Βρισιά με την οποία εννοούμε ότι το γαμήσι που ρίχνουμε σε κάποιον είναι τόσο παρατεταμένο, ώστε είναι σαν να του/της βάζουμε τον πούτσο μας και να τον αφήνουμε να μουλιάζει.

Και όπως έπεφτε η νυχτιά σε χάιδευε τ' αγιάζι,
τον πούτσο μου στο κώλο σου, έβαζα να μουλιάζει.

(Στίχος των Μετάληρα απ' το «Τον κώλο σου γάμαγα»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γ-καύλα / γυναικεία καύλα. Πώς είναι η αντρική; Καμία σχέση.

Ακολουθεί οθονιά: Το θέμα είναι βαρύ και απαιτεί ανάλυση.

Γυναικεία καύλα –πώς εκδηλώνεται (ή αλλιώς «Αυτό που νιώθουν οι γυναίκες»):

  • Διαστολή της κόρης του ματιού.
  • Αύξηση των καρδιακών παλμών.
  • Η αναπνοή γίνεται ταχύτερη και βαθιά.
  • Τα χείλη του στόματος σταδιακά κοκκινίζουν (αυτό υποτίθεται ότι προσομοιάζει το κραγιόν), διογκώνονται ελαφρά και αρχίζουν να «μυρμηγκιάζουν» (ως επόμενο, συχνά τα χείλη μισανοίγουν ασυναίσθητα).
  • Το αιδοίο διογκώνεται, λόγω μεγαλύτερης κυκλοφορίας του αίματος και αρχίζει να «μυρμηγκιάζει».
  • Ο κόλπος υγραίνεται.
  • Επιθυμία για σεξουαλική πράξη.

Γυναικεία καύλα –πώς προκαλείται (ή αλλιώς «Αυτό που θέλουν οι γυναίκες, vol. Ι»):
Αφενός απαιτείται ένας άντρας ή η φαντασίωση ενός άντρα τέλος πάντων. Αφεδύο, για το τι καυλώνει την καθεμία, ενδεικτικά παρατίθενται διάφορες απόψεις στο Παράδειγμα –παρακαλώ περάστε από κει πριν συνεχίσετε την ανάγνωση. Η εξήγηση για όλα αυτά στο Παράρτημα.

Γυναικεία καύλα –τι συμβάλλει (ή αλλιώς «Αυτό που θέλουν οι γυναίκες, vol. ΙΙ»):
Ανεξάρτητα από το Ι, η πλειονότητα γουστάρει, όλα ή κάποια, από τα κάτωθι:

  • Να είναι καθαρός όσο χρειάζεται. (Να μην βρωμάει, ούτε κατά διάνοια, αλλά και να μην γλείφει η άλλη σαπούνια, χλωρίνες και αντιπαρασιτικά.)
  • Να μυρίζει ωραία. (Περιλαμβανομένων και των φερομονών της καθαρής μασχαλίλας... της καθαρής... της καθαρής... –επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως.)
  • Ρομαντική ατμόσφαιρα. (Κανονική θερμοκρασία περιβάλλοντος, ώστε να μην τουρτουρίζει και να σκέφτεται να βγάλει το βρακί της για να μην καταψυχθεί το μύδι, απαλά χρώματα, απαλός φωτισμός, απαλή μουσικούλα και τα τοιαύτα.)
  • Ένα καλό γεύμα πριν. (Ο καφές και το τσάι το ανεβάζουν το λίμπιντο, ελάχιστο αλκοόλ διώχνει τις αναστολές και την εικόνα της μάνας της να της λέει ότι, όποια το κάνει χωρίς στεφάνι είναι πουτάνα και θα καεί στην κόλαση.)
  • Μασάζ. (Χαλαρό, αρχικά τρυφερό και μετά βλέπουμε, δεν βιαζόμαστε, δεν πιάνουμε κατευθείαν βυζιά και κώλους, δεν στρίβουμε τις ρώγες σαν να είναι κουμπί ραδιοφώνου και ψάχνουμε να βρούμε σταθμό.)
  • Προκαταρκτικά. (Δεν βιαζόμαστε... Δεν βιαζόμαστε... Δεν βιαζόμαστε... –επανάληψη κ.λπ. Τουλάχιστον ένα εικοσάλεπτο φιλιά, χάδια κ.λπ. πάνω από τα ρούχα. Άλλο τόσο κάτω από αυτά.)

Παράρτημα 1: Γιατί όλα αυτά, κύριοι, σας φαίνονται κινέζικα.

Τα σχέδια του θεού για την δημιουργία ανθρώπινου όντος, πέρασαν από την θεωρία στην πράξη με πιλοτική εφαρμογή πειραματικού μοντέλου: ο Θεός έπλασε τον άνδρα. Είδε τι σφάλματα έκανε, διόρθωσε τα bugs και έπλασε την γυναίκα ως ανώτερο και εξελιγμένο ον υψηλότερου κόστους –τους άντρες δεν τους κατήργησε, γιατί ήθελε να έχει πλήρη γκάμα προϊόντων, όπως κάθε κατασκευαστής που σέβεται τον εαυτό του. Εξασφάλισε το αγοραστικό κοινό και για τα δύο μοντέλα (μαγκιά) δημιουργώντας αλληλεξάρτηση και μετά κάθισε και έσπαγε πλάκα με το πώς ήταν αδύνατο να συνεννοηθούν. Κοίτα γύρω σου τις σχέσεις των δυο φύλων –ο Θεός έχει χιούμορ.

Η ύπαρξη πολύπλοκου εγκεφάλου, που επιπροσθέτως χρησιμοποιείται κιόλας, είναι η ευλογία και κατάρα των γυναικών και εκδηλώνεται σε όλους τους τομείς του βίου –και στον σεξουαλικό. Οι άνδρες αδυνατούν να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας του, εξ ου και τα αστειάκια στο νετ του στυλ [αυτού](http://www.blackhumor.gr/more_content_simple.php?s=1&c=5&mid=2166, αυτού http://www.dobro.gr/content/%CE%AC%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%B5%CF%82-vs-%CE%B3%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%AF%CE%BA%CE%B5%CF%82), αλλά και του σχολίου στο περίφημο Πουτσοπόλιταν. Οπότε, κύριοι, δώστε βάση στο νόημα.

Ασίστ: Vrastaman από το ΔΠ.

Παράρτημα 2: Μεταγενέστερο σχόλιο κατόπιν επιτακτικού αιτήματος σαλλλονικιού μόντουλα:

Το γεγονός λέει ότι στην Σαλλλονίκη την καύλα την λένε γκάβλα, αποτελεί απόδειξη λέει ότι οι σαλλλονικείς ξέρουν από γ-καύλα, καύλα τη γυναικεία, σαν να λέμε ξέρουν πώς να καυλώσουν τρελά μια γυναίκα. Δεν μπορώ να στοιχειοθετήσω τον ισχυρισμό αυτό, αλλά για να το λέει κοτζάμ μοντ κάτι θα ξέρει, συνεπώς επιβάλλεται για λόγους αντικειμενικότητας και δημοσιογραφικής δεοντολογίας να καταγραφεί η αντίστοιχη άποψη. Αατα

Παραδείγματα από εδώ

Ερώτημα –τι σε ανάβει σε έναν άντρα:

— Με ανάβει όταν είμαστε σε κάποια κοινωνική εκδήλωση, πάρτυ κ.λπ. και τον κοιτάω στην άλλη άκρη του δωματίου και μου ρίχνει ΑΥΤΟ το βλέμμα (ξέρεις, αυτό που δηλώνει ότι είσαι δική του και ότι είναι ο μόνος που έχει το κλειδί σου). Κοκκινίζω αυτόματα. — Το να νιώθω επιθυμητή ή να συνειδητοποιώ το πόσο τον αγαπώ.
— Με ανάβει η αίσθηση του χιούμορ καταρχάς, χωρίς να χρησιμοποιεί βρωμόλογα. Ένας άντρας που να ξέρει να είναι κύριος στους τρόπους του στο τραπέζι. Και τα καθαρά νύχια.
— Με ανάβει αυτό το βλέμμα του που λέει «Γαμώτο ρε, είσαι τόσο σέξι και είσαι όλη δική μου» και μετά με φιλάει στο λαιμό και λιώνω... (αναστεναγμός).
— Με ανάβει να ξέρω ότι είναι εκεί για μένα ανεξάρτητα από την διάθεσή μου. Να με κάνει να γελάω με τον σωστό τρόπο ανάλογα με την περίσταση.
— Ο δεύτερος σύζυγός μου δεν έμοιαζε στον Μπραντ Πητ αλλά μου συμπεριφερόταν φανταστικά, ήταν πρόθυμος να δοκιμάσει πράγματα και είχε απίστευτη αίσθηση του χιούμορ. Και έκανε μπάνιο πριν.
— Αυτά που λέτε είναι μαλακίες, η ερώτηση είναι σεξουαλική, δεν σας ρωτήσανε πως σας αρέσει να συμπεριφέρεται ένας άντρας. Εγώ λοιπόν δεν καυλώνω με βλέμματα από απέναντι, αυτό είναι τρυφερότητα, όχι επιθυμία να τον καβαλήσω. Εγώ καυλώνω με πορνό, μπινελίκια, να μην φοράω εσώρουχα και να του το λέω, με ατελείωτα φιλιά όσο κυλιόμαστε γύρω γύρω φορώντας μόνο τα εσώρουχά μας. — Α, φίλη μου, δεν θα συμφωνήσω μαζί σου, κάθε γυναίκα είναι διαφορετική και καυλώνει με το δικό της στυλ.

Νταντάν νταντάαααν: Η καθεμία καυλώνει με εντελώς διαφορετικά ερεθίσματα. Το θέμα είναι ανεξάντλητο. Δεν έχετε ελπίδα να κατανοήσετε, παλέψτε το όπως σας φωτίσει ο γιαραμπής.

Βλ. και σημείο G(αύλας)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εύγε νονέ acg, το λεξικό σ' ευχαριστεί για την πρότασή σου κι εγώ άλλο τόσο.

Μουνίλα λοιπόν, όπως είπε κι ο νονός, είναι η λέξη-βασίλισσα στο βασίλειο των -ίλα. Ευωδιαστή και βρωμερή βασίλισσα συνάμα και όχι σαν την κωλίλα που, βεβαίως, είναι μόνο δυσάρεστη (υποθέτω ακόμα και για τους κοπρολάγνους). Κατά κοινή παραδοχή όμως, δεν πρόκειται για καμιά υπέροχη οσμή, αλλιώς δεν θα τελείωνε σε -ίλα. Τό 'χουν αυτό όλες οι μυρωδιές που βγαίνουν από το σώμα ή όσες, όπως η φαγητίλα, κατευθύνονται προς αυτό. Η μουνίλα είναι μάλλον η μόνη σωματική μυρωδιά που ακόμα διατηρεί και θετικές πλευρές. Δεν τις έχει χάσει, όπως η ιδρωτίλα, η ποδαρίλα, η κωλίλα, η στοματίλα, κλπ. Σαν την φαγητίλα ή την ψητίλα, μπορεί να αρέσει και να προκαλέσει, τουλάχιστον μέχρι να περατωθεί η πράξη για την οποία σε καλεί. Μετά, όταν μένει πάνω σου, μπορεί και να γίνει εφιάλτης.

Είναι λοιπόν η μυρωδιά που βγαίνει από τα γυναικεία κολπικά υγρά και, κατ' επέκταση, απ' όλη την σχετική περιοχή του γυναικείου σώματος. Μπορεί να έχει μικρό βεληνεκές (δηλ. να πρέπει να φτάσουμε κοντά στην πηγή της για να την οσμιστούμε) αλλά και ευρύτατο, όπως όταν πχ. μπαίνουμε σε γυναικεία αποδυτήρια σε μέρα ζέστης, υγρασίας και συνωστισμού. Είναι κάτι αντίστοιχο της βαρβατίλας, με τη διαφορά ότι έχει μόνο κυριολεκτική σημασία ενώ η λέξη βαρβατίλα μπορεί να χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Προσωπικά μου έχει τύχει να ακούσω μόνο από έναν άνθρωπο τη μεταφορική χρήση της λέξης («μου κάνει για μουνίλες αυτό το μέρος» είπε, και εννοούσε κάτι αντίστοιχο του αρχιδόκαμπου). Η λέξη χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για εμφατικούς λόγους ή υποτιμητικά (βλ. παρ. 2)

Θετική όψη του φαινομένου:
η φρεσκοσαπουνισμένη ή αρωματισμένη μουνίλα (η γκόμενα μόλις έχει βγει από το ντους), όπου το σαπούνι υπερτερεί της σωματικής μυρωδιάς
η φρέσκια ή νεανική (η γκόμενα δεν είναι πάνω από 22), όχι τόσο βεβαρημένη από ουσίες συσσωρευμένες στον οργανισμό από τον χρόνο η μουνίλα της καβλοπυρέσσουσας γυνής (πρώτο πράμα, σε ποσότητα, άρα πάει έτσι και με την οσμή. Χτυπάει κάθε νεύρο της αντρικής ύπαρξης)
η μουνίλα υγιεινής διατροφής (της γυναίκας που τρέφεται μόνο με καρατσεκαρισμένες τροφές που κάνουν το μουνόχυμα να ευωδιάζει και μόνον. Σπάνιο είδος που συνεπάγεται μάλλον υστερική γκόμενα αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα.)

Η αμφισβητούμενη όψη του φαινομένου:
η μουνίλα της αγάμητης (άσπιλη, ανόθευτη, ιδανική, ή μήπως μπαγιατεμένη και βρωμούσα;;;)
Η μουνίλα της παρθένας (το ότι μας φτιάχνει είναι ιδέα μας ή τό 'χει;;;)

Τέλος, για όσους αντέξουν, η αρνητική όψη του φαινομένου:
Η άπλυτη μουνίλα (ξινή, επιθετική, με έντονη την απομυρουδιά των ούρων)
η σπερματομουνίλα (συνδυασμός σπερματίλας και μουνίλας. Φτούκακα. Ιδιαίτερα την επόμενη μέρα.)
η των τελευταίων ημερών της περιόδου μουνίλα (καμένο ντουί)
η μετά από κατανάλωση ψαρικών και θαλασσινών μουνίλα, κυρίως μετά την πέψη (καμένο ντουί)
η μουνίλα του τσιγάρου - σε ηλικίες άνω των 40 (δημόσια ουρητήρια)
η αλκοολική μουνίλα (σε γυναίκες άνω των 50)
η ιδρωμένη μουνίλα (μετά από πολύωρο περπάτημα το καλοκαίρι)
και το χειρότερο: η άρρωστη μουνίλα (από μύκητες και λοιπούς επισκέπτες του αιδοίου)

Γενικά: όποια ουσία πίνει ή καταπίνει η γυναίκα, μυρίζει και στα υγρά της όπως και στα ούρα της -και το σαπούνι δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή. Πώς όταν, γυναίκες- άντρες, κατουράμε κόκκινο μετά από παντζάρι; Ή καλύτερα: πώς, όσο και να πλύνουμε τα δόντια μας, η σκορδίλα παραμένει; Οι άντρες οφείλουν να έχουν υπ' όψιν πως, καμιά φορά, όταν η γυναίκα λέει όχι είναι γιατί έχει τους λόγους της τους οποίους δεν γίνεται να εξηγήσει και πως η περιέργεια σκοτώνει τη γάτα.

Για πολλούς άντρες κάθε είδος μουνίλας είναι ευπρόσδεκτο αρκεί που είναι μουνίλα.
Για πολλούς άλλους είναι καταναγκαστικό έργο η επαφή μαζί της.
Γνωρίζω και κάποιον ο οποίος σιχαίνεται το σαπουνισμένο και θέλει το άπλυτο.

Όσο για τις γυναίκες, δεν έχουν και την πιο άριστη σχέση μαζί της. Κάνουν ό,τι μπορούν να την καλύψουν, με αποτέλεσμα μερικές φορές να δημιουργούν γυναικολογικά προβλήματα εκ του μη όντος. Υπάρχουν κοπέλλες, κυρίως οι νεότερες, οι οποίες λόγω απειρίας και έλλειψης ενημέρωσης, κινούμενες από την επιθυμία «να μη μυρίζουν», κάνουν τακτικά εξωτερική αλλά και εσωτερική πλύση του κόλπου με αντισηπτικά, με αποτέλεσμα να ξηραίνεται ο κόλπος και να είναι πιο ευάλωτος σε μικρόβια πάσης φύσεως. Έτσι φτάνουν ακριβώς στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Αλλά για να τελειώσουμε ευχάριστα, η μουνίλα κάνει ωραίο χαρμάνι στα χέρια με άρωμα και μυρωδιά τσιγάρου. Ακόμα κι αν τα χέρια έχουν πλυθεί, βαστάει αρκετή ώρα. Και είναι μια ωραία ανάμνηση της στιγμής που μόλις πέρασε. Ίσως να έπρεπε να λέγεται αλλιώς εν τοιάυτη περιπτώσει και να μη φέρει αυτό το -ίλα.

Βασανίζω το μυαλό μου μήπως παρόλη τη διατριβή κάτι έχω ξεχάσει, αλλά if so, πιστεύω πως θα συνεισφέρετε αν χρειαστεί...

  1. - Καλά είσαι σοβαρός, δεν έχεις κάνει ποτέ σου γλειφομούνι;
    - Όχι κι ούτε πρόκειται. Σιχαίνομαι τη μουνίλα.
    - Μεγάλε, θες βοήθεια εσύ...

  2. - Πλύνε ρε μαλάκα τα μούτρα και τα χέρια σου, θα μυρίζεις μουνίλες και θα σε καταλάβει η Φρόσω ότι ξενοπήδηξες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της περίφημης ρήσης του Καζαντζάκη (;) «Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!».

Το γυναικείο αιδοίο, που αποτελεί εν τω προκειμένω απόλυτο σύμβολο της γυναίκας, είναι τόσο βαθύ, σκοτεινό, ερεβώδες, χαοτικό, άγνωστο, ανεξερεύνητο και άραχλο -και ωσεκτουτού τρομακτικά μυστηριώδες- και η μυθικών διαστάσεων επενέργειά του στην γυναικεία όσο και στην αντρική ψυχολογία είναι τόσο πολύπλοκη και μη μετρήσιμη, ώστε μπορεί να παρομοιαστεί μόνο με τρομακτική και άγνωστη άβυσσο.

Σημ.: στην κυριολεκτική έννοια του όρου μιλάμε για πηγαδομούνοβα... (βλ. Πηγαδομούνοβα, Τατιάνα ή πηγάδω)

- Ρε πούστη μου, τά 'χω παίξει με την Ελένη... Δεν πιάνεται από πουθενά. Είπα να της κάνω έκπληξη κι έπλυνα εγώ τα πιάτα σήμερα και αντί να χαρεί με είπε μαλάκα, που τί την πέρασα, για τεμπέλα;, που όλο κάνω πράγματα όταν δεν χρειάζεται, που τα είχε αφήσει επίτηδες για να δει η μάνα μου ότι μαγειρεύουμε και τρώμε κι ότι δεν μένουμε νηστικοί σ' αυτό το σπίτι, κι ότι άλλη φορά να ρωτάω ... με πήρε από τα μούτρα σου λέω! Και δεν είχε καν περίοδο, να φανταστείς. Να μη σου πω ότι ήταν στις καλές της κιόλας!
- Τι να σου πω φίλε, άβυσσος το μουνί της γυναίκας!...

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, μουνοθύελλα (βλ. ελλ. ορσ). Καμία σχέση με καταιγίδα φεγγαριών ή βροχή από κομήτες κτλ.

-Ρε μαλάκα, είδες τί γινόταν στο party;; Πνίγηκα στο string!!!
-Πώς να μη δω ρε μεγάλε! Σκέτη moon storm...

Moon Unit Zappa στο "hit" Valley Girl (από dryhammer, 05/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified