Further tags

Στο Π. Ναυτικό, σκωπτική αναφορά στο αρκτικόλεξο Α.Φ.Ε. = Αξιωματικός Φυλακής Επιτελείου, δηλαδή τον αξιωματικό υπηρεσίας της βάρδιας, υπεύθυνο για ολόκληρη μονάδα, συνήθως Πλωτάρχης Π.Ν. Κάτω απ' αυτόν υπηρετεί ο βαφλέ (εκ του Β.Α.Φ.Ε.= Βοηθός Αξιωματικός Φυλακής Επιτελείου), συνήθως Υποπλοίαρχος.

Ο αμέσως υπεύθυνος κάθε μιας υπηρεσίας είναι ο Άλφα-Φί (Αξιωματικός Φυλακής), που αλλάξει κάθε μέρα, συνήθως Υποπλοίαρχος αλλά και σημαιοφόροι ΠΤ ή ΠΥ (πιλάφια / μπαρμπα-ναύτες).

Οι δυο πιο πάνω συνήθως, με το που αναλαμβάνουν βάρδια, την πέφτουν ακαριαία για ξάπλα, ενώ ο τελευταίος πίνει αόκνως ούζα στη διπλανή υπηρεσία, αφήνοντας το κινητό του και τα οπλονομόπαιδα στο πόδι του. Άμα καβλαντίσει, ξυπνά τους οδηγούς κι κάνει και καμιά «εφοδεία» (δηλ. βόλτα με την καμιονέτα) πού και πού.

- Μαλάκες, μαζέψτε τα μπυρόνια κι έρχεται ο παρφέ να κάνει εφοδεία, το νου σας!

- Το μπούστη! Κατουρόκαβλα νυχτιάτικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική έκφραση, που υποδηλώνει μακρό διάστημα χωσίματος, τρεξίματος, αγγαρείας, σκοπιάς κτλ.

Συντάσσεται με το ρήμα τρώω: Φάγαμε πούτσα με λέπι.

Το λέπι παραπέμπει στην υφή, δομή και λειτουργία των λεπιών του ψαριού, το οποίο εμποδίζει την έξοδο (απο στενή οπή, επί παραδείγματι) ή την καθιστά εξόχως επώδυνη.

Παρόμοια είναι και η λειτουργία της παλιάς μικρής μποτίλιας κόκα-κόλα, της οποίας το καπάκι έμπαινε εύκολα, αλλά έβγαινε δύσκολα, κατά το γνωστό τουρκικό μαρτύριο (!).

Εξάλλου, περί εισαγωγής ιχθύος ή φιάλης κόκα-κόλα (ή πέπσι - η ποικιλία είναι φίλος μας), προς ηδονισμόν μαρτυρούν αστικές φήμες για γνωστό παλαιό τραγουδιστή αμφιβόλου επιτυχίας και για τέως και νυν και αεί τόπ τραγουδιάρα, αντιστοίχως.

Τουρκική παροιμία λέει: Το λιοντάρι, πριν να φάει το κόκκαλο, πρώτα το βάζει στον κώλο του και μετά στο στόμα του (=δηλ. καλά μπαίνει, να δούμε όμως και αν βγαίνει εύκολα και σημαίνει την περίσκεψιν προ αναλήψεως εγχειρήματος, ως προς τας δυνατότητες ολοκληρώσεώς του).

Άσε φίλε, έχει να 'ρθεί σειρά να μας απαλλάξει πέντε μήνους κι έχουμε φάει πούτσα με λέπι! Βαράμε γερμανικά και καπάκι βούρ στα μαγειρεία. Τρέμουν τα κωλομέρια μας απ' την αϋπνία ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση λαίουρα στον στρατό. Όταν του ζητάνε να κάνει κάτι και δεν θέλει, απαντά: «Δεν προβλέπεται στον μήνα μου», γιατί ο μήνας του είναι ο Λελέμβριος και όλες τις δουλειές πρέπει να τις κάνουν γι' αυτόν οι νέοπες, αλλιώς θα ρίξει το τζόκεϊ και θα έχουμε νεκρούς στο Σαν Φρανσίσκο. Καταχρηστικά, μπορεί να το πει και έγκυος.

Νώντας: - Βρε Λιλιανάκι, έλα για λίγο φίκι-φίκι.

Λίλιαν: - Δεν προβλέπεται στον μήνα μου!

(σ.ς.: Ναι, το Λίλιαν έχει μείνει έγκυος από Αρειανό κάτοικο του κόκκινου πλανήτη, βλ. συμβολή της Μαρούζ στην Λιλιάδα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Έκφραση βαθμοφόρου (πιλαφιού), που σημαίνει: «Θα σου ρίξω / χώσω πειθαρχική ποινή (= φυλακή / στέρηση εξόδου / περιορισμό)».

Εικόνα, κατά την οποία, το πιλάφι αυτοπροσδιορίζεται ως «τοξότης», που μοιράζει βέλη (ποινές) εδώ κι εκεί. Συνήθως χρησιμοποιείται ως: «Σε πέτυχα (με τα βέλη)», δηλαδή «σε είχα από καιρό στο στόχαστρο και τώρα που έκανες τη μαλακία, θα πληρώσεις για όλες σου τις αμαρτίες».

Έχει είτε παροντική είτε μελλοντική έννοια κατάγνωσης πειθαρχικής ποινής. Κατά το σχήμα λόγου παροντικού ή παρελθοντικού χρόνου με έννοια μέλλοντα: «Σε γαμώ αν το ξανακάνεις» / «τη γάμησες!» (= Θα την γαμήσεις !) / «Σ' έχω γαμήσει αν το ξανακάνεις» (= θα σε γαμήσω) κτλ.

Βλ. και αρχαία ελληνικά: «Ωλούμην εί με λείψεις» = «Χάθηκα (δηλ. θα χαθώ) αν με εγκαταλείψεις».

Νέος, πάρε το χλωροκοπτικό και καθάρισε την αυλή και κοίτα κακομοίρη μου μη σου ξεφύγει κανάς θάμνος, γιατί σε πέτυχε ο οπλονόμος !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται προκειμένου για τις καθαριότητες στο στρατό και υποδηλώνει ότι το καταπονημένο από τις υπηρεσίες και την έλλειψη ύπνου κωλοφάνταρο οφείλει στην πραγματικότητα να μην «γλείψει» τον θάλαμο, αλλά να καθαρίσει εκείνα τα οποία έχει παρατηρήσει ότι εξετάζει ο δίκας την στιγμή της επιθεώρησης.

Παρόμοιας σημασίας φράση: όσα βλέπει η πεθερά.

ΠΡΟΣΟΧΗ όμως! Μπορεί η πεθερά να βλέπει περισσότερα, αλλά αν τυχόν πέσεις σε καραπροβλεπόμενο δίκα που μοιράζει τις φυλακές όπως μοιράζουν τις άγραφες στο ναυτικό (μπηχτή...) την έχεις πουτσίσει π.χ. θα ελέγχει τα σώματα του καλοριφέρ για σκόνη (έχει γίνει!) ή - αν πρόκειται για φυλάκιο - θα ελέγχει αν έχεις αποθηκεύσει στο ψυγείο χθεσινό φαγητό (κι αυτό έχει γίνει!!!) πράγμα το οποίο απαγορεύεται (!!!).

Προβλεπόμενος δίκας Vs κακιά πεθερά, σημειώσατε 1.

- Νέος, κάνε μία τον θάλαμο και μετά πήγαινε για τουαλέτες.
- Μα σε δέκα λεπτά έχουμε επιθεώρηση! Δε θα τα προλάβω!
- Όσα βλέπει ο διοικητής θα κάνεις ρε! Μαλάκας είσαι; Ένα σκούπισμα και άδειασμα στα καλαθάκια! Ρε Καραχάλιο! Καραχάλιο! Έλα ρε να δεις τι μου είπε το νέο!
- Άστον ρε να τελειώνει και έχει να κάνει και γόπινγκ!

(ακολουθούν σκέψεις για αναβολή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουκούλια αποκαλούνται οι φέροντες κουκούλες και κραδαίνοντες μολότοφ διαδηλωτές.

Τα γνωστά-άγνωστα κουκούλια είναι πράκτορες της ασφάλειας κατά μερικούς, κωλοτρίφτες του ΣΥΝ κατ’ άλλους, ο ανθός της Ελληνικής νεολαίας κατά τους ίδιους.

- Το μόνο παράδοξο που βρίσκω εγώ είναι ότι ούτε λίγο ούτε πολύ (ο «Ριζοσπάστης») λέει (παραδέχεται;) ότι τα «κουκούλια» είναι «προϊόν» της ασφάλειας. Κάτι που με κάνει να απορώ πως και άφησε ο Περισσός να περάσει τέτοια αναφορά στο «Ρίζο»! Αφού ως τώρα υποτίθετο ότι τα «κουκούλια» είναι «παρά» τον ΣΥΝ, ο οποίος και τους χάιδευε τα αυτάκια.
(από εδώ)

- ...λίγο πιο κάτω δεν έχει ένα ποστ που αναρωτιόταν «τι κάνει η αριστερά» ή κάτι τέτοιο; Μάλλον νομίζει πως αυτοί που διέλυσαν την Αθήνα απόψε είναι μερικά κουκούλια και συναφή κωλόπαιδα. Σε άλλη πόλη ζουν.
(από εδώ)

\'Ετσι αυτοπροσιορίζονται τα κουκούλια (από Vrastaman, 30/06/09)είναι κουλ το κουκουλ... (από BuBis, 30/06/09)Burka-chic είναι très koo-kewl! (από Vrastaman, 30/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική προσφώνηση θαυμασμού που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον τσίφτη και καραμπουζουκλή άνθρωπο, αλλά και την μερακλαντάν-φυσφιριλέ κατάσταση.

Μάλλον προέρχεται από τα αρχικά της παλαιάς Αστυνομίας Πόλεων (Α.Π.) και το «ψηλά τα χέρια», που οι αστυνομικοί φώναζαν, παρηλλαγμένο σκωπτικά σε «ψηλά τα ρούχα», που συγγενεύει με το «κάτω τα σώβρακα» (δηλ. κάτσε να σε πηδήξω).

Το «μάρκα» λέγεται για το ποιόν του ανθρώπου, όπως λέμε «διαόλου κάλτσα», «μυστήρια φόδ(ι)ρα», «μυστήριο τραίνο», «μεγάλη μάρκα», «μάρκα μ' έκαψες», «μυστήριο καπνό φουμάρεις» κτλ.

Για μια ιδιαιτέρως ευχάριστη κατάσταση, λέγεται επίσης το «Μάχη μαύρων εν καιρώ νυκτός, εντός υπογείου με σβηστά τα φώτα» ...

Η έκφραση έχει καταγραφεί ατόφια στο ελληνικό σινεμά «Σκληρός άνδρας», όταν η τροτέζ Σπεράντζα Βρανά, υποδέχθηκε τον Χατζηχρήστο στο γκιζ-ντάνι.

  1. - Που λες, για τα λεφτά που χρωστάς στην τράπεζα, μη χολοσκάς. Εγώ είμ' εδώ, τ' αδέρφι σου, έτσι θα σ' αφήσω;
    - Αδερφέ μου, να σε φιλήσω ! Είσαι μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!

  2. - Ορίστε και τα ουζάκια σας!
    - Πώ ρε κάτι μεζεκλίκια μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!
    - Κάτσε να κρυώσουν λίγο πρώτα, ρε γύφτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καράβι, γενικότερα η ναυτική ζωή.

Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο Πολεμικό Ναυτικό (για τους υπηρετήσαντες Πι-Νι), αλλά και για εμπορικά πλοία (γκαζάδικα, φορτηγά, λιγότερο ποστάλια). Ενίοτε απαντά και στον πληθυντικό: οι λαμαρίνες.

[I] Η λαμαρίνα, η λαμαρίνα όλα τα σβήνει
μας έσφιξε το Κuro Siwo σα μια ζώνη
κι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ' το τιμόνι
πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι[/I]

...έγραφε ο Νίκος Καββαδίας για τις πλωτές αυτές φυλακές. Η λέξη εγκλείει εντός της όλη τη συσσωρευμένη πικρία, όλα τα βάσανα, τα χωσίματα, τα πακέτα που συνεπάγεται η ζωή στα καράβια.

Να περνάς μήνες μακριά απ' τους δικούς σου. Να χάνεσαι με τα φιλαράκια σου. Να σου γίνεται το στομάχι κώλος (τουλάστιχον τους πρώτους μήνες). Να μην μπορείς να στεριώσεις - κυριολεκτικά! - μια σταθερή σχέση με γυναίκα.

Αν έχεις σχέση, να σε τρωει η αγωνία για το τι κάνει, που βρίσκεται, αν σε κεράτωσε, αν βρήκε άλλον, και να ξοδεύεις πεντακοσαριές στο γαμημένο το κινητό για να της μιλάς (κι αυτή να σου κάνει κόνξες και να στο παίζει δύσκολη, έτσι είναι αφού σε κρατάει απ' τ' αρχίδια, κακόμοιρε).

Η μόνη σου επιλογή για σεξ να είναι οι πουτάνες των λιμανιώνε, αν όμως λάχει κι είσαι και λίγο συναισθηματίας και δεν γουστάρεις πουτανιάρικες φάσεις, τότε τότε γάμα τα.

Να είσαι αναγκασμένος να βλέπεις κάθε μέρα τους ίδιους τσάτσους και ρουφιάνους που δε γουστάρεις (μιλάω κυρίως για τους χαμηλόβαθμους μονιμάδες του Π.Ν, ΕΠΥ και ΕΠΟΠ).

Να σου πρήζουν συνέχεια τον πούτσο για το πόσο επικίνδυνο είναι το τούρκικο ναυτικό. Να είσαι σε κάποιο νησάκι, π.χ. Ρόδο, και μόλις πάει να χαλαρώσει λίγο η φάση να σκαει σήμα ότι βγήκε κάποιο τούρκικο πλοίο και πάμε να το ακολουθήσουμε. Να αράζει το γαμόπλοιο σε θέσεις απόκρυψης, μες την ερημιά, παρέα μόνο με τα καβούρια, και να ξέρεις ότι λίγα χλμ. πιο δίπλα είναι π.χ. το Φαληράκι με τις χιλιάδες ξέκωλες Αγγλίδες. Μιλάμε για μαρτύριο του Σίσυφου, του Τάνταλου και των Δαναΐδων μαζί.

Συνηθέστατες οι φράσεις: μας έφαγε η λαμαρίνα, λιώσαμε τόσα χρόνια μες τη λαμαρίνα, μας ρούφηξε τη ζωή η λαμαρίνα.

Η καλύτερη φάση για τους μονιμάδες του Πολεμικού Ναυτικού, εκτός βέβαια απ' το να βγουν σε υπηρεσία στεριάς, π.χ. να πάνε σε κάνα θέρετρο Αγίας Μαρίνας κι έτσι, είναι να πάει η λαμαρίνα για επισκευές. Τότε αναγκαστικά τα ταξίδια αναβάλλονται κι όλοι εύχονται να κρατήσει η επισκευή όσο πιο πολλούς μήνες γίνεται (αν είναι να διαλυθεί και τελείως το γαμόπλοιο, ακόμη καλύτερα).

Τέλος, όταν όλα είναι κομπλέ και επίκειται αναχώρησις, είθισται τα ναυτάκια να τραγουδάνε μεταξύ τους ειρωνικά το άσμα της Ελένης Δήμου «ετοιμάζω ταξίδι μοναχά για πάρτη σου, στα μεγάλα νησιά του μυαλού και του χάρτη σου»...

- Μας ήπιε το αίμα η λαμαρίνα.

- Γαμώ τη λαμαρίνα μου μέσα γαμώ.

- Να πέσει μια μπόμπα ρε φίλε να γίνουν καρφιά όλες οι λαμαρίνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Χιουμοριστική ερώτηση πιλαφιού, μετ' ελαφράς θυμηδίας, (διότι τί ξέρεις εσύ από φουρτούνες ...) προς ναυτάκο: «Από ποια υπηρεσία προέρχεσαι / πού υπηρετείς;»

Η ερώτηση είναι πονηρή, διότι αν έχεις κάνει καμιά γκάφα, θα πέσει τηλε-άκυρο στην υπηρεσία σου και θα τιμωρηθείς! Μπορεί όμως και να την γλιτώσεις. Π.χ. αν είσαι από πλοίο και είναι η φόρμα εργασίας σου (τζιν πουκάμισο-παντελόνι) ξεσκισμένη ή είσαι γεμάτος λάδια, σε σέβονται (σπέκια) λόγω των βαρέων και ανθυγιεινών εργασιών (αλήθεια!) που εκτελείς και δεν λένε τίποτα, ακόμη και στο γραφείο του Ναυάρχου. Αν όμως είσαι τίποτις γραφιάς και έχεις το παραμικρό ψεγάδι, δεδομένου και του στραβώματος, λόγω της ολοφάνερης βυσματικής σου ιδιότητας, παίζει να φας κάνα Σ.Εξ..

Η ερώτηση αυτή έχει σημασία μόνον εσχάτως, διότι οι ναύτες φοράνε τζόκεϊ και δεν φαίνεται η υπηρεσία τους, που άλλοτε ήτανε γραμμένη στο κούτελο (κυριολεκτικώς) - δεδομένου ότι η ασπιρίνη τους (πιλίσκος/ναυτικό καπέλο/τάπα κλπ), είχε μια μαύρη κορδέλα γύρω-γύρω, με το όνομά της.

Βέβαια, πρόσφατα οι ναύτες των πλοίων αγοράζουν μόνοι τους από τον Προμηθευτικό Οίκο Ναύτου τζόκεϊ σπέσιαλ με τον θυρεό του πλοίου τους (και καμαρώνουνε με το σύρε-κι έλα). Άσε που και να ζητήσεις κορδέλα από την υπηρεσία σου, έστω για ενθύμιο (sic), η έτοιμη απάντηση θα είναι «δεν έχουμε», «μας τελείωσαν», ''δεν μας φέρανε ακόμα« (αφού δεν παραγγείλατε) και λοιπαί ιστορίαι Ελληνικού Δημοσίου.

Σήμερα ασπιρίνη φοράνε μόνον οι προπαιδευόμενοι (Πόρο ή Παλάσκα/Σακίπη κτλ), χωρίς κορδέλα, αφού δεν έχουν σταλεί ακόμα σε υπηρεσίες, τα στραβόγιαννα - για όσον καιρό ορίσουν οι παλαιοί - και μετά βάζουν τζόκεϊ (αλλιώς βρέχει), οι βαρδιούχοι όρθιοι ή ένοπλοι φρουροί, οι φέροντες στολή εξόδου και τα μαλακιστήρια της Δοκίμων.

Οι στρατέοι είναι ολιγότερον επινοητικοί εις τας εκφράσεις των. Συνηθίζουν να ψαρώνουν τα φανταράκια με το: «τί είσαι σύ ρε;», το οποίον προσαρμόζεται συχνότερα στην φωνητική τους ως: «τ' σσσσύ ρα;» (βλ. Σειρήνες στο Αιγαίο) ένεκα καταγωγής, στο οποίον η απάντησις θα πρέπει να είναι όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, α-σι-μι, υπηρεσία και «διατάξτε» (ζωηρά και δυνατά εις στάσιν κλαρίνου). Αν θέλουν να γελάσουν οι καραβανάδες, δεν έχουν παρά να επαναλάβουν την ερώτηση και ο δυστυχής φαντάρος θα ξαναπαίξει το ρολάκι ...

Ναυτάκος-ταμτάκος: - Έφερα τα σήματα ...
Πιλάφι: - Για έλα δω εσύ. Πού τρώς ψωμί εσύ;
Ναυτάκος-ταμτάκος: - Σηματωρείο στο «Οινούσαι» (αρματαγωγό).
Πιλάφι: - Πάει καλάαααα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Ο ατσούμπαλος ναυτάκος. Από την αλήστου μνήμης ταινία με το Μόσιο «Ο Ταμτάκος στο ναυτικό» (τύφλα να ' χει ο Λαρς φον Τρίερ ...)

Πιλάφι:
- Πού πα' ρε ταμτάκο;
Στραβόγιαννο:
- Με στείλανε να φορτώσω καύσιμα για άπαρση του Γλαύκου.
Πιλάφι:
- Δεν έχει έρθει το σήμα ακόμα. Έλα αργότερα ...

Σκηνοθεσία: Τάκης Βουγιουκλάκης (1985).  (από poniroskylo, 25/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified