Further tags

Λέγεται από τους μηχανόβιους η σούζα που η κλίση της υπερβαίνει τις 40 μοίρες και έχει μεγάλη διάρκεια. Μα πολύυυ μεγάλη διάρκεια όμως! Κλασσική καγκούρικη τακτική για να βγάλει κάποιος σελογκόμενα.

(καγκουροκουβέντα)
- ...και κάνω μια έτσι και τι βλέπω;! Τον Σάκη να πηγαίνει πορεία με το στρογγυλοφάναρο!
- Αυτό που δεν είδες είναι ότι έφαγε ένα μεγαλοπρεπές καπάκι μετά από 100 μέτρα! Είναι στον γύψο τώρα..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το καρναβαλικά πιμπαπαριστό και κωλοφτιαγμένο (αλλά όχι απαραιτήτως πειραγμένο) όχημα του κάγκουρα. Ο σχετικός ορισμός του yabihten τα λέει όλα. Το μόνο που ίσως θά' πρεπε να προστεθεί είναι ότι τα παλαιάς κοπής κάγκουαρ διέθεταν κόρνα με τα «παιδιά του Πειραιά» ή / και το «la cucaracha».

Εκ των κάγκουρας και Jaguar.

Ασίστ: Γεώργιος Ζάκκης

- (Η λέξη σσουγαμί) εξεστομίζεται από βιαστικούς οδηγούς αυτοκινήτων μάρκας «Κάγκουαρ» ίνα επιτεθούν φραστικώς προς προπορευόμενο οδηγό τε και οδηγό άσχημης οδηγικής συμπεριφοράς.
(Γεώργιος Ζάκκης, από εδώ)

- Ωραίο το κάγκουαρ. Ειδικά τα πλαϊνά μαρσπιέ είναι μούρλια.
(από το φόρουμ 4Τ, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετο ουσιαστικό που δηλώνει μια ολόκληρη κατηγορία-κουλτούρα αυτοκινήτων. Προέρχεται από τα ονόματα Saxo και Rallye, γνωστών μοντέλων του ομίλου Peugeot Societè Anonyme, στον οποίον και ανήκουν οι μάρκες Peugeot και Citroen.

Η πλατφόρμα από την οποία παρήχθησαν για συνολικά 18 χρόνια αυτά τα μοντέλα, παρουσιάστηκε το 1985 ως αντικαταστάτης του Citroen LNA (το γνωστό και ως Ελενάκι), και η πρώτη της υλοποίηση ήταn το Citroen AX.

Ακολούθησαν, στην δεκαετία του '90, τα Peugeot 106 και Citroen Saxo.

AX gt, AX le mans, 106 rallye, 106 gti, Saxo vts

Κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών των μικρών αυτοκινήτων δεν ήταν η χρηστικότητα τους στην πόλη, λόγω διαστάσεων, οικονομίας κλπ., αλλά η μεγάλη επιτυχία των σπορτίφ εκδόσεων τους.

Λόγω του χαμηλού βάρους, η χρήση ενός μέτριου κυβισμού κινητήρα επέτρεπε την επίτευξη υψηλών επιδόσεων, που, συνδυαζόμενες με την καλή οδική συμπεριφορά, έκαναν το αυτοκίνητο έναν πύραυλο τσέπης.

Η πραγματική εμπορική επιτυχία επετεύχθη όμως λόγω του χαμηλού κόστους (ιδίως στις γυμνές εκδόσεις), που καθιστούσε την αγορά του εφικτή από νεανικό (χαμηλού εισοδήματος) κοινό.

Tuning

Αυτό που καθιέρωσε τις προαναφερθείσες εκδόσεις στους δρόμους, ήταν το εύκολο και φθηνό tuning, που και τα έκανε αυτοκράτορες της βούτας και της μαύρης.

- Τι κατέβηκε την περασμένη Πέμπτη στα λιμανάκια;
- Τίποτα το ιδιαίτερο. Τα κλασσικα σαξόραλλα και πουντότζιτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ακριβώς σημαίνει και αγγλιστί: ιδιωτικό. Κατ'επέκταση ΙΧ.

Ψαρωτικό, όπως το «βολάν» παλιότερα, αλλά τίποτα περισσότερο από το κοινό «όχημα».

Ημίζ - Νωρίς

«Πού να παρκάρω τώρα, μα κοίτα τον γελοίο, παρκάρισε το πέρσοναλ σε χώρο γι' άλλα δύο»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος ανήκει στην καγκουροσλάνγκ. Κοκοβιός λέγεται το κάλυμμα του μικροσκοπικού καθίσματος συνεπιβάτη στις streetάδικες μηχανές.

Τους κοκοβιούς, τους βάζουν τα καγκούρια, ώστε οι μηχανές τους να θυμίζουν τις ορίτζιναλ αγωνιστικές. Εξηγούμαι. Οι μηχανές που τρέχουν στους αγώνες, πέραν όλων των διαφορών με τις αντίστοιχες της παραγωγής δεν έχουν σελάκι συνεπιβάτη. Προφανής ο λόγος.

Τώρα, φανταστείτε τον κάγκουρα που βλέπει από μικρός τους αγώνες, και φτάνει η στιγμή να αγοράσει την μηχανή των ονείρων του. Μάλιστα, για την περίπτωσή μας, είναι διατεθειμένος ακόμα και να δώσει τα χίλια ευρώ παραπάνω, ώστε να πάρει τη μηχανή στα αγωνιστικά χρώματα (π.χ HONDA Repsol). Του έρχεται η μηχανή, και λέει στον μηχανικό να βγάλει τα άχρηστα πράγματα, φλάς, καθρεφτάκια κλπ. Την ξανακοιτάει τη μηχανή, και απορεί γιατί αυτοί οι τρελλοί Ιάπωνες έχουν βάλλει σέλα συνοδηγού, σε μια αγωνιστική! Οπότε παραγγέλνει τον κοκοβιό στα χρώματα της μηχανής, ο οποίος κοστίζει και γύρω στα 150 ευρώ. Πολλά λεφτά για ένα πλαστικό, το οποίο ή αντικαθιστά το σελάκι, ή το καλύπτει.

Σύνηθες φαινόμενο στους δρόμους, είναι η συνειδητοποιημένη καγκουρογκόμενα να κάθεται στον κοκοβιό!!! Και αυτό γιατί, και ο κάγκουρας αλλά και αυτή δεν θέλουν να χαλάσουν το look της μηχανής. Μπρος στα κάλλη, τι 'ναι ο πόνος!!!

Για να είμαστε ακριβείς, κοκοβιοί βγαίνουν και για κάποια γυμνά μοντέλα, τα οποία είναι βέβαια οι σπορ εκδόσεις, χωρίς τα φέρια (πληθυντικός του φέρινγκ).

Συνώνυμο: μονόσελο

- Ρε Μήτσο, ήρθε ο κοκοβιός που παράγγειλα; - Όχι, έχει φουρτούνα και δεν βγήκαν οι τράτες. Πλάκα σε κάνω. Είναι για βάψιμο. Αύριο τον έχεις.
- Άντε πια, να βγάλω και καμιά σένια φωτό να χώσω στο φέϊς. Δε λέει, του καινούριου καρχαρία, του πάει το μονόσελο!!!

(από electron, 10/02/10)(από electron, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της λέξεων τούμπα και κωλοτούμπα.

Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει κάτι ή κάποιον που κινείται πολύ γρήγορα. Τυγχάνει ευρείας χρήσεως από μετέχοντες εις το μηχανοκίνητο άθλημα της κόντρας, όταν περιγράφουν γρήγορα αυτοκίνητα ή μοτοσυκλέτες.

- Άναψε το φανάρι και το τσίτωσα, αλλά που να τον πιάσω. Το Evo πήγαινε τουμπιώντας.

- Όταν πήρε χαμπάρι ο φλώρος ότι θα τον έσκιζα, έφυγε κωλοτουμπιώντας. Φτερά στα πόδια σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά, το μεγάλο χαρτονένιο κουτί.

Εδώ, το καινούργιο διαρκές αγαθό, όχι μεταχείρα και σε καμία περίπτωση φθαρμένο ή σαπάκι.

Μόλις δηλαδή βγήκε και καλάουα από την κούτα του και συναρμολογήθηκε.

Κυρίως χρησιμοποιείται για μηχανάκια.

  1. Φιλε μην τα λες σε εμενα αυτα
    εδω τα περισσοτερα λεφτα που εδωσα στην ζωη μου ηταν 4.000 ευρω για την μπεμβε.
    Εσυ ποσο ειπαμε πειρες το ντενεκε σου ;;;

:2funny::2funny::2funny:

o ΝΤΕΝΕΚΕΣ ειναι ΚΟΥΤΑ φιλε...
οχι αρχαιολογια του 1821.

ειχες και εσυ στα νιατα σου το 1916 ΚΟΥΤΑ μηχανακι, και νομιζω πως ξερεις τη διαφορά..εδώθε

  1. Καταρχάς πόσα χρήματα διαθέτεις.........γιατί στην κατηγορία μοτάρντ κούτα υπολόγιζε κοντά στα 6-7 χιλιάρικα. Τι θες να κάνεις με αύτο το μηχανάκι, την χρήση που το παίρνεις δηλ. γιατί μία λες για sm μία για enduro, καμία σχέση το ένα με το άλλο.....
    να μειώσεις λίγο τις επιλογές γιατί έτσι χύμα στο κύμα δεν θα κατασταλαξεις ποτέ....εκείθε

Μπεβερλυ 300 ΚΟΥΤΑ  (από perkins, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό lag (αργοπορώ, καθυστερώ, μένω πίσω, χασομερώ, χρονοτριβώ και γενικά ακολουθώ με διαφορά φάσης).

Συντάσσεται πολύ συχνά με ποσοτικά επιρρήματα και τα: αισχρά, τρελά, άπειρα, τίγκα.

Χρησιμοποιείται:

  • Κυρίως για Η/Υ (και σχετικά συμπράγκαλα π.χ. ποντίκια, εικόνα στην οθόνη), δίκτυα Η/Υ, ήχο που ανεβαίνει ή κατεβαίνει απ’ το νέτι αλλά και κινητά (συχνότατα στο πρώτο πρόσωπο αντί του τρίτου), σημαίνοντας πως το πρόγραμμα που χρησιμοποιεί ο χρήστης, το παιχνίδι που παίζει ονλάιν ή η σύνδεση του δικτύου (μπορεί και να μην είναι απαραίτητα το νέτι) κολλάει, ανταποκρίνεται αργά ή άσχημα μ’ αποτέλεσμα να συφιλιάζεται ο χρήστης. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε μικρή RAM, φορτωμένο επεξεργαστή, χαμηλή ποιότητα σύνδεσης πρόβλημα στην κάρτα γραφικών, μη ενημερωμένο λογισμικό κλπ. Κυκλοφορεί και το τρώω λαγκ με την ίδια έννοια.
  • Επίσης, σε σχέση με μηχανές κάθε είδους αλλά κυρίως με κινητήρες αγωνιστικών αυτοκινήτων, οπότε σημαίνει πως καθυστερεί ή δεν γίνεται ομαλά η μετάβαση από μια ταχύτητα σε ψηλότερη, πως η απόδοση δεν είναι ικανοποιητική.
  • Λιγότερο, με πρόσωπα, οπότε σημαίνει πως το άτομο (περισσότερο συγκυριακά παρά μονίμως) κολλάει, δε στροφάρει, τα χάνει, κωλώνει, δεν αντιδρά όπως πρέπει λόγω συναισθηματικής φόρτισης, αφηρημάδας, κούρασης, φόβου.
  • Σπάνια, με ιστορίες, διηγήσεις, άρθρα, οπότε σημαίνει πως κάτι μπάζει, δε στέκει, δεν έχει συγκρότηση, δεν κυλά μ’ αποτέλεσμα να μην πείθει.

1α. «…έχω E8400 στα 3.4ghz 6gb ram και 5770 κάρτα γραφικών παίζω σε 1980 (όλα φουλ εκτός antiliasing) και λαγκάρω άσχημα το cpu χτυπά όλο 100αρια...., λαγκάρει κάνεις άλλος; όχι λαγκ ονλαιν και στο campaing που παίζω λαγκάρω. Τώρα που το δοκίμασα και με 1280 λαγκάρω....» (αγορασμένο)

1β. «Τώρα εγώ φαντάζομαι να έχω κινητό με windows mobile και να λαγκάρει μέχρι να δείξει το μήνυμα και να πεθάνω από τις μ******ς της microsoft.» (αγορασμένο)

2α. «…από 1η σε 2α βλέπω λαγκάρει λίγο και αργεί να φουσκώσει αν δεν κάνω λάθος το παρατήρησα και εγώ...Λογικό το άγχος όλοι άνθρωποι είμαστε και όλοι πάντα θέλουμε να είμαστε νικητές…» (αγορασμένο)

2β. «…Επιπλέον στο dyno μετράς με μια σχέση και όχι όλες όπως σε μια κόντρα, που σε κάθε αλλαγή λαγκάρει το αμάξι λόγω ανοιχτού τύπου σκάστρα και χάνεις δύναμη…» (αγορασμένο)

3α. «…ποιο αστείο; …ναι τώρα που το ξαναδιάβασα με άλλο σκεπτικό, τώρα το κατάλαβα...γαμώτο ήταν καλό... εντάξει λαγκάρω λίγο. Πειράζει;;;» (αγορασμένο)

3β. «–Γιατί δεν έρχεσαι εσύ ρε κότα; Κάθε βράδυ στην πλατεία θα με βρεις. Αν έχεις κότσια πέρνα να σου γαμήσω ό,τι έχεις.
– Σταμάτα να δέρνεις γιατί λαγκάρω.» (αγορασμένο και προσαρμοσμένο)

  1. «…Το άρθρο λαγκάρει. Αφ' ενός, περιέχει ένα μάτσο μπούρδες, όσον αφορά την χρήση της γλώσσας, την λεξοπλασία, κτλ. Αφ' ετέρου, η πλειονότητα των χρηστών έχει εγκαταλείψει…» (αγορασμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται εν είδει επιρρήματος, για να περιγράψει μια έξτρα πρίμα γκουντ κατάσταση, μια φάση τριφασικιά και ανεβαστικιά, ένα τρελό σκηνικό κλπ.

Συνώνυμα: τζετ, τζιτζί, τζάμι, και γαμώ, καύλα, πένα, τούμπανο, πάουερ, δύναμη, ζάχαρη, μέλι, κομπλέ... και πολλά άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.

Παράγωγο επίθετο: γκαζιάρικος

Πολύ γκαζιάρικο μωρό η Πόπη.

Γιατί γκάζι;

Μα φυσικά διότι έχει μόνο θετικές συνδηλώσεις, σε αντίθεση πάντα με το φρένο:

Έκανα χτες βράδυ κίνηση να τη γαμήσω αλλά μου 'βαλε φρένο.

Το γκάζι ταυτίζεται με την Ενέργεια, τη Δύναμη. Στη φράση μου έχωσε γκάζια, παραδεχόμαστε πως υπομείναμε αγόγγυστα τον υπέρτερο δυναμισμό του νουθετούντος ημάς.

Το γκάζι, όπως και το Αυτοκίνητο, είναι ένα παντοδύναμο σύμβολο του βιομηχανικού πολιτισμού, ίσως και της ίδιας της ιδέας της Προόδου, σύμφυτης με αυτόν. O φίλος μου ο Βίκας με είχε προτείνει παλαιότερα το σχετικό Ο Μύθος της Μηχανής του Lewis Mumford, το οποίο ακόμη δεν αξιώθηκα να διαβάσω :(

Συναφές πανίσχυρο σύμβολο του βιομηχανισμού είναι το ηλεκτρικό ρεύμα, βλ. σχετικά το σαββοπουλικό «σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα». Εξ ου και ο Pierre Bourdieu έχει προτείνει, ενάντια στη φρενίτιδα του τεχνικού πολιτισμού, «να κατεβάσουμε τους διακόπτες».

Αυτά όσον αφορά το γενικόν του πράγματος. Ειδικά όσον αφορά τον Έλληνα, για τον οποίο το αμάξι του είναι το υπέρτατο φετίχ, δεν είναι καθόλου τυχαίο που ταυτίζει την καλοπέραση με το γκάζι. Ο έλληνας είναι ακόμη δέσμιος του μυθικού αφηγήματος της Προόδου, εξακολουθεί εν πολλοίς να θαυμάζει με παιδική σχεδόν αφέλεια τα μεγάλα τεχνικά επιτεύγματα του Πρώτου Κόσμου - ίσως γιατί ο ίδιος ούτε καν με αυτά. Ο έλληνας αντιμετωπίζει το μεταμοντέρνο και τις σχετικές επιφυλάξεις και σκεπτικισμό απέναντι στην Πρόοδο ως εξωτικά φρούτα, από τα οποία θέλει να δοκιμάσει μια σταλιά έτσι για τα νεφρά, αλλά ως εκεί, μην το παραχέσουμε κιόλας: η Άννα Βίσση, το 4Χ4 και το τζακούζι παραμένουν σταθερές αξίες στη ζωή του. Ο έλληνας είναι ακόμη βαθύτατα μοντέρνος (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) ήτοι, με σημερινούς όρους, βαθύτατα οπισθοδρομικός.

- Για πε, τι κάνατε τελικά χτες, βγήκατε;
- Πού να στα λέω, μαζεύτηκαν όλοι οι πεθαμένοι, που 'χαμε να τους δούμε από του Αγίου Πούτσου ανήμερα! Κώστας Παγκράτι, Σπυράκλας, Κουνούπι, Πεταλούδας, ο Φίλιππας ο καπετάνιος, πανικός σου λέω, τα πάντα όλα! Αράξαμε Πανόρμου, ήπιαμε τον κώλο μας, κλάσαμε στο γέλιο, γενικώς την περάσαμε γκάζι. Μαλακία σου που δεν ήρθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μποτιλιάρισμα ή αμφορεάρισμα των αυτοκινήτων, έτσι ώστε να ακινητοποιούνται πλήρως και να θυμίζουν τουτού στοιβαγμένα σε πάρκινγκ. Λέγεται και φωτογραφία. Άμα είσαι σεντανάκιας, ας πρόσεχες...

Πάσα: Αγκού.

- Πάλι πορεία στο κέντρο έχει και την κάνανε πάρκινγκ την Κηφισίας, γαμώ τον Τσίπρα μου μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified