Μου αρέσει κάτι τόσο πολύ που είναι σαν να έρχομαι σε οργασμό.
- Το είδες το καινούργιο μοντέλο της Μπουγκάτι; - Τελειώνω ρε συ!
Μου αρέσει κάτι τόσο πολύ που είναι σαν να έρχομαι σε οργασμό.
- Το είδες το καινούργιο μοντέλο της Μπουγκάτι; - Τελειώνω ρε συ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αρχικά φέρεται να είναι φράση των κλεφταρματολών επί Τουρκοκρατίας που είχε την σημασία ευχής να σε βρει θάνατος από βόλι κατά την διάρκεια μάχης ή συμπλοκής και έτσι να πεθάνεις ένδοξα, το οποίο θεωρείτο καλύτερο από το να επιζήσεις και να ατιμαστείς.
Επίσης «καλό μολύβι».
Το ενδιαφέρον είναι, ότι αν ισχύει αυτή η αρχική ετυμολογία, που είναι η κυρίαρχη, όσο μπόρεσα να ψάξω, έχουμε αλλαγή σημασίας. Η σημασία αρχικά ήταν καλώς να σε δεχτεί το βόλι ώστε να έχεις τίμιο θάνατο, ενώ αργότερα εμπεδώθηκε η πιο ενεργητική σημασία του να ρίχνεις εσύ καλά το (όποιο) βόλι. Πρόκειται δηλαδή για κάτι παρόμοιο με την φράση ραντεβού στα γουναράδικα, που ήταν επίσης μια ατάκα δήλωσης ότι ο ήρωας αψηφά τον θάνατο.
Εν συνεχεία, η έκφραση χρησιμοποιήθηκε για την ψήφο στις εκλογές, καθώς οι ψηφοφόροι έριχναν σφαιρίδια σε ξεχωριστές κάλπες για το «ναι» και το «όχι», οπότε το σφαιρίδιο παρέπεμπε περισσότερο σε βόλι, από ό,τι η σημερινή διαδικασία. Το σύστημα αυτό που ίσχυσε μέχρι το 1911, και το οποίο περιγράφεται εδώ, μας έδωσε και τις εκφράσεις δαγκωτό και μαυρίζω.
Σήμερα ο κρεψινισμός αυτός είναι πολύ συνήθης και για την ψήφο στις εκλογές, αλλά και στη σεξοσλάνγκ ως ευχή για «καλό σεξ», και στη χεζοσλάνγκ ως ευχή για καλό χέσιμο / χεζοβόλι.
Γενικώς, είναι μια ευχή που περιμένουμε να μας πούνε όταν πάμε προς τουαλέτα για νούμερο δύο, ή όταν ανακοινώνουμε ότι θα βγούμε ραντεβού με κρεβατάμπλ φίλη.
Επίσης, όπως φαίνεται από τα γουγλικά ευρήματα, είναι η βασική ευχή στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων. Και, όπως γράφει και ο Γκατσανήρ στον έτερο ορισμό, χρησιμοποιείται με την σημασία «καλή επιτυχία» σε πολλές περιστάσεις, λ.χ. ακόμα και σε εξετάσεις.
Με περισσότερο κυριολεκτική σημασία χρησιμοποιείται επίσης από κυνηγούς και ψαροντουφεκάδες.
Ας ελπίσουμε να μην ξαναζήσουμε πόλεμο, ώστε να το λέμε πάλι εντελώς κυριολεκτικά, και ότι η χρήση θα περιοριστεί στην όποια κάλπη ρίχνει ο καθένας το βόλι του.
2. Μάθε τι σεξ κάνει το κάθε ζώδιο και… καλό βόλι!
καβαλαει τον βαρδαβουλαρη μου οπου δεν αργησα να καταθεσω....προσωπικα για εμενα αξιζε το 50 ευρω που εδωσα.στα συν της οτι δεν βιαζοτανε!!καλο βολι στους επομενους!!!! (Από μπουρδελοσάιτ)
-Γεια σου Μαρία, και καλό βόλι με τις εξετάσεις αύριο!
- Σ' ευχαριστώ, Πέτρο, να 'σαι καλά! (Από ανάλυση για los Armatoles y los Kleftes).
Got a better definition? Add it!
Ο μοιχός.
Ξενογάμης, ο έχων εξωσυζυγικές ερωτικές σχέσεις.
Got a better definition? Add it!
Published
Ο αυνανιστής, ο μαλάκας, ο πουλοπαίκτης, ο παίκτωρ πουλακίου, εκ του πούλος και του πλέιερ (<player= παίκτης στα αγγλικά), που φαίνεται ότι φού και φού χρησιμοποιείται ως ξενικό β΄ συστατικό στα μαγκίτικα ή στα κουλέζικα, βλ. και καραγκιοζοπλέιερ.
Πάσα: Χαλικούτης.
2. Που ειναι τα εμότικονς να βάλω τον πουλοπλέιερ;
Got a better definition? Add it!
Και «πουλοπαίκτης».
Ο αυνανιστής, αυτός που πουλοπαίζει (μουτσοπαίκτης στα μαρτυριάρικα, παίκτωρ πουλακίου σλανγιωτατιστί, πουλοπλέιερ κουλεζιστί).
Άντε σήκω τώρα από την καρέκλα σου ρε πουλοπαίχτη και πήγαινε να πηδήξεις καμιά Ρωσίδα με μεγάλα βυζιά μπας και ξελαμπικάρεις λίγο αντί να γράφεις 45 μυνήματα τη μέρα. (Από μπουρδελοσάιτ).
Ποια σκοπιά μία στις τόσες ρε ιππόκαμπε, που θες να έχεις και άποψη, τρικαράγκιοζα πουλοπαίχτη. Μία σκοπιά στις τόσες έκανες εσύ; Ή ακόμα δεν έχεις πάει στρατό; (Από youtube).
Ο μεγαλύτερος πουλοπαίκτης του φόρουμ είναι ο Ρόμπας και ακολουθεί με μεγάλη διαφορά ο επόμενος. (Από φόρουμ).
Got a better definition? Add it!
Υποδηλώνει την έντονη σεξουαλική διάθεση ενός θηλυκού στο χώρο ανάλογα με το ντύσιμό της, τη γλώσσα του σώματός της κλπ.
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας που έχει εγκαταλείψει τελείως τις σεξουαλικές προτιμήσεις του και συνάπτει δεσμούς (σύντομους) με όποιο θηλυκό του κάτσει πρώτο.
Ασχημόφιλοι: δρακογάμης, μπαζογαμιάς, μπαζογλείφτης, μπαζοκίλερ, μπαζοκράτωρ, μπαζοφονιάς, σάββας, Σάββας Ουρογάμης, σαβουρογάμης, σαβουρογαμιάς, σαβουρογαμόσαυρος, σαβουρομπήχτης
Got a better definition? Add it!
Παλαιομαμαδίστικη έκφραση (σε περιορισμένη πιά χρήση) για την πίπίλα. Υποθέτω ηχομιμητικό από το μπου-μπου του ταπωμένου στόματος του μωρού. Συνώνυμο (επίσης παλαιομαμαδίστικο) η σώπα -που το κάνει να σωπάσει.
Πέντε χρονώ γα(ϊ)δούρι κι ακόμα με τη μπουμπού στο στόμα...
Πάρε τη μπουμπού να μη γ(κ)ρινιάζεις (Προχωρά κατεβάζοντας αργά το φερμουάρ του παντελονιού).
Got a better definition? Add it!
Ηπειρώτικο ιδίωμα, που σημαίνει ξεπάτωμα.
- Θα σε ξεκαλαθιάσω.
- Καλά, ρίξε τα ζάρια πρώτα γιατί τα ζάλισες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το γρήγορο, διεκπεραιωτικό και χωρίς περικοκλάδες τσιμπούκι-ξεπέτα. Μινιμαλιά, αλλά όχι με την καλή έννοια.
Συμπλήρωμα στον ορισμό του Ξεροσφύρη.
1.
Η πρόφαση του κατουρήματος για μια γλωσσοπανήγυρη στιγμών, για ένα μεθυσμένο ξεροτσίμπουκο στα όρθια από γυναίκες μάνες της δουλειάς , το τρεμούλιασμα στα πόδια από την ηδονική εκείνη κούραση της ξενυχτισμένης σάρκας
2.
Ρεπορτάζ:
«Αθώοι κρίθηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης ο αντιπρύτανης του ΑΠΘ, Γιάννης Παντής και ο πρώην διευθυντής της εταιρείας αξιοποίησης και διαχείρισης του ΑΠΘ, Γιώργος Δημητριάδης. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι δύο άντρες εμπλέκονταν σε δωρεά ενός κινητού τηλεφώνου i Phone προς την ηθοποιό, Ναταλία Δραγούμη».
Κακεντρεχή σχόλια πιο κάτω:
- Τη γάμησε τουλάχιστον;;;;
- Μπα με ένα ξεροτσίμπουκο την έβγαλε.
3.
Ρεπορτάζ:
«Εμφανίστηκε δημόσια με ναζιστικό τατουάζ και με τη νέα του σύντροφο. Ο λόγος για τον βουλευτή της Χρυσής Αυγής, Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος εθεάθη σε... παραλία της Αθήνας με περιβολή παραλίας, αποκαλύπτοντας έτσι τη σβάστικα που βρίσκεται χαραγμένη στο αριστερό του μπράτσο».
Κακεντρεχή σχόλια πιο κάτω:
- Τώρα αν είσαι άντρας με απίδια όχι με φτιασίδια και τύχει να βρεθείς εκεί ....το ενδιαφέρον σου θα εστιαστεί στον τατουάζ του Κασίδα η στο τούμπανο που κυκλοφορεί ;;;;;:rolleyes:
- Τι οξυζενέ-πατσουρόγρια είναι αυτή ρε Λιάκοοοοοό ; (...) Εντάξει εν ολίγοις είναι σαβουροσπρώχτης ο Λιάκουρας , ούτε ξεροτσίμπουκο δεν της έδινα της πατσούρως εκτός εαν μου έκανε πάσα καμιά καλή φίλη της :p
Got a better definition? Add it!