Further tags

Περιφρονητική έκφραση για κάποιον δύσμορφο σωματικά που έχει ετερότητα φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών. Μεταφορικά, ειρωνικό σχόλιο σε κάποιον για να τον υποτιμήσουμε. Πλάγια ύβρις για να αποφευχθεί η βλασφημία εναντίον της μητέρας του.

Φύγε ρε από δω, που θες και πουκαμισάκι αρμάνι, σαν παιδί από παρτούζα είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ρατσιστική διατύπωση του Αλβανός.

Η γεωγραφική περιοχή της Αλβανίας αναφέρεται ως Αρβών από τον Πολύβιο (2ο αιώνα π.Χ.), η δε λέξη Αλβανία καταγράφηκε για πρώτη φορά από τον Πτολεμαίο το Γεωγράφο (130 μ.Χ.).

Εκ της Αρβώνος προκύπτει και η λέξη Αρβανίτης. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος επιφανών Αρβανιτών στην Επανάσταση του 1821 είναι γνωστή. Χαρακτηριστικά, ο Ναύαρχος Κουντουριώτης έδινε τα στρατιωτικά του παραγγέλματα στα Αρβανίτικα, την γκέκικη διάλεκτο των αλβανικών.

Οι σύγχρονοι Αλβανοί αυτοαποκαλούνται Σκιπτάρ.

- ...τα αλβανά όσο ρήμαξαν και λήστεψαν την Ελλάδα προίκισαν σπίτια στην Αλβανία με τα κλεμμένα, πολλοί απο αυτούς έμειναν εδω κι έφτιαξαν σπίτια και μαγαζιά και πάλι μερσεντές έχουν. Στο μεταξύ όμως οι έλληνες πολίτες στενάζουν απο την οικονομική λεηλασία του επι 5 έτη 'καταλληλότερου΄...
- ...Για το χάλι μας δε φταίνε τα «αλβανά» ή ότι άλλη εθνικότητα θες, αλλά η (μη) πολιτική μας...

(Διάλογος από blog)

(από johnblack, 11/06/09)(από xalikoutis, 12/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φιρφιρίκουλας, ο βιγκολεβίγκος, με λίγα λόγια ο μπούστης. Είναι άπαξ απαντώμενο στην την ταινία Ο Τελευταίος Άνδρας με τον Κώστα Βουτσά, που μας υπέδειξε ο Κνάσος. Πάει μαζί με το σουβλίτσα. Αγνοείται τι σχέση υπάρχει με το ομώνυμο μυθιστόρημα της Μαρίας Ιορδανίδου.

Πάψε μωρή λωξάντρα... Φύγε μωρή σουβλίτσα, που μου ντύθηκες γαλαζόπετρα...

(από Dirty Talking, 08/06/09)Το ορίτζιναλ: Η νταρντανομούνα Λωξάντρα (από Dirty Talking, 08/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία της αδερφής ή του θηλυπρεπή.

  1. Κοίτα την Φιφή πώς κουνιέται!

  2. Το τινάζει το λουκούμι η Φιφή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούστης, η αδελφή, ο πισωγιομίδης κλπ, στην Κρήτη. Το αν η λέξη εξακολουθεί να λέγεται και σήμερα δεν το γνωρίζω (στον «Ζορμπά» του Καζαντζάκη τη βρήκα), γι' αυτό αν κάποιος κρητικός σχολίαζε θα ήμουν υπόχρεος.

- Ώρε κουζουλέ, ίντα είναι αυτά που φοράς, θα σε πάρουν για νεραϊδιάρη βρε κουζουλέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καθιέρωσε ο Λαζόπουλος ως γύφτος. Είναι το «γαμώτη- γαμώτο» με λίγα τακ ξενική ή γιούφτικη προφορά. Σε σχέση με το απλό γαμώτο (που δεν έχει καταχωρισθεί!!!), το οποίο είναι πια πασπαρτού και άχρωμο, το «γκαμώτη» δηλώνει λίγο περισσότερο οργή- αγανάκτηση, φιλτραρισμένη όμως με αυτοσαρκασμό στο στυλ του πλάκα κάνω!

Ποιος μου κουλούριασε πάλι το λήμμα, γκαμώτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Εξαιρετικά μεγάλη συγκέντρωση μαύρων ανά τετραγωνικό μέτρο. Λέγεται ιδίως για κυριλάουα νυχτερινά μαγαζιά που οργανώνουν κάθε τόσο «μαύρες» βραδιές με μουσική hip hop, r'n'b και τα σχετικά. Τα μαγαζιά αυτά δεν είναι τα ορίτζιναλ «μαυράδικα» (που βρίσκονται σε ψιλοπαρακμιακές περιοχές και προσελκύουν σχεδόν αποκλειστικά μαύρους).

  2. Το σύνολο των προαναφερθέντων μοντέρνων «μαύρων» ακουσμάτων (τη τζαζ όσο να 'ναι δεν τη λες μαυρίλα).

  3. Γενικά η λεγόμενη «μαύρη» κουλτούρα στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Κατά βάση είναι η αφροαμερικάνικη κουλτούρα, όπως αυτή προσλαμβάνεται και προσαρμόζεται από τα εκατομμύρια των αφρικανών που ζουν στη Γριά Ήπειρο.

Η έκφραση χρησιμοποιείται και στις 3 περιπτώσεις με ελαφρώς υποτιμητική / σαρκαστική διάθεση, από λευκούς που πιστεύουν πως οι μαύροι (λόγω μεγάλης πούτσας) και οι αλβανοί βεβαίως βεβαίως (που είναι πιο μπρουτάλ ρε πστ μου) μας έχουν φάει όλες τις γκόμενες κι έχουμε μείνει να βροντάμε την ψωλή μας.

  1. - Φίλε, παίζει για καλοκαιράκι να δουλέψω στο Mao. Έχω έναν γνωστό εκεί και μου είπε αν είναι να πάω για πορτιέρης.
    - Τι να πα να κάνεις εκεί στη μαυρίλα ρε αγόρι;

  2. - Θυμάσαι ρε μαλάκα τη Τζέσι, το πορνίδιο που τραβιόμουνα πέρσι; Το γύρισε και από σκυλού ακούει μόνο μαυρίλα πλέον. Σκάει και με κάτι χαμηλοκάβαλα τζιν να φαίνεται κι η κωλοχαράδρα της φάτσα φόρα...
    - Θα ρουφάει καμιά μαύρη ψωλή αγόρι μου και γι' αυτό έχει κολλήσει... Εμ βλέπεις, τι να κλάσει κι η δικιά σου η δεκαπεντάποντη μπροστά στο βόα;

(από johnblack, 22/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συσκευή (ή και πρόγραμμα του Η/Υ) που αναλαμβάνει και κάνει μια δουλειά για λογαριασμό μας, όπως π.χ. το αυτόματο ποτιστικό, ο φούρνος με χρονοδιακόπτη, το πλέι λιστ κλπ.

Ντιτζέι σε μαγαζί αφήνει το πόστο του και αράζει με φίλους του. Ένας φίλος του λέει:
- Μια χαρά αραχτό σε βρίσκω. Το πρόγραμμα ποιος θα το κάνει, ο αλβανός;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλβανός + τζούρα.

Αυτός ο οποίος καπνίζει αμφιβόλου ποιότητας/φθηνότερη κάνναβη. Φτηνιάρης, φτωχός, λιτός.

  1. -Σας μυρίζει κάτι;
    -Εκείνοι οι αλβανίτζουρες ντουμάνιασαν μέχρι εδώ.

  2. Μου θέλει και γκόμενα ο αλβανίτζουρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διάλεκτος των τυρόγαλων (χωριάτες).

Θα παρ'ς του γιουφύρ' ούλου ίσα και κατά τα πεύκα ζερβά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified