θανατάδικο τη μάχα δε την πάω. Τράβα ‘συ να σε γυρίσουν τέσσερις, μαλάκα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified