Selected tags

Further tags

Η πίπα, ο μπουλκουμές, η πεολειχία, η βουκολική φλογέρα. Διότι γίνεται με το στόμα.

Κι αν προφορικό είναι το τσιμπούκι (εξόχως αναλυθέν υπό Βραστανδρός), γραπτό είναι φυσικά το γαμήσι, ο πήδουλας, the nasty thing που λένε και οι niggaz..

H προφορικότης συνεπάγεται και την επιπολαιότης της πράξεως. Είναι απείρως πιο βολικό για μια γκόμενα να τσιμπουκώσει παρά να γαμηθεί. Από πάσης απόψεως. Και πρακτικής (γιατί δε χρειάζεται να γδύνεται και μετά να κάνει μπάνιο για να ξεκολλήσουν τα φλόκια απ' την κοιλιά της κλπ) αλλά και ηθικής, λέμε τώρα. Διότι καμιά παρθενιά δε χάθηκε ποτέ από μια αθώα πιπούλα. Κι αν τη ρωτήσει και καμιά φίλη της «καλά μωρή πουτάνα, κι αυτόν τον πήρες;», μπορεί άνετα να απαντήσει αρνητικά. Ένα προφορικό δεν καταγράφεται στο παθητικό της, δεν προσμετράται στη black list με τους άντρες που έχει πάρει.

Το ίδιο ισχύει, από την αντίστροφη, για τους άντρες. Το να δώσεις μια πίπα είναι οπωσδήποτε μια επιτυχία, δεν συγκρίνεται όμως με το να τον βρέξεις στα ζεστά. Αυτό είναι που μένει, αυτό είναι που τελικά θα μετρήσει. Όταν σε ρωτήσει φίλος για το πόσες έχεις γαμήσει, αποκλείονται από την απάντηση - αν θες να είσαι ειλικρινής - αυτές που μόνο τους τον έδωσες στο στόμα. Έτσι είναι, scripta manent, verba volent, πώς να το κάνουμε; Μόνο το σκότωμα δίνει το δικαίωμα στον κυνηγό να κάνει άλλη μια χαρακιά στο όπλο του. Γι' αυτό και πολλοί τηρούν, πέραν της κλασικής λίστας με όσες φόρτωσαν στην καριέρα τους, και μια δεύτερη λίστα, με όσες - για χ λόγους - τους τον πήραν μονάχα στο στόμα. Έτσι για να ξέρουμε τι μας γίνεται.

  1. Οι νέας κοπής εγχώριες μουνίτσες τείνουν ολοταχώς προς την αναγωγή του προφορικού σε ολυμπιακό άθλημα. Οι διαγωνισμοί τσιμπουκιού που έκαναν μεταξύ τους οι αγγλίδες τουρίστ, σε Φαληράκι, Λαγανά Ζακύνθου, Κάβο Κερκύρας, Μάλια κλπ, πράγματα για τα οποία μαθαίναμε μόνο απ' τις ειδήσεις και μας φαινόσανταν από άλλο πλανήτη, αποτελούν πλέον και στα καθ' ημάς μια πραγματικότητα. «Τον έκανα να χύσει στο 5λεπτο σου λέω γλυκιά μου!» - «Και κάτι μας είπες τώρα μωρή! Εμένα μου τα έσκασε στο 1'45'', μετρημένο σου λέω με το ρολόι!». Διάλογοι κορασίδων, απολαυστικοί και υπαρκτότατοι.

  2. Τα προαναφερθέντα καριολάκια, πιστεύουν ακόμη πως το προφορικό είναι πιο υγιεινό και ακίνδυνο από πλευράς ΣουΜουΝου. Όταν καταπίνεις τα φλόκια, ακόμη και Έιτζ να έχει ο άλλος, δεν τρέχει μία, διότι πάνε κατευθείαν στο στομάχι, δεν εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και αποβάλλονται κανονικά από το έντερο. Μαγεία;

(από allivegp, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας έχων στύση.

Είναι γνωστό ότι στην Ελληνική μυθολογία ο Πρίαπος ήταν θεός της γονιμότητας και των αντρικών γεννητικών οργάνων. Όμως, στη σύγχρονη καθομιλουμένη η λέξη αυτή υστερεί σε ακουστική και δεν είναι ιδιαίτερα εύηχη. Έτσι χρησιμοποιείται αντ' αυτής το σχεδόν ομόηχο όνομα του γνωστού βασιλιά της Τροίας Πριάμου.

- Μαλάκα, μετά από μήνες παντόφλας, βγήκαμε επιτέλους χτες αντροπαρέα. Πρίαμοι κι οι πέντε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και τσοντοσινεμά ή πορνοσινεμά.

Αίθουσα κινηματόγραφου, η οποία προβάλλει αποκλειστικά σκληρές τσόντες, καμία σχέση με σοφτ πορνό και αηδίες.

Σήμερα οι επιχειρήσεις του είδους διάγουν τις τελευταίες ημέρες παρακμής τους σε αίθουσες πέριξ της πλατείας Ομονοίας, ενώ στην επαρχία έχουν εντελώς εκλείψει. Ιντερνέτι και ντιβιντί οδήγησαν στον μαρασμό της επιχειρηματικής αυτής δραστηριότητας. Δεν παίζει με την καμία να επιδοτηθούν από το Υπουργείο Πολιτισμού, όπως τα θερινά.

Οι αίθουσες αυτές, πολύ περισσότερο από την κλασσική τους χρήση, δηλαδή την παρακολούθηση της ταινίας (η μαλακία προαιρετική, πλην πολύ πολύ συνηθισμένη, προσοχή λοιπόν οι τολμητίες εξερευνητές στις πολυθρόνες), χρησιμεύουν κυρίως:

α) Για ψωνιστήρι, καθώς διάφορες καημόπουτσες την πέφτουν σε νεαρούς, οι οποίοι βρίσκονται εκεί είτε για τον ίδιο σκοπό, είτε για την πλάκα τους.

β) Για φτηνή ημιδιανυκτέρευση αστέγων, καθώς το εισιτήριο είναι φθηνότερο και από το φθηνότερο ξενοδοχείο, συν ότι βλέπεις και τσόντα και υπάρχει η bonus επιλογή μίας μαλακίας.

Η τιμή του εισιτηρίου (εννοείται φθηνότερο από κανονικό σινεμά) είναι πάντα διαπραγματεύσιμη, π.χ. δύο εισιτήρια πέντε άτομα.

Οι προβολές διαρκούν μέχρι τις δύο τη νύχτα το πολύ. Η λήξη της προβολής ανακοινώνεται προφορικά από την ταμία, συνήθως συνταξιούχος ή ξεπεσμένη τσατσά, με αγριοφωνάρες (άντε σπίτια σας τώρα, αύριο πάλι). Ποπ κορν και γρανίτες δεν θα βρεις, όμως το κάπνισμα επιτρέπεται.

Αριστουργήματα γραφιστικής τέχνης αποτελούν οι αφίσες που διαφημίζουν τα έργα έξω από τις αίθουσες, του τύπου «σήμερα τρία έργα σεξ».

Με ολίγον τι κουλτούρα να φύγουμε αλλά γλαφυρό τρόπο, περιγράφεται επίσκεψη αργόσχολου σε τσοντάδικο στο παλαιό τραγούδι των Κατσιμιχαίων «Τις Κυριακές από παιδί τις σιχαινόμουνα», με στίχους όπως «Ύστερα χώθηκα σε κάποιο σινεμά, γύρω μου κάθονταν πεντ΄ έξι Πακιστάνοι ... το χέρι μου γλιστράει στο παντελόνι, κομμένη ανάσα, αγωνία μη σε δουν….»

Δεν συνιστάται για σινεμά και σπιτάκι μετά. Πλην όμως απτόητος ο Ντε Νίρο στον Ταξιτζή, πήγε πρώτο ραντεβού την κυριλέ γκόμενα Σύμπιλ Σέπαρντ σε τσοντάδικο και μετά έμεινε να κοιτάει απορημένος που τον παραίτησε, αφού πρώτα προσπάθησε μάταια να της εξηγήσει ότι τέλος πάντων και αυτές ταινίες του Θεού είναι!!!!

Εντελώς ενδεικτικά αναφέρω το εμβληματικό σινεμά Αβέρωφ κάπου πίσω από την Ομόνοια.

Το σκηνικό σε πολλά θυμίζει το παλιό στριπτιζάδικο: υπερυψωμένη σκηνή, κλουβιά, χειροπέδες, κούκλες βιτρίνας, ένα κρεβάτι με ουρανό. «Παλιά εδώ ήταν το τσοντοσινεμά το «Ελίτ», μετά έγινε λάιβ σεξ σόου. Ο ιδιοκτήτης προσπάθησε, αλλά το μαγαζί είναι καταραμένο να είναι τσοντάδικο», είπε ο Πανούσης (από περιγραφή παράστασης του Τζιμάκου).

(από Vrastaman, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε ότι κάποια μας φωτογραφίζει όταν φαίνεται το βρακί ή (ακόμα καλύτερα) το μουνί της καθώς κάθεται ανέμελα με ανοιχτά τα πόδια.

Όπως με όλες τις μορφές φωτογράφισης, μερικές είναι αυθόρμητες κι άλλες στημένες.

Συνειρμικό ασίστ από τα σχόλια του Πονηρόσκυλου εδώ.

- Αίαντα, για γύρνα διακριτικά στο τρεις η ώρα...η Σβετλάνα μάς φωτογραφίζει.

- Ἂτσα ἑξώμουνο μίνι ἡ Φωτεινοῦλα, Ἁλλῖβε!

Κλασική φωτογράφιση της Sharon Stone, καικαλά όχι στημένη. (από Vrastaman, 04/11/09)"Φωτογράφε, όλη την τέχνη σου να βάλεις", αφιερωμένο στην Φαιη Σκορδά και την Πετρούλα Κωστίδου (από Khan, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίστα του πούστη με την μισή χιλιάδα συνωνύμων, μαζί με το εμβληματικό λήμμα του σάιτ μας την τρίζει την όπισθεν, οδήγησαν στο λεγόμενο λούγκρα generator, ένα φιλόδοξο χαλικούτειο πρόγραμμα που πρόκειται να επισκιάσει το Hellenic Quest. Πλην δημιούργησε την εύλογη ερώτηση μήπως ως λαός, οι Έλληνες, και ως Σλάνγκοι εν προκειμένω, το καταχωρίζουμε το λήμμα. Γι' αυτό, για να τονωθεί ο αμφισβητούμενος εκ σλανγκ ανδρισμός μας, δίνω σήμερα το εναρκτήριο λάκτισμα για μια εξίσου πλούσια λίστα, αυτή των συνωνύμων του γαμάω / πηδάω.

Σημαντικές πηγές μου υπήρξαν οι συσσλανγκιστές Τζόνι Μπλακ (φορτώνω), Χαλικούτης, acg (την τρίζει την όπισθεν) ο άγνωστος Σλάνγκος και πασαδόρος η Μες από το Δ.Π. Η λίστα θα ανανεώνεται χάρη στον ζήλο και την σλανγκική αυταπάρνηση πεφωτισμένων μοντούλων.

Εισήγαγα ρήματα και ρηματικά συμπλέγματα που δηλώνουν το γαμήσι, αλλά και α) ορισμένες κορυφώσεις του, όπως ο οργασμός, ή β) εξειδικεύσεις του, όπως το πρωκτικό, εφόσον το βάρος της έκφρασης πέφτει στην πράξη του σεξ. Επίσης, γ) μη σλανγκ λέξεις, και δ) λέξεις από όλο τον φλοκοχώρο και φλοκοχρόνο του Ελληνισμού. Ακόμη ε) ύβρεις, όπου όμως η έμφαση τίθεται στην πράξη του πηδήματος καθ' εαυτήν και όχι σε κάποια νεφελώδη σημειολογία.

Αντιθέτως, δεν εισήγαγα: α) Λέξεις που περιγράφουν το γαμήσι αποκλειστικά από την σκοπιά του ερωμένου (λ.χ. τρώω (τον), πιπώνω κ.ο.κ.). β) Λέξεις που περιγράφουν μεν ένα είδος γενετήσιας πράξης, πλην εστιάζουν σε μια πολύ εξειδικευμένη πτυχή της (λ.χ. ξεπαρθενιάζω). γ) Λέξεις που χρησιμοποιούνται ως ύβρεις, χωρίς να εννοείται ότι απειλείται να λάβει χώρα κυριολεκτικό γαμήσι λ.χ. γαμώ το μουνί της κατσαρίδας, γαμώ το οικογενειακό σου βιβλιάριο κ.ο.κ. ή είναι υπερβολικά εξειδικευμένες, λ.χ. γαμώ τη Νανά τη χορεύτρια. δ) Εκφράσεις του την τρίζει την όπισθεν, όπου ο συσχετισμός με το φυσικό γαμήσι είναι εξαιρετικά ασθενής, βλέπε τιραμισουρεαλιστικός.

Η λίστα είναι ανοικτή σε συμπληρώσεις και η μεθοδολογία μου ανοικτή σε κριτική, πάντως η λίστα (με αλφαβητική σειρά) έχει ως εξής:

  1. αγγίζω
  2. ακουμπάω (τον)
  3. αλλάζω τα υδραυλικά
  4. αλλάζω τα φώτα
  5. αλληλοπεριχωρούμαι (μετά τινος)
  6. αμπώχνω (τση/του τον)
  7. αναπαράγομαι
  8. απαυτώνω
  9. αποδομώ (αυτοαναφορικό hommage à Derridah dah dah)
  10. αποσιστώνω / αποσσιηστώνω
  11. αρμέγω τη σαύρα
  12. ασελγώ
  13. αυξάνομαι και πληθύνομαι
  14. αυτώνω
  15. βάζω (τον είς τινα) / βάζω την κάλτσα στο συρτάρι / βάζω τον κολιό στο ξύδι
  16. βατεύω
  17. βαφτίζω (τον μπέμπη/ τον Αλβανό)
  18. βγάζω τα μάτια μου
  19. βολεύω
  20. βομβαρδίζω
  21. βουτώ
  22. βουλώνω (τα λούκια μανάκι)
  23. βρέχω (τον είς τινα)
  24. γαμοπιλώθω
  25. γαμώ/ γαμάω/ γαμιέμαι
  26. γαμώ με αμμοχάλικο
  27. γαμώ τα βάρδουλα
  28. γαμάω γαϊδάρα στον ανήφορο
  29. γαμάω και δέρνω
  30. γαμώ τα μάτια
  31. γαμώ το καρυοφύλλι
  32. σε γαμώ και κλάνεις και παιδιά δεν κάνεις
  33. γαμώ τα ούπα (τινί)
  34. γαμώ τα πρέκια
  35. σε γαμώ και σπάω πλάκα
  36. γαμώ και σπέρνω
  37. γαμάω-τάω
  38. σε γαμώ και σε υποστηρίζω
  39. γαμώ και χύνω (λες να παχύνω;)
  40. γαμώ (τινά) και ψοφάει
  41. γαμώνω
  42. γεγάμηκα (ἐγεγαμήκειν)
  43. γνωρίζω (με την βιβλική έννοια)
  44. διακορεύω
  45. διατείρω
  46. διατρυπώ
  47. διεισδύω
  48. δίνω (τον)
  49. δίνω γραπτό
  50. εισάγω / κάνω εισαγωγές- εξαγωγές
  51. εκμιαίνω
  52. εκπυρσοκροτώ
  53. εκσπερματίζω
  54. εκσπερματώνω
  55. ενώνομαι / γίνομαι ένα
  56. εξυπηρετώ/ κάνω εξυπηρέτηση
  57. επιβαίνω (αρχ.)
  58. έρχομαι
  59. έσομαι / γίνομαι εις σάρκαν μίαν
  60. εφαρμόζω
  61. έχω (τινά)
  62. ζευγαρώνω
  63. ζμπρώγνω
  64. θέτω (τόνε καποιανής/ καποιανού)
  65. θίγω
  66. ισιώνω
  67. καβαλάω
  68. καλαφατίζω
  69. κανονίζω
  70. το κάνω
  71. κάνω έρωτα
  72. κάνω τινά μητέρα
  73. κάνω παρέλαση
  74. κάνω ρεκτιφιέ (σε μια γκόμενα)
  75. κάνω σεξ (μετά τινος)
  76. κάνω ψυχικό
  77. καρφιτσώνω
  78. καρφώνω
  79. καταθέτω / κάνω κατάθεση
  80. καταχωρίζω (αυτοαναφορικό)
  81. κεντάω
  82. κερνάω
  83. κινώ (αρχ.)
  84. κλιμακώνω
  85. κοιμάμαι (μετά τινος)
  86. κομματιάζω
  87. κορυφώνω
  88. κουραβέλω
  89. κουτουπώνω
  90. λογχεύω
  91. μαμάω-ώ
  92. μανικώνω/ ρίχνω μανίκι
  93. μαρκαλεύω
  94. ματσακονιάζω / ματσακονιάζω την βάρκα
  95. μπαίνω (όπως μπαίνεις στο βάθος)
  96. μπήγω
  97. μπουκάρω
  98. μπουκόφσκι
  99. μπουκώνω
  100. μπριζολιάζω
  101. ντινέρω (πιτχά)
  102. ξεγάμησα
  103. ξεδοντιάζω το δαγκανόμουνο
  104. ξεζουμίζομαι
  105. ξεκατινιάζω
  106. ξεκωλιάζω
  107. ξεμουνιάζω
  108. ξεπατώνω
  109. ξεσκίζω
  110. ξηγάω τ' όνειρο
  111. ολοκληρώνω (την σχέση) / ολοκληρώνω (μαζί) / ολοκληρώνω την τετραετία
  112. παίζω εντός έδρας
  113. παίζω καράτε
  114. παλουκώνω
  115. παστελιάζω
  116. πατάω (της/του έναν πούτσο)
  117. παχτώνω (την πρόβολο)
  118. περιπτύσσομαι / έρχομαι σε ερωτική περίπτυξη
  119. περνάω (την σχέση) από το δημόσιο δίκαιο στο ιδιωτικό
  120. περνάω (τινά) ένα χεράκι
  121. περτσινώνω
  122. πετάω τα μάτια όξω (είς τινα)
  123. πετσώνω
  124. πηγαίνω (μετά τινος)
  125. πηδάω
  126. πιλώθω
  127. πνίγω / πνίγω το κουνέλι / πνίγω τον ιππόκαμπο
  128. πολλαπλασιάζομαι
  129. ποτίζω (το γκαζόν)
  130. πουτσοδοτώ/ είμαι εθελοντής πουτσοδότης
  131. προωθώ
  132. πυροβολώ
  133. ρίχνω (της/ του έναν πούτσο)
  134. ρίχνω έναν κρύο
  135. ρίχνω τον οβολό μου
  136. σατυρίζω
  137. σερβίρω (της/ του έναν πούτσο)
  138. στα σκάω
  139. σκίζω
  140. σκουντάω
  141. σκυλοπηδιέμαι
  142. σλιβώνω
  143. σοδομίζω
  144. σουβλίζω
  145. σπάω (στον πούτσο τινά)
  146. σπερμοδοτώ
  147. σπέρνω
  148. σπρώχνω
  149. σταυρώνω (γκόμενα/ο)
  150. στραβοκαυλιάζω
  151. στραβοψωλιάζω
  152. στραγγίζω
  153. σύνειμι
  154. συνέρχομαι
  155. συνευρίσκομαι
  156. συνουσιάζομαι
  157. συστήνω εμπράγματη ασφάλεια
  158. σφάζω
  159. σφίγγω / σφίγγω το μπουλόνι
  160. σφραγίζω
  161. σφυρίζω (τον είς τινα)
  162. σφυροκοπώ
  163. ταΐζω κρέας
  164. τελειώνω
  165. τεντώνω
  166. τρίβω / τρίβω το πιπέρι
  167. τρυπώ
  168. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  169. φερμάρω
  170. στα φέρνω
  171. φιστικώνω/ κερνάω φιστίκι (αράπικο)
  172. φοράω (τον είς τινα)
  173. φορμάρω
  174. φορτίζω / βάζω τον φορτιστή στην πρίζα
  175. φορτώνω
  176. φτάνω
  177. χαραφλώνω
  178. χρακάρω
  179. χτυπάω
  180. χύνω κασέρια
  181. χύνω κουβάδες
  182. χύνω με τόκους υπερημερίας
  183. χύνω γκλjίτερ
  184. χώνω (τον είς τινα)
  185. ψωλιάζω

Το έχουμε πηδήξει τελείως το θέμα με τις λίστες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η βάλανος του πέους (πουτσοκέφαλο). Ως επιθετικός προσδιορισμός, ή αυτοαναφορικό, σημαίνει αυτόν που σκέφτεται με το κάτω κεφάλι, που έχει το μυαλό του στο μουνί, ή στο γαμήσι γενικότερα.

Συνήθως το πουτσοκέφαλο άτομο λειτουργεί παρορμητικά και, ως προς αυτό, ο όρος πουτσοκέφαλος παρουσιάζει συγγενή συμπεριφορά με το παρεμφερές «θερμοκέφαλος». Εννοείται ότι απαντά πάντα σε αρσενικό γένος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται υποτιμητικά, π.χ. «ασ' τον μωρέ, αυτός είναι πουτσοκέφαλος».

  1. Καλά, ρε πουτσοκέφαλος είσαι; Μόνο το μουνί έχεις στο μυαλό σου!

  2. Πήγαμε προχθές στον «Καλιγούλα» και ο Γιώργος τα 'μπλεξε με μια στριπτιτζού που του πούλησε αγάπες. Πουτσοκέφαλος είναι, ο μαλάκας...

  3. -Ο Νίκος τα 'ριξε στην καινούρια γκόμενα του Αλέκου. -Ρε τον πουτσοκέφαλο! θα μας χαλάσει την παρέα, ο μαλάκας.

Πουτσοκέφαλος (από panos1962, 05/11/09)Καπέλο Πουτσοκέφαλο (από panos1962, 05/11/09)Μπιλ Κλίντον (από panos1962, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει χάλια κατάσταση προσώπου, πράγματος, ή κατάστασης.

Προέρχεται από την περίπλοκη και πολυσχιδή μορφολογία του μουνιού. Ο καλλιγραφικός προσδιορισμός εντείνει την όποια περιπλοκότητα ακριβώς όπως συμβαίνει και με την καλλιγραφική γραφή, δεδομένης δε και της υγρής υφής (χύσια, ούρα, σάλια και άλλες σωματικές εκκρίσεις) που σε πολλές περιπτώσεις απαντούν στο μουνί, η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο.

  1. - Ο Μήτσος σουτάρισε το καινούριο Alfa Romeo του μπαμπά του. Ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα.
    - Το αμάξι;
    - Μουνί καλλιγραφίας έγινε. Πάει για απόσυρση.

  2. Ρε, τι γίνεται 'δω μέσα; Τ' άφησα τζιτζί και τα βρίσκω μουνί καλλιγραφίας!

  3. Δε φτάνει που μου βάφτηκε σαν την πουτάνα, την πήραν και τα κλάματα, άστα. Μουνί καλλιγραφίας έγινε! Τη λυπήθηκα την κακομοίρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το αξίωμα του Υπάτου Αρμοστού της ΕΕ, του ΟΗΕ κλπ. (πραγματικά δεν έχει καμία σημασία)

Το αξίωμα του Υπάτου Εφαρμοστού, δίδεται στους απανταχού οπαδούς και ταυτόχρονα συχνώς επιδιδόμενους εις το πρωκτικόν σεξ. Απαράιτητη προϋπόθεση για να ανελιχθεί κανείς στο ανώτατο αυτό αξίωμα είναι να είναι μπήχτης και μαρκαλιστής.

Στο ευφάνταστο αυτό λογοπαίγνιο υπεισέρχονται οι εξής 2 όροι που υποδηλώνουν το πρόστυχο του νοήματος:

  1. Υ-πάτος
  2. Εφαρμοστής

Τέλος, το επίσημον του ακούσματος προσδίδει ένα άλλο κύρος και μέγεθος στον χαρακτηριζόμενο κωλαράκια

- Φίλε, προσπάθησα επίμονα αλλά τελικά δεν με άφησε να την πάρω από πίσω...
- Σιγά ρε μάγκα, ποιος είσαι που θα πάρεις κώλο απο την πρώτη μέρα; ... ο Ύπατος Εφαρμοστής;;;!!!

ιδου πεδιο δοξης λαμπρο! (από johnblack, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη εκ των πισωκολλητό και σοκολάτα.

Αναφέρεται στα υπολείμματα κοπράνων που επικάθονται στο ανδρικό μόριο με το πρωκτικό σεξ, και ομοιάζουν (οπτικά) με σοκολάτα.

- Φίλε άσ' τα. Της τον έδωσα από κώλο, αλλά γέμισα πισωκολάτα και ξενέρωσα!

Πισωκολάτα, μμμ! (από panos1962, 07/11/09)

Βλ. και μεζές

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κακώς εννοούμενος οίστρος, δηλαδή ο χυδαίος, ο (ζ)αγοραίος οίστρος, αυτός που έχει απώτερο (και εγγύτερο) σκοπό το ξέδωμα, το ξαλάφρωμα, το γαμήσι. Λέγεται σε περιπτώσεις που κάποιος ή κάποιοι αραδιάζουν μαλακίες σωρό πιστεύοντας ότι λένε κάτι σπουδαίο ή ιντελεκτουέλ.

Βλέπε και σχετικό διάλογο στα σχόλια του χαγιαπούτσα.

- Εννοώ, μια ενιαία πλατφόρμα σε αντιιμπεριαλιστική βάση, έξω και πέρα από λογικές του ευρωμονόδρομου και της ρεβιζιονιστικής φράξιας της μεταμοντέρνας αριστεράς.
- Να μη σε κόψω πάνω στο χύστρο σου, αλλά το αριστερό μου κλαίγανε και το μοιρολογούσαν! Τι παπαριές μας αραδιάζεις; Το θέμα είναι τι γίνεται με την επιδότηση!

Με συνεπήρε ο χύστρος (από panos1962, 06/11/09)Αγορητής σε χύστρο (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified