Selected tags

Further tags

Ασυζητητί, το δίχως άλλο, το πράμα δεν σηκώνει αντίρρηση (όρος σχηματισμένος κατά τα αρχαϊκά επιρρήματα εις -ί, πβ. αποινί, ασκαρδαμυκτί κ.λπ.).

— Θα έρθεις απόψε να τα πιούμε;
— Αβλεπί!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα σίγουρα, χωρίς αμφιβολία.

- Καλά ρε, έπαιξες την Ίντερ διπλό; Αφού είναι χαμένη από χέρι, με τόσους τραυματίες που έχει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα γκρηκλιστικά επιρρήματα νέας κοπής, πρβλ προφάνουσλυ, πρεζούμαμπλυ, παρεμπίπταμπλυ κ.ά. Ασφάλουσλυ, σημαίνει «ασφαλώς».

- Τελικά Τάκης είναι το Ντέρτι, ή Νίτσα;
- Ασφάλουσλυ και είναι Τάκης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση λέγεται για να τονίσει ότι, αυτό στο οποίο αναφερόμαστε, αποτελεί τη μοναδική λογική επιλογή στις τρέχουσες περιστάσεις, ότι πρόκειται για κάτι δοκιμασμένο, για «αξία σταθερή στο χρόνο».

Έχει παρατηρηθεί να δηλώνει και τη λύση ανάγκης.

Από παλιά διαφήμιση της χλωρίνης Klinex, στο τέλος της οποίας ακουγόταν εκείνη η γνωστή, αντρική φωνή με την ιδιαίτερη χροιά που παρέπεμπε σε αυθεντία: «Χλωρίνη Klinex. Αυτήν ξέρετε, αυτήν εμπιστεύεστε!»

Είναι slang τώρα αυτό;

-Και πού πάμε τέτοια ώρα χωρίς να 'χουμε κλείσει τραπέζι;

-Στο ΧΥΖ. Αυτό ξέρετε, αυτό εμπιστεύεστε.

(Έχασε) (από patsis, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ότι κάτι είναι προφανές, πασίδηλο, εμφατικό. Κάτι που δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, κάτι που ακόμη και οι τυφλοί το βλέπουν.

Επίσης, σημαίνει ότι κάποιος πετάει σπίθες, κάνει εκπληκτικά πράγματα, κυριολεκτικά αγγέλους και παπάδες.

- Καλά, πάλι κατάπιε το στραγάλι ο αρχιδόπουστας; Το μπέναλ έβγαζε μάτια!

- Μιραλάς με Πάντελιτς στην επίθεση του Θρύλου, βγάζουν μάτια στα τελευταία ματς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που βγήκε από την ταινία «Το ξύλο βγήκε απ' τον παράδεισο» (βλ. παράδειγμα 1) και χρησιμοποιείται σήμερα με χιουμοριστική διάθεση (βλ. παράδειγμα 2).

  1. ΓΥΜΝΑΣΙΑΡΧΗΣ (ΤΣΑΓΑΝΕΑΣ): - …μα πού ακούστηκε… πού ακούστηκε βεβαίως βεβαίως… ο πρώτος τυχόν Φλωράς να σηκώνει το χέρι του και να χτυπά μίαν Παπασταύρου, την κόρη του Θεμιστοκλέους Παπασταύρου… του Θεμιστοκλέους, βεβαίως βεβαίως.

  2. - Θα δοκιμάζατε να κάνετε μια παρτ του παρτ (part to part) συναρμολόγηση του υπολογιστή σας;
    - Βεβαίως («του Θεμιστοκλέους βεβαίως βεβαίως»).
    Δεν έχω φραγμούς στο σεξ... εννοώ στο κομπιούτερ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέσα! Με τρέλα! Απολύτως, εντελώς!

  1. - Λέω να πάρω τα κορίτσια να πάμε για κάνα ποτό, είσαι μέσα;
    - Για πλάκα! Το ρώτας;

  2. - Τριανταφυλλίδης είπες; Πόντιος είσαι;
    - Ναι ρε, για πλάκα!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σίγουρα, εκατό τοις εκατό, εγγυημένα.

Από το αγγλικό guarantee.

- Θα ξηγηθεί ο Ζάχος αμαξάκι, σίγουρα; Γιατί την άλλη φορά την έκανε από νωρίς!
- Ναι ρε σε λέω, αφου με είπε ότι θα κάτσει μέχρι το τέλος, γκαραντί!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλέον κλασική διαφήμιση των '70ς και '80ς είχε το σουρεαλιστικό σλόγκαν με ύφος σαράντα καρδιναλίων: Είκοσι εννιά κατασκευαστές πλυντηρίων συνιστούν Skip. Αυτοί ξέρουν!.

Λόγω και του γκροτέσκου αυτού του σλόγκαν, η φράση έμεινε όταν συνιστούμε κάτι. Και παραφράζεται, εννοείται, ανάλογα με τα γούστα μας.

Επίσης, η φράση έχει μείνει και ως είκοσι εννιά κατασκευαστές πλυντηρίων ψάχνουν να βρουν τον τριακοστό.

— Πού θα πάμε τη νύχτα;
— Είκοσι εννιά κατασκευαστές πλυντηρίων συνιστούν Οτεγιάννη! Αυτοί ξέρουν!

Ξεπλύν (από Hank, 24/01/09)(από Galadriel, 29/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγραμματισμός του εννοείται ως μονολεκτική κουλ απάντηση με δόση πρόζας, σαρκασμού, ειδικά σε ερωτήσεις που περικλείουν την απάντησή τους, η οποία είναι πρόδηλη τόσο για τον ερωτώντα, όσο και για τον ερωτηθέντα.

Η σωστή εκφορά προϋποθέτει μια μουσικότητα (hέ-ννείοται) και συνοδό μειδίαμα αυτοπεποίθησης (λίγες πρόβες στον καθρέφτη αρκούν).

Έξτρα βαθμοί και σπέκια όταν για απάντηση δύναται να χρησιμοποιηθεί το χρονικό επίρρημα «ενίοτε». Τώρα θα μου πεις: μαγκιά είν' αυτό; Εννείοται...

  1. — Καλά, Παρασκευή βράδυ απόψε, πάλι στο σλανγκργκρ θα λιώσεις;
    — Χα! Εννείοται...

  2. — Ώπα, τί έμαθα παιχταρά μου; Πηδάμε τη Λίλιαν;
    Εννείοται...
    Άτσααα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified