Further tags

Σημαίνει «όχι» στα γύφτικα. Μερικές φορές χρησιμοποιείται και με την κανονική του αγγλική σημασία. Επίσης έχει κι άλλη μια σημασία, του επιφωνήματος «ωχ», στα γύφτικα πάντα.

  1. οκ πάλι... βαρέθηκα αυτό το παιχνίδι
  2. οκ ρε ... σε 5 στο καφέ..
  3. οκ παναγία μου... θα σκοτωθούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

All-time classic λήμμα που χρησιμοποιείται όταν κάποιος εκνευρίζεται από κάτι που του είπανε.

- Πρόεδρε τελικά θα έρθει ο Σουάνης στην ομάδα να μας βοηθήσει να ανέβουμε κατηγορία;
- Ποιος να έρθει μωρέ. Αφού όταν μιλήσαμε μου ζήτησε 500.000 ευρώ το χρόνο. Ακούς εκεί το σαπάκι! Τι νομίζει ότι είμαστε σαν την 1η κατηγορία Κύπρου να μας τρέχουν τα λεφτά από τα μπατζάκια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

και «άλα της».

Δείχνει ενθουσιασμό ή επιδοκιμασία.

Κατάγεται από την στρατιωτική ιαχή «Αλλάχ!» των γενιτσάρων (πηγή: Ηλίας Πετρόπουλος, «Παροιμίες του υποκόσμου»).

Ακούγεται συχνά σε ρεμπέτικα, λαϊκά άσματα σαν μέρος των στίχων ή και εμβόλιμα, από τον / την αοιδό για να «γίνει» κέφι. Και οι ακροατές το χρησιμοποιούν επίσης, επιδοκιμάζοντας, είτε τους καλλιτέχνες, είτε αυτούς / αυτές που, έχοντας μερακλώσει, γουστάρουν, χορεύουν, τραγουδούν μαζί και τα «σπάνε» γενικώς.

Στην καθομιλουμένη, το «άλα» - «άλα της» έχει παρόμοια ως άνω ερμηνεία (παρ.1), μπορεί όμως να αποκτήσει και ειρωνική χροιά που αφορά συνήθως στην εμφάνιση (παρ.2).

  1. Άλα, γεια σου ρε Λίλιαν με τα ωραία σου!
  2. Άλα της ζαντικά το Ibiza.

(από pavleas, 09/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που δηλώνει ανακούφιση ή και ενθουσιασμό (μετά απο δυσάρεστη περίοδο πίεσης, ανίας κλπ). Συνώνυμα: επιτέλους!, καιρός ήταν!, άιντε!

- Τα 'μαθες ρε; Σουτάρουνε τον θεολόγο γιατί την έπεσε λέει στην απουσιολόγο του βήτα τρία!
- Τι λε ρε μαλάκα! Δηλαδή, τέρμα οι δεκάλεπτες προσευχές κάθε πρωί;
- Τέλος!
- Ε, ανάσταση ρε πούστη!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχομιμητική λέξη από τον ήχο του γέλιου. Είναι επιφώνημα και εκφράζει μειωτική, επιτιμητική, ειρωνική, περιπαικτική, γενικά αρνητική στάση του ομιλητή έναντι αυτού προς τον οποίο απευθύνει τον λόγο. Επέτεινε την χρήση του ο Μάρκος Σεφερλής.

Αχαχούχα! Πώς είναι έτσι ντυμένη σαν τσόλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διττής σημασίας επιφώνημα, προερχόμενο εκ της τουρκικής.

Γραμματικώς πρόκειται για την προστακτική (yaşa= ζήσε, να ζήσεις, ζήθι. Ο Πάτσμαν τσιμουδιά :-P) του ρήματος yaşamak = ζω, με την προσθήκη ενός τελικού -ν- για λόγους τρέχα γύρευε.

Η λέξη ξεκίνησε ως καθαρά εγκωμιαστικό επιφώνημα στα τούρκικα και, περνώντας στα ελληνικά, είτε διατήρησε την αρχική της σημασία, είτε εξελίχθηκε βαθμηδόν σε ειρωνεία τ. « γεια σου φίλε (τάδε) ποτέ να μην πεθάνεις / στον πούτσο μου να κρέμεσαι μονόζυγο να κάνεις». Εντονότερη περιπαικτική απόχρωση αποκτά η λέξη με την προσθήκη του επίσης τουρκικής προέλευσης «άλα».

Ας επιτραπεί στον λημματογράφο να καταθέσει ως προσωπική μαρτυρία ότι πρωτοάκουσε την έκφραση το 1990 ως επαινετικό σχόλιο, ενώ ψυχανεμίζεται (άνευ δυνατότητας παράθεσης πειστικών επιχειρημάτων) ότι η λέξη δεν πρέπει να ήταν σε χρήση στη χώρα πριν το 1922...

Στο παράδειγμα υπ' αριθμόν 3 παρατίθεται ειρωνική χρήση της λέξης από την δεκαετία του 60 και στην αυθεντική της μορφή (γιασά). Ο τύπος αυτός ανευρίσκεται εντός του σάητος εδώ κι εκεί και παραπέρα σε σχόλια του αυτοκτό.

Ασίστ : HODJAS.

  1. Γιασάν, να σε χαρώ εγώ
    και όχι κάνας άλλος
    είν' ο νταλκάς μου κούκλα μου
    για σένανε μεγάλος

Για μιά γυναίκα σαν κι εσέ θυσίασα το παν
Γιασάν, κοπέλα μου, γιασάν.

Από ζεϊμπέκικο (1954) του Δ. Ευσταθίου, εδώ.

  1. Η απάντηση στο ερώτημα που θέτουν οι πολίτες - υποστήριξε ο κ. Πάγκαλος - που τα φάγατε τα λεφτά είναι αυτή : Σας διορίζαμε για χρόνια, τα φάγαμε όλοι μαζί. Ακολουθώντας μια πρακτική αθλιότητας, εξαγοράς και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος. Γιασάν του μάγκα Πάγκαλου.

ΓΙΑΣΑΝ ΡΕ ΑΝΤΩΝ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΑΝ ΤΣΟΓΛΑΝ ΤΣΟΤΣΟΥΚ ΔΕΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙΣ Ε ποσο ακομη θα δουλευεις τον λαο ρε προδοτη ρε Μεσσηνιωτικη συκια για τον ΠΟΥΣΤΟ εισαι!

Μην απορειτε μετα γιατι μας φορτωσαν ενα καρο μνημονια. κι ο βαγγελας το ιδιο κανει και αλα του γιασαν!!!! ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΟΣ Ο ΠΡΟΕΔΡΑΣ.

ΓΙΑΣΑΝ!!! ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡ!!!!!!!!!! ΟΠΑ!!!
και γαμω τους παπαδες!!! με χιουμορ!!

(όλα από το δίχτυ)

  1. Από το βιβλίο του Αντώνη Σουρούνη «Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου» (εκδ. Καστανιώτη 1989). Φουκαράς δημόσιος υπάλληλος βρίσκει, εν έτει 1964, χαρτοφύλακα με 100 χιλιάδες δραχμές, και μετά από ηθικές αμφιταλαντεύσεις αποφασίζει να τον επιστρέψει μέσω αστυνομίας στον ιδιοκτήτη του που, φευ, αποδεικνύεται φραγκάτος Ελληνάρας της εποχής, ο οποίος «Γελούσε. Όχι από χαρά που βρέθηκαν τα λεφτά του, γελούσε γιατί δεν είχαν αυτοκτονήσει ακόμα όλα τα κορόιδα και, επομένως, υπήρχε λόγος να ζει».

Οι, αντί ευρέτρων, ευχαριστήριες επιστολές που ζήτησε ο αφελής ευρών να σταλούν από τον αφηρημένο ευεργετηθέντα στην υπηρεσία του και στον Τύπο, μάλλον δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, αν κρίνουμε από το ποιόν του χλιδάτου:
- Γιασά ρε μάγκα!... Είσαι πολύ φίνο παιδί. Να περάσεις καμιά μέρα απ' το μαγαζί να πάμε στα μπουζούκια, να τα βάλουμε φωτιά και τα 'κατό.

  1. [...] εμφανίζεται στη μικρή πόλη μας ένα έφιππο απόσπασμα από Τσέτες. Είναι εκατό περίπου καβαλαρέοι [...] Διασχίζουν την πόλη μας από την μιά άκρη στην άλλη τραγουδώντας. «Γιασά Μουσταφά Κεμάλ πασά γιασά», είναι το ρεφραίν του εμβατηρίου τους. Ζήτω ο Κεμάλ λοιπόν, δηλαδή ζήτω ο πόλεμος! Πάλι και πάλι...

Βασίλη Νεφελούδη «Μαρτυρίες 1906-1938» (εκδ. Ωκεανίδα 1984).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από το γνωστό επιφώνημα χαράς και πανηγυρισμού, είναι και το χαζοχαρούμενο άτομο, που χοροπηδάει με το κάθε τι, λες και η ζωή είναι κάτι το μόνο ευχάριστο.

Λέγεται και για καταστάσεις που και καλά είναι πολύ ανεβαστικές.

  1. - Γνώρισα χθες ένα παστάκι άλλο πράμα, αλλά πολύ γιούπι ρε φίλε, ό,τι και να της λέω γελάει, ξεκαρδίζεται, πηδάει στην αγκαλιά μου, ακόμα κι όταν είμαι σοβαρός θέλει λέει να με κάνει να διασκεδάζω.
    - Εεμ, πού έμπλεξε το κορίτσι με έναν ξινίχλα σαν και σένα...

  2. - Έεεεεεεεελα, πάμε στο πάρτυυυυυυυυυ!
    - Δεν πάω εγώ σε τέτοιες γιούπι φάσεις, ξέχασέ το.

Λ.χ. από Κηλαηδόνη (δεν βρήκα κάτι άλλο) (από Khan, 06/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περισσότερο στη Θεσσαλονίκη και μία-δύο γενιές πριν, το γκαγκάν, (άπαξ αυτή τη φορά) σημαίνει κάτι ωραίο και πετυχημένο. Όπως το τζιτζί.

Πρέπει να είναι προϊόν της γενιάς των γουέστερν, αλλά σαν τον μπρούκλη, στην αρχή ήτανε ο πλούσιος ελληνοαμερικάνος, ντυμένος στην πένα, με αμάξι, που τον ζηλεύανε όλοι, ενώ μετά έγινε ο κιτσάτος, κραυγαλέος τύπος που κάνει τον καμπόσο.

  1. - Περνάμε ζωή γκαγκάν

  2. - Σου έφτιαξα το αμάξι και στο έκανα γκαγκάν!

(από joe909, 08/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικλανιά κακής ποιότητας συνήθως (καουμπόικη, αστυνομική, δράσης τύπου Speed, κττ), η οποία στηρίζεται αποκλειστικά στα στοιχεία δράσης που περιέχει.

Hχομιμητικό επιφώνημα που μάλλον προέρχεται από την κλαγγή των πετάλων τού εν καλπασμώ αλόγου, σε συνδυασμό με τον ρυθμό των φριχτών αυτών μουσικών που συνοδεύουν παρόμοιες ταινίες (και οι οποίες έχουν γίνει φετίχ των δελτίων ειδήσεων).

- Τι λέει αυτή η ταινία;
- Πολύ γκαγκάν γκαγκάν την κόβω, δεν βλέπουμε καμιά άλλη λέω γω; Έχω όρεξη για λίγη κουλτούρα απόψε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified