Αφενός το μουσικό και μη σουξεδάκι και αφεδύο η τζούρα κανναβινοειδούς ή άλλης ουσίας, κυρίως από μπονγκ ή πίπα.

Εκ του αγγλικανικού hit.

- Παίξτε και κανα χιτάκι. Όλο κάτι b-sides παίζετε...
(εκεί)

- Ε, λοιπόν κι εσείς οι ποιοτικοί τα ίδια σκατά είστε. Νούμερο ένα χιτάκι ήταν οι τσοντίτσες της greek erotica! Και μάλιστα οι τσοντίτσες που σύμφωνα με τις επιστημονικές έρευνες του Bouldela.com είναι το τοπ ελληνικού γούστου: λεσβιακά.
(εδώ)

- Μπρε Μανωλιό, πιε ένα χιτάτσι και φεύγει το φαρμάτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρή ποσότητα ή δόση πρέζας ή κόκας, αρκετή για να σε σιάξει. Εναλλακτικά ψάκι, ποδανιστί, ξαφίκι.

Εκ του αγγλικανικού fix.

- Σε διαθεσιμότητα για δύο φιξάκια ο Αστυφύλακας ... της Αμέσου Δράσεως, να κατέχει μικροποσότητα ναρκωτικών ουσιών
(εδώ)

- Ναι, η ζωή χρειάζεται αναισθητικά... Ας αποποινικοποιήσουμε και τα φιξάκια της ηρωίνης και τις μυτιές της κοκαΐνης... Τουλάχιστον αυτά δεν είναι επικίνδυνα για την υγεία όσων δε τα χρησιμοποιούν...
(εκεί)

- Από χθες ψάχνονται οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι πως βρέθηκε ένα φιξάκι ηρωίνης πεταμένο στη μέση του διαδρόμου του σωφρονιστικού καταστήματος ...
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρόπος διακίνησης ναρκωτικών (κυρίως ζαπρέ ή χαπιώνε), συνήθως σε φυλακές.

Το πράμα τοποθετείται σε καλά λιπασμένη καπότα, προσεκτικά δεμένη στην άκρη με σπάγκο. Το υπόθετο χώνεται στην σούφρα ή / και στην μουνότρυπα του βαπορακίου, ενώ ο σπάγκος κρέμεται απ έξω για εύκολη αφαίρεση. Αμα τη αφίξει στον προορισμό, το υπόθετο καθαρίζεται από μεζέδες και η άσπρη προωθείται στους αδημονούντες ζέους.

1. Ταξίδευε από τον Πειραιά στη Σύρο έχοντας μέσα της ένα… υπόθετο γεμάτο «σκληρά» ναρκωτικά, μια νεαρή γυναίκα που εντοπίστηκε από άνδρες της Ασφαλείας Ερμούπολης κατά την άφιξη της στο νησί με το πλοίο της γραμμής!

2. Ταξίδεψαν μαζί στην Αθήνα για να αγοράσουν ναρκωτικά οι δύο φίλοι από τον Βόλο. Για να μην τους εντοπίσουν οι αστυνομικοί, ο μεγαλύτερος τα έκρυψε σε ευαίσθητο σημείο του σώματός του ως… υπόθετο και ανέθεσε την οδήγηση στον ανήλικο φίλο του!

3. Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής έρευνας, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν διαχωρίσει την ποσότητα ηρωίνης και την είχαν μετατρέψει σε οκτώ υπόθετα.

Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995), σελ.91.

Υπόθετο με μεζέ (από σφυρίζων, 22/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν του Σαλονικιώτικου σαλαμακίου, δέον να καταγραφούν και δύο πιο διαδεδομένες χρήσεις του λήμματος σκονάκι:

  • Μικρό σημείωμα από το οποίο ο εξεταζόμενος αντλεί την έμπνευσή του,
  • Δόση σκόνης, δηλαδή «πρέζα» πρέζας.

Εκ των σκόνη < κόνις.

  1. ... «Ααααα.. Ααααα... Ψουυυυυ!» . Τώρα που έχουμε χειμώνα για τα αλά, κρύα. ιώσεις, κρυώματα, αλλεργίες. «Πάρε zewasoft», όπως λέει η διαφήμιση για τα χαρτομάντιλα. Κι αυτή είναι η λέξη κλειδί! Ένα χαρτομάντιλο με χημεία, παρακαλώ. Προσέξτε μονάχα, μήπως τυχαία το χρησιμοποιήσετε!
    (από το www.skonaki.com)

  2. ... δεν είναι η “υπερβολική” δόση που σκοτώνει. Είναι η “καθαρή δόση” που σκοτώνει. Κι η μεγάλη παραγωγή πρέζας στον πλανήτη οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερης καθαρότητας σκονάκια. Η καθαρή πρέζα είναι αυτή που σκοτώνει, όχι η “κομμένη”. Κι η παραγωγή πρέζας στον πλανήτη ολοένα και μεγαλώνει. Κι οι τιμές ολοένα και πέφτουν. Κι η καθαρότητα της ηρωίνης ολοένα και αυξάνεται. Κι όλα αυτά σκοτώνουν.
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σύνεργα του πρεζάκια, τα συμπράγκαλά του, που δεν κάνει βήμα σημειωτόν χωρίς αυτά.

Σε μια πλήρη μορφή, η έκφραση είναι ασφαλώς τα σέα μου και τα μέα μου, αλλά για τους πρεζάκηδες τέτοιου είδους ακριβολογίες είναι περιττές πολυτέλειες, χαμένος χρόνος. Στα νταραβέρια των πλατειών και των πεζοδρομίων, όσο λιγότερο μιλάς, τόσο το καλύτερο, ενώ κανείς δεν έχει όρεξη να ακούσει την ιστορία της ζωής του αλλουνού.

  1. Πρώτο και πιο βασικό στη λίστα με τα σέα - εκτός ασφαλώς απ' την παραμύθα, δλδ την ίδια την πρέζα - είναι το ομώνυμο σέο, δλδ η σύριγγα. Πρόκειται για την πολύ λεπτή σύριγγα της ινσουλίνης, χωρητικότητας 1cc ή 2cc. Το σέο λέγεται και γκαν ή γκάνι ή γκανάκι, το κατεξοχήν όπλο (gun) του πρεζάκια για το βάρεμα, το σουτάρισμα (shoot), την ενδοφλέβια χρήση.

Παρεμπίπταμπλυ, το σέο της ινσουλίνης χρησιμοποιείται κι απ' τους μπίλντερς για την υποδόρια χορήγηση g.h.

Oι ευρωπαίοι πρεζάκηδες προτιμούν τις Ersta, θρυλική μάρκα σύριγγας με τέλεια ποιότητα βελόνας. Πριν κάποια χρονάκια, όταν γενικά οι κώλοι ήταν πιο σφιχτοί, τα φαρμακεία δεν έδιναν εύκολα σύριγγες, ενώ ένα χρησιμοποιημένο σέο αρκούσε για να βρεθείς στον καθαρό αέρα της εξοχής του Κορυδαλλού. Σήμερα τα πράματα έχουν λασκάρει τελείως, με τους 13χρονους και 14χρονους πρεζάκηδες να αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι είναι όταν η φτήνια τρώει τον παρά...

  1. Το κουτάλι. Πάνω εκεί αναμειγνύεται η πρέζα με λεμόνι ή ξινό, και λιώνει με τη θερμότητα του αναπτήρα. Το μείγμα χώνεται βιαστικά στο σέο, συνήθως αφού περάσει μέσα από βαμβάκι, το οποίο λειτουργεί ως φίλτρο για τυχόν βρωμιές. Όλα πρέπει να γίνουν στο πιτς-φιτίλι, για να μη σου παγώσει το μείγμα μέσα στη σύριγγα και χρειαστεί να το αδειάσεις στο κουτάλι και να επαναλάβεις όλη τη διαδικασία. Πήζουν συνήθως οι μουφάτζικες πρέζες, κινέζικες ή συνθετικές.

  2. Όξινο διάλυμα (λεμόνι ή ξινό). Μόνο οι καθαρές πρέζες (άντε τρέχα γύρευε να τις βρεις) διαλύονται σε ρευστή καραμέλα χωρίς την προσθήκη οξέων. Οι σκουρόχρωμες νοθευμένες πρέζες, οι «κομμένες», αναμειγνύονται πάνω στο κουτάλι ή στο αλουμινόχαρτο με λεμόνι για να λιώσουν. Για ακόμη πιο καφετιάρικες και ακατέργαστες σκόνες, το λεμόνι δεν αρκεί και επιστρατεύεται το ξινό, που πουλιέται σε μπακάλικα και σουπερμάρκετ. Είναι επώδυνο, «καίει» τις φλέβες και καταστρέφει και τα δόντια.

αατά.

Το σέο κανονικά είναι για μια και μόνη χρήση, επειδή όμως τα γαμημένα αντέχουν, οι πρεζάκηδες τσούλαγαν παλιότερα 5-10 νοματαίοι το ίδιο βελόνι. Κονόμαγαν ηπατίτιδες και aids, μέχρι που κάπως κατάλαβαν τη μαλακία τους και περιορίστηκε το φαινόμενο της πολλαπλής χρήσης του σέο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχουμε φτιάξει το τρίφυλλο...ναι; Έχουμε μαζί μας και πρέζα. Σαλιώνουμε λοιπόν το τσιγάρο και του ρίχνουμε πάνω πρέζα! Η πρέζα κολλάει. Και το κανονικό χαρτάκι Rizla που έχουμε χρησιμοποιήσει, έχει γίνει πλέον πρεζόχαρτο!

Βλέπεις ένα μπάφο με άσπρη σκονίτσα κολλημένη πάνω του; Μπάφος με πρεζόχαρτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηρωίνη. Συνηθίζεται να το λένε και για σκληρά ναρκωτικά γενικά ή μεταφορικά για οτιδήποτε προκαλεί πολύ δυνατή εξάρτηση.

Πρέζα δεν είναι μόνο η ηρωίνη, αλλά... η ηρωίνη ΣΚΟΤΩΝΕΙ!

Παύλος Σιδηρόπουλος

(από ironick, 22/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποικιλία μαλακού ψημένου μαυρακίου με προέλευση συνήθως το Αφγανιστάν. Αγοράζοντάς το ενισχύετε τον αγώνα των χασασίνων.

- Ξένες συμμορίες πήραν το πάνω χέρι στον «πόλεμο» που μαίνεται στις πλατείες της Αττικής για τον έλεγχο της αγοράς των ναρκωτικών. Αλβανοί, κατά πρώτο λόγο, αλλά και -τελευταία- Νιγηριανοί και Πακιστανοί (που εισάγουν στη χώρα μας το αφγανικό χασίς, που είναι γνωστό στις πιάτσες με την επωνυμία «πλαστελίνη») ξαναμοιράζουν τις «περιοχές ευθύνης», τις περισσότερες φορές όχι αναίμακτα.
(εδώ)

- ...το χασίς. Επίσης γνωστό ως τσοκό, τσοκάδι, πλαστελίνη, κουράδι.
(εκεί)

- Το μαύρο που σου είπε ο Φούντας (το ψημένο δηλαδή) είναι το επεξεργασμένο. Παρασκευάζεται με κοσκίνισμα. Μούφα γενικά και οι πλαστελίνες (τα μαλακά ψημένα) μούφα γενικότερα. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κάπνισμα χασίς ή μαριχουάνας. Επίσης χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει το ίδιο το αντικείμενο, δηλαδή το τσιγάρο ή την ενεργό ουσία.

-Έλα τι λέει, να ρθω για πιώμα;

-Άμα θες πιώμα, φέρε το πιώμα.

Got a better definition? Add it!

Published

Φακελάκι ή άλλη συσκευασία που μοιάζει με ναρκωτικό αλλά δεν είναι· ή που, στην καλύτερη περίπτωση, είναι μπουρούχα. Πρόκειται για κλασική μέθοδο απόσπασης μπαγιόκου από άσχετους και ψημάρια.

Κατ' επέκταση, πακέτο αποκαλείται η φιδιά, η μούφα. Εξ ου και η έκφραση τρώω πακέτο.

1.
Έφαγα πακέτο : όταν σου πουλήσουνε ψεύτικο πράγμα. Συνταγή: Κύβος Κnor διαλύεται σε μίξερ με προσθήκη ζάχαρης άχνης για να ασπρίσει. Δεν το ξεχωρίζεις. Το θύμα που αγοράζει συνήθως σε δημόσιο χώρο δεν έχει τον χρόνο να το ελέγξει .Το καταλαβαίνει όταν πάει σπίτι και αναφωνεί : έφαγα πακέτο

  1. Συνήθως αυτοί που μοιράζουν πακέτα , φροντίζουν να εξαφανιστούν για ένα διάστημα για να μην εισπράξουν τίποτα μαχαιριές.
    (Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου, Το λεξικό της ντάγκλας, Εκδόσεις Opera 1995, σελ. 71)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified