Further tags

Μαζέψου, χαλιναγωγήσου, pull yourself together που λένε και οι ιμπεριαλιστές φίλοι μας. Αναφέρεται κυρίως σε περιπτώσεις όπου ο άλλος προκαλεί με γκροτέσκες συμπεριφορές που προξενούν χλευασμό, αγανάκτηση ή και αποτροπιασμό.

16χρονος γκει περιδιαβαίνει ωσάν σπαστός καφές τις καφετέριες στο Θησείο, πουλώντας ημερολόγια και κωλοτρίβεται σε κάθε αντρική παρέα! Ο ιδιοκτήτης της καφετέριας, υπέρβαρος 50χρονος, βρυχάται προς τον νεαρό:
-Σφίξε τα λουριά σου ρε βρωμόπουστα, και τρομάζεις το γκόσμο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο αμφίβολου γούστου και ελαφρώς σεξιστικό, εκ του μιλκομπούκαλο, δηλαδή του μπουκαλιού γάλακτος Milko, και του μιλφ, αρκτικολέξου του Mother I'd Like to Fuck, που λέγεται για πολύ όμορφη, σέξι και τρε κρεβατάμπλ γυναίκα, η οποία είτε έχει παιδί, είτε είναι σε ηλικία όπου την βλέπουμε και ως μητέρα (30-35 χρονών και μέχρι να γίνει τζιλφ).

Πρόκειται για λεξιπλασία νέας κοπής από αμφιβόλου χούμορ ανέκδοτα, που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες: Στον καυλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους, πρόκειται για μιλφού μπουκαλομούνα, με τρε κομιλφό σωματότυπο παρόμοιο με μπουκάλι κοακόλας, δηλαδή μεγάλα βυζιά, στένεμα στη μέση και πάλι πλούσια περιφέρεια, μια αμβλυμένη κλεψυδρομούνα με άλλα λόγια.

Σε λιγότερο καυλούς κόσμους μπορεί να πρόκειται για μιλφίδιο μίλκο, δηλαδή για κοντό μιλφέιγ με ύψος ένα κι ένα milko. Δεν μας χάλασε (καθόλου). Οι δυο ερμηνείες άλλωστε δεν αλληλοαποκλείονται.

Γενικά η παρομοίωση με γαλακτοκομικά προϊόντα είναι αναμενόμενη για μια μιλφομάνα που δύναται να κεράσει και μιλφ σέηκ. Εξάλλου αυτά τα ό,τι να 'ναι β΄ συστατικά λέξεων πολλές φορές δεν προσφέρουν τίποτα το συγκεκριμένο πέρα από το να επιμηκύνουν την λέξη καθιστώντας την πιο ο,τινανιστικώς εμφατική (βλ. παρατήρηση Βίκαρ για καραγκιοζοπαίκτη).

  1. Το ανέκδοτο:
    Ειναι μια παρεα 4-5 σ'ενα μπαρ και ψαχνουν για γκομενακια ρε παιδι μου. Γυρνανε απο δω, γυρνανε απο κει, τιποτα. Ξαφνικα σηκωνεται ενας και λεει «κουλ, αφηστε το πανω μου». Βγαζει απο την τσεπη του ενα μπουκαλι κακαο, πινει δυο γουλιες και ξαφνικα εμφανιζονται 2 βυζαρουδες 40αρες με ψιλοτακουνα, καθονται στα γονατα τους, τριβονται, μπλαμπλα, φικιφικι.
    Βγαινουν το επομενο βραδυ ξερωγω, παλι τα ιδια. Ξηρασια. Σηκωνεται παλι ο τυπος, «το χω», βγαζει το μπουκαλι με το κακαο, πινει δυο γουλιες, σκανε μυτη 3 τυπισσες στα 35 τους, μινι φουστιτσα, ταγερακι, κυριλε αλλα σεξυ, καριεριστριες σκυλες σεξουλιαρες, τους πλησιαζουν, λενε δυο κουβεντες και καρφι στην τουαλετα για κινκι στιγμες.
    Βγαινουν το επομενο βραδυ, πανε σ'ενα μπαρακι, τιποτα απο γυναικες. Κλασσικα σηκωνεται ο αλλος, βγαζει το κακαο, πινει και απο το πουθενα μια παρεα απο 40αρες τους πλησιαζει, τους χαϊδευει και τους παιρνει παραπερα να τους μαθει τα μυστικα του ερωτα. Αφου ανακτησουν τις δυναμεις τους, γυρναει ο ενας στον αλλο:
    -Ρε, τι πινει ο αλλος και ερχονται ολα αυτα;
    -Δεν ειδες;
    - Μιλφομπουκαλο.

2. Και ιδού γιατί ειμαι Μιλφομπούκαλο. Έτσι ειναι η ζωη μου!

  1. Λάνα, το... μιλφομπούκαλο.
    Το μισάωρο που περάσαμε στο δωμάτιο ήρθε απλά να επιβεβαιώσει ότι είναι ανάμεσα στο κορυφαία μιλφ που κυκλοφορούν εδώ και πολύ καιρό. Η γυναίκα βάζει κάτω πολλά νεανικά μουνάκια που που νομίζουν ότι θα κάνουν να χύσεις μόνο με την ομορφιά τους. [...] Αν μάλιστα κρίνω από τα βογγητά και τον τρόπο που πίεζε το κεφάλι μου πρέπει να απόλαυσε το γλυφομούνι που της πρόσφερα (δεν θα το έκανα αν δεν ήμουν ο πρώτος πελάτης της βάρδιας) και για «ευχαριστώ» ήρθε από πάνω μου, ήρθε στο πλάι, στήθηκε στα τέσσερα μέχρι να έρθει το τέλος σ' ένα ιεραποστολικό μόνο για... άθεους. Oσοι πιστοί προσέλθετε... (Από το μπουρντέλα ντοτ κομ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται για δύο στενές φίλες που η πολύ μετακύ τους οικιότητα και ενίοτε τα «αθώα» αγγίγματα δημιουργούν την υποψία ότι μπορεί να έχουν λεσβιακή σχέση.

Αυτές είναι πλοκαμάτες. Συνήθως το φαινόμενο απαντάται σε εργασιακούς χώρους με πολλές γυναίκες...

(από Khan, 29/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος, πρβλ. και πισωβρόντης.

1. - Πάνε οι σοβαροί άντρες στη Μύκονο;
-Πηρε και manual για το πως θα γινει πισωκροτης. ΟΥΣΤ ΨΟΡΟΓΙΔΟ

2. Ήταν πισωκρότης και είχε κάνει στάση ζωής την παροιμία: «Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά», αλλά και την ατάκα: «Πίσω μου σ' έχω σατανά».

Τουκανισμός: "Γνῶθι σαὐτόν", γραμμένο μπροστά δεξιά. (από Khan, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρισιά, για κάποιον που βρίζουμε ως πούστη αλλά και ως κωλόπαιδο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε βρις-οφ. Σπάνια μπορεί να ειπωθεί με μια ελαφρά δόση περηφάνιας ή θαυμασμού στο στυλ ότι κάποιος είναι πούστης με την καλή έννοια, δηλαδή κερατάς, έχει καταφέρει κάτι που δεν το έχουν καταφέρει οι άλλοι, ή ότι είναι κωλοπαίδι- κωλοπαιδαράς, δηλαδή βγάζει μια αλητεία, μαγκιά, αυθάδεια κ.τ.λ. Συνήθως όμως είναι απλώς βρισιά. Ή μπορεί να ειπωθεί και για να χαρακτηρίσει σεξιστικώς έναν νεαρό ομοφυλόφιλο. Πρόκειται για αγαπημένη λέξη στην ιδιόλεκτο του ραπερονίου Alitiz.

  1. Το άζμα του Alitiz από εδώ:

Ο Alitiz βαράει, δε μιλάει
δεν τον νοιαζει, δε φοβαται να πεθανει
δε φοβάται σημάδι, σε προσβάλει, παίρνει μπουκάλι
φωνάζει ΠΟΥΣΤΟΠΑΙΔΟ και στο σπάει στο κεφάλι

Και πάλι βλέπω μπάτσους μπροστά απ' το καφενείο
Και πέντε φιλαράκια με τα χέρια στον τοίχο
Ο ένας φεύγει σφαίρα, δυο μπάτσοι από πίσω
Γίνεται της πουτάνας, καλύτερα να φύγω.

Αυτά που έχω ζήσει δεν τα έζησες εσύ
όχι, εσύ είχες πλούσιους γονείς
εμείς πουλάμε crack, crystal meth, κοκαΐνη
άμα θες σου φέρνω και πουτάνες στο σπίτι

Στημένοι στη γωνία
της πολυ-κα-τοι-κίας
κάαααανουμε BUSSINESSSSSS
ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΜΟΡΙΑ.

Μαζεύτηκαν αλήτες, ΠΟΥΣΤΟΠΑΙΔΟ τι θες;
η δικιά μας συμμορία γαμάει, η δικιά σου παίρνει πίπες
τι είπες; προσοχή! θα φας ξύλο
οι γονείς σου δε θα σε γνωρίζουν στο νοσοκομείο

2. ΠΟΥΣΤΟΠΑΙΔΟ ΣΑΜΑΡΑ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΠΡΟΣΕΧΕ ΠΟΛΥ, ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΣ ΕΓΙΝΕΣ E; ΠΟΙΑ ΧΩΡΑ ΘΑ ΧΡΕΟΚΟΠΗΣΕΙ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΤΙ ΒΛΑΚΕΙΕΣ ΛΕΣ ΡΕ ΠΟΥΣΤΑΡΕ ΣΟΥ ΕΙΠΑΝ ΣΤΗΝ ΜΠΙΛΤΕΝΜΠΕΡΚ ΟΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΠΡΟΘΥΠΟΥΡΓΟΣ; (Από το http://ksipnistere.blogspot.gr)

3. Αυτός ο Έλληνας που τον βρίζουν οι φλώροι
όταν βλέπουν τη φάτσα του μες στην οθόνη
Αυτός που δεν τον ενδιαφέρει η δικιά σου γνώμη
Ο Έλληνας γαμιόλης που γαμάει τον Τσακ Νόρρις!

- Εσύ είσαι ο Τσακ Νόρρις; Έλα δω ρε να σε γαμήσω!
Παλιοπουσταρά! Έλα δω ρε! Έλα γαμώτο, πουστόπαιδο!

Αυτός ο Έλληνας είναι αλάνι
κάνει ό,τι γουστάρει, φίλε, και δε λογαριάζει
Αυτός ο Έλληνας είναι ωμός
το στυλ του είναι αλλιώς, είναι κάπως τρελός
Αυτός ο ΈΛληνας είναι πατριώτης
αν πεις κάτι για την Ελλάδα, φίλε, θα σε σκοτώσει
Αυτός ο Έλληνας είναι αλήτης
Μην κάνεις μαλακίες για να μη σε τσακίσει

4. Πουστόπαιδο Ντιέ, τρία παιχνίδια να έπαιζες τόσο λυσσασμένα όπως σήμερα, θα είχε σήμερα ο Ηρακλής άλλους εννιά πόντους. Μόνο από σένα!

Got a better definition? Add it!

Published

Λολοπαίγνιο στο νυφοπάζαρο και το μπάζο: τόπος κοινωνικής συνάντησης, όπου γίνονται γνωριμίες ανάμεσα σε ανύπαντρους άντρες και κακάσχημες γυναίκες, με σκοπό τον γάμο. Γνωστό σκέτα κι ως μπαζάρ.

Κλόπυ ράιτ: Λεξιλόγια, εδώ.

- Διάβασα στο Φραπέ ότι παίζει τρελό νυφοπάζαρο στο Καβούρι. Πήγα, αλλά τι να δω; Την Αφροξυλάνθη το κλανόμπαζο, την Ευθανασία το λιγδοτάγαρο κι ένα τσούρμο buffalo gurlz. Ξάφνου μου την έπεσε μια βολική αρκούδα με pretty bra. Φώναξα πίσω γορίλα, ούτε με ξένο πούτσο!

- Ίου, συναγωνιστή, κανονικό νυφομπάζαρο!

- Να μασάς σκατά και να φτύνεις, γιατρέ μου.

Got a better definition? Add it!

Published

Θηλυκό ή/και ουδέτερο άκλιτο. Χαϊδευτικό, φιλικότερο και ευγενικότερο προς τις ιδιαιτερότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εν λόγω ατόμων στο άκουσμά του από το εκχυδαϊσμένο τραβέλι.

Από το άκλιτο (αρσενικό ή/και θηλυκό) τραβεστί εκ του Γαλλικού «travesti» και Ιταλικού «travestire» (vestire/ντύνομαι).

Άρρεν που ντύνεται (και ικανοποιείται με το να ντύνεται ή/και να κυκλοφορεί και δημοσίως) με γυναικεία ρούχα, ο παρενδυτικός.

- Όταν λες φίλη εννοείς τίποτα καμιά τράβυ;
- Όχι γυναίκα καλέ. Καλέ Χριστός και Παναγία!
- Πωπω αυτό μου ενισχύει αυτό που είπα περισσότερο! Καλέ Χριστός κι Αποστολάκης!

(Από εκπομπή του Γιώργου Γεωργίου)

(από Mpiliardakias, 09/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που χρησιμοποιείται από συναθλητές κυρίως, για αθλήτριες χαμηλών αθλητικών επιδόσεων, οι οποίες όμως διαθέτουν ωραίο κώλο.

- Ρε φίλε αυτή δεν μπορεί να πάρει τα πόδια της!
- Μπορεί να τρέχει τα 100μ. σε 20'' αλλά είναι τρελή κωλάτζα...

(από christospetropoulos, 07/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από τις λέξεις πούστης και μικρούλα. Η πουστρούλα είναι πάντα παθητική. Η ηλικία της κυμαίνεται μεταξύ 13-14 εφηβικό και 23-24 μετεφηβικό στάδιο a.k.a. στάδιο του εκκολαπτόμενου πούστη. Οπωσδήποτε όμως κάτω των 25. Η πουστρούλα πάει σχολείο ή σπουδάζει συνήθως κομμωτική, ονυχοπλαστική, ενδυματολογία, θεατρικές σπουδές κτλ.

Η εξωτερική της εμφάνιση είναι από θηλυπρεπής έως θηλυπρεπέστατη και τονίζεται από παντελή απουσία τριχοφυϊας στο σώμα και το πρόσωπο (λόγω έλλειψης τεστοστερόνης), μακρυά ή μέσου μήκους μαλλιά και εξεζητημένα/προκλητικά χτενίσματα, μακιγιάζ στο πρόσωπο κτλ.

Οι συνήθεις σωματικές διαστάσεις μιας πουστρούλας είναι παρόμοιες με εκείνες μιας συνηθισμένης αδύνατης και μικρόσωμης γυναίκας: 1,50-1,70 εκ. ύψος και 45-70 κιλά βάρος χωρίς αυτό να αποκλείει και την ύπαρξη φυσικά μεγαλύτερων διαστάσεων (νταρντανοπουστρούλες).

Ψυχικά η πουστρούλα είναι συνήθως μπερδεμένη λόγω της νεαρής της ηλικίας για την μετέπειτα πορεία της ζωής της. Ακροβατεί και αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο επιλογές. Το σχετικά εύκολο μονοπάτι του κλασσικού πούστη και το σχετικά δύσκολο και δυσβάσταχτο ηθικά, επαγγελματικά και κοινωνικά μονοπάτι της τραβεστί.

- Ρε συ τι ήταν αυτό που έκατσε στο διπλανό τραπέζι; Αγόρι ή κορίτσι;
- Αγόρι ήτανε ρε φίλε, την είδες βάψιμο την πουστρούλα; χαχαχα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλα βυζιά έχει αυτή. Συγκαλυμμένος τρόπος περιγραφής και καλά ότι δήθεν μιλάμε για ποδόσφαιρο.

Περπατάς το κορμί σου και αναστενάζει όλος ο ντουνιάς. Μεγάλη ομάδα ο Βύζας.

Βυζαντάρα λέμε!  (από Khan, 23/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified