Further tags

Λέξη / επιφώνημα που σημαίνει φύγε, ουστ, όξω. Προέρχεται από τα Καλιαρντά.

Σχετικά λήμματα: την κάνω, την κανά, παίρνω τον πούλο, αδειάζω τη γωνιά.

  1. - Άντε τζους μωρή τώρα, γιατί πρέπει να ετοιμαστώ να πάω στο κομμωτήριο.

  2. - Τζους μωρή ψαμοσκελού νταλκαρέτεκνη που θα μας πεις και υψομετρούδες! Δεν έρχεσαι να μας ροσολιμαντάρεις τα σερμέλια;

(Μετάφραση: Ούστ μωρή καυλιάρη κωλόμπαρε που θα μας πεις και αδερφές! Δεν έρχεσαι να μας γλύψεις τα πέη. [lamproukos.blogspot.com])

(από allivegp, 04/07/10)"Βρε άντε τώρα τζους", καρβελιά. (από Khan, 08/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα όταν διώχνω κάποιον.

Εξαφανίσου! Χάσου από 'δώ! Αμόλα! Ουστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτόγονο επιφώνημα που μας παραπέμπει στον άνθρωπο της προϊστορικής εποχής που δεν ήταν και το πλέον αντιπροσωπευτικό δείγμα νοημοσύνης. Δηλώνει τον χαζό άνθρωπο, μειωμένης αντίληψης.

Καλά μια ώρα εξηγούσα στον Μήτσο πώς θα πηγαίνουν με αμάξι στο αεροδρόμιο και στο τέλος δεν κατάλαβε τίποτα και πήρε ταξί να πάει. Ο τύπος είναι εντελώς ουγκ!

(από Khan, 12/03/14)(από xalikoutis, 16/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που δηλώνει ανακούφιση ή και ενθουσιασμό (μετά απο δυσάρεστη περίοδο πίεσης, ανίας κλπ). Συνώνυμα: επιτέλους!, καιρός ήταν!, άιντε!

- Τα 'μαθες ρε; Σουτάρουνε τον θεολόγο γιατί την έπεσε λέει στην απουσιολόγο του βήτα τρία!
- Τι λε ρε μαλάκα! Δηλαδή, τέρμα οι δεκάλεπτες προσευχές κάθε πρωί;
- Τέλος!
- Ε, ανάσταση ρε πούστη!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται αντί επιφωνήματος προς έγκριση πράξεως ανδρείας. Συνοδεύεται από γκριμάτσα σκληρού τύπου, βλέπε εξώφυλλα μπλακ μέταλ δίσκων, και το αντίστοιχο νεύμα -ελαφρά και κοφτή κίνηση της κεφαλής προς τα κάτω.

Στο ουδέτερο, πάλι εν είδει επιφωνήματος, με προφορά ένρινη και παρατεταμένο το -ο-, εξαπολύεται όταν ανακοινώνεται γεγονός το οποίο δεν έχει, και θα θέλαμε να έχει, σχέση με εμάς, παρ' όλ' αυτά έχουμε το θράσος να αντιδρούμε χαιρέκακα καθώς «μακριά απ'τον κώλο μας, κι όπου θέλει ας είναι».

  1. - Θα πάρω κι άλλη μπύρα.
    - Σκληρός.

  2. - Άσε ρε φίλε. Στην εξεταστική που θέλω να πάρω το γαμήδι το πτυχίο, μου σκάνε τρία μαθήματα την ίδια μέρα.
    - Σκληρόοοο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηχητικό επιδοκιμαστικό σχόλιο το οποίο χρησιμοποιείται φιλικά αλλά και λίγο ειρωνικά. Σημαίνει: πω πω, μεγάλε, άλα της, άντε-άντε, κττ.

Η προέλευσή του είναι άγνωστη νομίζω, αλλά χρησιμοποιείται εδώ και τρεις δεκαετίες τουλάχιστον... αν και υποπτεύομαι ότι θα βαστά κάναν αιώνα η χρήση του (οι ρεμπέτες, ας πούμε, δεν θα το λέγανε;)

Προφορά: ανοίγουμε τα χείλη στο πλάι (σαν σφιγμένο χαμόγελο ένα πράμα), κρατώντας τα δόντια καλά κλειστά. Το /τσ/ προφέρεται πολύ κοφτά, δηλαδή ίσα που ακούγεται το /σ/. Ακολουθεί απειροελάχιστη παύση. Το /ξ/ προφέρεται με οξύτητα, κάπως σφυριχτό δηλαδή (οπότε η κάτω σιαγών προεξέχει λίγο), και τραβιέται σε χρόνο όσο υπάρχει ανάγκη, ανάλογα με την περίπτωση. Μπορεί να είναι αρκετά βραχύ (αν το λέμε σε κάποιον επιδοκιμάζοντάς τον) ή αρκετά μακρό (αν τον ειρωνευόμαστε λίγο ή δεν τον πιστεύουμε και τόσο).

- Πού ήσουν χθες;
- Είχα ένα ραντεβού και είχα κατεβάσει τα τηλέφωνα...
- Τσ-ξς!...
- Όχι ρε μαλάκα, επαγγελματικό ήταν!
- Τσ-ξςςςςςςςςς!

βλ. και τσσς!, πς / πςςς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα-χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν (κυρίως) τα κορίτσια σχετικά με την αγκαλίτσα, με το αίσθημα, ή για να αναφερθούν σε κάτι χαριτωμένο, ζουμπουρλούδικο, φλάφικο και ομορφούλι.

- Σού 'δειξε η Τίτα φωτό από το ανιψάκι της;;
- Ναι! Είναι πολύ γούτσου! Άχου το μωλέ!!

(από Khan, 23/07/09)(από vikar, 29/05/12)

Δες και γουτσισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα θλίψης και λύπης.

Μου τελείωσε το αηλάινερ, λυγμ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασάπης στην περίπτωση αυτή είναι ο άγαρμπος τεχνικός οπτικοακουστικού υλικού (τεχνικός προβολής, μοντέρ κττ) που δεν δίνει δεκάρα για τη δουλειά του και την εκτελεί ορθά-κοφτά με την τεχνική με την οποία οι χασάπηδες δίνουν μια στη σπάλα, πχ, και την κάνουν δέκα κομμάτια. Συνώνυμο του σκιτζής.

Ως επιφώνημα, ακουγόταν τον παλιό (καλό;) καιρό στους σινεμάδες όταν ο τεχνικός προβολής ξεχνιόταν (κοιμόταν; γαμούσε;) και κοβόταν ο ήχος της ταινίας ή κόλλαγε κάποιο πλάνο. Το κοινό τότε είτε χειροκροτούσε για να διαμαρτυρηθεί, ή φώναζε «χασάπηηηη!» μπας και ξυπνήσει το παλικάρι και δει ο κόσμος την ταινία. Αυτά βέβαια προ ντιβιντί και νεότερης τεχνολογιάς.

Χασάπης είναι και ο μοντέρ ο οποίος πετσοκόβει το υλικό του, με αποτέλεσμα να «πηδάνε» τα κατ, να μπαινοβγαίνουν άτσαλα οι σκηνές γενικώς.

- Μάκη, εδώ πρέπει να προσέξεις να βάλεις τον λόγο να ξεκινάει λίγο νωρίτερα, να μην ακουστεί «ατάκα».
- Έλα ρε Αντώνη, λες και δε με ξέρεις... για καναν χασάπη με πέρασες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα ενθουσιώδους επιδοκιμασίας και απότισης σπεκ προς όσους μας καταπλήσσουν με το έργο τους, τον λόγο τους, την δημιουργικότητά τους.

Εκ του «έγραψες ιστορία» ή, πιθανότατα, εκ του «έγραψες άριστα σε εξετάσεις».

Εναλλακτικά, ζωγράφισες, κέντησες, κ.α.

1. Έγραψες μεγάλε! Σωστός και παραστατικός! (σχόλιο του lykos για το λήμμα το μύδι.

2. Έγραψες με γκολ απ' τα αποδυτήρια μεγάλε. (σχόλιο του acg για το λήμμα χασίστες και φουντικοί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified