Further tags

Τα τσιμεντένια καράβια είναι πλοία που κατασκευάζονται από ενισχυμένο σκυρόδεμα αντί για σίδηρο ή ξύλο. Η κατασκευή τσιμεντόπλοιων είναι σχετικά γρήγορη και φθηνή, καθώς απαιτεί απλούς μπετατζήδες και ουχί ναυπηγούς.

Η ανάγκη κατασκευής τέτοιου είδους πλοίων προέκυψε όταν λόγω των Παγκοσμίων πολέμων και της βιομηχανικής επανάστασης πριν απ’αυτούς παρουσιάστηκε μεγάλη έλλειψη σιδήρου σε όλη την ταχύτατα βιομηχανικά εξελισσόμενη Ευρώπη (...) στην Ελλάδα ειδικότερα οι Γερμανοί τα χρησιμοποιούσαν για τον ανεφοδιασμό των κατεχόμενων νησιών καθώς και την αποστολή εφοδίων στα Afrika Corps. Τα τσιμεντόπλοια καθελκύονταν στην «Γερμανική σκάλα» στον Πειραιά κι όπως έχει αναφερθεί οι Γερμανοί δεν ήσαν και τόσο ικανοί στην κατασκευή τους (ή μήπως οι συμπατριώτες μας που εργάζονταν σ’αυτά εκτελούσαν σαμποτάζ εκ κατασκευής) με αποτέλεσμα περισότερα από τα μισά να βουλιάξουν στο Αιγαίο.

Παροπλισμένο τσιμεντένιο καράβι Έτερο κουφάρι

Τα πλοία αυτά βαριά και δυσκίνητα αποτελούσαν εύκολο στόχο για τα συμμαχικά αεροσκάφη ειδικότερα όταν αυτά βρίσκονταν ελλιμενισμένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο γνωστός σε όλους μας ΚΕΦΑΛΟΣ που βομβαρδίστηκε από αεροσκάφη στο Παλιό Λιμάνι Σπετσών. Το τσιμεντόπλοιο παρέμενε μισοβυθισμένο όντας μη αξιόπλοο μέχρι που στα τέλη της 10ετίας του 1950 απετέλεσε τον ανατολικό κυματοθραύστη του λιμένα Ντάπιας Σπετσών... Πηγή

Το σλανγκικό ενδιαφέρον έγκειται στην διακωμώδηση αργών και δυσκίνητων ανθρώπωνε τ. τα ζώα μου αργά. Αυτοί δηλαδής που καίνε μαζούτ à la τραμπάκουλο ή θωρηκτό Ποτέμκιν, οι κουραδάδες, οι τόσο αργοί που και με τον εαυτό τους να τρέχανε θα έβγαιναν δεύτεροι.

Ρε συ αυτός με το 10 είναι πιο αργός κι απ' τα ριπλέι!
- Πάει σαν τσιμεντένιο καράβι...

Άκουσα την εκφραση από 90-φεύγα μονόφθαλμο πρώην ναυτικό με ξύλινο ποδάρι, παίζει να χρονολογείται από τα σαράνταζ.

Βλ. επίσης: καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

..επέρασεν. Όμως δεν ήγγισεν. Άρα απεβίωσε ο γείτων.

Ήτοι καμία σχέση, ούτε καν. Το περνάν από κοντά, απέχει παρασάγγας, οπότε δεν υφίσταται ουδεμία εγγύτητα, ουδεμία πιθανότητα και τέλος ουδεμία ελπίδα να επιτευχθεί ο εκάστοτε στόχος. Κλασική Χιώτικη λαϊκή έκφραση κι ως εκτουτού πάντοτε επίκαιρη, υπερπληθής ειρωνείας. Έρχεται ως απάντηση- αντίβαρο σε παρόλες, φανφαρονισμούς, λεονταρισμούς και έτερες βαρύγδουπες υπερβολές.

Περί της ειρωνικής διάστασης του εν λόγω βλ. σχ. συνώνυμα "εκεί που έχεσεν η Λέχου βγήκε η Τζούλη Βίκου", αλλά και τα γνωμικά που παραπέμπουν στο χέσιμο του κόσμου ολάκερου από ένα και μόνο έντομο που άρτι απέκτησε πρωκτόν. Δε 'α σηκωθούν τα ποδάρια να βαρέσουν το κεφάgλ', ναούμ.

Έτερο περιφραστικό συνώνυμο "ο γάμος του καραγκιόζη".

Αντώνυμο το "κανεύ(γ)ω",[πιθανότατα εκ της κάνης- σημαδεύ(γ)ω και επιτυγχάνω τον στόχο μου] και μπόνους το πελοποννησιακό "κοτρώνω" (πιθανότατα εκ της κοτρόνας, καθότι οι πελοποννήσιοι είναι αρχαιότατοι μαχηταί, από την εποχή του λίθου, λέμε τώρα) δια τους ομιλούντας αμφοτέρους τις διαλέκτοι.

Πλάτων: Τι θα γίνει με κείνα τα λεφτά;
Γιώργος: Λυπούμαι για λογαριασμό σου.. εντροπή πλέον να με ταλαιπωρείς με προπέρσινα ζητήματα..ακόμα εκείνα τα χρήματα σκέφτεσαι; Δε σου ανήγγειλα εμπροθέσμως κι εγκύρως ότι διέγραψα μονομερώς το χρέος μου; Πάνε αυτά, ω Πλάτων, ξέχασέ τα! Αν παρ' ελπίδα έχεις τίποτα νωπό να διαπραγματευτούμε, είμαι όλος αυτιά.
Πλάτων: Από κοντά επέρασες Γιωργάκη... Δεν είναι ώρα για διαπραγματεύσεις αλλά για αποφάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σελφίς, σελφίδα

Είδος σύγχρονης νεράιδας με μορφολογικά χαρακτηριστικά πάπιας που γυρνοβολάει με όχι και τόσο αέρινο βηματισμό στα δάση και στις πόλεις με ένα σμαρτόφωνο ανά χείρας, ανεβάζοντας σέλφικες ποζεριές, σουργελιές και ντακφεϊσιές στα φατσομπούκια, στα ινσταγκράμια και στα σναπτσάτια εις άγραν likeιστικής αυτοεπιβεβαίωσης.

- Η ιδανική σελφίδα έχει δείκτη Ναρκισσισμού Ν ≥ 50, όπου Ν = σελφιές ανά ώρα.
(Πυγή: "Ἡ Τεράστια Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Σελφίδων ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ" εκδόσεις "Παγκόσμιος Μιναρόταυρος", τόμος ΙΙΙ, σ. 975)

Άθλιο λολοπαίγνιο < σέλφι & συλφίς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που έχει κυκλοφορήσει στο ίντερνετ το τελευταίο διάστημα και αναφέρεται σε μια διαδεδομένη άποψη, ότι το Βέλγιο (ναι, η χώρα) στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Την άποψη έχουν συζητήσει και υιοθετήσει αρκετοί, όπως φαίνεται εδώ, εδώ και εδώ.

1)-Ταξιδάκι ετοιμάζεις;
-Ναι, θα πάμε Βέλγιο!
-Πού θα πάτε; Αφού δεν υπάρχει τέτοια χώρα..
2)-Περάσαμε από την Ολλανδία στη Γαλλία
-Α δηλαδή περάσατε από το Βέλγιο
-Χμμ, δεν θυμάμαι να υπήρχε κάποια χώρα ενδιάμεσα..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φέρων χλίδα, ο χλιδαίος, ο χλιδάμπουρας. Στις μέρες μας, κι ο χλιδάνεργος.

Από τότε που βγήκαν οι λάσπες, η χλιδάτοι παραπέμπουν σε λούσα, πολυτέλεια και τρυφηλότητα. Πέον να σημειωθεί ότι το αγγλικάνικο glitter ετυμολογείται εκ της χλίδας. Ωσεκτουτού, όταν οι χλιδάτοι συνευρίσκονται με τους glitterati μοιραίως διαπράττουν ετυμομιξία.

Εκ της χλιδής και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -άτος (κατά τα γαμάτος, αρχιδάτος, γκλαμουράτος, κ.ταλ.).

- Ειρωνείες και ΚΡΑΞΙΜΟ από την BILD: Ο κουλ αλλά και…χλιδάτος Βαρουφάκης αποδεικνύεται ψεύτης και ετοιμάζεται να…αποχωρήσει για να διασωθει! (εδώ)

- Ο χλιδάτος βίος του Καμμένου στο Four Seasons της Ουάσινγκτον (εκεί)

- Δείτε τη χλιδάτη φυλακή του Νορβηγού εκτελεστή (...) Μέσα στη φυλακή υπάρχει ένα στούντιο ηχογράφησης, διάδρομοι για τρέξιμο καθώς και ένα μικρό, ξεχωριστό κτίριο με δύο δωμάτια, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να μένουν με τις οικογένειές τους κάποιες ημέρες! Υπάρχει ακόμη εργαστήριο μαγειρικής, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να παρακολουθούν ειδικά σεμινάρια μαγειρικής (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επώνυμα, χλιδάτα και γκλαμουράτα αντικείμενα-ονειρώξεις και (κατ' επέκταση) τα υποκείμενα που τα φέρουν ή τα κραδαίνουν.

Εκ του γαλλικού signé («υπογεγραμμένο») δηλ. ρούχα, έπιπλα, πορσελάνες, αυτοκίνητα, πίπες με σήμα το λιοντάρι, γουατεύα, με την υπογραφή ή σφραγίδα γνωστού σχεδιαστή ή πρωτομάστορα.

- Κάτι ενοχλητικό σε πολλά 'σινιέ' εστιατόρια (...) σου φέρνουν υποχρεωτικά ένα μπουκάλι νερό χωρίς να σε ρωτήσουν (και το οποίο χρεώνουν γύρω στα 3 euros). Το πιο ενοχλητικό όμως είναι τις φορές που όταν το τελειώνεις σου ξαναφέρνουν και σου ξαναφέρνουν μπουκάλι χωρίς να σε ρωτήσουν και στο χρεώνουν βέβαια. Την επόμενη φορά θα πω στον/στην σερβιτόρο 'ευχαριστώ για το κέρασμα!' (εδώ)

- Ονειρώξεων λεκέδες και σινιέ κουστούμ' λακέδες (εκεί)

- Taylor Swift: η σινιέ εκδοχή του country girl. (παραπέρα)

- πολυ σινιε ρουχα και σε καταπλικτικες τιμες..πραγματικα μπραβο....υπαρχουν ακομα ανθρωποι που καταλαβενουν τις αναγκες του καταναλωτη!! (παραδίπλα)

Υπάρχουν και τα σχετικά παράγωγα του σινιέ, όπως σενιάρω κάτι, σένιος, σενιαριστός, και ταλιμπάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παντελώς άστοχος καλαθοσφαιριστής τ. παπάροβιτς, με έφεση σε τούβλα, σίδερα και αερόμπαλες.

- Ο μεγαλύτερος χασοκαλάθης του Ελληνικού Μπάσκετ... Αν γυρίσει στην Εθνική πάμε πάλι 10 χρόνια πίσω... (εδώ)

- Ο Αποστολίδης είναι χασοκαλάθης πως να το κάνουμε... εμένα μ'αρέσει γενικά, έχει το σωστό κορμί, παίζει άμυνα, παρά το χαζά ψηλοκρεμαστό ... (εκεί)

Βλ. επίσης: χασογκόλης, χασοδίκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η -ίλα αυτή προσιδιάζει στο ροζ χρώμα, τα κεριά, τα ηλιοβασιλέματα και τις βινταζ-ίλες, ουδεμία σχέση έχουσα με τον ρομαντισμό ως κίνημα, ίσως μόνο μια μακρυνή με τον ρομαντικό του ακά σεκς.
Γκόγια. Πώς λέμε ρομαντίλα; Καμία σχέση

  1. Δυστυχώς γι' αυτόν και τα παιδάκια που λατρεύουν το ρομαντίλα υπάρχει μια δυσώδης έκφραση αμερικάνικη, το «απ γιορς», τόσο βρομερή, που ο πιο ανώδυνος τρόπος να τη μεταφράσεις είναι με το «απάνω σου» της Γεωργίας Βασιλειάδου. (agelioforos)

  2. ο Κοφινιωτης, πιστός στις δουλειες του ποδαριού, άλλοτε υπάλληλος και κατά βάση στηριγμένος στις φιλιες του και στην ικανότητα να γράφει σύμφωνα με το μετιέ καθε συνθέτη ή τραγουδιάρη (σκληρό μελό για την Νινή Ζαχά, υπερτονισμένη ρομαντίλα γιά την επιβλητικη Μαίρη Λω σε συνθέσεις του ζαχαροπλάστη εμιγκρέ Νίκυ Γιακοβλεφ, παιγνιωδης όταν ο Ραπίτης τον καλούσε για καμια γλυκειά Μαράτα και ο Μουζάκης γιά τα πνευστά του κεφάτα, συνεργάτης ανθρώπων απο τον Αττίκ στον Τζουανάκο, ποτέ δεν τους πρόδωσε. (thegreekcloud)

  3. Στο old Manali, που αποπνέει μια ρομαντίλα χίπικης αξέχαστης εποχής, τα πάντα είναι κλειστά από το τέλος Οκτωβρίου γιατί αγριεύει ο καιρός και βρίσκω ένα guesthouse σ' ένα ήσυχο μέρος πίσω από το main bazaar. (εδώ)

    Απ' τον Τουίτη:

  4. Θα έγραφα καμιά ρομαντίλα αλλά φοβάμαι πως θα πάρει περισσότερα rt από τα κανονικά και θα ξενερώσω

  5. Συγκινητικό π βρίσκεστε μεσα στ ρομαντίλα & χαίρεστε με το χιόνι αλλά η μαμά υπενθυμίζει ότι υπάρχει κοσμος χωρις θέρμανση, άστεγοι κ αδέσποτα!

  6. παντως αυτο με τα ραβασακια με τους θεσμους εχει μια καποια ρομαντιλα

  7. -Ας φτάσει επιτέλους μια Κυριακή, που θα γράφουμε μόνο για θάλασσα, ουζάκι και έρωτες.
    -κυριακίλα ρομαντίλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η δράση του εναλλά, όστις αρέσκεται σε τέτοιο βαθμό στην εναλλακτικίλα, που τελικώς καθίσταται σταθεροτυρόπιτας.

  1. Πινω καφε εδώ και πέρασαν 3 γκομενες και ένας τύπος σχολιάζοντας ελληνικά την "ιδιαίτερη αλτερνατιβιά" του Αμβούργου:
    "- Πωωω ρε φιιιιίλε, φοβερή αλτερνατιβιά!
    -Ναι ναι! Και ιδιαίτερη αλτερνατιβιά, όχι σα του Βερολίνου!"

    Πώς θα τους ξεφορτωθούμε αυτούς;

  2. Μπορεί απλά να είμαι hipster και να μην άντεξα τόσο underground-ίλα και alternativε-ιά

  3. - Η άλλη πάει διακοπές Σαντορίνη με το γκόμενο και εγώ τρώω καρπούζι με τη μάνα μου.
    - από επιλογή στάνταρ ε? Αλτερνατιβιά και έτσι

  4. Κατέθεσε την αλτερνατιβιά σου και την φέικ αναρχοαγάπη πάρα πέρα, ξερνάω

  5. Τελικά εκτός απ τη βλακεία , είμαι φουλ αλλεργική & στην αλτερνατιβιά . #μπλιαχ

  6. Ντάξει αφού πήγα κ σε αλτερνατιβιά μαγαζί του περιστερίου δεν θέλω τίποτα άλλο τα 'ζησα όλα

  7. Πινω κοακολα με στεβια και φυσικη καφεινη και μαρεσει. Ξερναω αλτερνατιβια.

Δες και λατέρνατιβ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που συμμετέχει σε metal συνήθως συγκροτήματα. Κατηγορείται ότι δεν παίζει μουσική για την μουσική αλλά για τις απολαβές της (γκόμενες, αναγνώριση, pozerιλίκι).

Έχοντας δει ταινίες όπως το Rockstar ή εμπνευσμένοι απο τον Jimmy Hendrix έχουν πειστεί οτι παίρνοντας μια ηλεκτρική κιθάρα θα έχουν την ίδια τύχη. Συνηθέστερα έχουν την εντύπωση οτι μόλις πιάσουν κιθάρα (η 2η γκομενοπαγίδα μετά τους σκύλους και το αριστεροκλαϊν) θα γίνουν μεγάλα ανερχόμενα αστέρια. Ο χρόνος πάντα δείχνει οτι ακόμα και εαν ένα συγκρότημα "πετύχει", δεν θα πετύχει για πολύ, αφού μετά απο μια "σχετική" επιτυχία κάθε άτομο του συγκροτήματος θα αρχίσει να το παίζει σουπερντούπερ και θα ακολουθήσει ψόλο καρριέρα. Πηγή εδώ

  1. Μα ούτε και ο Σιδηρόπουλος ειδικά υπήρξε "σκληροπυρηνικός".
    Είχε τραγουδήσει Μαρκόπουλο και Θεοδωράκη. Κάτι συγκροτηματάκηδες μόνο έβγαζαν γκρίνια και το θεωρώ λογικό να παιδεύονται τόσα χρόνια και να σκάει ένας πρώην "έντεχνος" με ηλεκτρικές κιθάρες και να γίνεται χαμός! lifo

  2. Ραδιοπειρατής περιώνυμος, πολύ Free, συγκροτηματάκιας αλά Life in Cage [...] (εδώ)

  3. Μικρός ήμουν δραστήριος, συνοικιακός και συγκροτηματάκιας. Ήμουν μπασίστας. Η κύρια κουλτούρα μου είναι η μουσική, κι εδώ που τα λέμε όλες οι κουλτούρες πηγάζουν από τη μουσική. (lifo)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified