Σύντομο χέσιμο.
Πάω να στείλω ένα φαξάκι κι επανέρχομαι.
Σύντομο χέσιμο.
Πάω να στείλω ένα φαξάκι κι επανέρχομαι.
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η πολλή βρώμα που έχει πιάσει στρώμα (μάκα) και μάλιστα έχει πετρώσει. Υπερθετικός της μπίχλας.
Σφουγγάρισε ρε και μια φορά εδώ μέσα! Σκουλαμέντρα έπιασε...
Got a better definition? Add it!
Ιντερνετικό επιφώνημα εκπλήξεως αστειάτορα ομιτζή.
Στην μορφή «ομυτζήθρα!» χρησιμοποιείται ως επιφώνημα αηδίας από σλανγκοφοριάζουσες, όταν αυτές ατενίζουν τυροειδείς πέοντες.
Εκ του omg! («Παναγιούδα μου!»). Βλ. επίσης ομιτζί και τρία λολ.
Ασίστ: AN21
Got a better definition? Add it!
Η προετοιμασία και καθαριότητα του πρωκτού πριν το πρωκτικό σεξ.
Γίνεται με τη χρήση του σωλήνα του τηλεφώνου του μπάνιου χωρίς το τηλέφωνο, ο οποίος τοποθετείται εντός της πρωκτικής χώρας και με καυτό νερό πραγματοποιεί κάτι σαν κλύσμα. Είναι σαφής η σχέση της λέξης με τον κώλο. Προέρχεται δε από τη γαλλική λέξη décoller (= ξεκολλάω / απογειώνομαι) > décollage.
- Τί έκανες τόση ώρα στο μπάνιο;
- Άσε, έκανα ένα ντεκολάζ άλλο πράμα! Πολύ το φχαριστήθηκα!
Βλέπε και γκαζόζα.
Got a better definition? Add it!
Ελαφρώς σινεφίλ ορισμός του ρεψίματος. Όπου ο παραγωγός του ρεψίματος, αμέσως μετά το ρέψιμο που εκτελείται με κίνηση της κεφαλής δίκην βρυχηθμού λέοντος, αναφωνεί: ΜΕΤΡΟ-ΓΚΟΛΝΤΟΥΙΝ-ΜΑΓΕΡ!, το οποίον παραπέμπει και στις γνωστές εισαγωγές ταινιών της περί ου ο λόγος εταιρείας με σήμα το λιοντάρι που βρυχάται δις.
Ο ΡΕΨΑΣ: «Κρρρρρρρρ! Ξέρω και τις άλλες τρεις λέξεις! ΜΕΤΡΟ-ΓΚΟΛΝΤΟΥΙΝ-ΜΑΓΕΡ»
Και η ομήγυρις ανταπαντά: «Σκάστε ρε! αρχινάει ο ΡΑΪΑΝ!»
Δες και λάιον.
Got a better definition? Add it!
κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα
Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».
Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.
1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.
2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…
3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)
4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)
Got a better definition? Add it!
Αγγλιστί coco jumbo. Προερχόμενο από ένα τραγούδι της ενενήνταζ μπάντα Mr President.
Σχετίζεται με την αιφνίδια ανάγκη για χέσιμο, χωρίς απαραίτητα να είναι διάρροια. Είναι αιφνίδιο και ύπουλο.
- Πω φίλε αυτός ο φραπουτσίνος των Starbucks δεν είναι να τον πίνεις και να είσαι μακριά από χέστρα. Σε πάει κοκοτζάμπο σε δευτερόλεπτα!
Got a better definition? Add it!
Χέζω.
Για την ακρίβεια είναι η στιγμή που κάθομαι στην λεκάνη, και σφίγγομαι, περιμένοντας να γίνει το κατέβασμα, διατηρώντας την χαρακτηριστική αλγεινή και συλλογισμένη έκφραση. Υπάρχουν βέβαια ταχύτατα download ADSL (=διάρροια), υπάρχουν όμως και πιο αργά, όπως με την απλή σύνδεση του Οτέ ή όπως όταν ο υπολογιστήρας μας έχει κολλήσει ιούς (= δυσκοίλια).
Σύγκρινε με: Kid downloading, γεννητούρι.
- Αμάν βρε Μήτσο! Μία ώρα είσαι στο μπάνιο!
- Ουγκχχχ. Αργεί το downloading γαμώτο!...
Got a better definition? Add it!
Ως εκδίκηση του Μοντεζούμα (Montezuma's Revenge) αποκαλείται το οξύ διαρροϊκό σύνδρομο που προσβάλλει επισκέπτες σε θερμά, τροπικά μέρη. Επίσημα, ονομάζεται Διάρροια των Ταξιδιωτών και ορίζεται ως η παρουσία τριών ή περισσοτέρων υδαρών κενώσεων εντός ενός 24ώρου, που συνοδεύονται από κοιλιακές κράμπες, ναυτία και μετεωρισμό. Συνηθέστερο δε αίτιο είναι το εντεροπαθογόνο Escherichia Coli.
Το σύνδρομο εμφανίζεται πολύ συχνά σε τουρίστες στο Μεξικό, εξ ου και η αναφορά στον αρχηγό των Αζτέκων Ινδιάνων του Μεξικού Μοντεζούμα (1466-1520), που υποτάχθηκε από τους Ισπανούς Κατακτητές του Ερνάν Κορτέζ. Όπως φαίνεται, η εκδίκηση για τον Μοντεζούμα είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο (και σε οδηγεί τρέχοντας στην τουαλέτα).
Ποιό Τεοτιουακάν, ΕΛ Σαλβαδόρ και άλλες παπαριές καμαρωτές; Άσε τον Λιακό να πάει αυτός στο Μεξικό και στην Τάκλα Μακάν να σφραγίσει τις πύλες. Δεν έχω καμιά όρεξη να με κυνηγάει η εκδίκηση του Μοντεζούμα.
Πολλά μαζί: αίμα, αίμα και πανί (με πήγε), εκδίκηση του Μοντεζούμα, ήρθε ο κινέζος, κολιάντζα, κολούμπρα, κομφετί, με κυνηγάει ζαρκάδι, με πάει αίμα, με πάει ζάρι, με πάει μαρούλι, με πάει μίλκο, με πάει Πάτρα Καλαμάτα, με πάει σερπαντίνα, με παει τσιλιό, με πάει τσιμέντο, τσίρλα, τσιρλίντινγκ, πρωκτοζούμι, σουλγκάνι, σπρέι, τσαπαρτάπαρ, τσιρλιπιπί, τσιρλονέρι
Got a better definition? Add it!
Λέγεται για να δικαιολογήσει κάποια εξωφρενική, ριψοκίνδυνη, κακόγουστη, ίσως και επιλήψιμη πράξη. Ταιριάζει γάντι σε ουσίες, παράνομες ή μη, και κάθε είδους κραιπάλη.
Υποστηρίζεις, λοιπόν, ότι και καλά κάνεις κάτι για να διευρύνεις τους πνευματικούς σου ορίζοντες και εμμέσως, δια του ατόμου σου, το σύνολο της ανθρώπινης γνώσης.
Απόδοση του αγγλικού φορ σάιενς.
- Αν είναι δυνατόν... έφαγες τελικά την κονσέρβα χοιρινό-κοτόπουλο «MDM»; [ΣτΜ: ;;;]
- Ναι, ρε. Και μου θύμισε λίγο σκυλοτροφή.
- Τι; Έχεις φάει και σκυλοτροφή;
- Εννοείται κι έχω χτυπήσει... για την επιστήμη.
- (κάνει μονομιάς ρισπέκ στον χαρακτήρα του σε κάποιο MMORPG)
Βλ. επίσης: για την Ελλάδα ρε γαμώτο, για τ' αντέτ', για το γαμώτο, για την καύλα, για τα νεφρά, για το ονόρε, για τον πούτσο του θεού, για το ρόκ, για το φολκλόρ, για τη φουκαριάρα τη μάνα μου / για την ψυχή της μάνας μου, γιατί είμαι ο Χουλκ, γιατί έτσι, γιατί η γάτα έχει ένα αυτί, γιατί κλάνει το γατί, γιατί μπορώ, πάνω στην τρέλα μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified