Further tags

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει το απύθμενο βάθος αιδοίου γυναικείου ή κώλου unisex, και λέγεται πάντοτε με μπάσα βραχνή φωνή, μιμούμενη αυτή των πρωταγωνιστών στις καλτ ελληνικές τσόντες. Πολλές φορές χρησιμοποιείται στην τύχη, κατά την θέαση π.χ. καλλίγραμμων γυναικείων οπισθίων. Έχει και παραπλανητικό τύπο άπαράτατα!

  1. - Τι έγινε με την Κική βρε μαλάκα, τη γάμησες;
    - Τη γάμησα...
    - Πώς ήταν;
    - Άπατα...

  2. - Πώω ρε, τι άλογο είναι αυτό;
    - Άααπαράτατα!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνεχής και σε μεγάλες ποσότητες ροή αιδοίων (μαζί με το περιτύλιγμα) από συγκεκριμένο σημείο στο οποίο τυγχάνει να στέκεται ο ανυποψίαστος παρατηρητής. Την ακατάσχετη μουνορραγία δεν πρέπει να την μπερδεύουμε με την ακατάσχετη αιμορραγία η οποία μπορεί να έχει θανάσιμες συνέπειες για τον παθόντα, καθότι η ακατάσχετη μουνορραγία δημιουργεί συναισθήματα ευεξίας, ευφορίας και ανείπωτης χαράς στον προαναφερθέντα παρατηρητή και σε καμμία περίπτωση δεν απειλεί τη ζωή του.

Η ακατάσχετη μουνορραγία είναι έννοια ταυτόσημη ενός πλούσιου αιδοιοφόρου ορίζοντα, κάτι που ο λαός συνηθίζει να αποκαλεί και μουνοθύελλα, μουνοπλαγιά, θεομουνία ή και μουνοπλημμύρα.

- Πού πήγατε τελικά με τον Μικέ χθες το βράδυ;
- Γλυφάδα.
- Πώς ήταν, είχε τίποτα;
- Αν είχε λέει... ακατάσχετη μουνορραγία είχε μεγάλε. Μας βγήκαν τα μάτια έξω σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός, σχετικά συνώνυμος με τον μουνίκακα, στο πιο μαλακουάζ του. Συνήθως υποδηλώνει τον κρετίνο, κάποιες φορές υποχόνδριο άνδρα, ο οποίος τυγχάνει να είναι ταυτόχρονα αγαθοβιόλης και μουνόδουλος. Συντάσσεται τόσο προσδιοριστικά («είναι απαλομουνίδας» όσο και ποσοτικά («πόσο απαλομουνίδας είσαι»).

- Ρε συ, τα' μαθες για τον Σάββα ; Πάλι του σβούριξε χυλόπιτα η Έλενα!
- Έλα ρε ! Καλά πότε πρόλαβε και χώνεψε την προηγούμενη που του είχε ρίξει ;
- Έλα ντε! Νόμιζε ότι επειδή τον πήρε προχτές τηλέφωνο να τον ρωτήσει κάτι για τη σχολή, μετάνοιωσε που τον απέρριψε την περασμένη εβδομάδα.
- Μα πόσο απαλομουνίδας γίνεται ο μαλάκας ώρες-ώρες !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνουσιάζομαι, η σεξουαλική πράξη παρομοιάζεται σαν βάφτιση τέκνου, με το αιδοίο σαν κολυμπήθρα.

Πώς πέρασες στην Κω Νικολή, τον βάφτισες τον μπέμπη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που εφαρμόζει την πρακτική της αιδοιολειχίας. Επειδή τα σκυλιά έχουν μεγάλες γλώσσες και γλείφουν πολύ. Αλλά και επειδή τα σκυλιά θεωρούνται κάπως υπηρέτες μας, αλλά και «καλοί φίλοι». Λέγεται για κάποιον, ο οποίος επιμένει λίγο υπερβολικά σε αυτήν την πρακτική. Και ίσως υποτιμητικά από κάποιους φοβικούς προς την vagina dentata. Επίσης, γενικά, ο μουνόδουλος, ο μουνάκιας.

Αυτός ο Περικλής έχει καταντήσει το μουνόσκυλο της Λίλιαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις σεξιστικότερες ύβρεις, σύμφωνα με την οποία το γυναικείο αιδοίο (και κατ' επέκταση η γυναίκα που το φέρει) παρομοιάζεται και εξομοιώνεται με μια απλή, νέτη σκέτη Τρύπα. Στο μυαλό αυτών που το λένε (διαβεβαιώ τον Τζίζας που πρότεινε τον όρο πως το λεν αρκετοί) η λέξη αυτή είναι ακόμα υβριστικότερη από το μουνί, μουνότρυπα και τα συναφή, καθότι υποβιβάζεται πλήρως η αξία του στη μη αξία μιας τρύπας η οποία, στην καλύτερη περίπτωση να βουλώσει και τίποτ' άλλο. Απαθής, αμέτοχη και αδιάφορη για τους πάντες τρύπα, αυτό είναι η γυναίκα στο μυαλό όσων τις αποκαλούν έτσι. Μάλλον έχουν τους προσωπικούς τους λόγους και δεν έχει να κάνει με το ποιόν της γυναίκας που υφίσταται αυτή την επίθεση.

Υπάρχουν και γυναίκες που το λένε προς τις ομόφυλές τους και τότε έχει μεγαλύτερο μένος η βρισιά. Τώρα αν λέγεται και σε αδελφές, ουκ οίδα. Μεταξύ τους, υποθέτω πως ναι, το λένε.

- Αχ συγνώμη κύριε, δεν το είδα το στοπ...
- Ουστ μωρή τρύπα, μιλάς κι από πάνω...

(από ironick, 22/11/08)

Βλ. και καυλόμουνο, αμαρτωλό, ξεψώλι.

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάλε μυαλό: Συνετίσου, συμμορφώσου
Βάζω κεφάλι: Διείσδυση πέους στο αιδοίο μέχρι ΚΑΙ την βάλανο (κεφάλι).

Έκφραση που φανερώνει έναν απροκάλυπτο εκβιασμό προς το αδύναμο φύλο. Χρησιμοποιείται κυρίως από μισογύνηδες, μικροτσούτσουνους και από παντρεμένους αλκοολικούς. Λέγεται με ωμό και βάρβαρο τρόπο με σκοπό να συνετίσει παύλα ερεθίσει το εκάστοτε θηλυκό...

Αυτή η μορφή απειλής προσδίδει στο φαλλοκρατικό αρσενικό μπόλικη αυτοπεποίθηση όπως επίσης και μεγαλύτερο φαλλό! Όσο για το θήλυ, ανάλογα με το μπάσο της φωνής του αρσενικού, κυριεύεται από ένα ρεύμα φόβου που μετατρέπεται σιγά σιγά σε ηδονή (λέμε τώρα!)

- Θοδωράαααα!!! Τις παντόφλες...
- Αααα, να σου πω Γιάννη δεν είμαι δούλα σου. Τελείωσαν αυτά!
- Κουνήσου μωρή σαβούρα μην έρθω από κει!
- Για έλα αν τολμάς! Με τόσο κρασί που έχεις πιει, αμφιβάλλω!
- Μωρή ξεκωλιάρα, βάλε μυαλό και πρόσεχε τι λες, μην έρθω απ' εκεί και μαζί με τις παντόφλες σου βάλω και κεφάλι! Ακούς..!!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηλικιακή ωρίμανση του θηλυκού έχει ως φυσικό επακόλουθο μεταπτώσεις στη σεξουαλική του δραστηριότητα με αποτέλεσμα το αιδοίο/ψωλότσεπη να περνά από το στάδιο της διαρκούς εισροής σε αυτό της πλήρους αχρηστίας.

Σε αυτό το τελικό στάδιο η γυναίκα κάτοχος του συγκεκριμένου μαραμένου αιδοίου απόκτα και επίσημα τον τίτλο της μαραμούνας.

Στάδια:

α) 17-30: ανοίξαμε και σας περιμένουμε
β) 31-40: ζητιάνα της πούτσας
γ) 41-... : μαραμούνα

Υπάρχουν, βέβαια, και οι φωτεινές εξαιρέσεις σε όλα τα στάδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified