Selected tags

Further tags

Γαμάω χαριστικά, γαμάω για την ψυχή της μανούλας μου, κάνω σεξουαλική εξυπηρέτηση, κάνω ψυχικό γαμήσι.

Υπέρ πατρίδος γαμάμε κατά κανόνα τα προσφιλή μας μπάζα, για τα οποία τόσα και τόσα συνώνυμα θα βρείτε στην λατρεμένη μας ιστιοσελίδα.

Η λογική του ψυχικού γαμησιού είναι ίδια με εκείνη της θητείας: κανείς δε θέλει να πάει, αλλά τελικά (σχεδόν) όλοι πάνε σαν τα αρνιά, και λεν κι ένα τραγούδι (για την ακρίβεια πολλά τραγούδια). Κι η δικαιολογία στο τσεπάκι: «ε, να ρε φίλε, τι να κάνω, για την πατρίδα πήγα, που έχουμε τον Τούρκο πάνω απ' το κεφάλι μας και απειλεί» και άλλες παρόμοιες στρατοκαυλικές κουράδες. Διότι αποτελεί κοινό μυστικό πως ο μέσος Έλληνας είναι στρατόκαυλος, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο, άλλος κατά βάθος κι άλλος κατά πλάτος. Δε πα να βρίζει κάθε μέρα πατόκορφα το κωλοκράτος, τους κωλόμπατσους, τους κωλόδρομους, την εφορία, τα διόδια, τους πολιτικούς, το γαμοσύστημα, την Κωλλάδα την ίδια (όπως λέει ο Χατζηστεφάνου); Και τι να λεει; Μια φορά στρατό θα πάει, δεν παίζει. Γιατί χωρίς στρατό δε γίνεσαι άντρας, καρατσεκαρισμένο. Και την κοινωνική κατακραυγή και την ταμπέλα του γιωτόπουλου που την πας; (Στην Κύπρο - όπου βέβαια τα θέματα διαφέρουν κάπως - υπάρχει το έθιμο να πετούν αυγά στο σπίτι όποιου πούλησε τρελίτσα για να μην πάει στρατό). Καλοί κι οι μετροσέξουλες, αλλά στον ευλογημένο τόπο μας η μπρουταλιτέ εκτιμάται ακόμη ιδιαιτέρως (γι' αυτό κι όλες οι γκόμενες γαμιούνται με αλβανά).

Όπως λοιπόν ο κλασικός Έλληνας είναι στρατοκαύλης, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο είναι και σαβουρογαμιάς. Με τον ίδιο τρόπο που δέχεται να χαρίσει 12 μηνάκια απ' τη ζωή του (κι ίσως και την ίδια του τη ζωή) στη Μαμά Πατρίδα, έτσι κάνει εκπτώσεις και στην καθαρά προσωπική του ζωή, αποδεχόμενος το γεγονός πως το ωραίο το μουνί είναι άπιαστο πουλί, και χώνοντάς τον σ' όποια τρύπα λάχει: «μια φορά μας γέννησε η μάνα μας, δεύτερη δε μας ξαναγεννάει».

Είναι γεγονός πως όλοι σχεδόν, έχουμε κάποτες ρίξει κάποια τεμάχια σε φώκιες, υπέρ πατρίδος. Είναι φυσικό και αναφαίρετο δικαίωμά μας, και μπορούμε να δικαιολογηθούμε εκστομίζοντας την εν λόγω φράση. Όταν όμως η σαβουρογαμίαση γίνεται συστηματάκι, τότε τα περί πατρίδος, ψυχικών και εξυπηρετήσεων, είναι πολύ απλά προφάσεις εν αμαρτίαις.

Και πρέπει εμείς να 'χουμε πρόβλημα με αυτό; No way. «Το άσχημο είναι ωραίο» λεει κάπου ο Ουμπέρτο Έκο στην Ιστορία της Ασχήμιας, ενώ «η ομορφιά είναι μια κόλαση». Πολλοί ανάμεσά μας φτιάχνονται πιο πολύ με τις άσχημες, ισχυριζόμενοι πως αυτές κάνουν το καλύτερο γαμήσι (κι ίσως δεν έχουν άδικο). Το θέμα έγκειται στην υποκρισία τους. Σ' αρέσουν οι φέτες Δωδώνης παλικάρι; Με γεια σου με χαρά σου, μόνο μη μας το παίζεις ότι δε σ' άρεσε κιόλας και το 'κανες χαριστικά. Μη μας το παίζεις και θύμα, για όνομα.

- Πως τη βλέπεις τη Ρένα; Της τον ακούμπαγες άμα λάχει; Εμένα πάντως μου κωλοτρίβεται τελευταία και δε ξέρω τι να κάνω.

- Εμένα με ξέρεις φίλε, δεν αφήνω ευκαιρίες χαμένες, μια φορά μας έκανε η μανούλα μας. Για σένα δεν ξέρω, που μας το παίζεις ντίβα, εκλεκτικός κι έτσι.

- Έχει ωραίο κορμάκι, δε λεω, αλλά αυτή η μύτη της βρε παιδάκι μου, ότι πρέπει για να καρφώνει μπιφτέκια και να σκοτώνει κατσαρίδες στις γωνίες. Ίσως της ρίξω ένα υπέρ πατρίδος στο φινάλε..

- Να σου πω πασά μου, εσύ τη μύτη θα γαμάς ή τον πάτο; Ξεκόλλα με τη μαλακία που σε δέρνει, ρίχτο λίγο έξω. Αλλά έτσι είναι, ο μαλάκας ο Θεός πάει και δίνει την εμφάνιση και τα φράγκα σ' όποιον δεν τα εκτιμά, στα φλώρια και τους μη μου άπτου. Κι εμάς που είμαστε μάχιμοι και δε κωλώνουμε πουθενά, μας έχει στην απόξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω το μικρό δάχτυλο του χεριού στον πισινό της κότας, για να εξακριβώσω αν έχει αβγό.

Μεταφορικά, βάζω χέρι (δάχτυλο) στο αιδοίο της γυναίκας.

Λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως σε χωριά.

Χτες αβγούλωξα την Ελενίτσα μέσα στο χωράφι του παππού μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...μη σε πετύχω.

Αυτονόητο το τι θα γίνει αν σε πετύχει, όσο αυτονόητο το ότι πας τοίχο-τοίχο με την πλάτη στον τοίχο. Λύση ανάγκης όταν δεν υπάρχει τσίγκινο σωβρακάκι σε ακτίνα βολής, αλλά υπάρχει μερακλής σε ακτίνα ψωλής. Έτσι πηγαίνει ο κόσμος όταν κυκλοφορεί ο τζο ο κωλογαμιάς στη γειτονιά (ελπίζω να ξέρετε το ανέκδοτο, αν όχι το κανονίζουμε).

Έχω την εντύπωση ότι η ορίτζιναλ και μη εκφυλισμένη σημασία ήταν ότι φυλάς τα νώτα σου μη σε φάνε μπαμπέσικα και βρεθείς με καμιά σφαίρα φυτεμένη πισώπλατα, αλλά πλέον ο κόσμος δεν κουβαλάει κουμπούρια τόσο όσο άλλοτε, αλλά συνεχίζει να οπλοφορεί, ίσως όσο ποτέ άλλοτε.

Βλέπε και το λιγότερο ποιητικό με τον κώλο στον τοίχο.

- Βρέθηκα κατά λάθος στο μπλου όυστερ προχτές.
- Και;;
- Τι και...τοίχο-τοίχο μη σε πετύχω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έρχεται μια στιγμή στην ζωή, που ο άνδρας δεν μπορεί πια να αγνοήσει πάνω του τα σημάδια του χρόνου. Η τριχόπτωση για αρχή, οι ρυτίδες, το γκριζάρισμα των μαλλιών, κανένα τσεκάπ που έδωσε το πρώτο δικαίωμα σε γιατρό να κάνει κουμάντο στη ζωή του... Κι όσο κι αν ξεγελά τον εαυτό του ότι η ωριμότητα μπορεί να έχει μια γοητεία α λα Σον Κόνερι, τόσο αναρωτιέται, έντρομος, ποιο είναι το σημείο εκείνο έως το οποίο μπορεί να φτάσει η οπισθοχώρηση στα μέτωπα του ανδρισμού.

Έτσι, δήθεν πανηγυρική και κατ' ουσίαν παρηγορητική, άκουσα την παρούσα έκφραση: σημαίνει πως όποιος διαβάζει με τους αγκώνες τεντωμένους λόγω πρεσβυωπίας, φτάνοντας να βάλει την εφημερίδα στο ύψος των αρχιδιώνε του, έχει συμπυκνωμένη τόση εμπειρία και ικανότητα, ώστε με ένα βλέμμα να κάνει τις γκόμενες να βρέξουν βρακάκια για την πάρτη του και να πέσουν σαν νέοπες σε ορκωμοσία.

Έτερη πηγή μου, όμως, είχε άλλη άποψη: ο πρεσβύωψ μεσήλικας που χρησιμοποιεί τ' αρχίδια του για σταντ, εξίσου καλά θ' αρχίσει να χρησιμοποιεί και τον παργαλάτσο του για σελιδοδείκτη, καθώς το δεύτερο μισό της έκφρασης δηλώνει σαφώς ότι με τα μάτια και μόνο θα κάνει από δω και πέρα σεξ το, προς παροπλισμό, αρσενικό.

Συνεπώς λειτουργεί φοβερά για να πεις τον άλλον γέρο χωρίς να του το πεις, δεν νομίζετε;

- Τι λέει εδώ; «Νέες συλλήψεις... μελών της... οικο... γένειας...» Στα γόνατα την έχω φτάσει την εφημερίδα και πάλι δεν τα βγάζω τα γράμματα, τι σκατά, μίκρυναν τη γραμματοσειρά στην Ελευθεροτυπία;
- Ναι, καλά... Τα γυαλιά σου γιατί δεν τα φοράς;
- Εεε, τα ξεχνάω μωρέ συνέχεια σπίτι...
- Νταξ, ξέρεις τι λένε, όποιος διαβάζει με τ' αρχίδια γαμάει με τα μάτια.
- Τι εννοείς;
- Με την καλή έννοια...

(από patsis, 26/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει μεγάλη απαξίωση για ένα αντικείμενο ή μία κατάσταση.

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δείξουμε ότι κάτι είναι ελαφρώς για τον πέοντα και ότι εμείς είμαστε γενικά υπεράνω, χωρίς αυτό να ισχύει πάντα.

Από παρέα οπαδών στο ματς ΠΑΟΚ-ΑΡΗΣ το 2008 στην Τούμπα.(Κλασσικός τύπος χαλλλαρά, που στο ημίχρονο προσπαθούσαν να φτιάξουν κατάσταση με μία τύπισσα από το security).

-Έλα ρε, κάναν τάχα μεγάλη μεταγραφή και χαίρονται. Αμορόζο και τα αρχίδια μας κουνιούνται να 'ούμε.

(από nikos4ever, 10/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O μαδαφάκας, αυτός που γαμάει την μάνα του, ή γενικά προτιμά το μιλφέιγ παρά το παστάκι, τώρα και στην πιο γουτσιστική εκδοχή του. Διαδόθηκε ο όρος από το τραγούδι «θέλω να το κάνω με την μαμά σου» των Ημισκουμπρίωνε. Εκ των μαμά και γαμίκος, προφάνουσλυ. Κατά άλλη εκδοχή σημαίνει τον μητροσεξουαλικό. Δες.

Ασίστ: Μπούμπης.

Θέλω να νιώσω την μαμά σε βάθος και σε ύψος, γιατί είμαι ο παρακείμενος μαμογαμίκος.

(Εκ του άσματος).

Ο παρακείμενος μαμογαμίκος (από Dirty Talking, 10/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που εκσπερματίζει, την στιγμή ακριβώς που εκσπερματίζει. Παρομοιάζεται δηλαδή το «να φέρνεις» το σπέρμα, με το να φέρνεις γάλα, όπως ο γαλατάς. Λέγεται κυρίως σε περιπτώσεις που βγάζεις κάποιον /-αν ασπροπρόσωπο/η. Αυτός είναι ο γαλατάς χωρίς καρούμπαλο, γιατί υπάρχει και ο γαλατάς με το μπλε καρούμπαλο.

- Ναι, μωρό μου, ναι, ναι, έρχεται ο γαλατάς. Ο ΓΑΛΑΤΑΣ. Αργκχνοθξαβμησθςγσμανζμ,ανκηξσ

(από Khan, 02/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, καλή κι η μαλακία, αλλά με το γαμήσι γνωρίζεις κόσμο. Το γαμήσι είναι ένα είδος κοινωνικοποίησης και αυξήσεως του κοινωνικού σου κύκλου. Όταν, λοιπόν, βρίζουμε κάποιον, του λέμε να πάει να γαμηθεί, ώστε με αυτόν τον τρόπο να γνωρίσει κόσμο, να τον μάθουνε, να γίνει γνωστός στην πιάτσα, έως διάσημος. Με λίγα λόγια, να βγάλει όνομα.

Ασίστ: Βασάν.

- Άντε γαμήσου ρε να βγάλεις όνομα!
- Σάλτσα και γαμήσου εσύ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μία πρόσληψη δεν γίνεται αξιοκρατικά, αλλά ύστερα από πουτσοδότηση ανδρικού μορίου. Λογοπαίγνιο με τα «μόρια», που μετράνε για να προσληφθεί κάποιος σε μια δουλειά. Πρβλ. λήμματα: τσιμπουκωτός, -ή, Ζαχόπουλος, βυζογραφικό.

- Καλά, πώς πήρε αυτή την δουλειά; Αφού δεν είχε τα τυπικά προσόντα!
- Ναι, αλλά ανέβηκε με μοριοδότηση.

(από Khan, 28/02/14)(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός του ήδη καταχωρημένου ορισμού, η έκφραση το ματώνω σημαίνει, για γυναίκες, ενδίδω στην αυτοϊκανοποίηση τόσο συχνά και με τόση όρεξη και αφοσίωση που το παρακάνω και το ταλαιπωρώ το γατάκι.

[Based on a true dialogue, Λύκειο, οι ορμόνες μέσα μας κάνουν επανάσταση. Μαρία: μαγκιόρα συμμαθήτρια, θρυλικά μεγάλο στήθος από έφηβη]

- Μαρία πήγες πουθενά για καλοκαίρι;
- Χαλκιδική με τους γονείς μου και μετά κατασκήνωση για κορίτσια.
- Α ρε Μαρία... Τις φαντάζομαι εκεί αθώες και ανέγγιχτες, με τις πυτζαμούλες τους, μαξιλαροπόλεμοι, αλληλοχτενίσματα και αλληλοβαψίματα, γκαυλώνω, χαχαχα!
- Νταξ ρε Πάτση, ας ερχόσουν να με δεις, κερδισμένος θα 'βγαινες. Εκεί όλες το ματώνανε δεξιά κι αριστερά απ' τις γκαύλες, θα σε τρώγανε για δεκατιανό. Άκου ανέγγιχτες...
- Εε τ-τι λε ρε...
- Σού 'δωσα homework ε; Μη μασάς ρε που κάνουν τις Παναγίες, ξύπνα...

Got a better definition? Add it!

Published