Από την παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων «στη Βιλαρίμπα ακόμα τρίβουνε» (τα ταψιά).
Έχει γίνει συνώνυμο της αγγαρείας στα μαγειρεία.
- Γεωργίου και Δημητρίου, απόψε θα πάτε στη Βιλαρίμπα!
Από την παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων «στη Βιλαρίμπα ακόμα τρίβουνε» (τα ταψιά).
Έχει γίνει συνώνυμο της αγγαρείας στα μαγειρεία.
- Γεωργίου και Δημητρίου, απόψε θα πάτε στη Βιλαρίμπα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν έχει για υπηρεσία σκοπιά ένας στρατιώτης.
Άστα να πάνε, σήμερα βαράω γερμανικό σκοπέτο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είναι το στρατόπεδο όπου λαμβάνει χώρα η βασική εκπαίδευση των Νεοσύλλεκτων της Αεροπορίας.
Μεταξύ των φαντάρων ακούγεται και το
124 Πρόβατα Βόσκουν Ελεύθερα
λόγω του χυμείου της κατάστασης στην Αεροπορία γενικότερα...
-
Got a better definition? Add it!
Αυτό ακριβώς, τίποτα άλλο ή αατα! Self-explained!
Το άρθρο αφορά τον τέως αρχηγό και νυν επίτιμο αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΓΕΝ), Αντώνη Αντωνιάδη, ο οποίος, για όσους θυμούνται, το Νοέμβριο του 2006 είχε προκαλέσει κάποιο σχετικό αναπουπούλιασμα στους απανταχού θρησκόπληκτους της Λαϊκής Θεοκρατίας του Ελλαδιστάν™ (© Διαγόρας) (και ειδικά στον Βουλευτή της Ν.Δ. Γιώργο Σούρλα) δηλώνοντας ανοικτά ότι είναι άθεος.
Got a better definition? Add it!
(Ναυτικό): Ο χώρος συναθροίσεως των ναυτών, κατόπιν κλήσεως, για αναφορά-καταμέτρηση. Η «αναφορά» ή ντάκος ή «σέντρα» στα στρατέικα.
Δηλαδή, βαράει το καμπάνι, τρέχουν τα ναυτάκια, στοιχίζονται αναλόγως τη μονάδα, στον ουλαμό, τον λόχο, τη διμοιρία ή την ομοχειρία τους, κάνουνε τα στον καιρό - έι τους, βγαίνει κάποιος και λέει προσευχούλα για να καθαρίσει ο τόπος απ' τα τελώνια (όπως στο shinobi), κάνουνε και μια ψοφο-γυμναστική της κακιάς ώρας, διαβάζει ο επικεφαλής πιλαφάς την ημερησία διάταξη (π.χ. αγγαρείες, έπαινοι, επισημάνσεις, αιτήματα, παράπονα, τιμωρίες κτλ) και μετά τα ναυτόπουλα σκορπάνε εις τα εξ ων συνετέθησαν.
Αυτό το βιολί γίνεται συνήθως πρωί-απόγευμα-βράδυ. Το πρωί είναι με προσευχή και ναυτοβική γυμναστική (φαίνεται ότι μόνον της αεροπορίας είναι αποτελεσματική, γι' αυτό και επεκράτησε ο όρος). Στις υπόλοιπες κλήσεις είναι με άνευ (μόνο καταμέτρηση), ίδια όπως στη φυλακή και στο μαντρί.
Ο χώρος συναθροίσεως συνήθως είναι ένα αρκετά μεγάλο πλάτωμα (π.χ. στα κέντρα εκπαιδεύσεως ή στις μεγάλες μονάδες), όπου παρατάσσονται ομαδόν τα ναυτόπουλα κυκλικά, με τα βλοσυρά πιλάφια στην κορυφή και ενδιάμεσα κενό, εξ ού και πίστα (αφού τα πιλάφια είναι θαμώνες κωλόμπαρων του Πειραιά) ή «σέντρα» (για τους ποδοσφαιρόφιλους).
Η σημαντικότερη εκδήλωση της πίστας για τους ναύτες είναι η υποχρεωτική είσοδος σε αυτήν, κατόπιν πιλαφόθεν ονομαστικής κλητεύσεως, προκειμένου να τους απαγγελθεί κατηγορία και να τιμωρηθούν για πειθαρχικό παράπτωμα = να χορέψουν.
Για τον λόγο αυτό, η απειλή θα σε βγάλω στην πίστα μαραγκιάζει την ψυχή και του πιο χορευταρά ναύτη...
- Ποιος ήτανε βάρδια χτές;
- Εγώ οπλονόμε…
- Και ποιος είσαι συ; Όνομα-βαθμό-μητρώο δεν έχεις; Για αναφέρσου κανονικά, για θα σε βγάλω στην πίστα να χορέψεις τσάμικο!
Got a better definition? Add it!
Τοπικός χαρακτηρισμός στρατευμένου αναλόγως του υπολοίπου θητείας. Παλαιάς κοπής (αν και τα μαντάτα λένε ότι η θητεία θα αυξηθεί). Χρησιμοποιήτο από Θεσσαλονικείς.
Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 400 ημερών μένει Καλαμαριά (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 4)
Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 300 και μείον των 400 ημερών μένει Πυλαία (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 3)
Ο τυχερός έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 200 ημερών μένει Κέντρο (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 2).
Παρακάτω δεν πήγαινε.
- Φιλαράκι, πού μένεις είπαμε;
- Πυλαία ακόμη, αλλά από τη Δευτέρα μετακομίζω κέντρο.
- Και ο Παπαϊωάννου; Γειτονάκι;
- Αρχικά ναι, αλλά με τις μαλακίες που κάνει τον βλέπω να μετακομίζει στην Όλγας*!
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για στρατιωτική μονάδα όπου το πήξιμο πάει σύννεφο, όπου σε πάει πίπα κώλο εμπλοκή.
Κλασσικός όρος για τον χαρακτηρισμό παραμεθόριων μονάδων καθώς και πλοίων του Π.Ν. όπου «βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι».
Βλέπε και σχετικά λήμματα: βλέπω την βάλε πόλη προέλευσης εδώ με το μακαρόνι
αγγαρειομάχος.
Μετά τη βασική εκπαίδευση πήρα μετάθεση για ένα πλοίο σκέτη μαυρίλα! Φοβερό πήξιμο, συνέχεια ταξίδια και να βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι!
Got a better definition? Add it!
Επίθετο που χρησιμοποιείται πολύ στον στρατό. Σημαίνει μία μονάδα, ή λόχο, ή ειδικότητα, ή υπηρεσία (ή ό,τι) που είναι άνετη, χαλαρή, προνομιακή, και ωσεκτουτού επιφυλάσσεται για βύσματα, γι' αυτούς που έχουν τα μέσα, για να περάσουν καλά στη θητεία τους .
Δευτερευόντως, χαρακτηρίζει και τον φαντάρο που είναι βύσμα και έχει κονεδιαστεί με βυσματάρχες. Ενώ από τον στρατό περνάει και στην συνολική οικονομία, οπότε χαρακτηρίζει επαγγελματικές και κοινωνικές καταστάσεις, όπου δεν επικρατεί αξιοκρατία, αλλά οικογενειοκρατεία, πελατειοκρατία και νεποτισμός και όπου οι θέσεις καταλαμβάνονται από αλεξιπτωτιστές, ή και τους ευνοούμενους από αυτήν την παθολογία.
Τέλος, το έχω ακούσει και με την σημασία του πολύ ωραίου, του σένιου, του ανφάν γκατέ, στη λογική ότι φανταζόμαστε πως για να είναι τόσο ωραίο σημαίνει ότι στο Ελλαδιστάν μόνο λίγοι βυσματωμένοι προνομιούχοι θα μπορούν να το απολαύσουν.
Ο Λόχος ο καλός, ο βυσματικός, το ξενοδοχείο (Lohotel). Εκεί που οι τουαλέτες τρίζουν από καθαριότητα, εκεί που το ζεστό νερό ρέει άφθονο. Ο Λόχος που όλοι φθονούν, αποστρέφονται και στραβοκοιτάζουν στην αναφορά Τάγματος, κυρίως επειδή δεν κατάφεραν να γίνουν μέλη αυτής της μεγάλης οικογένειας. (Εδώ).
Το μηχανικό έχει αποκτήσει την φήμη του «βυσματικού», με άλλα λόγια έχει περάσει η πεποίθηση στον κόσμο ότι άπαξ και μπεις μηχανικό θα είσαι πιο χαλαρά και δεν θα ζοριστείς ιδιαίτερα. But ALAS my friends!!! Η εν λόγω φήμη μικρή σχέση έχει με την πραγματικότητα! [...] 3ος λόχος ο βυσματικός, οι ανθυπολοχαγοί τα έχουν όλα γραμμένα στην καραπουτσακλάρα τους, είναι χαλαροί(αρκεί να μην είστε προκλητικοί και να μην δημιουργείτε προβλήματα) και πάνω απ’ όλα είναι πιο ανθρώπινοι. (Εδώ).
Ο καλός βυσματικός μαύρος θα πρέπει να θέσει σαν στόχο να πάρει την καλύτερη ειδικότητα, να κάτσει όσο περισσότερο μπορεί στο ΚΕΤΘ (μέχρι 2 μήνες αντε 2μιση) διοτι τελευταίοι μένουν οι ΟΔΜΑ και παίζει εμπλοκή. Στην συνέχεια μια καλή μετάθεση στις λιγοστές βυσματικές ΕΜΑ ή ΕΑΡΜΕΘ, και τέλος αν δεν το επιτρέπουν τα μόρια, βυσματική μετάθεση στο ΚΕΤΘ σαν οργανικός (οργανικός = τέλος θητείας)!!! (Εδώ).
Γραπτός διαγωνισμός πέρα των πανελληνίων και του ΑΣΕΠ είναι βυσματικός. (Εδώ).
Εχεις ηδη ετοιμη καμια δουλεια του μπαμπα-θειου-γειτονα. Εισαι βυσματικος σε κανα μαγαζακι τεχνικος ή πωλητης και εισαι ευτιχισμενος. (Εδώ).
- Γιατρέ μου θα σε πάω σ' ένα πολύ καλό κλαμπάκι με θέα σ' όλο τον κόλπο της Καλαμάτας.
Got a better definition? Add it!
Στη φανταρίστικη κυρίως, αλλά και τις συναφείς αργκό χρησιμοποιείται σαν επίρρημα.
Όταν αναφέρεται σε αντικείμενα σημαίνει πως βρίσκονται σε άριστη κατάσταση από πλευράς συντήρησης και λειτουργικότητας, αλφαδιασμένα στη θέση τους όπως προβλέπεται, έτοιμα προς επιθεώρηση κι απ’ τον πιο απαιτητικό λχία, δίκα, και λοιπούς στρατόκαυλους.
Αντίθετο: μουνί έως μουνί καπέλο.
Όταν αναφέρεται σε άτομα, στην καλύτερη περίπτωση δηλώνει τα εξόχως πειθαρχημένα φιτ μαχίμια στην τσίτα που με ηθικόν ακμαιότατον μόλις που κρατιούνται μην κάνουν ντου να ελευθερώσουν Κύπρο και Πόλη, ή σαν εναλλακτική να μετάσχουν σε καμιά Νατοϊκή. Συνηθέστερα, δηλώνει αυτούς που μετά από κατάλληλο τέντωμα (=συνδυασμός από τρέξιμο, εκπαίδευση, αγγαρείες, καψώνια) λειτουργούν τόσο οι ίδιοι όσο κι η μονάδα τους σε απόλυτα ικανοποιητικό βαθμό για να εκτελέσουν μια προγραμματισμένη άσκηση ή να υποστούν μια προβλεπόμενη επιθεώρηση (για απρογραμμάτιστα και μη προβλεπόμενα ...παίζεται).
Αντίθετα αρντάν, τούφα, χύμα και τα παράγωγα χυμείο χυμαδιό.
Συχνότατα αντικαθιστά το τέντωμα σαν κατάσταση που επικρατεί.
Συνώνυμα: γαμήσι, πίπα - κώλο εμπλοκή (εξού –θεωρώ- κι ο εδώ ορισμός του PhreakeR).
Αναφέρεται απ’ τον abra εδώ, αλλά έκρινα πως του αξίζει μια θέση στη συλλογή.
1. Παρόλα αυτά είναι μια υποχρέωση που καλώς κακώς πρέπει να την εκπληρώσουμε όλοι σαν έλληνες πολίτες και το θεωρώ μαλακία που το αφήνουν οι περισσότεροι νεοέλληνες την τελευταία στιγμή (ειδικά τώρα έχει γίνει η πλήρης θητεία γιωτάμηνο). Αλλιώς θα την παλέψει ένα ξέγνοιαστο δεκαοχτάχρονο που μόλις τελείωσε το σχολείο σε ένα στρατόπεδο που είναι όλα τέντα και αλλιώς ένας τριαντάρης που χρεωστάει ακόμα πέντε μαθήματα στην σχολή, δυσκολεύεται να βρει δουλειά και έχει αφήσει την κοπέλα του γκαστρωμένη.
2. Σκάει υφυπουργός άμυνας στα σύνορα. Όλοι τέντα γι’ αυτόν, πάει στους σκοπούς (ένας φαντάρος-ένας Επόπ) τους ρωτάει από πού είσαι: «Από τάδε» φωνάζει ο φαντάρος, «Πόσο καιρό είσαι στον Στρατό»; «7 μήνες» απαντάει ο φαντάρος. «Καλός πολίτης σου εύχομαι» του λέει ο υφυπουργός. Πάει στον Επόπ τον ρωτάει τα ίδια: «Πόσο καιρό είσαι στον στρατό»; «4 χρόνια» του απαντάει ο Επόπ. «Καλός πολίτης και σ’ εσένα»....
3. Κάτω πολύ τέντα. Το μέγιστο πρόβλημα είναι οι παλιοί οι οποίοι θα σου βγάλουν την παναγία. Το πρωί ξεκινάς με σημαία, θάλαμο, γενικές καθαριότητες, σχεδόν κάθε μέρα τρέξιμο καμιά 10ρια γύρους, επιθεώρηση θαλάμου και φοριαμού. Εκατό να ‘ναι οι παλιοί ένας ο νέος θα τα κάνει όλα ο νέος.
4. Έχουμε ταξιαρχική επιθεώρηση. Το απαραίτητο τέντωμα για να φανούν όλα καλά στον ηγέτη (σαν ανέκδοτο δεν ακούγεται;) του νησιού ξεκίνησε.
(Όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παπαρωνύμια βαπτίζω σλανγκική αηδία υπαρκτά ακρωνύμια που το σλανγκεπώνυμο πλήθος παραφράζει λολαδερώ τω τρόπω. Το κλασικότερο παράδειγμα έρχεται από τα όχι και τόσο ευτυχισμένα παιδικά μας χρόνια: δέν έχουμε ηλεκτρισμό (Δ.Ε.Η.), ούτε τηλέφωνα έχουμε (Ο.Τ.Ε.)• έχουμε όμως τουρισμό (Ε.Ο.Τ.). Βγάζουν ακόμα γέλιο, 40 χρόνια μετά.
Το σάη έχει ήδη πάμπολλα καταχωρημένα, κυρίως φαντραρώνυμα και μπατιρώνυμα (© sarant). Ας πανηγυρίσουμε το φαινόμουνο «παπαρωνύμια» αποδελτιώνοντας τα κυριότερα:
Οργανισμοί, γραφειοκρατικά, πολιτικά, αθλητικά, μπατιρώνυμα
Φαντραρώνυμα
Πηγές: νέτι, σλάνγκρρ, sarantakos.
Got a better definition? Add it!