Κάτι μεταξύ του «επιτέλους οι δυο μας» και του α να σε γαμήσω....
Πηγή: Ιωνάς.
Επιτέλους πηδυό μας είπε ο Τζύμπριος γερομπινές στον Πέρι κι έπεσαν οι τίτλοι τέλους με happy ending. (Τουλάχιστον μέχρι το επόμενο επεισόδιο, που κατέφτασε το Λίλιαν).
Κάτι μεταξύ του «επιτέλους οι δυο μας» και του α να σε γαμήσω....
Πηγή: Ιωνάς.
Επιτέλους πηδυό μας είπε ο Τζύμπριος γερομπινές στον Πέρι κι έπεσαν οι τίτλοι τέλους με happy ending. (Τουλάχιστον μέχρι το επόμενο επεισόδιο, που κατέφτασε το Λίλιαν).
Got a better definition? Add it!
Published
Η συνιστώμενη θεραπεία σ' αυτή την περίπτωση, λέγεται λημματοθεραπεία και περιλαμβάνει:
Ανάγνωση λημμάτων από το slang.gr και πρακτική εξάσκηση. Κατά την πρακτική εξάσκηση, οι άλλοι μπορεί να κάνουν κάποιον, ομελέτα απ' τα αυγά, αλλά δεν πειράζει, γιατί αφενός τα αυγά έχουν πρωτεΐνες κι αφεδύο αν δε βρέξει κανείς κώλο, ψάρι δεν τρώει. Θα μπορούσε ο τύπος , να ανατρέξει στο site, να βρει το λήμμα που ψάχνει κι αν δεν καλυφθεί, να κάνει ερώτηση σε σχόλιο. Επίσης θα μπορούσε να ανοίξει λογαριασμό και να καταθέσει έναν άγνωστο όρο στο Δ.Π. Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 1.
Σημείωση: Η υπερβολική λημματοθεραπεία, μπορεί να γίνει αιτία για να μείνουν άλλες δουλειές πίσω, να δημιουργηθούν καυγάδες με συνεργάτες, προϊσταμένους, σύζυγο, φίλους που στήσαμε στο ραντεβού, κλπ. Άρα πρέπει να παίξουμε, αντίθετα με το δόγμα αυτού του λήμματος. Ωστόσο τα πρέπει, πολλές φορές αποδεικνύονται ευσεβείς πόθοι και θεωρητικές αρλούμπες.
- Έλειπα τρία χρόνια στο εξωτερικό και μου φαίνεται πως έχασα τη μπάλα. Δεν μπορώ ρε εσύ, να καταλάβω τι λέει ο κόσμος. Αισθάνομαι ούφο με σκούφο.
- Μη σκας φιλαράκι, η κατάσταση σου δεν είναι ανίατη. Ήδη χρησιμοποίησες δύο φράσεις της σλανγκικής διαλέκτου. Θεραπεία υπάρχει κι είναι απολύτως εγγυημένη.
- Δηλαδή;
- Χρειάζεσαι επείγουσα λημματοθεραπεία.
- Κάντο μου λιανά.
- Υπολογιστή έχεις. Κάτσε και διάβαζε λήμματα απο το slang.gr. Αατα
- Ε;
Σε γραφείο ψυχίατρου (που τυγχάνει να 'ναι και σλανγκιστής).
- Πλήττω, πλήττω, πλήττω. Τι να κάνω γιατρέ μου;
- Μου 'πες ότι είσαι δημόσιος υπάλληλος, ε;
- Ναι και κάνω υπηρεσία γραφείου χρησιμοποιώντας Η/Υ.
- Υπέροχα. Μία είναι η λύση. Μη το συζητάς καθόλου. Πέρα από γιαλομιές κι άλλες μαλακίες. Επείγουσα λημματοθεραπεία χρειάζεσαι. Το αντιμετώπιζα κι εγώ, γιατί οπως βλέπεις, δουλειά δεν έχω, μύγες βαράω. Κάνω λημματοθεραπεία εδώ και δυο μήνες κι έχω θεραπευτεί πλήρως.
- Τι να κάνω δηλαδή;
- Να γράφεις με τις ώρες, λήμματα στο slang.gr. Προ και μετά φαγητού. Θα δεις άμεσα αποτελέσματα. Έλα να σου δείξω τι θα κάνεις.
Got a better definition? Add it!
Ο όρος λημματώδης πυρετός προκύπτει με παράφραση του όρου λοιμώδης πυρετός και αφορά το σλανγκικό περιβάλλον.
Όπως ο πυρετός αφορά κατάσταση που χαρακτηρίζεται κυρίως από μη φυσιολογική άνοδο της θερμικής ενέργειας του σώματος κι εκδηλώνεται με αύξηση της θερμοκρασίας, αντίστοιχα κι ο λημματώδης πυρετός αφορά μη συνηθισμένη αύξηση της σλανγκοδιανοητικής ενέργειας ενός Σλάνγκου Δράκου κι εκδηλώνεται με ενδυνάμωση της σχετικής έμπνευσης και με την αύξηση της ικανότητας μετουσίωσής της, στη δημιουργία πολλών και καλών λημμάτων.
Για την πτώση του πυρετού συνίσταται ομοιοπαθητική αντιμετώπιση του προβλήματος. Χρειάζεται επείγουσα λημματοθεραπεία.
Γι' αυτό και συνιστάται κατά το γόνιμο χρονικό διάστημα της συγκεκριμένης «εμπύρετης κατάστασης», ο «ασθενής», να πάρει λημματοδοτική άδεια, όπως θα έπαιρνε αναρρωτική άδεια, αν ήταν πραγματικά εμπύρετος, ώστε να μπορεί να αφοσιωθεί απερίσπαστα, στο δημιουργικό έργο του. Λέμε τώρα!
Got a better definition? Add it!
Χαντάκωμα, μπιφτέκωμα. Φαινόμενο δηλαδής, κατά το οποίο ο φαντάρος του χ λόχου, που είναι 481 (το σήμερα εννοείται) πριν απολυθεί. Έχει Καλλιόπη, μετά χόκεϊ επί λίπους (μαγειρία) και το βράδυ βάρδια στην πύλη. Συνήθως η μέρα είναι Παρασκευή, και την άλλη μέρα έρχεται και ο χ συνταγματάρχης για επιθεώρηση.
- Εσένα σε βλέπω παρφουμαρισμένο ρε Καραμήτρο. Πάλι έξοδο ρε ψάρακα;
- Ναι ρε Μπουρδάνο, εμένα όλο άδειες μου δίνει ο Τζουνάκος. Μπουζούκια κι έτσι. Εσύ;
- Εγώ πάλι πήξιμο.
Βλ. και σχετικά λήμματα πήζω, έχει πήξει το μουνί μας, πυξλαμούν
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η φράση αυτή έρχεται πεσκέσι απ' τη Ρωμαϊκή εποχή.
Κάθε 15 του Μάη, οι Ρωμαίοι τιμούσαν τους θεούς Αφροδίτη και Διόνυσο, βγαίνοντας στις πλατείες με σκοπό να αλληλοχτυπηθούν με αυγά μελάτα! Χιλιάδες αυγά πετιόντουσαν εκείνη τη μέρα, όπου τα πάντα γινόταν μούτι («σκατά» στα αρβανίτικα). Ο κόσμος δε, το απολάμβανε γελώντας ακατάπαυστα.
Στη γιορτή αυτή μπορούσαν να πάρουν μέρος οι πάντες. Γι' αυτό και έβλεπε κανείς μέσα στο πλήθος, δεσποινίδες, στρατηγούς και πολλές φορές και τον ίδιο τον αυτοκράτορα (Θερμός θιασώτης, του αβγοπόλεμου ήταν ο Νέρωνας, που δεν περίμενε τη συγκεκριμένη μέρα του εθίμου για να κάνει αβγοπρόσωπους τους αξιωματικούς του). Η γιορτή αυτή, πραγματοποιείτο και στο Βυζάντιο, αλλά για αρκετά μικρό χρονικό διάστημα.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως, παρόλο που ο αβγοπόλεμος διαρκούσε μία μέρα, τα γέλια εξακολουθούσαν για αρκετές βδομάδες. Γι' αυτό και όταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε σε κάποιον που κατά τη γνώμη μας, γελάει αναίτια.
Τα θένκια μου στον δρυΐδη Βράσταμαν.
Ο σοβαρός κ.Τσίπρας χαμογέλαγε πριν αρχίσει το δημοτικό συμβούλιο του δήμου Αθηναίων. Τον έπιασε μια κάμερα και μάλιστα τον ρώτησαν γιατί γελούσε. Προφανώς ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταλάβει σε τι κατάσταση βρίσκεται γη χώρα και όπως θα έλεγε και ένας… βλάχος στις ιστορικές μας περιοχές: « Αυγά σου καθαρίζουν και γελάς;»
Δες
Got a better definition? Add it!
1) Ο όρος αναφέρεται στην περίπτωση που ένα μηχάνημα, έχει φάει τα ψωμιά του (π.χ. ένα μηχάνημα μ' αρχίδια που στο διάβα του χρόνου κατάντησε αρχίδια μηχάνημα), που χαλάει συχνά και που το κόστος επισκευής του είναι αντιοικονομικό σε σχέση με την ωφέλεια του (π.χ.: κόστος ανταλλακτικών, ξαφνικό σταμάτημα ανειλημμένων εργασιών με συνέπειες στο καλό όνομα μιας εταιρείας), που διακυβεύεται θέμα προσωπικής ασφάλειας από τη χρήση του (π.χ.: μηχανάκι της συμφοράς), κ.λπ. Μέσω της έκφρασης αυτής δηλαδή, υποδηλώνεται πως το μηχάνημα είναι τόσο χάλια, που ακόμα και επισκευασμένο, είναι του πεταματού.
Για την περίπτωση αυτή, βλ. παραδείγματα (1, 2).
2) Ο όρος αναφέρεται στην περίπτωση ενός ανθρώπου, που αισθάνεται απ' την κούραση και την ταλαιπωρία σαν μπαγιάτικο μύδι, που είναι σε φάση Γκόγκολ (π.χ.: λιώμα απ' το πιόμα), που έχει... τις ασθένειες, κ.λπ. Μέσω της έκφρασης υποδηλώνεται πως το άτομο αισθάνεται ψυχοσωματικά ράκος, σε σημείο που να αμφισβητεί τα ευεργετικά αποτελέσματα της συντήρησης του ανθρώπινου οργανισμού (του ύπνου, του μπάνιου, του φαγητού, κ.λπ.) και των λοιπών μεθόδων αποκατάστασης του, στα φυσιολογικά πλαίσια.
Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 3.
3) Ο όρος αναφέρεται επίσης, στην περίπτωση ενός γκρουπ ατόμων (π.χ.: ποδοσφαιρική ομάδα, εταιρεία, κόμμα, κ.λπ.), που ανεξαρτήτως των επιχειρούμενων βελτιωτικών αλλαγών που μπορούν να γίνουν, το γκρουπ αυτό θα είναι σταθερά ftp προδιαγραφών (π.χ.: σαν κόμμα δε θα καταφέρει τίποτα καλό για τον τόπο, σαν εταιρεία δε θα μπορεί να ικανοποιήσει τους πελάτες της, κ.λπ.).
Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 4.
Πολύ ωραίες οι φωτογραφίες και οι ανταποκρίσεις σας. Ευχαριστώ Περικλή, Βίκυ και Μάρκο. Τα βιντεάκια δυστυχώς δεν τα έχω δει ακόμα γιατί είχε πρόβλημα ο υπολογιστής και με το ζόρι μπαίνω μέσα. Μάλλον θα χρειάζεται επισκευή και πέταμα.
Δες
Στα πόσα χιλιόμετρα θα θέλει επισκευή και πέταμα είπανε; Η μόνο επιδόσεις λένε οι μάγκες;
Δες
Είμαι για επισκευή και πέταμα, το ξέρω. Μήπως όμως κάποιος φίλος θα μπορούσε να με διαφωτίσει σχετικά με τις ενοχλήσεις στο θώρακα / στήθος; Μήπως είναι στρες; Μήπως έχει να κάνει με το βάρος ή το χόνδρο του στέρνου, ή μήπως θα έπρεπε να επαναλάβω κάποιες καρδιολογικές εξετάσεις για να αποφύγω τα χειρότερα;
Δες
Τίποτα. Μια ομάδα που χρειάζεται επειγόντως... επισκευή και πέταμα! ...
[Δες](www.rocking.gr/modules/forum/showthread.php?t=3809&page=87 - 154k - )
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά είναι το παιχνίδι. Προέρχεται από το ιταλικό giocco (βλ. αγγλικά joke).
Σημειώστε ότι «αβέλω τζόκα» = παίζω, αλλά «βουέλω τζόκα» = φιλώ.
Να οι µπράτες, να τα κουταλιάσµατα, να τα ντέζια, να τα κοντροσόλια και οι τζόκες, αλλά νάκα κουραβελτόσημο.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά σημαίνει «ακούω» και βγαίνει από το «όκι» (δηλαδή αυτιάζω).
Επίσης λέγεται και λουπάρω.
Με οκιάζεις που μπενάβω;;;
Got a better definition? Add it!
Είναι η μέτρηση του μήκους του ανδρικού γεννητικού οργάνου με τη βοήθεια του στόματος. Λέγεται αλλιώς και πιπομέτρηση.
- Και τί έγινε χθες βράδυ;
- Ε, της λέω θες να κάνεις μία στομομέτρηση στον πουροσωλήνα μου;
- Και τί σου είπε;
- Δε μου είπε, με μέτρησε ακριβώς!
Got a better definition? Add it!
Για τον Πέρι...
Οι κόκκοι του πιπεριού είναι οι καρποί ενός αναρριχητικού φυτού, που μπορεί να φτάσει και τα 10 μέτρα ύψος. Υπάρχουν γύρω στις χίλιες ποικιλίες, αλλά οι πιο γνωστές είναι αυτές που μας δίνουν το άσπρο, το πράσινο, το μαύρο και το κόκκινο πιπέρι.
Το μαύρο πιπέρι είναι ο ώριμος καρπός μιας από τις πολλές ποικιλίες του πιπεριού. Έχει το πιο έντονο άρωμα, αλλά και την πιο γεμάτη γεύση. Ταιριάζει με τα πάντα, γι' αυτό χρησιμοποιείται ευρέως στη μαγειρική. Βασιλιάς των μπαχαρικών, από τα πολύ παλιά χρόνια και ίσως το δημοφιλέστερο και πιο κοινό μπαχαρικό σε όλο τον κόσμο. Πιπέρι ήταν το πιο αγαπημένο μπαχαρικό των Βυζαντινών, που αγαπούσαν τις πικάντικες σάλτσες και τα πολλά μυρωδικά στα φαγητά τους.
Οι έμποροι της εποχής εκείνης κουβαλούσαν με τα τσουβάλια το πιπέρι από τα βάθη της Ασίας και το πουλούσαν πανάκριβα.
Το μοναστήρια όμως, που έκαναν εμπόριο, για να επαρκούν στις ανάγκες τους, άρχισαν να παραγγέλνουν κι αυτά πιπέρι και να το πουλούν, όχι πια σε κόκκους - όπως ακριβώς έως τότε - αλλά κοπανισμένο, σκόνη.
Φυσικά, έτσι πουλιόταν πιο ακριβά. Ωστόσο οι καλόγεροι δεν μπορούσαν να δουλέψουν εύκολα, επειδή το πιπέρι χωνόταν στη μύτη και στα μάτια τους. Γι' αυτό αναγκάζονταν να προσλαμβάνουν καλογεροπαίδια και να τα στρώνουν στο γουδί. Κι αυτά όμως δεν κατάφερναν να μένουν στη θέση τους για πολύ. Έτσι, το κοπάνισμα του πιπεριού κατάντησε να γίνεται μόνο από τους τιμωρημένους καλόγερους.
Όταν κανείς απ' αυτούς έπεφτε σε παράπτωμα, του έλεγαν οι συνάδελφοί του:
«Τώρα θα μάθεις πως το τρίβουν το πιπέρι».
Πώς το τρί, πώς το τρί, πώς το τρίβουν το πιπέρι (δις)
πώς το τρίβουν το πιπέρι του διαβόλου οι καλογέροι (δις)
Με, μουρέ, με μουρέ το γρόθο τους το τρίβουν
Με το γρόθο τους το τρίβουν και το ψιλοκοπανίζουν
Τρί, μουρέ, τρίψε το, ξετρίψι το, ψιλοκοπανίστι το
Πώς, μωρέ, πώς το τρίβουν του πιπέρι
Πώς το τρίβουν το πιπέρι του διαβόλου οι καλογέροι;
Με, μουρέ, με το γόνατο το τρίβουν και το ψιλοκοπανίζουν
Τρί, μουρέ, τρίψε το, ξετρίψι το, ψιλουκοπανίστι το.
(Παραδοσιακό της Λέσβου)
Got a better definition? Add it!