Further tags

Λέσι είναι κυριολεκτικά το ψοφίμι. Μεταφορικά λέμε την πολύ βρώμα, ή τον άνθρωπο που βρωμάει, που δεν πλένεται. Ο βρωμιάρης.

-Εκεί στη στροφή έχει μιά βρώμα! Σκέτο λέσι!

-Πήρα στο αμάξι τον Γιώργο, ναι εκείνο το λέσι. Μετά το πήγα στο πλυντήριο να φύγει η βρώμα!

-Τα 'φτιαξες με το Δημήτρη! Αυτός είναι λέσι! Πως τον αντέχεις;!

-Φύγε από δω βρε λέσι! Από πότε έχεις να πλυθείς!

Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, Δημητσάνα. (από patsis, 28/12/14)Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, Δημητσάνα. Λεπτομέρεια της προηγούμενης φωτογραφίας. (από patsis, 28/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της λέξης κωλογλείφτης, ο άνθρωπος που γλείφει τους πάντες και τα πάντα προκειμένου να κερδίσει την εύνοια ή την συμπάθεια τους.

- Πολύ τον αγαπάνε βλέπω τον καινούριο στην εταιρία…
- Ε βέβαια, τέτοιος γλειψαρχίδας που είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια λέξη με πολλαπλά νοήματα, όλα όμως με κοινή προέλευση το μυθιστορηματικό ήρωα Ταρζάν.

Σύντομη βιογραφία:
Οι γονείς του Ταρζάν (κατά κόσμον Τζον Κλέιτον ο 3ος) ήταν ευγενείς αγγλικής καταγωγής. Κατά τη διάρκεια ενός θαλάσσιου ταξιδιού έπεσαν θύματα ανταρσίας και εγκαταλείφθηκαν σε μια ακτή της Αφρικής. Ο Τζον έχασε τους γονείς του σε ηλικία ενός έτους και στη συνέχεια υιοθετήθηκε από μια φυλή πιθήκων. Σε μεγαλύτερη ηλικία γνώρισε τη Τζέιν (η οποία είχε βρεθεί εκεί με τον ίδιο τρόπο), την ερωτεύτηκε και στη συνέχεια εγκατέλειψε την Αφρική για να την αναζητήσει στην Αμερική. Αργότερα επέστρεψαν μαζί στη ζούγκλα όπου εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος από τις περιπέτειες του Ταρζάν.

Στο θέμα μας:
Μεγαλώνοντας στη ζούγκλα, ο Ταρζάν αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στους κινδύνους της φύσης και ανέπτυξε σε μεγάλο βαθμό κάποιες δεξιότητες, ενώ εξαιτίας της απουσίας ανθρώπων... ας πούμε απλά ότι σε άλλες έμεινε πίσω. Εκτός από τα σωματικά προσόντα του, ο Ταρζάν είναι γνωστός και για την ικανότητά του να επικοινωνεί με πληθώρα άγριων ζώων, καθώς και για τον πρωτότυπο τρόπο μετακίνησής του, κρεμάμενος δηλαδή από τα υπερμεγέθη κλαδιά και πηδώντας από δέντρο σε δέντρο.

Η λέξη ταρζανάκι μπορεί να αναφέρεται σε πρόσωπα ή πράγματα τα οποία παρουσιάζουν έντονα κάποιο κοινό χαρακτηριστικό με τον Ταρζάν.

Έχουμε και λέμε:

1) Πρόσωπα:
α) Ταρζανάκια χαρακτηρίζονται τα μικρά, αεικίνητα και ενοχλητικά παιδάκια εξαιτίας των (συγκρίσιμων με αυτές του Ταρζάν) ικανοτήτων τους στο τρέξιμο και το σκαρφάλωμα. Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης η ανάγκη τους να βγάζουν άναρθρες κραυγές σα να προσπαθούν να ακουστούν σε ολόκληρη τη ζούγκλα και η παντελής έλλειψη επικοινωνίας με τους ανθρώπους. Χρησιμοποιείται και από τις μαμάδες τους σε πιο γλυκό τόνο.

β) Ταρζανάκι αποκαλείται από την κοπέλα του (κατ' ευφημισμόν και μόνο μπροστά στις φίλες της) ο βρωμιάρης, ατημέλητος και άξεστος τύπος, σε μια προσπάθεια της ταλαίπωρης να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Εκτός από τις προφανείς ταρζανικές ιδιότητές του, το ταρζανάκι αυτό εμπεριέχει και την κρυφή ελπίδα της κοπέλας του να μπορέσει (ως άλλη Τζέιν) να τον φέρει πιο κοντά στον πολιτισμό.

2) Πράγματα:
Ταρζανάκι μπορεί να αποκαλεστεί χαϊδευτικά οτιδήποτε θυμίζει ταρζανικά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. ένα ευκίνητο αυτοκίνητο πόλης που υστερεί σε ανέσεις.

3) Κουράδες:
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση του υπολείμματος κουράδας το οποίο, αρνούμενο πεισματικά να μας αποχωριστεί, αγκιστρώνεται σε μια απέλπιδα προσπάθεια στην πλησιέστερη τρίχα. Αν δεν έχει ήδη γίνει ξεκάθαρο το γιατί καλείται ταρζανάκι, διαβάστε ξανά το κομμάτι πάνω στον αγαπημένο τρόπο μετακίνησης του Ταρζάν.

1) Πρόσωπα
α) «Έχω τρελό πονοκέφαλο... Πήρα το ανήψι μου στην παιδική χαρά και μου έβγαλε την Παναγία. Αν τα δικά μου βγουν ταρζανάκια θα τα δώσω σε κάνα ίδρυμα.»

«Λέμε για Σπέτσες το τριήμερο της Πρωτομαγιάς, μάλλον χωρίς το ταρζανάκι μας!»

β) - Ώρες-ώρες απορώ πώς τον ανέχεσαι. Πώς περιμένεις να φροντίζει εσένα όταν δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του; Εγώ στη θέση σου θα ντρεπόμουν να τον κυκλοφορώ. Ξέρεις τι λένε πίσω απ' την πλάτη σου;
- Δε με νοιάζει τίποτα. Αν τον ήξερες κι εσύ τόσο καλά όσο εγώ θα έβλεπες ότι το ταρζανάκι μου είναι το πιο γλυκό πλάσμα του κόσμου!

2) Πράγματα
«Πλάκα πλάκα θα δώσω πάνω από 1000 ευρώ για το ταρζανάκι μου μιας και ήρθε και η ασφάλεια αλλά χαλάλι του!»

3) Κουράδες
«Πίστεψα ότι ήταν κουράδα τεφλόν και έφυγα ασκούπιστος, αλλά τελικά μερικά ταρζανάκια με έστειλαν σπίτι για αλλαγή.»

(από Iasonas, 14/12/09)μια ατυχής στιγμή με τη Τζέιν (από Iasonas, 14/12/09)

Για το 3. δες και ταρζανίδιο και ταρζανέλια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν διάφορα σημεία στο ανθρώπινο σώμα όπου η ροή του ιδρώτα κυλά με πιο γρήγορους ρυθμούς σε σύγκριση με άλλα μέρη. Αυτό ποικίλει ανάλογα με τον άνθρωπο. Σε άλλους αυτό το σημείο είναι το στήθος, σε άλλους οι μασχάλες και τα λοιπά.

Ο ιδρώτας στο στήθος πολλές φορές σκόπιμα δεν αντιμετωπίζεται, καθώς κάνει μερικές λυσσάρες να κοβουν φλέβα, ο ιδρώτας στις μασχάλες αντιμετωπίζεται με οποιοδήποτε απο τα προϊόντα κατά του ιδρώτα και της κακοσμίας κυκλοφορεί στο εμπόριο, άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι δύσκολα ο ιδρώτας μπορεί να βλάψει το image μας.

Έλα όμως που υπάρχει και ένα σημείο που αποτελεί βραχνά. Και αυτό είναι η Αυτού Εξοχότης ο Κώλος. Πόλλες φόρες, ειδικά αν είναι καλοκαίρι και ιδρώνουμε, ο κώλος μας γεμίζει ιδρώτα, έχει μια αίσθηση καψίματος και νιώθουμε τα κωλομάγουλα να γλυστράνε μεταξύ τους. Και αυτό είναι το λιγότερο. Αν φοράμε φόρμα και κάνουμε το λάθος να κάτσουμε κάπου αποκτάμε αμέσως μια στάμπα ιδρώτα στον κώλο κάτι που μας καταστρέφει το image σε χρόνο dt. Όσοι σε κοιτάνε έχουν την εντύπωση «ρε συ, αυτός χέστηκε;» -, ή ακόμα και να ξέρουν το πρόβλημά σου μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναφωνήσουν «ρε μαλάκα, χέστηκες;» και να σε κάνουν ρεζίλι στην ομήγυρη. Αυτές οι θλιβερές φιγούρες ονομάζονται υδρόκωλοι και συναντώνται σε μεγάλους αριθμούς ανά την επικράτεια.

Λύση; Η πας αμέσως και αλλάζεις αν έχεις καβάτζα, ή στήνεις κώλο στον πλησιέστερο ανεμιστήρα ή πας τοίχο-τοίχο μη σε πετύχω anyway.

- Ρε μπουχέσα, πάλι ξέχασες το μπέιμπι λίνο;
- Έλα ρε μαλάκα, ξέρεις ότι είμαι υδρόκωλος, μην με κάνεις ρεζίλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νομίζω είναι προφανές τι ξύνει αυτός στον οποίον αναφέρεται η έκφραση, οπότε το προσπερνάμε...

Λέγεται για αρχιτεμπέλαρους, που αφοσιώνονται στο να μην κάνουν τίποτα ή στο να κάνουν κάτι αμφιβόλου σημαντικότητας και σημασίας.

Λέγεται τόσο για άντρες όσο και για γυναίκες, γιατί συχνό φαινόμενο αποτελεί η φαγούρα στο επίμαχο σημείο και στους δύο.

  1. -Βρήκε δουλειά ο αδερφός σου;
    -Σιγά μην έβρισκε... Αφού βαριέται που ζει ο άνθρωπος, κάθεται όλη μέρα σπίτι και το ξύνει και βαριέται να κουνήσει το δαχτυλάκι του ποδιού του.

  2. -Σταμάτα να το ξύνεις όλη μέρα στον υπολογιστή, βγες λίγο έξω, πήγαινε καμιά βόλτα...
    -Όχου, δε μας χέζεις ρε Νταλάρα!

Βλ. και ξύνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eκ του δόκιμου χριστιανικού ονόματος Χρυσόστομος.

Ιδίως σε συγκείμενα αναφοράς σε άτομο (ονόματι Χρυσόστομος) ιδίως αντιπαθές στον ομιλούντα - ο οποίος του βγάζει το «χρυσό» και του κολλάει μια «ψωλή» δίπλα στο «στόμα».

Αμφίσημο: δηλώνει τόσο το άτομο που τα στοματικά του παράγωγα (π.χ., ο λόγος, ανάσα) προσιδιάζουν σε ψωλή (α. λόγω τακτικού στοματικού έρωτα, πρβλ. το στόμα του βρωμάει πουτσίλα β. λόγω συχνής χρήσης υβρεολογίου πρβλ. 'κακό στόμα'), όσο και το άτομο του οποίου η στοματική κοιλότητα ανέκαθεν φέρει μία.

Άντε, πάλι έρχεται ο Ψωλόστομος, γαμώ πιά!

(από rigo21, 12/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το παρουσιαζόμενο ως μεγάλο επίτευγμα, τελικά δεν είναι και τόσο σημαντικό.

Βλ. και σκατόρθωμα.

Μεγάλα παιδιά είστε, δεν χρειάζεστε παραδείγματα.

Δες και Κουραδόκαστρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος που έχει μικροσκοπικά μπαλάκια (αρχίδια).

- Ποιος κατούρησε στην λεκάνη;
- Ο γαταρχίδας ο Σιλβής που τα αρχίδια του είναι σαν κεράσια.

ε, όχι και μικρά μγμσ! Και μια ουρά να! (από BuBis, 04/10/09)(από Vrastaman, 05/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που λατρεύει το φαγητό το οποίο προκαλεί τον σουρεαλιστικό ήχο με, ή χωρίς αναθυμιάσεις.

Προσοχή: Αναλόγως των περιστάσεων, η διαφυγή των αερίων έχει επιπτώσεις στο πρόσωπο του πορδοκράτορα. Άλλοτε χαμογελάει αμήχανα, άλλοτε γελάει στον θάλαμο με τους άλλους φαντάρους, ενώ υπάρχουν και στιγμές που θα απαρνηθεί το ατμιδικό του «τέκνο» και γεμάτος απορία θα ρωτάει την παρέα αν έτυχε να μυρίσει κάτι άσχημο.

  1. Χαμόγελο αμηχανίας: Ναι μωρό μου, σε θέλω... (εδώ είναι η στιγμή που απεύχεται ο πλέον πορδοκράτωρ)

  2. Γέλια στον θάλαμο: ΩΩΩΩ ρε μαλάκα, πύραυλος ρεεεεεεε χάχαχα (κλπ κλπ)

  3. Με την παρέα: Ρε μαλάκα Βαγγέλη... σου μυρίζει τίποτα ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Θεός έφτιαξε πλάσματα, έφτιαξε και κλάσματα! Τώρα διαλέγετε και παίρνετε! Είτε την αριθμητική έννοια (κυριολεκτικά μία μισοριξιά ή μεταφορικά ένας περιορισμένης ευθύνης), είτε την σκατολογική έννοια (το προϊόν της κλανιάς, την κοινή πορδή, δηλαδή ένας ασήμαντος, ένας τιποτένιος).

All time classic μπαρμπαδισμός.

συνώνυμα : μυγόχεσμα, ρετάλι, ρεμάλι, μπετόβλακας,

  1. - Ρε χθες ανακάλυψα ότι αυτοί οι δύο είναι αδέλφια. Δεν θα το πίστευα αν δεν μου το 'λεγαν οι ίδιοι.
    - Κανείς δεν το πιστεύει. Ο ένας σοβαρός, λιγομίλητος, ντεκλαρέ και ωραίος τύπος, και ο άλλος αλήτρα πρεζέμπορας, χωρίς ιερό και όσιο.
    - Ο θεός έφτιαξε πλάσματα, έφτιαξε και κλάσματα.....

  2. - Και που λες, σκάει μύτη χθες ένα πλάσμα στην καφετέρια, πάθαμε όλοι. Ίσαμε τρία χιλιόμετρα πρέπει να ήταν το δεξί της πόδι, κι άλλα τόσα το αριστερό. Και άριστη κατασκευή. Όχι σαν κάτι ασύνδετα αγγούρια. Αλφαδιασμένη, από πάνω μέχρι κάτω. Αναστάτωση, πέφταν δίσκοι, ποτήρια, σταμάτησαν συζητήσεις κλπ.
    - Και να λείπω;
    - Κάτσε να ακούσεις τη συνέχεια. Και εκεί που είναι απλωμένο το πλάσμα, σκάει ένα κλάσμα ανδρός, και ο μούναρος σκύβει και του ρίχνει ένα ρουφηχτό! Και μένουμε σέκοι!! Κοίτα να δεις το λιμό αντράκι. Να κυκλοφορεί τέτοιο πλάσμα. Κουφαθήκαμε!!!

(από electron, 23/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified