Further tags

προσοχοπόρνη, προσοχοπουτάνα, προσοχοπούτανος

Ελληνικές εκδοχές του attention whore - της δια των ντραμακουινισμών και του ατενσιοχοριλικίου ναρκισσίστριας προσοχαρπάχτρας καγκούρως που θα προβεί σε κάθε κουλή και άκυρη ενέργεια προκειμένου να στρέψει όλα τα λέιζερ πάνω της.

  1. Άντε να κάνουμε κι ένα τουκανισμό: η τύπισσα τα πετάει μεν στη φώτο, όμως στην παραλία είναι σεμνότυφη και τα κρύβει, όπως προδίδει η γραμμή του μαγιό. Άβυσσο (χωρίς ς) η ψυχή της προσοχοπόρνης
    (από το φατσομπούκι πρώην σλάνγκου, με αναφορά στο πρώτο μήδι)

  2. Η υστερικη σταλινικη στραβοπατημενη παντοφλα και η προσοχοπορνη του φλωρουμ παιξανε το χαρτι ... (εδω)

  3. Ειμαι κι εγω προσοχοπουτανα... (εδώ)

  4. Γιορτάζουν οι Σατανάδες τα δεκεβριανα ή ειναι κάνας Νικος προσοχοπουτανος (εδώ)

(από σφυρίζων, 02/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση ακραίου ναρκισσισμού κατά την οποία ψωνισμένοι ντραμάκουιν κάνουν ο,τιδήποτε (καλό ή κακό, δεν έχει σημασία) προκειμένου να στραφούν όλα τα λέιζερ επάνω τους. Αν τα καταφέρουν την αυτοβρίσκουν, σε αντίθετη περίπτωση έχουν νευράκια ή κλαψομουνιάζουν. Εκ του αγγλικάνικου attention whore.

Άλλο ένα παράδειγμα του γλωσσολογικού φαινομένου να σλανγκεξελληνίζονται αγγλικές λέξεις εις -έισιον με την αφαίρεση του τελικού n (βλ. πιχί απλικέησιο, ινσέψιο, κ.ά.).

1.
Δε θέλω να γίνω κακός αλλά αυτό το ατενσιοχοριλίκι του να κάνετε ρητουήτ τον εαυτό σας απ το φάβσταρ είναι χειρότερο κι απ το σηκωμένο γιακά

2.
Δε με πειθεις, κοπελια. Ατενσιοχοριλικι μου κανει, σαν τα πολλα στα οποια μας εχεις συνηθισει. Lady Gaga vomits live on stage in Barcelona.

3.
Αυτοθυματοποίηση, ατενσιοχοριλίκι και ντραμακουινισμός, αυτό ειναι το νέο ΠΑΣΟΚ

4.
ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ. ΕΝΟΠΛΗ ΠΑΛΗ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΤΕΝΣΙΟΧΟΡΙΛΙΚΙ ΤΟΥ ΝΑ ΘΕΣ ΝΑ ΣΩΣΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΕ ΤΟ ΖΟΡΙ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη «γκιαούρης» είναι υποτιμητικός χαρακτηρισμός με αποδέκτες τους άπιστους, τους χριστιανούς, από τους Οθωμανούς. Συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη στη λογοτεχνία, με στόχο να καταδείξει το μίσος των αλλόθρησκων εναντίον των χριστιανών. Λέξη προελεύσεως τουρκικής [τουρκ. gâvur, δάνειο από τα Φαρσί - gäbr 'πυρολάτρης'].

  1. Από blog στο διαδίκτυο:

Αυτό συμβαίνει γιατί στερούμαστε Δικαιοσύνης, αγάπης, ειρήνης, κατανόησης. Ποτέ δεν βάλαμε τον εαυτό μας στην θέση του άλλου. «Είσαι αρμένης; Να ψοφήσεις. Είναι Ρωμιός; Να πάθεις τα χειρότερα, βρώμιε γκιαούρη». Με τι καρδιά τα λέμε όλα αυτά; Ποιοι είμαστε τελικά; Έχετε ακούσει κανέναν να λέει: «Ας ακούσουμε τα παράπονα των Κούρδων;». Μήπως οι αριστεροί συζήτησαν από την τηλεόραση τα γεγονότα του παρελθόντος; Λογοδότησε η νοοτροπία που θεωρεί του Αλεβίτες ανύπαρκτα όντα;

  1. Στίχοι ρεμπέτικου άσματος:

Όταν του έρθει ο σεβντάς
πεθαίνει ο γκιαούρης,
τότε γεμίζει ο ντουνιάς
και βγαίνει ο καμπούρης.

Το παλληκάρι της σκιάς
με το μακρύ το χέρι
ανάβει το φως της καρδιάς,
αθάνατο ξεφτέρι.

Είναι ο μύθος του φτωχού,
του λόγου παραστάσεις,
κι έγινε θρύλος του λαού,
του γέλιου αντιστάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Γερμανόφωνο τρέχα γύρευε...

Κλάιν μάιν τώρα... Μην το πολυ-πιστεύεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και στον ενικό, νιτερέσο.
Συμφέροντα, σχέση.

Η λέξη “νιτερέσα” (δηλαδή ιντερέσα=συμφέροντα) έχει επτανησιακές ρίζες.

  1. Φιλία-φιλία και τα νιτερέσα χώρια.

  2. Τι νιτερέσα έχεις εσύ μ αυτόν ωρή; (μάνα που έμαθε για τα γκομενιλίκια της κόρης).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μιλφιάδης, ο μιλφομανής, ο μιλφόσαυρας.

Όστις συνοδεύει το μιλφέιγ του με μιλφ σέηκ, μιλφάροντας μόνο με μιλφάρες, μιλφομάνες, μιλφούδες και μιλφίδια.

Εκ του μιλφ και του γαμοσλανγκοτέτοιου -άκιας.

1. Τώρα που είδα την Λυμπεράκη κατάλαβα γιατί έκανε κόμμα ο Θεοδωράκης. Είναι μιλφάκιας!!!

2. Mετά την Άντζελα Γκερέκου και η Νόνη Δούνια στη ΝΔ. Αντώνης ο μιλφάκιας.

3. Μιλφάκιας από μικρός. Στα 4 προτιμούσε τις 7χρονες. Μετά μεγάλωσε, άλλαξε γούστα και γι'αυτό τώρα τον κυνηγάει ο Πα-τέρας της Κατερινούλας.

4. Ο Στιβ Νας οχι απλά είναι μιλφάκιας, αλλά το παράκανε! Σαν την μάνα του είναι αυτή

Ο μιλφάκιας Μιλφιάδης φουχτώνει τα καλά γινωμένα θέλγητρα της Χριστίνας (από σφυρίζων, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διαφορές ή οι κόντρες εις την χιπχοπικήν. Τα ραπερόνια και οι λοουμπαπάδες λύνουν τα μπιφ τους με αμοιβαία χωσίματα φρήσταϊλ ριμών σε κλαμπ, ή με τσο και λο στο πεζοδρόμιο.

Εκ του μελαψοαγγλοσαξονικού beef (διαφωνία, κόντρα), το οποίο έχει αρχαιότερες ρίζες.

1.
κοιταξτε ρε σεις , μου κλεψανε τις ρυμες! θα αρχισει νεο μπιφ στην ελληνικη σκηνη!

2.
«Σε ραπ challenge που απηύθυνε ο Νικήτας Κλιντ στο Γιωργάκη δεν έλαβε καμία απάντηση, ενώ σε προσπάθειες του ιδίου να κλείσει τις συζητήσεις στο Facebook με ένα «έγινε οκ», ο 14χρονος συνέχιζε την κουβέντα. Φαίνεται πως πρέπει να περιμένουμε το αποτέλεσμα της μάχης της Παρασκευής για να λήξει μια για πάντα αυτό το «μπιφ»».

3.
Μογλη τιποτενιε θιφ; ξεκίνησες μπιφ και θα σου κανω τη μαπα πορτατιφ και μετα θα φαω ενα ροζμπιφ απεριτιφ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιτσιρίκι, το μικρό παιδί, αυτός που φέρεται σαν μικρό παιδί, το σκανταλιάρικο, το ναζιάρικο. Χαϊδευτική αλλά και ελαφρώς ειρωνική η χρήση της από μπαμπάδες, μαμάδες και λοιπούς συγγενείς...

Παρόλο το προφανές, δηλαδή σύντμηση του «πιτσιρίκου», μάλλον ο πιτσιρίκος γεννιέται από αυτή!

Picka στα σλαβικά είναι το αιδοίο (Putka στα Βουλγάρικα, piçkë στα Αλβανικά) και η πιο χαρακτηριστική ίσως βρισιά των Σέρβων αλλά και Σλαβομακεδόνων είναι το pičku materno ή pičku mater δηλαδή της μανούλας σου το μουνί (τι πρωτοτυπία θα μου πείτε)!

Άρα, το πίτσκο με μια γερή δόση Ελληνικής ιδιοφυΐας, είναι το μουνάκι -> το γέννημα της μήτρας / μητρός -> το τέκνο -> το παιδάκι!

Χρησιμοποιείται αρκετά συχνά μέχρι σήμερα, στην Μακεδονία κατά κόρον, όπου γενικά απαντώνται πολλές σλάβικες λέξεις στο καθημερινό λεξιλόγιο.

Συνιστάται επίσης εάν επισκεφτείτε τις γείτονες μας χώρες να περιορίσετε την χρήση της στα απολύτως βασικά για αποφυγή παρεξηγήσεων, και αυτή την φορά δεν θα είναι πολιτικές! Όπως και προσέχετε πως παραγγέλνετε πίτσα...

Ακούσια ασίστ: vikar

  1. Έλα δω βρε πίτσκο! Πού πας και κρύβεσαι βρε! Χάιντε μπρε, γρήγορα, το γάλα σου κρυώνει!

  2. – Είσαι ένα πίτσκο εσύ! Καλά πώς τον κατάφερες και θα πάτε διακοπές στην Αρχίδα;
    – Οχρίδα την λένε Μένια μου, Οχρίδα.

  3. – Όλα πήγαιναν καλά με την Ντραγκίτσα, αλλά κάποια στιγμή πάνω στο παιχνίδι στο μπαρ, όταν άρχισα να τις λέω πίτσκο μου και είσαι ένα πίτσκο εσύ, κλπ, με μπούφλισε και την έκανε...
    – Μήπως της είπες να πάτε και για καμιά πίτσα μετά;
    – Ναι, ναι, μάγος είσαι ;

Marino Marini "Guaglione" (από HODJAS, 05/03/12)

βλ. και πιτσιρής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από την λέξη motor και αναφέρεται συνήθως στο μηχανάκι το οποίο έχουν στην κατοχή τους οι μοτόρηδες (διότι δεν τους ανήκει δικαιωματικά), που βγάζει αυτόν τον εκκωφαντικό θόρυβο που κάνει το τύμπανο του αφτιού σου να δονείται ασύστολα.

Ο μοτόρης αναφέρεται συνήθως σε κάγκουρες οι οποίοι το παίζουν ραλιάρηδες με τα οχήματά τους (μηχανάκια τους),
αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα από Κ.Ο.Κ., αλλά ούτε ένα χαρακτηριστικό από τα μηχανάκια τους.

- Κατεβαίναν οι κάγκουρες την λεωφόρο με τα μοτόρια τους και ήταν λες και γινόταν πόλεμος απ' έξω...

- Κατέβαινε καβάλα πάνω στο ΑΤΙ (μηχανάκι) ο μοτόρης, το 'παιζε και αλήτης!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στην ελληνική του αγγλικού gaybourhood, δηλαδή της gay-friendly γειτονιάς (gay-friendly neighbourhood).

Στις αρχές των '70ς, ο Χάρβει Μιλκ μετακόμισε στην μεγαλύτερη γκεϊτονιά του Σαν Φρανσίσκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified