Selected tags

Further tags

Σύνθετη λέξη που προέρχεται απο το συνδυασμό των λέξεων τρόμπας + ρόμποκοπ.

Δηλώνει τον υπέρτατο βαθμό ηλιθιότητας και μαλακίας (βλ. και τρομπάρω). Συχνά υποψήφιος για το πολυπόθητο βραβείο Τρόμπελ.

  1. - Πήγε κι έπεσε μέσα στην πισίνα ο μαλάκας..
    - Ναι, και;
    - Ήταν άδεια..
    - Ρέ τον τρόμποκοπ

  2. (σε φανάρι πολυσύχναστου δρόμου)
    - Ρε τρόμποκοπ ξεκίνα επιτέλους! άναψε πράσινο εδώ και δύο λεπτά!

"THIS IS A PICTURE OF ROBOCOP ON A UNICORN. YOUR ARGUMENT IS INVALID." (από patsis, 06/08/11)(από patsis, 06/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος θηλυκού γένους, σταρχιδιστής και με παντελή έλλειψη της σύλληψης «υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι σε αυτόν τον κόσμο» που κυκλοφορεί με ομπρέλα την ώρα της βροχής και την κρατάει με τόσο απρόσεκτο τρόπο που στο διάβα του βγάζει μάτια περαστικών, σκίζει τα ρούχα τους, χαρακώνει τα πρόσωπά τους κλπ κλπ

- Σας παρακαλώ αγοράστε ένα στυλό, είμαι άνεργη και ο άντρας μου είναι τυφλός από τότε που τον τραυμάτισε μία ομπρελοφόνισσα, ο θεός να σας έχει καλά, ευχαριστώ, ένα στυλό ένα ευρώ!

(από provato, 31/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που προσπαθεί όλο το βράδυ να καταφέρει να ρίξει μια γκόμενα και τελικά την πάει σπίτι του, αλλά δεν το κάνουν, και την άλλη μέρα το πρωί η γκόμενα φεύγει χωρίς καμιά επαφή.

- Ρε φίλε ο Κώστας δεν την πέτσωσε χτες το βράδυ την γκόμενα! Ήταν πολύ μεθυσμένοι και κοιμήθηκαν.
- Ε και το πρωί δεν έγινε τίποτα;
- Όχι, σηκώθηκε η γκόμενα και λέει: «Τώρα που ξεμέθυσα δεν θέλω να το κάνουμε!!» - Πω φίλε, αυτός καλημεράκιας έχει γίνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι κομμάτια από καταχρήσεις, αλκοόλ, ναρκωτικά, σεξ, εθισμούς, από τα σκατά της ζωής, ο αποδιοργανωμένος, ο καμένος.

«Ρε Σοφία, γιατί πολλές γυναίκες τις τραβάει ο παρακμιακός ο άντρας ο κομμάτιας

Πρώτα πρώτα κάνουμε τον ορισμό του παρακμιακού του άντρα του κομμάτια. Είναι ο άντρας ο μαλλιάς (αν και είναι λίγο εκτός μόδας το μαλλί – μπορεί και να το κοψε τώρα- ποτέ όμως δεν έχει αφάνα ή μαλλί μπλε – αυτή είναι άλλη κατηγορία), ο χασικλής, ο νταής, ο ιππότης. Λύκειο πήγε ΣΚΥΠ, Σιβιτανίδειο, Πολυκλαδικό Πειραιά κλπ (μπορεί και στο 1ο Λύκειο Μοσχάτου αλλά χλωμό το κόβω). Φόραγε και βέρμαχτ – τον θυμάστε γιατί είχε μια μυρωδιά μαύρου γύρω τριγύρω. Αν ακόμα δε το πιάσατε πάρτε σκηνικό κινηματογραφικό: Μαλλί μαύρο μακρύ να κρύβει το μισό πρόσωπο – σόλο στην ηλεκτρική κιθάρα – ένα δάκρυ κυλά καθώς ο ήλιος δύει και η Harley ξεκουράζεται στο back ground.

(σ.ς.: Αν θέλετε να μάθετε και γιατί τραβάει τις γυναίκες, δείτε εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των ψυχαναλυτής / ψυχανάλας και γλυκανάλατος. Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα / γιαλόμα / σρίνκη / ψι.

Πάσα: Χότζας.

  1. Τι να μας πει τώρα κι ο ψυχανάλατος;

  2. ΡΕ ΟΛΟΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΑΤΕ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ «ΘΩΔΗ» ΣΑΣ ΒΓΑΖΩ ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ ΜΟΥ...ΑΝ ΕΙΧΑ! ΞΕΦΤΙΛΙΣΑΤΕ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΥΛΟΛΟϊ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΟΡΦΟΥΣ (ΑΕΙ ΣΙΧΤΙΡ) ΚΟΣΜΟΥΣ, ΤΙΣ ΜΙΣΟΤΡΙΒΕΣ-ΣΤΡΙΓΚΟ-ΣΤΡΑΒΟΠΟΔΟΥΣΕΣ- ΓΛΑΣΤΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟΦΥΛΛΑ, ΤΑ ΠΑΝΕΛ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΜΛΚΟΠΙΤΟΥΡΕΣ ΚΑΚΟ-ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΔΕΣ, ΚΥΝΗΓΟΥΣ ΧΑΖΟΚΟΥΤΟΘΕΑΣΗΣ.
    ΛΥΣΣΑΞΑΝΕ ΝΑ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑΝΟΥΝΕ! ΤΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΕΛΑΤΖΗΔΕΣ. ΕΙΔΙΚΑ ΟΙ ΨΥΧΑΝΑΛΑΤΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΟΙ.
    ΘΑ ΤΗ ΣΠΑΣΩ ΤΗΝ...42άρα LSD ΜΟΥ. (Φωνακλάς εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του σταρχιδισμός.

Παράγωγο: στομπουτσιστής.

Συνώνυμο: της ψωλής μας ο χαβάς.

Αγαπημένες ατάκες: ζμπότσομ, ζμπόυ τσομόυ / στον μπόυ τσο μόυ, ζμπούτσαμ.

  1. Το στομπουτσιστής / στομπουτσισμός με αρέσει περισσότερο (και το χρησιμοποιεί και ο Χοτζ).
    (σχόλιο αλίβε για το ζεμανφουτίδης)

  2. Καλό παιδί, δε λέω, αλλά με πεθαίνει αυτός ο στομπουτσισμός του, ο κόσμος χάνεται και δεν του καίγεται καρφάκι του μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουστεία είναι αφηρημένο ουσιαστικό, που φτιάχτηκε μάλλον κατ' αναλογία προς την πορνεία. Ο Μπάμπης φυσικά δεν το έχει ενώ το γουγλ δεν δίνει κανένα αποτέλεσμα. Εντούτοις διαβεβαιώ τους λίγους που τυχόν δεν την έχουν υπόψη τους πως δεν αποτελεί δικό μου κατασκεύασμα.

Δεν ταυτίζεται με την πουστιά, που κατέληξε να σημαίνει κυρίως πράξη προδοτική και ειδεχθή. Πράξη στην οποία, υπό Κ.Σ., μόνο μια τελειωμένη λούγκρα θα μπορούσε να προβεί, και ποτέ ένα ωθέντικ αρσενικό που φοράει παντελόνια.

Η πουστεία έχει πολύ πιο συγκεκριμένο περιεχόμενο. Είναι η κατάσταση του να είναι κάποιος πούστης / γκέϊ / αδερφή / λούγκρα. Ειδικότερα, κατ' αναλογία προς την πορνεία, η πουστεία νοείται ως οιονεί επαγγελματική δραστηριότητα, ένα μέσο βιοπορισμού για κίναιδους.

Η αρχαιόπρεπη κατάληξη -εία προσδίδει μια ψιλοεπισημότητα στο λόγο, ο οποίος έτσι καταφέρνει ενίοτε να γίνει πολύ πιο δηκτικός απ' όταν μεταχειρίζεται καθαρόαιμες αγοραίες εκφράσεις. Κλασικό παράδειγμα είναι ο ευφημισμός τιμημένο, που υπο προϋποθέσεις μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη αίσθηση απο το χιλιοειπωμένο γαμημένο.

Ο όρος πουστεία χρησιμοποιείται κατά κανόνα σε πλαίσια γενικολογίας, δίχως να εστιάζει σε συγκεκριμένα πρόσωπα.

- Η κοινωνία πάει κατά διαόλου, δε βλέπεις πως εξαπλώνεται η πουστεία στους νέους;

- Η πουστεία, τα ναρκωτικά, η σαπίλα του πολιτικού συστήματος, ο σταρχιδισμός, αυτά είναι τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας.

Κανείς βέβαια δεν σου απαγορεύει να πεις π.χ.

- πάει ο μαλάκας ο Θόδωρας, έπεσε κι αυτός στην πουστεία...

Αλλά, είπαμε, δεν είναι αυτή η κύρια χρήση της.

- Μερικοί λένε πως ο Πέτρος Κωστόπουλας είναι ο αρχιερέας της πουστείας εν Ελλάδι, αυτός που την απενοχοποίησε μέσα απ' τα περιοδικά του.

(από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως φλωρέγκε ορίζεται η πλειονότητα της εξωτζαμαϊκανικής ρέγκε, αλλά και μέρος της τζαμαϊκανικής. Οι κλίμακές της είναι πολύ εύκολες για το αυτί, το target group της είναι αριστεροχαρούμενα πλουσιόπαιδα κι ο προορισμός της είναι να γίνει soundtrack σε χλιδάτες παραλίες εν μέσω καλοκαιριού.

Oh my Jah! (από Vrastaman, 26/01/11)(από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάποιον σκουπίδι. Τον ξεφτιλίζω.

- Τον έστειλα Ψυττάλεια. Άκου κει... που θα μου την πει κιόλας, το αρχίδι.

να μας γράφει από Ψυττάλεια... (από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)ιδού... (από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πτώση που προκαλεί η έλλειψη ισορροπίας μεθυσμένου.

Η Ελένη είπε: Σε ευχαριστώ που με υποστήριξες χθες όταν έπεφτα. Χάμω. Χαμόβερ.

(από terry, 22/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified