Selected tags

Further tags

Σλανγκίζω σημαίνει χρησιμοποιώ με σλανγκ τρόπο ή προσδίδω σλανγκ σημασία σε μια κατά τ' άλλα καθόλου σλανγκ λέξη ή έκφραση. Ωσεκτουτού, η περί ης ο λόγος λέξη λέμε ότι «σλανγκίζεται» (ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ρ. βάζω).

Το ρήμα σλανγκίζω και τα παράγωγά του (σλανγκιά, σλανγκισμός, σλανγκιστί, σλανγκάζ, σλανγκιστής), όσο ξέρω, πρωτοδιατυπώθηκαν εδώ μέσα.

  1. Άλλη μια αγγλική λέξη, call-girl, που στα ελληνικά σλανγκίζεται με άλλη σημασία = το κορίτσι που δίνει κώλο.
    (από τον ορισμό του λήμματος κωλ-γκερλ).

  2. Λόγω του στρογγυλού σχήματος και της οπής στο κέντρο, το κουλούρι σλανγκίζεται ως: (ακολουθεί ο ορισμός της λέξης κουλούρι).

  3. Το σλανγκίζειν εστί φιλοσοφείν

Got a better definition? Add it!

Published

Πτυχίο πανεπιστημίου της ψωροτζέφραινας, αυτό που προσφέρει κάθε εχέγγυο να ενταχθείς κι εσύ στην γενιά των 700 Ευρώ. Και δεν αναφερόμεθα σε ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής, μιλάμε για Μαθηματικό Πατρών και βάλε.

Αλλά ας μη γκρινιάζουμε, υπάρχει κι η οικοδομή.

- Ήμουν κι εγώ, κάποτε, ένα συμβατικό παιδί, με τους γονείς μου και τη μικρότερη αδερφή μου, δηλαδή ένα παιδί της μάζας (άχρωμο, άοσμο και άγευστο) που κάποια στιγμή κατάφερε να μπει στο πανεπιστήμιο και να πάρει το «πτωχείο» του ως Μαθηματικός.
(εδώ)

- Στη φτωχοελλάδα που ψωμολυσσαει ηρθαν ολοι και βρηκαν δουλεια και εγω με πτωχιο πανεπιστημιου δε μπορώ!!!
(εκεί)

(από Vrastaman, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γνωστότατο λογοπαίγνιο σε περιβάλλοντα όπως στρατώνες, γυμναστήρια (λες και μοναστήρια;) όπου υπάρχουν κοινά ντους.

  2. Μεταξύ ζευγαριών παίρνει προφανέστατα διαφορετική χροιά.

  1. - Άντε να φεύγουνε οι πρωινοί. - Έλα να συντουζιαστούμε ρε μεγάλε. Χίλιοι καλοί χωρούν μα μήτε ένας πούστης.

  2. - Ααχ!! Τι ζέστη!! - Τι λες, να συντουζιαστούμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Υπερθετικός του τραβάω μαλακία, με αναφορά στα γνωστά ασπρίζω τοίχους, «μπογιατίζω ντουβάρια» κι άλλα παρεμφερή.

  2. Κολλάω (κάποιον) στον τοίχο.

  1. - Πού χάθηκες χθες ρε μαλάκα; Πάλι ντουβάρια μπογιάτιζες; - Μέσα έπεσες. Έλειπαν οι δικοί του κι έκανε γκράφιτι στο σαλόνι. - Πόσα κιλά μαλάκες είπατε πως είστε κι οι δυο μαζί;

2α. - Κοίτα μην έρθω 'κει και σε κάνω γκράφιτι παλιομουνοκλανίδι!!

2β. - Πήγαινε μ' όλα τα γκάζια, έγιν' η στραβή κι αν δεν ήταν τα πουρνάρια θα 'χε γίνει γκράφιτι ο κολλητός.

Άσπρισμα τοίχων Πολυτεχνείου με αφηρημένο εξπρεσιονισμό αλά Pollock, που μπορεί να επιτευχθεί και με τη μέθοδο που περιγράφει ο Στέφανος. (από Khan, 20/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κυριαρχία μεγάλου αριθμού άσχημων γυναικών (μπάζων) σε κέντρο διασκέδασης, μπαρ ή σε οιαδήποτε άλλη συγκέντρωση ανθρώπων και των δυο φύλων. Το αντίθετα του μουνοθύελλα.

- Χτύπησες κανένα γκομενάκι χτες ρε;
- Άσε ρε φίλε, μπαζοκαταιγίδα ήταν! Μόνο τη Μαρία την Άσχημη δεν είχαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως με το ρήμα είμαι.

Σημαίνει χρωστάω, έχω μεγάλο παθητικό στους λογαριασμούς μου. Προέρχεται από το χρώμα με το οποίο οι παντός είδους λογιστές σημειώνουν τα χρέη.

Σπάνιο το είναι κόκκινος με την ίδια σημασία.

- Τι λες για την Πειραιώς;
- Μπα!! Δεν υπάρχει σάλιο. Είμαι στο κόκκινο από Ιούλη μήνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστική προσφώνηση αναφερόμενη στους γονείς και συγκεκριμένα στην μεν μητέρα ως «μά» στον δε πατέρα ως «μπά». Προκύπτει από την διχοτόμηση των λέξεων μαμά και μπαμπά και την χρήση της μίας εκ των δύο επαναλαμβανόμενων συλλαβών, χάριν συντομίας.

Παρατηρείται χρήση κατά κόρον εντός οικογενειακής οικίας, όπου αποδεδειγμένα το μονοσύλλαβο μά υπερτερεί έναντι του μπά, καθώς τις περισσότερες φορές η μητέρα είναι ο απόλυτος γνώστης των του οίκου και ως εκ τούτου δέχεται τις περισσότερες αναφορές.

Οι μόνες περιπτώσεις όπου το μά και το μπά συντάσσονται με τελικό σίγμα (ς) είναι κατά τον συνδυασμό τους με την κτητική αντωνυμία της (της μάς) και το άρθρο ο (ο μπάς) αντίστοιχα. Σπανιότερα συναντάμε το γιά για την γιαγιά, ενώ το παππούς είναι εκτός κανόνα.

  1. - Τελείωσες το διάβασμα που μου στρώθηκες στην τηλεόραση; Φύγε στο δωμάτιό σου!
    - Έλα ρε μπά...

  2. - Γιά, μήπως είδες τον μπά; γιατί τον θέλει η μά.
    - ...

Δες και κομμέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κολημμένος με τα αρχαία τεκταινόμενα.

- Τι διαβάζει ο Μήτσος ρε; - Αρχαία ελληνικά δράματα.
- Αυτός πάσχει από χλαμυδοπληξία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα γράμματα μέσα στη λέξη starbucks.

- Τι έγινε, τι θα κάνουμε σήμερα; - Δεν ξέρω, πάμε κανένα σού-μπού;

(από lef, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζώνη μιας πόλης που προορίζεται για διασκέδαση, με απανωτά μπαράκια, κλαμπάκια, καφέ, ταβέρνες, βρωμικάδικα, πατσατζίδικα, σκυλάδικα/ γαβγάδικα, ναμαγαπάδικα, πεθαμενάδικα, γαμάδικα και ό,τι.

Η διασκεδούπολη είναι κάτι μεταξύ θεματικού πάρκου τ. Ντίσνεϊλαντ και γκέτο. Καθώς τα νέα μπαράκια ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια (αντικαπνιστικού νόμου ένεκα) και δη σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δεν υπάρχει χρόνος για να βιωθεί η ποθητή αυθεντικότητα, και η διασκεδούπολη γίνεται ένα συνονθύλευμα από πιτσιρικάδες κωλοπαιδίσκους, σου πήρα λουλούδια απ' τον Πακιστανό, τρεντόπουστες, γκεϊλλιτέχνες, συνταξιούχους ταβλομάχους και τουρίστες που συνωστίζονται όλοι στην παραλjία.

Πάσα: Jeanoir.

  1. Γκάζι. Επώνυμα clubs, εστιατόρια κάθε είδους, εναλλακτικά θέατρα, καρότσια με hot dog, trendy μπαράκια, gay στέκια. Μαγαζιά ανοίγουν, μαγαζιά κλείνουν, ενώ ο σταθμός του μετρό «ξερνάει» κατά κύματα ορδές πιτσιρικάδων που τριγυρνάνε σαν χαμένοι μέχρι να κολλήσουν εκεί που έχει τον πιο πολύ κόσμο. [...] Αυτήν τη στιγμή το Γκάζι δείχνει να κινδυνεύει από τον εαυτό του. Γιατί άλλο είναι μια αυθεντική γειτονιά διασκέδασης και άλλο ένα «θεματικό πάρκο» με πανομοιότυπα μπαράκια (και εδώ η ευθύνη του Δήμου είναι ορατή με τις ανεξέλεγκτες άδειες που έδωσε), τα οποία ανοίγουν το ένα δίπλα στο άλλο φιλοξενώντας κοινό τουριστικών διαθέσεων. [...] Ανάλογα παραδείγματα στο εξωτερικό δείχνουν πως τέτοιου είδους διασκεδουπόλεις, που φτιάχτηκαν χωρίς την πρέπουσα μελέτη (και τους περιορισμούς), εγκαταλείφθηκαν σύντομα από ανθρώπους με άποψη, μια κι έπαψαν πλέον να διασκεδάζουν σε τέτοιες συνθήκες. Για να το πούμε πιο απλά: «η φάση δεν έχει πλάκα πλέον».

(εδώ).

  1. Φυσικα η επιβεβαιωση αυτης της καταστροφης ειναι η Αριζονα, το υπογειο μπουζουξιδικο στο Λονδινο. Οταν με πας εκει, με δεδομενο οτι το κοντινοτερο που εχω φτασει σε μπουζουκια ειναι η διασκεδουπολη στη Θεσσαλονικη κοντα στο αεροδρομιο, δοκιμαζεις τη μαγκια μου σε επιπεδο Σορμπον ΙΙ. (εκεί).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified