Selected tags

Further tags

Καυλότρυπες λέγονται οι σεξουαλικά ατάλαντες και γενικότερα ατάλαντες γυναίκες, των οποίων η παθητικότητα ξεπερνά τα όρια αυτού που ονομάζουμε τρύπα.

Ιδανικές για άτολμους αρσενικούς ή κομπλεξικούς μια και μπορούν να τις κάνουν ό,τι θέλουν κι αυτές ενθουσιάζονται και γουστάρουν.

- Ρε μαλάκα, πώς θα την βγάλουμε το καλοκαίρι; μόνοι θα την βγάλουμε στα Κουφονήσια;
- Κούλαρε μεγάλε... Κανόνισα εγώ με την Σοφία και την παρέα της... και γαμώ τις καυλότρυπες σου λέω τα μωράκια... Εγγυημένα πράγματα χωρίς απρόοπτα. Ούτε καν προφυλαχτικό, και στ' αυτί να τους την χώσεις λένε «Αχ με γαργαλάς... αγάπη».

Σύγκρινε με αστερίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οίκος ανοχής, το σπίτι. O Ηλίας Πετρόπουλος αφήνει να εννοηθεί ότι το σχετικά σπάνιο αυτό λήμμαν προσεγγίζει περισσότερο την έννοια του διαφθορείου παρά του μπουρδέλου. Και πράγματι, οι ελάχιστες καταγραφές στον γούγλη είναι μεταφορικές.

Αντί να αποτολμήσω εικασίες για το πώς κολλάει η έννοια «ρουφιάνος», σας παραπέμπω σε μια εξαιρετική ανάλυση εδώ προκειμένου να αποφασίσουμε μαζί.

Ασίστ: deinosavros.

- Για τον οίκο ανοχής, και γενικότερα, για την στέγη / στέγαση του αποκαλούμενου παράνομου έρωτος διαθέτουμε πολλά συνώνυμα: πουτανόσπιτο / ρουφιανόσπιτο / παλιόσπιτο / πορνόσπιτο / κερχανές ή κερχανάς / πουταναριό / τα δημόσια / τα καλά τα σπίτια ή και απλώς σπίτι. Οι δημοσιογράφοι ελάνσαραν την λέξη διαφθορείον που, για την ακρίβεια, σημαίνει: ρουφιανόσπιτο - και όχι μποντέλο.
(Ηλία Πετρόπουλου, «Το Μπουρδέλο», Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σ. 8-9)

- Ρουφιανοσπιτο των λαμόγιων (Βουλη) (εδώ)

- Η καταγγελία της φοροδιαφυγής είναι ρουφιανιά, η φοροδιαφυγή τότε τί είναι; Το γεγονός ότι η οικονομία στενάζει, οι μισθοί κόβονται, και θα κοπούν και άλλο, ότι του ΦΠΑ μένει στο 23%, με τον υδραυλικό να σου κλείνει το μάτι (με απόδειξη 80, χωρίς απόδειξη 60) τί είναι;;; Πάντως αυτό το σύστημα εφαρμόστηκε στη Γερμανία από το ’80 με ουσιαστικά αποτελέσματα. Με τη λογική του «καταγγελία για φοροδιαφυγή είναι ρουφιανιά» τότε και η αποκάλυψη για τα αυθαίρετα των υπουργών είανι ρουφιανιά και τα μπλόγκς που τα αποκαλύπτουν είναι ρουφιανόσπιτα.
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάνα άι'ντ λάικ του φακ + μάνα = πλεονασμός.

Όταν πρόκειται για «μιλφάρα», οι λεκτικές υπερβολές δεν συγχωρούνται, επιβάλλονται.

- Ρε μαν, κοίτα μια ξανθιά μιλφομάνα απέναντι!
- Ποια λες μαν; Την μελαχρινή με τις σακούλες σκλαβενίτη;
- Φεύγω μαν, έχω raid.
- Α τον μλκ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μοντέλα πρωινάδικουπου χρησιμεύει ως γλάστρα και περνά τον τηλεοπτικό της χρόνο επιδεικνύοντας στον αδηφάγο τηλεοπτικό φακό τα μπούτια της (φαίνω + μηρός).

Φαινομηρίδες της αρχαιότητας οι σημερινές … μινιφορούσες; (από το σάη-πακέτο)

τυπική φαινομηρίς (από allivegp, 12/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζεται ως ο ομοφυλόφιλος του οποίου ο πρωκτός είναι τούνελ διπλής κατεύθυνσης, ρουφάει άγγιχτα, με ταμπλό και τρίποντα, καρφώματα και λέι-απ, ενώ προσομοιάζει και σε πουστερία.

Η παραπομπή σε μπασκέτα έχει και λαογραφικό χαρακτήρα, καθώς το μπάσκετ είναι άθλημα στο οποίο υπερτερούν οι μαύροι αθλητές, καθώς έχουν μεγαλύτερα προσόντα, ενώ η άμυνα είναι πάντα man to man.

- Ὲεεεεεεεελα Σούλη, καλέ τι ψωλαράς ήταν αυτός ο Τζο; Μου έκανε τον κώλο μπασκέτα!
- Χα χα χου χα τι μου λες χρυσό μου! Σου έκανε και κάρφωμα;
- Τι να σου πω! Καλέ μου έσκισε το διχτάκι... Εν τω μεταξύ είχε τόσο μεγάλα αρχίδια που πήγαιναν αίρμπολ και χτυπούσαν τα δικά μου.... Εν τω μεταξύ ήρθε και ένας φίλος του από το Τόγκο μετά...
- Και; Και...;
- Καλά αυτός τον είχε πιο μεγάλο... Μου πετούσε τα τρίποντα άγγιχτα από τα 7,25! - Μμμμμμ... Ζηλεύωωωωω..... Εγώ γνώρισα έναν χθες στο glory hole, και ήταν στραβοψώλης... Με ραβέρσες σκόραρε!

(από dk636, 11/06/12)(από dk636, 11/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άρθρο 1: Αι γυναίκαι και η σε αυτών ομορφιά

Παράγραφος 1: Αι γυναίκαι γνωσταί και ως «θάνατος».

Επεξήγησις: Αααααχχχχ αι γυναίκαι... οπόσοι χαρακτηρισμοί υπάρχουν ίνα χαρακτηρίσουν την ομορφιά μίας γυνής... Ένας εξ αυτόν, όστις χαρακτηρίζει την λαϊκή γυνή τα κάλλη της οποίας ενίοτε ξεχειλίζουσιν από τον μικροσκοπικό άλλωστε ρούχισμόν καλείται παρά εξίσου λαϊκών ανδρών ως «θάνατος»... Διατί; Μα διατί τοιούτος θάνατος αναμένει τον ανήρ όστις θέλει κοιμηθεί μετά αυτών.

Αιρετική εξήγησις: αποκαλείται «θάνατος» διότι υπονοείται οικονομικός θάνατος του επίδοξου καρδιοκατακτητή, καθότι η συγκεκριμένη γυνή ίνα εντυπωσιασθεί επιθυμεί κατανάλωση άφθονων φιαλών ουϊσκιου, αγορά ακριβού αυτοκινήτου κα άλλα καγκούρικα κόλπα.

(Το παράδειγμα αποτελεί μετάφρασις του παρακάτω βιντεακίου εις την ελληνικήν, δηλαδή καθαρεύουσα. Παρατίθεται η αυθεντική ρήσις υπό την ένδειξη sic και η μετάφρασις )

Πελάτης εν σκυλαδίκω, εντυπωσιασμένος παρά την τραγουδιάραν: «Ω αγαπητέ, θα ήθελες να πίπτεις άνθη κατά το μέγιστο δυνατόν εις τοιαύτην κορασίδα;» (sic: «λουλούδια σ' αυτό το θάνατο στο φουλ!»).

Εν τω 1:05 ο εν λόγω πελάτης αποκαλεί την τραγουδιάραν ως "θάνατο", δια λόγους οι οποίοι αναφέρονται εις τας άνω εξηγήσεις...! (από Γιώργος Ζάκκης, 11/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτοειπώθηκε από τον κ. Π.-Α. Κ., τον Ιούλιο του 1977 κατά την εκδρομή αποφοίτησης ΟΠΕ/ΑΠΘ '77 στις «ανατολικές» -τότε- χώρες, στο πούλμαν που μας μετέφερε από τόπου σε τόπο.

Η αναφορά έγινε λόγω της ακατάσχετης όρεξης κάποιων νεαρών συναδέλφων για προσωπικές επαφές και σχέσεις που. ενώ ήσαν τιμητικές για εμάς, ίσως η μορφή των αιτουμένων να μη ήταν σύμφωνη με τα περί κάλλους πρότυπά μας, πάντα.

Το λέμε πλέον όταν θέλουμε να απομακρύνουμε αιτήματα... σύγκλισης από μη άκρως επιθυμητά άτομα... (σα να πάνε όλες να μας σπιτώσουν -τάχα).

Πρόσεχε μη σε τυλίξει, ε; Αν δε παινέψεις το πλάκωμα, θα πέσει να σε σπιτώσει...

Λογοπαίγνιο με το «αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο επιρρεπής στη χυλόπιτα. Kοινώς αυτός που την πέφτει συνέχεια σε γκόμενες και (σχεδόν πάντοτε) του ρίχνουν άκυρο.

Πάλι έφαγε χι ο μαλάκας. Χυλοπιτάς κατάντησε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στοιχειώδες σωματίδιο της φυσικής, υπεύθυνο για την έλξη ανάμεσα σε δύο (ή περισσότερους) άνθρωπες, κυρίως εκπεμπόμενο από το θηλυκό γένος τύπου: μουνάρα, τούμπανο, καυλέτα-καυλέτα, κορίτσαρος-γεννίτσαρος κ.ο.κ.

Η δράση του αναγνωρίζεται σχετικώς εύκολα, εις τον εκτεθέντα στην ακτινοβολία του, αν και μπορεί να έχει ποικίλες αντιδράσεις, αναλόγως τους παράγοντες, όπως πχ στις ακόλουθες εικόνες. (όχι 'δω, πιο κά')

Τα καυλόνια δεν επηρεάζουν τους πάντες, όπως πχ άτομα του ιδίου φύλου (τσου στρέιτ), τους ασέξουαλ, τους happily married or happily in love ξέρω γω, τους μοναχώτες και γενικώς τους απέχοντες από το άθλημα.

Επίσης, αν είσαι τυχερός / ή και γκαβώθηκε το αντικείμενο του πόθου σου και σ' το δώσει τότε πολύ πιθανό να εξασθενήσει η ενέργεια του καυλονίου πάνω σου, καθώς συνήθως δεν έχουν να κάνουν τόσο με τον έρωτα, τις καρδούλες και τα βελάκια, όσο με αυτό που στον καθημερινό λόγο περιγράφουμε ως «η καύλα της στιγμής».

Διαχέεται μαζικά στην βιόσφαιρα τους ζεστούς κυρίως μήνες καθώς τα πολλά ενδύματα είναι κακοί αγωγοί των καυλονίων, ιδαιτέρως τα τύπου βράκα, φόρμα-παντελόνι οριεντάλ-αμπίρ-Φατίχ Χακίν και γενικώς ότι φαντεζί «προκαλεί-τις-αισθήσεις»-μι χαίσο-παπαριά σκεφτούν κάτι ψωνισμένοι ΜΜήδια-κατασκευασμένοι κόπανοι της κραταιάς εσπερίας, ονόματι miss Racksevski, Sarah Florence, Roberto carValei, lela trela kai kordela ετσετερά ετσετερά... -συνοδευόμενα πάντα απο το κατάλληλο υπόδημα χρώματος «κράμα λευκόχρυσου Βουργουνδίας ανακατεμένο με σάπιο μήλο Ζανζιβάρης» (με σκουλήκι) και φο μπιζού και μπιχλιμπίδια και θέλω τα σέα μου θέλω τα μέα μου θέλω τα όοοοπα μου και το κούρασαμε το ένστικτο.

Έτσι λοιπόν, αν και ούτε στον περιοδικό πίνακα αναφέρεται, ούτε και κανείς επιστημονικός οργανισμός διερευνά το εν λόγω σωματίδιο, οφείλουμε να αναγωρίσουμε την υπαρξή του καθώς οι αποδείξεις είναι αδιάσειστες και τα αποτελέσματα χειροπιαστά και εμφανώς παρατηρήσιμα.

Επιπλέον ουδεμία σχέση έχει με αυτό αν και διάφοροι αρχαιολόγοι λεν πως παλιάααα η Καλαβρία ελέγετο Καυλαβρία και παρεποιήθη εις τους αιώνας εκ των αδαών (και των Αχαιών).

  1. - Πουώω δικέ μου! Περιμένω πώς και πώς για Ίο καλοκαίρι!!
    - Ναι, αλλα απ΄ τα πολλά αιωρούντα καυλόνια δεν θα ξέρουμε πού να τη βάλουμε... Εγώ δεν κοιμάμαι στη σκηνή μαζι σου μαλάκα.. χαχαχα!

  2. - εμποριο σπερματος στο μπαρακι μας;;; Ουστ βρε!! Θα σασ ριξω ραδιενεργο πολονιο στα ποτα μου φαινεται!!:smash:
    - καυλωνιο να ριξεις μπας κ ξεκαβλωσουν μερικοι εδω μεσα.»
    (από φόρουμ, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπαρ στο οποίο συχνάζουν λεσβίες. Όχι μόνο φιλικό προς αυτό το κοινό, αλλά προσανατολισμένο κυρίως γι' αυτές. Περαιτέρω, απ' ό,τι διαβάζω, το λεσβιακό φλερτ και οι γνωριμίες για σεξ στο χώρο αυτό είναι μάλλον κοινό φαινόμενο και μέρος της εμπειρίας.

  1. Από εδώ:

νομίζω πως απλά δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τις out λεσβίες. Έχεις πάει σε μαγαζί λεσβιάδικο;; Αν πάς, θα δείς πως λίγες πλέον λεσβίες αντιπροσωπεύονται σε επίπεδο εμφάνισης και συμπεριφοράς από το πολύ αντρουά στύλ που κάποτε τους έδινε τον χαρακτηρισμό «νταλίκες». Οπότε ίσως έχεις συναντήσει πολλές και απλά δεν το ξέρεις. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και ντουλαπίστριες και καταπιεσμένες λεσβίες.

  1. Από εδώ:

Γιατί, άλλωστε, να δηλώσει καθαρά lesbian το μαγαζί της η κάθε ιδιοκτήτρια και να μπει στην διαδικασία να εξηγεί στην μαμά, τον μπαμπά και την κουτσομπόλα γειτόνισσα πως απευθύνεται σε οικείο της κοινό~ Αμ κουκλίτσα μου, τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους. Ας μην άνοιγες λεσβιάδικο τότε, ας άνοιγες σουβλατζίδικο, πιο φτηνά θα σου 'ρχόταν!!!

Κυριολεκτικό λεσβιάδικο. (από Khan, 02/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified